«Χωρίς Τέχνη Η Ζωή Είναι Ένα Τίποτα»…Οι περισσότεροι θα αναρωτιέστε που τον θυμηθήκαμε και γιατί τον ξεθάψαμε... Κι εγώ αυτό ρώτησα τον Ν. Δρίβα όταν μου έστειλε την συνέντευξη. Θα μπορούσε να το δικαιιολογήσει εύκολα λέγοντας ότι βγάζει καινούριο δίσκο, αλλά η αλήθεια βρίσκεται σε προσωπικές εμμονές και απωθημένα. Και φυσικά δεν το αρνήθηκε, "τον βρήκα εύκαιρο και σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να μας πει ενδιαφέρουσες ιστορίες από τα παλιά!" μου απάντησε. Ηγέτης σε ένα από τα πρώτα και πιο cult συγκροτήματα που πέρασαν από τη σκηνή του Batcave, o Andi μας λέει για τις μέρες των Sex Gang Children, τη συνεργασία του με τον Marc Almond, την dark και Goth σκηνή...και ναι, βγάζει και καινούριο δίσκο!
Παρατηρώντας την μεγάλη σε διάρκεια παρουσία σου στην μουσική σκηνή, προσέχει κανείς ότι έχεις υπάρξει καλλιτεχνικά δραστήριος, δουλεύοντας ασταμάτητα με ένα σύνολο σχημάτων. Τι είναι αυτό που σου δίνει την ώθηση να είσαι τόσο δημιουργικός όλο αυτό το διάστημα;
Andi: Η επιθυμία και η ανάγκη να εκφράσω το είναι μου, αυτό που βλέπω και αυτό που αισθάνομαι. Είναι όλο αυτό, κομμάτι του αγώνα μου να καταλάβω την ανθρώπινη ύπαρξη. Η επιθυμία να αγγίξω τις ανθρώπινες ψυχές. Να τους μιλήσω μέσα από την αγνή γλώσσα της μουσικής. Να δείξω ότι υπάρχει μια εναλλακτική διαδρομή πέρα από την άψυχη μετριότητα που μας επιβάλλεται καθημερινά.
Πηγαίνοντας πίσω στην αρχή της καριέρας σου με τους Panic Button και τους Sex Gang Children, πως συγκρίνεις εκείνες τις επαναστατικές εποχές με τον τρόπο που κινούνται τα πράγματα σήμερα;
Andi: Όντως...τα πράγματα είναι διαφορετικά σήμερα...πολύ διαφορετικά. Το καθολικό ρεύμα της εποχής έχει απομυζήσει την Τέχνη. Τώρα οι άνθρωποι είναι χαρούμενοι παριστάνοντας τις μαϊμούδες προκειμένου να γίνουν διάσημοι. Αλλά σε κάθε δράση, υπάρχει αντίδραση. Τα μέσα και η βιομηχανία (πίσω από αυτά) μπορεί να είναι περισσότερο ελεγχόμενα τώρα αλλά το διαδίκτυο προσφέρει στο κοινό μια αποτελεσματική εναλλακτική οδό και εκεί πλέον πρέπει να δοθεί η μάχη από τον καθένα.
Στην αρχή της δεκαετίας του ΄80 στο Λονδίνο, η επανάσταση πλανώνταν στον αέρα, την ένοιωθες έντονα. Μπορούσες να την αναπνεύσεις και να νοιώσεις τόσο τονωμένος! Υπήρχε ένας άγραφος νόμος για το πώς μπορούσε κάποιος να εκφραστεί και να παρουσιάσει τον εαυτό του και την τέχνη του. Ποτέ δεν απευθυνόσουν στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή (των συναισθημάτων), αυτή η κίνηση θεωρούνταν φτηνή, αδύναμη και άνανδρη. Υπήρχε η προσδοκία από τον καθένα να αμφισβητήσει την βιομηχανία και την επικρατούσα τάση κατά πρόσωπο. ΑΥΤΗ κι αν ήταν μια απολαυστική πρόκληση! Δείξε στους «ηλίθιους» ότι έχεις βροντερή φωνή, ότι είσαι περήφανος και δεν φοβάσαι! Πάρα ταύτα δεν ήταν όλοι έτσι. Εδώ που τα λέμε, λίγοι ήταν έτσι. Στην Αγγλία πριν λίγα χρόνια υπήρχε μια διαφήμιση στην τηλεόραση η οποία δεν πουλούσε ουσιαστικά κάτι…απλά πρόβαλε μια πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή σταθερών και κινούμενων εικόνων και έκλεινε με την φράση… «Χωρίς Τέχνη Η Ζωή Είναι Ένα Τίποτα»…
Παρά το γεγονός της μεγάλης επιτυχίας με τους Sex Gang Children, καταλαμβάνοντας τις πρώτες θέσεις στα εναλλακτικά charts με κάθε σας κυκλοφορία, γιατί δεν τα καταφέρατε ποτέ μέχρι και την πρώτη «κατηγορία»; Ήταν πρόθεση του σχήματος να μείνετε αληθινοί σε μια εναλλακτική πρακτική ή απλά δεν κλείσατε ποτέ κάποια καλή συμφωνία με μια μεγάλη δισκογραφική;
Andi: Οτιδήποτε και να γινόταν, ποτέ δεν θα υπήρχε ζήτημα απεμπόλησης των αρχών μας. Ήμουν πεπεισμένος ότι μπορούσαμε να πλησιάσουμε τους ανθρώπους άσχετα από τα διαθέσιμα κανάλια επικοινωνίας. Υπήρχε μια αφελής πεποίθηση ότι όλες οι ανεξάρτητες δισκογραφικές ήταν καλές και όλες οι μεγάλες δισκογραφικές ήταν κακές. Και βέβαια αυτό δεν ίσχυε. Υπήρχαν καλοί και κακοί και στους δύο χώρους. Μας «χτύπησαν» μεγαλοπρεπέστατα κάποιες ανεξάρτητες δισκογραφικές και μας καταπόντισαν κάποιες άλλες μεγάλες. Το μεγαλύτερο μας εμπόδιο ήταν το ότι δύο από τις μεγαλύτερες αλυσίδες καταστημάτων δεν δέχτηκαν να διαθέσουν τους δίσκους μας και αυτές οι δύο αλυσίδες ήταν οι σημαντικότερες για την διαμόρφωση των κυριότερων charts στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έτσι άσχετα από τις πωλήσεις μας, δεν υπήρχε καμία αντανάκλαση των επιδόσεων μας σε αυτές τις μετρήσεις. Hey Ho… Το είδα απλά, από μια φιλοσοφική σκοπιά και σκέφτηκα πως όταν θα έχουμε φύγει από καιρό, καταστάσεις σαν και αυτή δεν θα έχουν καμία σημασία εφόσον η μουσική μας θα επιζήσει…αυτό…αυτό ήταν το σημαντικό. Αυτές οι καταστάσεις ξεφεύγουν από τον έλεγχο του οποιουδήποτε εκτός κι αν «παίξει το παιχνίδι» κι αυτό είναι κάτι που δεν θα μπορούσα ποτέ να κάνω. Έτσι ήξερα εξ’ αρχής ότι όλα ξεκινούν και τελειώνουν με την μουσική. Αυτός ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας και η αιτία των πάντων… και παραμένει μέχρι σήμερα.
Πως ήταν η συνεργασία με τον Marc Almond στο ντουέτο που κάνατε για το κομμάτι «The Hungry Years»;
Andi: Πριν ακόμα την πρώτη μας συνάντηση, ένιωθα μεγάλο σεβασμό για τον Marc. Και δουλεύοντας μαζί του για εκείνο το κομμάτι, συνειδητοποίησα πως ήταν ένα μεγάλος Καλλιτέχνης. Όλα έγιναν με έναν μαγικό τρόπο και ήταν «αισθαντικά»…αυθόρμητα και τολμηρά. Έτσι πρέπει να είναι η τέχνη. Όταν κάποτε συζητούσαμε για την έλλειψη ακεραιότητας στην μουσική σκηνή, ο Marc μου είπε: «Andi, πάρα πολλοί τραγουδούν μέσα από τα πορτοφόλια τους και όχι μέσα από την καρδιά τους…» Είναι ένα αληθινός Καλλιτέχνης.
Μετά την αλλαγή του αρχικού σχήματος και την αποχώρηση του Dave Roberts, συνέχισες με τον Terry McLeay και τα νέα μέλη Cam Campbell και Kevin Matthews στην κυκλοφορία του άλμπουμ «Blind» το 1985. Παρά το καλό υλικό που υπήρχε στο άλμπουμ, γιατί δεν διήρκεσε περισσότερο αυτή η περίοδος του συγκροτήματος;
Andi: Το συγκρότημα έδιωξε τον Dave Roberts. Σε μια προσπάθεια να περισώσει την αξιοπρέπεια του, ανακοίνωσε στον Βρετανικό μουσικό τύπο ότι «έφυγε» πριν να γίνει οποιαδήποτε επίσημη ανακοίνωση. Αναφορικά με την μορφή του συγκροτήματος την περίοδο του «Blind» πολλά έπαιξαν ρόλο, συμπεριλαμβανομένων και εξωτερικών «επιρροών» με διαφορετικές προτεραιότητες από αυτές του συγκροτήματος. Μας έφαγαν ζωντανούς άτομα που εμπιστευόμασταν και που ήταν πολύ καλά στην απόκρυψη των πραγματικών τους προθέσεων. Υπήρχε πολλή πίεση στα μέλη του συγκροτήματος μου, είχα κάνει πολλούς εχθρούς μέσα στην βιομηχανία γιατί δεν δεχόμουν ανοησίες από κανέναν και ποτέ δεν «έπαιξα το παιχνίδι». Αλλά όλο αυτό ήταν πολύ δύσκολο για τους υπόλοιπους. Το να δέχονται το βάρος της ασυμβίβαστης στάσης που βρισκόταν πάντα στον πυρήνα της λογικής των Sex Gang. Το υπέμεναν καρτερικά όσο περισσότερο μπορούσαν αλλά ο μάνατζερ μας και ατζέντης μας ταυτόχρονα εκείνη την περίοδο, κινούνταν εναντίον μας, πληρωμένος από άλλους, όπως έμαθα αργότερα. Έτσι τελικά, ο ένας μετά τον άλλο κατέρρευσαν.
Η συνεργασία σου με τον Mick Ronson για το προσωπικό σου άλμπουμ «Arco Valley» το 1988, πρέπει να ήταν μια μεγάλη στιγμή. Πώς πήγαν τα πράγματα;
Andi: Όντως αλλά η σπουδαιότητα της δουλειάς που έπρεπε να γίνει, ξεπέρασε τον προσωπικό θαυμασμό μου για αυτό τον μεγάλο άνδρα. Άσχετα με ποιόν συνεργάζεσαι, πρέπει όλα να γίνουν σωστά τόσο για τα τραγούδια όσο και για να εντυπώσεις τα συναισθήματα της ψυχής σου το συγκεκριμένο διάστημα. Κάθε φορά που ξεκινάς έχοντας τέτοια σχέδια, είναι σαν να ξεκινάς από το μηδέν. Είναι μια υπέροχη και όμορφη ευθύνη. Είχαμε συστηθεί κάποια χρόνια πριν την συνεργασία μας και δέσαμε κατευθείαν. Επρόκειτο να μπω στο στούντιο για να ηχογραφήσω το «Blind» και συζητούσαμε για ώρες τα σχέδια μου. Ο τότε μάνατζερ του είχε προτείνει σε πρότερο χρόνο να αναλάβει αυτός την παραγωγή αλλά ένοιωθα πως εκείνο το άλμπουμ δεν ήταν το κατάλληλο για εκείνον. Θα ένοιωθα την κατάλληλη στιγμή όταν ερχόταν. Έτσι όταν αυτή ήρθε, του είπα πως επρόκειτο να κάνει την παραγωγή του επόμενου μου άλμπουμ και είμαι σίγουρος πως γέλασε με τα λεγόμενα μου μιας και ήταν ένας από τους ακριβότερους παραγωγούς της εποχής στο Ηνωμένο Βασίλειο και ήξερε πως δεν είχα αυτά τα λεφτά! Ήξερα όμως πως τα κομμάτια θα τον κέρδιζαν…
Όπως και με οτιδήποτε άλλο, υπήρχαν δυσκολίες αλλά τις ξεπερνάς. Πρέπει να τις ξεπεράσεις. Ο Mick ήταν υπέροχος σε αυτό. Μου έμαθε πάρα πολλά, καταλάβαινε τις εσωτερικές μου διεργασίες. Αυτό είναι σίγουρο. Ο πρώτος παραγωγός που το κατάφερε αυτό. Υπήρξαν μια, δυο διαφωνίες στο στούντιο αλλά είχαμε και οι δύο τον ίδιο στόχο. Ήταν ένας άνθρωπος με σημαντικές πεποιθήσεις, είχε μια ΥΠΕΡΟΧΗ αίσθηση της μουσικής και ήταν ευχαρίστηση και τιμή για μένα να τον παρακολουθώ να εργάζεται. Και ήταν πολύ γουστόζικος, με μια διαβολεμένη Υορκέζικη αίσθηση του χιούμορ. Μου λείπει η ιδιοσυγκρασία του.
Με την ανάκαμψη της Gothic σκηνής στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ανασχημάτισες τους Sex Gang Children και κυκλοφόρησε το κατά την άποψη μου, υπέροχο «Medea». Οι θαυμαστές και τα μέσα καλωσόρισαν το συγκρότημα; Πιστεύεις ότι ο στόχος επετεύχθει;
Andi: Αυτό έχει να κάνει με τις «ιστορικές» πηγές σου. Προσωπικά δεν αντιλήφθηκα τότε κάποια «ανάκαμψη» ή και οποιαδήποτε άλλη στιγμή. Αλλά ακόμα και αν υπήρξε κάτι τέτοιο, δεν είχε κανένα αντίκτυπο στις αποφάσεις που έλαβα εκείνο το διάστημα. Ποτέ δεν οραματίστηκα τους Sex Gang σαν στοιχείο κάποιας ιδιαίτερης κίνησης. Απλά σαν κάτι πολύ ξεχωριστό και με πρόθεση να κριθεί αποκλειστικά και μόνο για την μουσική.
Δεν ανασχημάτισα τους Sex Gang. Πρόκειται για μια Ιδέα που τα συμμετέχοντα σε αυτή μέλη, συμπεριλαμβανομένου και ιδιαιτέρως εμού, ζουν και αναπνέουν για αυτή. Αυτό (σαν ιδέα) ανακύπτει όταν υπάρξει ένας κατάλληλος λόγος. Ένοιωσα ότι τα κομμάτια που θα συμπεριλαμβάνονταν στο «Medea» ήταν κομμάτια των Sex Gang Children. Επίσης ο Dave Roberts, που μέχρι στιγμής φαινόταν πως ήταν ένας καλύτερος άνθρωπος (ο χρόνος θα το διέψευδε) σύχναζε στο στούντιο κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων μας. Ο Adrian (Portas) και εγώ σκεφτήκαμε, «ΟΚ, ας παίξει μπάσο σε μερικά κομμάτια». Φάνηκε πρόθυμος και ενθουσιασμένος με την συνεισφορά του. Το επόμενο που έμαθα ήταν ότι ο Dave Roberts τριγυρνούσε στα λονδρέζικα clubs λέγοντας στον κόσμο ότι οι Sex Gang Children ανασχηματίστηκαν. Ποτέ δεν κατάλαβε την ουσία των πραγμάτων. Αυτό ήταν το κυριότερο του πρόβλημα. Δεν υπήρξε ποτέ ανασύνθεση. Ο βρετανικός τύπος ανέφερε πως είχαμε «διαλυθεί» λίγο πριν να ξεκινήσουμε περιοδεία!! Σκεφτόμουν, «Μα θέλουν να μας δουν νεκρούς;» Ο στόχος αυτή τη φορά όπως και πάντα, ήταν να φτιάξουμε ένα άλμπουμ που θα άγγιζε τους ανθρώπους με κάποιο τρόπο…που θα πυροδοτούσε το συναίσθημα.
Είσαι ευχαριστημένος με την καριέρα σου μέσα στο χώρο, δουλεύοντας με μικρότερες δισκογραφικές εταιρίες και χωρίς ιδιαίτερη προώθηση στα μέσα; Αισθάνεσαι πως η μουσική σου φτάνει στον κόσμο;
Andi: Στ’ αλήθεια δεν σκέφτομαι τόσο πολύ την «καριέρα» μου…ίσως θα έπρεπε! Χρειάζομαι να νοιώθω έμπνευση. Ζω όπως το έκανα πάντα, χωρίς προστατευτικό δίχτυ. Έτσι αισθάνομαι αληθινά και καταλαβαίνω για ποιο πράγμα ακριβώς γράφω. Όπως είπα και νωρίτερα, το internet έχει φέρει επανάσταση στον τρόπο διάδοσης της μουσικής. Ειλικρινά, το αισθάνομαι. Ας δούμε τι θα συμβεί.
Όταν γράφεις μουσική, πότε αποφασίζεις αν το υλικό είναι κατάλληλο για να κυκλοφορήσει με το όνομα των Sex Gang Children ή σαν προσωπική σου δουλειά;
Andi: Εξαρτάται από την αίσθηση που έχω και από την συνεισφορά. Το κομμάτι μου το «λέει».
Τον τελευταίο χρόνο κυκλοφόρησες την πρόσφατη προσωπική σου δουλειά «Inventing New Destruction» που ηχογραφήθηκε στο Βερολίνο, την συλλογή με τα καλύτερα σου «Perceptions In The Heart Of Darkness» και πρόσφατα το DVD των Sex Gang Children «Live At Ocean». Μαζί και με τις πρόσφατες ζωντανές εμφανίσεις σου στο Drop Dead Festival, θα λέγαμε πως είσαι ιδιαίτερα απασχολημένος. Τι να περιμένουμε στην συνέχεια;
Andi: Και μην ξεχνάς και το «The Madman In The Basket» (Οκτ.2006). Θα επιστρέψω στο στούντιο την επόμενη βδομάδα για το νέο άλμπουμ «Viva Vigilante».
Έχω μάθει ότι είσαι Ελληνικής καταγωγής. Έχεις έρθει ποτέ στην Ελλάδα και θα ήθελες να εμφανιστείς εδώ;
Andi: Όντως, η μητέρα μου είναι Αθηναία. Πήγα μια φορά στην Ελλάδα όταν ήμουν μικρός και τραβολογούσα την θεία μου σε όλα τα σημεία των παλαιών μαχών. Μαραθώνας, Θερμοπύλες, Σαλαμίνα…πρέπει στ’ αλήθεια να με λάτρεψε. Θα ήθελα πραγματικά να εμφανιστώ στην Ελλάδα για μερικές συναυλίες…θα ήταν ευχαρίστηση…αλλά και τιμή μου.
Συνέντευξη: Νίκος Δρίβας
Μετάφραση: Λυδία Οικονόμου
Intro text: K. Μπρέλλας