Alternative Labels part 2: Raster Noton - Cold Meat Industry - Skam
Alternative Labels part 2: Raster Noton - Cold Meat Industry - Skam
"A man climbs a mountain because it is there.
An artist makes a work of art because it is not there" - Carl Andre
Σίγουρα η πυραμίδα του Carl Andre ή τα έργα του Robert Morris μεταξύ άλλων ήταν μέσα στις επιρροές των Olaf Bender, Carsten Nicolai και Frank Bretschneider όταν ξεκινούσαν την Raster - Noton. Από την άλλη η σχολή του Bauhaus, η Ρώσικη avant garde, ο ευρωπαϊκός μινιμαλισμός, η τεχνητή νοημοσύνη, η φύση, o αυτοσχεδιασμός... μέχρι και όροι όπως το «cut, copy, paste» ή «circle, repetition, random» δεν άφησαν ανεπηρέαστους τους τρεις καλλιτέχνες από το Chemnitz. Από τις πρώτες κιόλας στιγμές της κατάφερε να ξεχωρίσει αισθητά και να δώσει στο κοινό μία ολοκληρωμένη εικόνα - ήχου, για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Τίποτα δεν παρεκκλίνει, σαν μία ευθεία γραμμή, η απλότητα και αρτιότητα σε όλο της το μεγαλείο. Καλώς ήλθατε στην εποχή του μινιμαλισμού... καλώς ήλθατε στην Raster - Noton...
Raster - Noton
Ο Olaf Bender ξεκίνησε ως visual artist μέχρι να καταλήξει στο management της εταιρείας και εκεί πλέον να τον απασχολεί κυρίως το graphic design. Παράλληλα όλα αυτά τα χρόνια δημιούργησε τους Beytone ενώ μαζί με άλλους καλλιτέχνες συμμετείχε σε projects όπως αυτά των Signal και Product. Ο άλλος της παρέας, Frank Bretschneider, γεννημένος στην ανατολική Γερμανία σπούδασε γραφίστας, μέχρι που το '89 σχημάτισε μαζί με τον Bender και τους αδερφούς Kummer τους AG Geige, ένα σχήμα με σαφείς αναφορές στο κίνημα του Dadaisme. Την χρονιά του ΄96 είναι συνιδιοκτήτης στην νεοσύστατη τότε Rastermusik και σχηματίζει το προσωπικό του project Komet. Kυκλοφορεί δουλείες με το όνομα του, ενώ παίρνει μέρος και στους Signal. Τέλος ο Carsten Nicolai είναι ίσως ο πιο διάσημος από τους υπόλοιπους δύο. Την χρονιά του ΄99 ενώνει την εταιρεία του Noton.archiv für ton und nichtton με την Rastermusik των Bender - Bretschneider και η νέα εταιρεία -σταθμός στον minimal ήχο- είναι πραγματικότητα. Με την Raster - Noton o Nicolai θα κάνει αίσθηση κυρίως με το main project του, Alva Noto, αλλά και με τους Νoto, Opto (με τον Thomas Knak), Aleph-1, Cyclo (με τον Ryoji Ikeda) και ασφαλώς η συνεργασία του με τον Ryuichi Sakamoto, όπου και απέφερε τέσσερις κυκλοφορίες. Αξίζει να σημειωθούν οι εμφανίσεις καλλιτεχνών της εταιρείας σε μεγάλα φεστιβάλ ανά τον κόσμο, όπως το Ars Electronica στο Linz της Αυστρίας, το Mutek στο Montreal του Καναδά, το Sonar στην Βαρκελώνη και σε πολλά ακόμη.
Στην εξέλιξη της η Raster έφερε στο προσκήνιο διάφορες σειρές από τις κυκλοφορίες της, από την κλασσική raster series (1996 - 1997) μέχρι την static series (από το 1998) όπου αποτελείται από cdr και μερικά βινίλια, αλλά και την post series με κυκλοφορίες σε digipak. Η σειρά όμως που ξεχώρισε ήταν η 20' to 2000 (1999 - 2000). Το σκεπτικό της ήταν 12 καλλιτέχνες από μία κυκλοφορία έκαστος -20' η κάθε μία- κάθε μήνα για έναν χρόνο. Ανάμεσα στα ονόματα που πέρασαν από εκεί συναντούμε τους ELpH (Coil), Mika Vainio, CoH, Robin Rimbaud (Scanner)... Η Raster - Noton θα συνεχίσει για πολλά ακόμη χρόνια να μας δείχνει με απλές μαθηματικές εξισώσεις σε οπτικοακουστική μορφή, αυτό που κάποτε είχε πει ο Daniel Marzona... «what you see is what you see».
Cold Meat Industry
Crass, Dead Kennedys, Black Flag... Throbbing Gristle. Η μουσική πορεία - αναζήτηση του Roger Karmanik (Brighter Death Now, Lille Roger, Bomb The Daynursery) για να καταλήξει στην ιδέα ότι έπρεπε να δημιουργήσει μία μουσική στέγη, πέρα από τα projects του. Ήταν η χρονιά του 1987 όταν μετά από μία οινοποσία με τον Peter Anderson -aka Lina Baby Doll- (Deutch Nepal, Frozen Faces) αποφάσισαν το όνομα της εταιρείας. Το οποίο δεν ήταν άλλο από Cold Meat Industry. Αυτό πάρθηκε από ένα κομμάτι των Njurnmännen όπου εμπλεκόταν εκείνη την εποχή ο Lina Baby Doll. Επίσης είχε χρησιμοποιηθεί και για διάφορα parties στην περιοχή.
Οι Enhänta Bödlar το 1982 ήταν η πρώτη κυκλοφορία του Karmanik σε split cassette με την δημιουργία της Selbstmord Organization να είναι γεγονός. Δεν ήταν όμως κάτι μόνιμο και έτσι ο Captain Karmanik βρίσκει την «ηρεμία» του με τους Lille Roger. Το κύκνειο άσμα των τελευταίων ήταν και η «γέννηση» κατά κάποιον τρόπο της CMI. Έτσι τον Αύγουστο του '87 το Undead των Lille Roger, του σημαντικότερου project του Karmanik προ BDN, είναι γεγονός. Κυκλοφόρησε σε μόλις 300 κόπιες, όπως άλλωστε και οι υπόλοιπες εννέα κυκλοφορίες της εταιρείας όπου βγήκαν σε μικρό αριθμό. Χαρακτηριστικά η βίντεο συλλογή Debauch κυκλοφόρησε σε μόλις 57 κόπιες. Επίσης στο διάστημα '91 - '92 η ιδέα της Sound Source ως sub - label για tape releases, γίνεται πραγματικότητα. Εκεί βρίσκουμε ορισμένα κλασσικά πλέον άλμπουμς, όπως είναι αυτά των Archon Satani στο Memento Mori ή το When Madness Strikes των Mental Destruction και ασφαλώς το Νear Death των Megaptera.
Στο μεσοδιάστημα αυτό η Cold Meat Industry αρχίζει να εδραιώνεται στην industrial κοινότητα ως μία σημαντικότατη εταιρεία που αντιπροσωπεύει την Σουηδική βιομηχανική σκηνή, μαζί με τις Tesco Organization και Ant - Zen. Συγκροτήματα όπως οι Μemorandum, Maschinenezimmer 412, In Slaughter Natives, Raison D'Etre, Ordo Equilibrio, Arcana... δημιούργησαν τις βάσεις για να κάνουν το όνομα της εταιρείας τόσο δυνατό, όπου ο κάθε ένας να εμπιστεύεται τις επιλογές της χωρίς να μπαίνει στην διαδικασία να χρειάζεται επιβεβαίωση από πριν. Μπορεί τα τελευταία χρόνια να έχει χάσει αυτό το πλεονέκτημα -διότι η ποιότητα έχει πέσει αισθητά-, αλλά αυτό σε τίποτα δεν μειώνει ότι έχει χτίσει.
Οι πρώτες πενήντα κυκλοφορίες της CMI είναι οι κλασσικές της. Είναι αυτές που έφεραν νέα ήθη και έθιμα στον χώρο του industrial, αυτές που κακά τα ψέματα έκαναν εμπορική την εταιρεία, αλλά και αυτές που προσέφεραν στο κοινό τής βιομηχανικής μουσικής μία διαφορετική πρόταση στον ήδη ακατέργαστο ήχο της. Το Aux Morts των Memorandum (το βινίλιο στάλθηκε σε καφέ και ροζ από το εργοστάσιο, ενώ η εταιρία είχε ζητήσει γκρι) είχε αφήσει άναυδο το κοινό με την αμεσότητα της μουσικής, όσο και με την δομή της, αλλά το άλμπουμ που έκανε αίσθηση ήταν το Great Death των BDN. Ένα αριστούργημα που κυκλοφόρησε αρχικά σε μορφή βινιλίου σε 500 κόπιες και έπειτα σε 1500 σε διπλό cd. Το Enter Now The World των In Slaughter Natives του Jouni Havukainen έδωσε νέα διάσταση με τον επιβλητικότατο ήχο του άλμπουμ, όπου και έγινε χαρακτηριστικό του καλλιτέχνη η πομπώδες ενορχήστρωση της μουσικής του.
Αξίζει να γίνει αναφορά σε μερικά ακόμη άλμπουμς - ορόσημα. Το ένα είναι το Spindrift των Morthound του Benny Nilsen -την εποχή εκείνη ήταν 17 /18 ετών. Ο κινηματογραφικός ήχος που έχει δώσει σε κομμάτια όπως το Eternity Ring ή το Riverine καθιστούν την εν λόγω κυκλοφορία ίσως την πιο ξεχωριστή στην μέχρι σήμερα πορεία της εταιρείας -και αμφιβάλλω εάν θα ξεπεραστεί. Το επόμενο είναι το Within The Depths Of Silence And Formations του Peter Anderson (Panzar, Atomine Elektrine, Svasti - Ayanam, Stratum Terror, Grismannen...) ως Raison D'Etre. Η ambient μουσική σε όλο της το μεγαλείο να συνοδεύεται από μία αίσθηση εγκατάλειψης ή απουσίας του ακροατή με την απτή πραγματικότητα. Όσον αφορά τις περιβόητες Aghast από την Νορβηγία, τις επονομαζόμενες Nacht και Νebel έχοντας δει κανείς τις φωτογραφίες τους στο booklet, αυτομάτως καταλαβαίνει περίπου και τι τον περιμένει. Η όψεις τους φέρνουν σε κάποιες «μάγισσες» που έχουνε μείνει πιστές στην παγανιστική Ευρώπη και με τα 36' του άλμπουμ καταφέρνουν να μετατρέψουν τον ακροατή σε ένα υποχείριο τους, κάνοντας τόν τελευταίο να βιώσει μία από τις πιο εφιαλτικές ακροάσεις μουσικών άλμπουμς. Τέλος το Lupus In Fabula των Sanctum, όπου και κυκλοφόρησε την χρονιά του ΄96 θεωρείται άνετα το πιο mainstream άλμπουμ της εταιρίας και απευθύνεται σε ένα πιο ευρύ μουσικό κοινό.
Μπορεί η νέα γενιά καλλιτεχνών που έφερε στο προσκήνιο η Cold Meat Industry να μην κατάφερε να ανταπεξέλθει στις πολλές απαιτήσεις που είχε το κοινό μετά από εκείνα τα φοβερά δέκα χρόνια από το ξεκίνημα της, όμως αυτό δεν ακυρώνει ούτε τις προσπάθειες της εταιρείας, ούτε και αφαιρεί το δικαίωμα από τον κόσμο να προσμένει μία αναβίωση εκείνων των ημερών.
Skam
"Room 40, 4th Floor, 24 Level Street, Manchester, M1 1DW, UK".
Αυτή είναι και η διεύθυνση της sub - label της Skam 33. Θα μου πείτε γιατί ξεκινάω με την 33 και όχι με την ίδια την Skam. Ίσως μία λογική απάντηση είναι ότι το κείμενο αυτό γράφεται κάτω από τους ήχους των NMB (North Manchester Beds) ένα project που ανέδειξε η 33.
Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή, δηλαδή από τις αρχές της δεκαετίας του 90, τότε που το grunge είχε αρχίσει να εδραιώνεται στην παγκόσμια μουσική σκηνή και να επισκιάζει και την πόλη που ανέδειξε τους Joy Division, τους Smiths, τους Buzzcocks, τους Fall και τόσους άλλους. Πάρα ταύτα, το Manchester ως μία Βρετανική βιομηχανική πόλη δεν μπορούσε να μην έχει ένα underground πυρήνα στον χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής. Με τον ήχο του techno από το Detroit να έχει «δεχθεί» τις απαιτούμενες ευρωπαϊκές -βρετανικές- παρεμβάσεις και την Warp από το Sheffield να έχει ξεκινήσει σταθερά να αφήνει το μουσικό στίγμα της με νέες προτάσεις στον χώρο της ηλεκτρονικής και όχι μόνο μουσικής, ήταν προφανές ότι κάποιος θα έκανε την αρχή σε κάτι νέο. Έτσι φτάνουμε την χρονιά του '90 όταν ο Andy Maddocks ιδρύει την Skam. Υπάρχουν φήμες οι οποίες θέλουν τους Sean Booth και Rob Brown (Autechre) να εμπλέκονται στο management της εταιρείας. Φήμες ή όχι η μετέπειτα δημιουργία των Gescom (Gestalt Communications) με την συμμετοχή μεταξύ άλλων των τριών προαναφερθέντων, αλλά και το ότι υπήρξαν και συγκάτοικοι στο παρελθόν ενισχύει το ενδεχόμενο να ήταν όλοι τους στο ξεκίνημα της εταιρείας. Το 1991 η πρώτη; (υπάρχει η φήμη ότι το πρώτο 12'' της εταιρίας δεν κυκλοφόρησε ποτέ επισήμως, αλλά διανεμήθηκε ως promo) κυκλοφορία της Skam είναι γεγονός. Οι Lego Feet -project των Booth / Brown- κυκλοφορούν το ομότιτλο LP τους. Ο ήχος είναι πειραματικός για εκείνη την εποχή, αφού δεν υφίσταται ο όρος idm -ή τουλάχιστον τότε ξεκινούσε σιγά - σιγά να χρησιμοποιείται ελέω και Richard D. James. Ο δρόμος πλέον είχε ανοίξει και όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, αυτός που κάνει την αρχή, γίνεται οδηγός στην πορεία.
Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας που έκανε την εταιρεία cult, ήταν η συνεργασία της με την Music Aus Strom του Michael Fakesch (Funkstörung). Από το ΄96 και ύστερα ξεκίνησε η σειρά συλλογών από 12΄΄ με το όνομα Mask. Έτσι η πρώτη Mask 100 κυκλοφόρησε με ονόματα όπως αυτά των Boards Of Canada, Jega, Freeform, Funkstörung σε μόλις 100 κόπιες. Η Mask 200 σε 200 κόπιες και συνέχισε έτσι μέχρι την Mask 500. Οι συγκεκριμένες κυκλοφορίες είναι πλέον δυσεύρετες και αυτό τις κάνει να κοστίζουν αρκετά ευρώ στο eBay. Η ανάδειξη νέων ονομάτων ήταν φυσικό επακόλουθο και με τις κυκλοφορίες τους να έχουν γίνει διαχρονικές πια. Μία από αυτές ήταν και το High Scores των Σκοτσέζων Boards Of Canada, για να έρθει δύο χρόνια αργότερα, δηλαδή το 1998, η συνεργασία της Skam με την Warp στο πρώτο άλμπουμ του γκρουπ με τον τίτλο Music has the right to children.
Ασφαλώς στα μέσα των 90's υπήρχε ένας μουσικός οργασμός στα γραφεία της εταιρείας, αλλά αυτό δεν έγινε τροχοπέδη στην μετέπειτα πορεία της. Κατάφερε να κρατήσει την ποιότητα πολύ ψηλά, χωρίς να κυκλοφορεί τον κάθε wannabe artist. Αυτό μεταφράστηκε σε άρτιες κυκλοφορίες όσον αφορά το μουσικό κομμάτι. Ενώ χαρακτηριστικό της είναι ότι κάθε κυκλοφορία -είτε είναι cd είτε είναι βινίλιο- έχει ένα αυτοκόλλητο για να μπορεί να διαβάζετε από άτομα με πρόβλημα στην όραση. Οι ανησυχίες της Skam δεν τελειώνουν εκεί. Στην συλλογή με τίτλο 0161 (ο τηλεφωνικός κώδικας του Manchester) το artwork έχει να κάνει με την βομβιστική επίθεση του I.R.A. στο κέντρο του Manchester στις 15 Ιουνίου του ΄96. Ακριβώς ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε η εν λόγω συλλογή.
Η παρουσία ονομάτων στο ρόστερ της εταιρείας όπως αυτά των Bola, Team Doyobi, Quinoline Yellow, Jega, Mr. 76ix αν μη τι άλλο μας κρατάνε σε εγρήγορση για το τι μέλει γενέσθαι. Δεν είναι μικρό κατόρθωμα άλλωστε να έχεις καταφέρει να κινείς τα νήματα σε μουσικούς χώρους όπως είναι αυτός του idm.