The Triffids + Yeah! + The Jaywalkers live @ Gagarin - 23 / 04 / 2010
The Triffids + Yeah! + The Jaywalkers live @ Gagarin - 23 / 04 / 2010
Πόσοι και πόσοι δε θα ζήλευαν από εκεί πάνω αυτό που έγινε στο Gagarin την Παρασκευή; Ποιος Jeffrey Lee Pierce δε θα κλότσαγε με μανία όλα τα tribute cd που του φτιάξανε, αν ήταν να μάζευε κι εκείνος τόσους γνωστούς και αγνώστους σε ένα μέρος που να ξεχειλίζει από μουσική και αγάπη για το πρόσωπό του; Ο Mark Linkous, αμίλητος, θα έσβηνε με νευρικότητα το τσιγάρο του στραβοκοιτάζοντας, μία τον κόσμο που τραγουδούσε στο Bury Me Deep In Love και μία τον χαμογελαστό Dave Mc Comb απέναντι που θα τον περίμενε ψευτοανυπόμονα να τραβήξει επιτέλους φύλο απ'την τράπουλα. Ή μήπως ο Rowland S. Howard δε θα ...πέθαινε να βάλει την κιθάρα του στον ενισχυτή, δίπλα σε όλους αυτούς και να ξεσπάσει στο ξεκάθαρα δικό του Bright Lights Big City; Τα μουσικά μνημόσυνα της ροκ είναι απίστευτα, γιατί κανονίζονται από συναισθηματική φόρτιση, νοήματα, περίεργους συμβολισμούς, κρυφές θλιμμένες συμπτώσεις, και καταλήγουν όλα αυτά να μην έχουν κάποια ιδιαίτερη σημασία, να γίνονται γιορτή όπως όλες οι άλλες και την ευχαριστιέσαι όπως καμιά άλλη. Οι υπόλοιποι Triffids και η εκλεκτή παρέα τους κατάφεραν να μας κάνουν να θυμόμαστε το μεγάλο Dave Mc Comb όπως ακριβώς κι εκείνος θα ήθελε. Από όση περισσότερη απ'τη μουσική του άντεχαν να μας παίξουν και από μερικές αστείες, ασπρόμαυρες νεανικές του φωτογραφίες...
Έφευγαν όλοι πλημμυρισμένοι, είμαι σίγουρος ότι αυτή είναι η σωστή λέξη, από πολλά πράγματα. Συγκίνηση, ενθουσιασμό, μουσική μαγεία. Το ίδιο πιστεύω και για όσους αποχώρησαν πριν τελειώσει το τρίωρο σετ, για όσους δεν είχαν ιδέα για το συγκρότημα, για όσους είχαν έρθει κυρίως για τους Yeah! ή τους Jaywalkers, για όσους είχαν ξαναδεί τους αυστραλούς στο ιστορικό Ρόδον πριν 23 χρόνια. Είχε μια δύναμη και μια απλότητα η βραδιά που δεν την έχω ξανασυναντήσει άλλοτε, και μιλάω για τις εμφανίσεις και των τριών συγκροτημάτων. Οι Triffids τίμησαν τον τραγουδιστή τους σαν έναν παλιό φίλο που τους έχει λείψει πολύ, φέρθηκαν στη μουσική του με τον ίδιο τρόπο, και έβλεπε κανείς στα μάτια τους ότι αγωνιούσαν να δουν στον κόσμο από κάτω ένα βλέμμα που να προδίδει επίσης κάτι παρόμοιο. Τίποτα απ'τις τυπικές ιστορίες των "alive ‘n kicking" reunited γκρουπ. Τον πρώτο λόγο είχε η μουσική, τα τραγούδια, οι μελωδίες και οι λέξεις τους ήταν οι πρωταγωνιστές και όχι τα πρόσωπα. Αυτό μπορεί να μας το προμήνυσε ο ‘Evil' Graham Lee στη συνέντευξή του, αλλά έπρεπε να είναι κανείς εκεί για να το καταλάβει. Ήταν η μουσική του Mc Comb και όχι η απώλειά του, που ένωσε τους σπουδαίους μουσικούς που ερμήνευαν τα κομμάτια, χωρίς να προσπαθούν να μιμηθούν τη φωνή του, αλλά όπως ακριβώς τα έχουν αγαπήσει και τα έχουν κάνει μέρος της ζωής τους.
Η βραδιά άνοιξε με το συγκρότημα των Jaywalkers. Η ποπ των Field Mice και των Felt, μαζί με αρκετό ενθουσιασμό και δικαιολογημένη νευρικότητα από τα μέλη του συγκροτήματος που επανενώθηκε γι'αυτή τη βραδιά, γέμισε το Gagarin και έβαλε τα πιο χαρούμενα θεμέλια για τη συνέχεια. Well, You Can't Be Happy All The Time, αλλά τα παιδιά ένα χαμόγελο είχαν διαρκώς στα πρόσωπά τους, και παρά τα πολλά ανενεργά χρόνια τους τα πήγαν μια χαρά. Οι Yeah! που ακολούθησαν, έμαθα ότι είχαν ξαναμαζευτεί τον τελευταίο καιρό σε κάποιες μετρημένες συναυλίες. Ο Γιάννης Ντρενογιάννης είναι σπουδαίος κιθαρίστας, σίγουρα δεν έχει χάσει τη φόρμα του, λίγο την αντοχή του και κυρίως τα μαλλιά του, όπως ο ίδιος αστειεύτηκε. Δυνατό σετ με πολλές διασκευές και ενέργεια. Ο μέσος όρος ηλικίας του κοινού ήταν στα μέτρα τους, και ήταν ωραίο να βλέπεις αρκετούς να κουνιούνται με νεύρο στο ρυθμό των κομματιών. Και τα δύο συγκροτήματα ανήκουν πάντως σε μια γενιά ελλήνων μουσικών που έδειξε ίσως για πρώτη φορά ότι ξέρει που βρίσκεται και τι κάνει... έκρυψε κι αυτή τα δικά της διαμάντια ως συνήθως, ώστε εμφανίσεις σαν κι αυτές να παίρνουν ακόμα μεγαλύτερη αξία.
Νομίζω πως όποιος θεωρούσε ότι όλη αυτή η ιστορία του A Secret In The Shape Of A Song είναι αποκλειστική υπόθεση των φαν του συγκροτήματος, θα διαψεύστηκε από την αρχή. Η μουσική από μόνη της αχρήστευσε οποιαδήποτε λόγια θα μπορούσαν να επιστρατεύσουν οι μουσικοί για να μας εξηγήσουν ή να δικαιολογήσουν αυτές τις συναυλίες. Η κάτι-σαν-ποίημα εισαγωγή του εκκεντρικού Handsome Steve Miller, tour manager του συγκροτήματος, ήταν ίσως περιττή, άσε που με τον τρόπο τους οι Yeah! προηγουμένως είχαν ήδη αφιερώσει τη βραδιά σε όλες τις ψυχές που ξεγράφτηκαν από τη μεγάλη πύρινη λίστα... Πάντως ο ρόλος του μεθυσμένου κήρυκα, ήταν αποκλειστικά δικός του, η άσχημη μελανιά δίπλα στο μάτι ταίριαζε περισσότερο να είναι από άλλη μια νύχτα της ζωής του που ξέφυγε, παρά από ένα μικρό ατύχημα που είχε σε προηγούμενη συναυλία. Αλλά το αλκοόλ σίγουρα θα συνδέει και τις δύο εκδοχές.
Τέλοσπάντων. Θα τη θυμάμαι για πάντα τη στιγμή που άκουσα το ρεφραίν του Too Ηot To Move, Too Hot To Think, απ'τον ‘Evil' Graham Lee, που φυσικά μόνο για Evil δε φαίνεται. Ο άνθρωπος που άλλαξε τον ήχο, την πορεία, το ειδικό βάρος του group και που κράτησε ζωντανή την ψυχή και το όνομα των Triffids τις δύο δύσκολες δεκαετίες που ακολούθησαν τη διάλυσή τους. Οι μουσικοί είχαν ήδη πάρει τη θέση τους, ο Martin Casey με το μπάσο προέκταση της αστείας φιγούρας του, η Jill που είναι πια μια σοβαρότατη μεσήλικη γυναίκα, η μουσικόφατσα ο Robert Mc Comb και ο Alsy Mc Donald πίσω απ'τα τύμπανα. Όπως θα θυμάμαι και την ερμηνεία της Jill στο Tarrilup Bridge. Δεν έχει πολύ νόημα να κάθεται κανείς να τα εξηγεί αυτά. Αγέλαστα πρόσωπα, προσήλωση στις νότες απ'τα μέλη της μπάντας, συγκρατημένος ενθουσιασμός και σιγουριά όσων βρίσκονταν στο πλάι της σκηνής που περίμεναν τη σειρά τους. Τα δύο βιολιά ακούστηκαν εντυπωσιακά στη μελωδία του In The Pines (σε διάστημα λίγων μηνών, το βιολί των Triffids και των Band of Holy Joy μπορεί και να άλλαξαν λίγο τις ζωές μας) και από εκεί και πέρα άκουγε κανείς τα προσωπικά του αριστουργήματα, σαν μικρά όνειρα που γίνονται πραγματικότητα. Ο Mick Harvey με το μετρημένο ύφος του και την «ογκώδη» φωνή του, ερμήνευσε μερικά τέτοια όπως το Seabirds το Unmade Love και το ρομαντικότατο Bury Me Deep In Love. "A giant of a man", αλλά ρε Steve, σε μας το λες; Τον ακολούθησαν διάφοροι τραγουδιστές, τους οποίους προλόγιζε διθυραμβικά και κάπως... σουρεαλιστικά ο Handsome Steve, μα όλοι ανέβαιναν στη σκηνή με αξιοπρόσεχτη ταπεινότητα. Έβλεπε κανείς τον Mick Harvey ή τον Stef Kamil Carlens αργότερα, να μη «γεμίζουν» τη σκηνή, να αρνούνται με διακριτική βεβαιότητα τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η κύρια θέση έμενε προσεχτικά άδεια, άνηκε και θα ανήκει σε κάθε σόου της περιοδείας σε αυτόν που λείπει, αυτόν που του αξίζει... Κι ήταν γεμάτος ασφυκτικά όλος ο χώρος γύρω της, από αγάπη γι'αυτόν.
Οι εκτελέσεις των κομματιών πρόδιδαν το ταλέντο όλων αυτών των ανθρώπων αλλά και την ανάγκη να ακουστούν τα πάντα όπως έπρεπε. Μετά τα θυελλώδη post punk κυρήγματα Bright Lights Big City και Lonely Stretch ήταν η ώρα να τονιστούν οι δημιουργίες του Dave απ'τη συμμετοχή του στους Black Eyed Susans και τον προσωπικό του δίσκο, "Love of Will". Οι Black Eyed Susans βρέθηκαν στη σκηνή, με την ευγενική φυσιογνωμία του Phil Kakulas στο κόντρα μπάσο, ίσως τον πιο «σοφιστικέ» μουσικό που είχε ποτέ το συγκρότημα από το Perth. O Rob Snarski έδωσε την ελαφριά αμερικάνικη νότα στη μουσική με την υπέροχη φωνή του, επιβεβαιώνοντας την υποψία που πολλοί μπορεί να είχαν, ότι τα κομμάτια τους πιθανόν ακούγονται πολύ ομορφότερα live παρά στους δίσκους. Κι αν ερμήνευσε υπέροχα το αγαπημένο του κομμάτι, το Red Pony, η συνέχεια με την Melanie Oxley, ήταν ακόμα πιο μαγική. Η αυστραλέζα τραγουδίστρια μας χάρισε μια απίστευτη soul ερμηνεία στο Embedded μα κυρίως στο I Want To Conquer You του Mc Comb, θυμάμαι τους πάντες να σωπαίνουν κυριευμένοι απ'τις απαλές δονήσεις της φωνής της. Είναι το πιο ερωτικό κομμάτι του μεγάλου αυτού μουσικού; Ήταν σίγουρα μια στιγμή που θα έκανε τον καθένα να συνειδητοποιήσει ότι η μουσική και οι ευαισθησίες του δε χώρεσαν ποτέ σε μουσικά στεγανά. Αντισυμβατικός, όπως και η εικόνα απ'το CNN με τις χώρες του Περσικού Κόλπου που συνόδευε το κομμάτι.
Για τι έννοιες όπως «σκηνική παρουσία» ή «οικειότητα», «επικοινωνία», μπορεί να μιλήσει κανείς τη στιγμή που με απλότητα η σχεδόν αγέλαστη Jill Birt πήρε το μικρόφωνο και μας άφησε να βρεχόμαστε απ'το ουράνιο Raining Pleasure; Το Goodbye Little Boy που ακολούθησε φέρει το στίγμα της τελευταίας πραγματικά καλής δισκογραφικής στιγμής του συγκροτήματος μα σίγουρα όχι της βραδιάς. Ο Stef Kamil Carlens των Zita Swoon πήρε επάνω του μερικά απ'τα ωραιότερα κομμάτια των Triffids και η ιδιαιτερότητά του έφτιαξε μια περίεργα ωραία εκδοχή του Trick of the Light και του Hometown Farewell Kiss.
Είναι τόσα τα κομμάτια και τόσα που μπορούν να γραφτούν γι'αυτά, που δεν ξέρω τι νόημα θα υπήρχε να συνεχίσει κανείς να αναφέρεται σε όσα ακούσαμε το βράδυ της Παρασκευής. Ίσως ένα κείμενο που να πέρναγε το ίδιο ταχύτατα και μαγικά όσο και οι τρεις ώρες του σετ, να τα κατάφερνε καλύτερα. Τα δύο encore που οδήγησαν το χρόνο προς το τέλος του, ήταν κυρίως για να χειροκροτήσει ο συνεπαρμένος κόσμος ακόμα περισσότερο. Να ακουστεί η πανέμορφη μελωδία του Fairytale Love και να γεμίσειο χώρος φούσκες από μια "bubble machine" που βρισκόταν στη μέση της σκηνής. Το τελευταίο encore με τους εναπομείναντες Triffids να τραγουδούν το Tender Is The Night (the long fidelity), για να ακουστούν δυνατά οι στίχοι
I knew him as a gentle young man I cannot say for sure the reasons for his decline We watched him fade before our very eyes And years before his timeΜια βραδιά που εκτός από όλα τα άλλα, θα την ευχόμουν για πολλούς άλλους αγαπημένους μουσικούς. Η μουσική ξεπέρασε τις αναμνήσεις και τη νοσταλγία όπως τα έχουμε στο μυαλό μας. Στο τέλος δεν ήξερες ποιον να πρωτοευχαριστήσεις, για ποιον να νιώσεις μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη, σε ένοιαζε μόνο το αληθινό χαμόγελο που είχαν όλοι όσοι αποχωρούσαν. Που να μείνει χώρος για την απώλεια, όταν όλα πλημμυρίζουν από αξεπέραστες μουσικές σχέσεις, τις δυνατές φιλίες και τα απλόχερα συναισθήματά τους;