Shearwater live @ An Club - 21 / 04 / 2012
Shearwater live @ An Club - 21 / 04 / 2012
Αν η περιγραφή ότι «πέντε γενικώς άγνωστοι Τεξανοί θα βρεθούν σε ένα υπόγειο στη Σολωμού να μας παρουσιάσουν τη ροκ μουσική τους για τη δύναμη, το μυστήριο και το μεγαλείο της φύσης» αντικαθιστούσε το «μια από τις σπουδαιότερες indie μπάντες του πλανήτη» στο δελτίο τύπου, το πολύ πολύ να προσθέτονταν καμιά εκατοστή άτομα ακόμα στο punk live της πλατείας των Εξαρχείων. Άρα ως εδώ, μια τέτοια υπερβολή δικαιολογείται. Αν ήσουν σ'αυτούς που έφευγαν από το Αν club το Σάββατο μετά τα μεσάνυχτα, αυτή η υπερβολή θα γέμιζε και θα ενίσχυε το πλατύ χαμόγελο, και τη σιγουριά σου πως τελικά κάτι σπουδαίο είχε μόλις συμβεί, ενώ η πρώτη περιγραφή θα μπορούσε απλά να σταθεί σαν ένας σουρεάλ ορισμός για το πόση ομορφιά μπορεί να κρύβει μια συναυλία. Οι Shearwater δεν εμφανίστηκαν ποτέ σε εξώφυλλα περιοδικών, ούτε δίχασαν ποτέ διοργανωτές συναυλιών για το ποιος θα τους πρωτοεκμεταλλευτεί. Μετά από οχτώ δίσκους, αποκαλυπτικής lo-fi pop μουσικής, οι αμερικάνοι Shearwater του χαρισματικού Jonathan Meiburg, επιτέλους μας θυμήθηκαν, και αυτή τη φορά εμείς τους ξεγελάσαμε: τους είδαμε ίσως στην καλύτερη φάση της ιστορίας τους. Μακάρι να ήμασταν περισσότεροι...
Support σχήμα δεν υπήρχε, οπότε ο περισσότερος κόσμος μαζί με μέλη των Shearwater εκμεταλλεύτηκαν την πατροπαράδοτη καθυστέρηση των συναυλιών του An παρακολουθώντας ποδόσφαιρο στη δίπλα καφετέρια. Ο διαιτητής σφύριξε, και λες και χτύπησε το κουδούνι για μάθημα, στριμώχτηκαν όλοι σιγά σιγά προς τα μέσα. Το Rook και το The Golden Archipelago που κυκλοφόρησαν την τελευταία πενταετία, ήταν άλμπουμ μιας μοναχικής εξερεύνησης ενός επαγγελματία φυσιολάτρη σε παραμελημένες ή και ανέγγιχτες περιοχές της μουσικής. Περπάτησε όλη τη διαδρομή από το Nick Drake μέχρι τους παλιότερους Lambchop, παίρνοντας όμως το δύσβατο δρόμο του Spirit of Eden των Talk Talk. Ατμοσφαιρικές, progressive αργόσυρτες μελωδίες, new age αναφορές, αλλά όλα αυτά να περιστρέφονται από τη μαγευτική φωνή του Meiburg, ένας τελειόφοιτος βιολογίας με μάστερ στην ορνιθολογία, με φωνή που παραπέμπει στους δύο μεγάλους Buckley της μουσικής ιστορίας (να το γυρίσω κι εγώ στα δελτία τύπου; ). Είναι αλήθεια, η πανέμορφη μόνιμα θλιμμένη χροιά της, εντυπωσιακή σε χαμηλές νότες αργών κομματιών αλλά και σε ξεσπάσματα, είναι ατελείωστη πηγή συγκίνησης σε όλα τα τραγούδια τους. Πλαισιωμένος από μουσικούς που ακολουθούν πιστά τη γλυκόπικρη ροή των προηγούμενων άλμπουμ, αλλά και το δυναμισμό του τελευταίου Animal Joy. Η κυκλοφορία αυτή άλλωστε ήταν και η αφορμή για την ευρωπαϊκή περιοδεία τους και την πρώτη επίσκεψή τους στα μέρη μας. Δίσκος πολύ πιο ξεκάθαρος, δυνατές κιθάρες, γρήγορα κομμάτια που καταφέρνει να ταιριάξει την ιδιαίτερη εσωστρέφειά τους με τον ήχο των συγκροτημάτων της Sub Pop που τον κυκλοφόρησε.
Η πρώτη εικόνα που μου έρχεται στο μυαλό είναι και το πρώτο χαμόγελο που «ξέφυγε» από τον Meiburg μετα το τρίτο, τέταρτο κομμάτι, όταν πια είχε καταλάβει ότι το κοινό που είχε μπροστά του ήταν έτοιμο να ακολουθήσει με πραγματικό ενθουσιασμό ο,τιδήποτε ήταν αυτό που σκόπευε να στήσει το συγκρότημά του. Η ικανοποίησή του από τις τόσο ζεστές αντιδράσεις του κόσμου, μεταφράζονταν σε ακόμα πιο αιχμηρές νότες στο επόμενο κομμάτι, ακόμα πιο αυθόρμητες κινήσεις, πιο παθιασμένα φωνητικά. Το επικό The Snow Leopard δε φανταζόταν τι συναυλία άνοιξε... Οι μουσικοί άλλαζαν θέσεις στα όργανα, ο Lucas Oswald όταν δεν πρόσθετε ατμοσφαιρικά ηχογραφημένα εφέ προσέθετε ταυτόχρονα με τον πολύ δυνατό ντράμερ κάποια έξτρα ρυθμικά χτυπήματα στα τύμπανα, η κιθάρα τιμούσε την πάντα ενδιαφέρουσα οπτική των R.E.M. για το new wave. Η βραδιά γινόταν όλο και καλύτερη με τα κομμάτια του Animal Joy, όπως το ομώνυμο, το σχεδόν grunge βαρύ Dread Sovereign, το Breaking the Yearlings, τον κόσμο να κάνει όλο και περισσότερη φασαρία, τους μουσικούς να το ευχαριστιούνται και να το δείχνουν. Μέχρι και ο ήχος βελτιώθηκε πολύ για τα δεδομένα του An club, σε ένα έτσι κι αλλιώς πολύ φροντισμένο και δουλεμένο σετ.
Η φωνή στο Rooks άφηνε ένα σφίξιμο στην καρδιά, το ίδιο και τα συγκινητικά κύματα του Castaways. Η δυνατότερη στιγμή ήρθε στο encore με την ακουστική εκτέλεση του Hail Mary, τη φοβερή παράσταση της ερμηνείας του Meiburg, που απογυμνωμένη από τα έγχορδα και τα πνευστά της εκτέλεσης του δίσκου, απέκτησε τραγικό ροκ χαρακτήρα και έσβησε σε χειροκροτήματα μετά από ένα μεγάλο θυμωμένο κλείσιμο. Η δυνατή διασκευή τους στο, τελείως ξεχασμένο από μένα, These days των REM ήταν η επιβεβαίωση ότι είδαμε τους πιο ροκ Shearwater από ποτέ, για να τελειώσει η βραδιά όπως έπρεπε, μέσα σε εγκάρδιες ευχαριστίες και χειροκροτήματα
«Πέντε κατενθουσιασμένοι Τεξανοί, στον απόηχο της πλημμυρισμένης από σεβασμό και μαγεία για τη δύναμη της φύσης, και τη μοναχική ύπαρξη του ανθρώπου μέσα σ'αυτή, άφηναν κάτω τις κιθάρες σε ένα υπόγειο της Σολωμού και χαιρετούσαν το λιγοστό αλλά τυχερό και ευτυχισμένο κοινό τους». Μην τους ξαναχάσεις.