Οι FOTONOVELA είναι ο Γιώργος Γερανιός και ο Νίκος Μπιτζένης. Τους ανήκει η εταιρεία Undo records αλλά και το κλειδί για την ανάπτυξη, παραγωγή και προώθηση synth pop μουσικής σκηνής στην Ελλάδα. Παραγωγοί των άλμπουμ του κορυφαίου synth pop σχήματος MARSHEAUX αλλά και πίσω από τους FOTONOVELA, έχουν δώσει πνοή στην Ελληνική synth pop όπως και κατά καιρούς έχουν κυκλοφορήσει δουλειές των MESH, O.M.D. και MIRRORS. Το Δεκέμβρη του '13 είχαν αναγγείλει την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ των FOTONOVELA ''A Ton Of Love'' αλλά για περίεργο λόγο το άλμπουμ μου ήρθε για παρουσίαση πριν από λίγες μέρες.
Η αρχική ιδέα του άλμπουμ, όπως ανακοινώθηκε, ήταν να δημιουργηθεί ένας δίσκος με τραγούδια που θα ερμηνεύσουν τραγουδιστές και τραγουδίστριες από όλο το φάσμα και ιστορία του synth pop ιδιώματος. Μάλιστα η φιλοδοξία για την πρώτη συμμετοχή ήταν αυτή του Andy McCluskey των O.M.D. αλλά το τραγούδι ''Helen Of Troy'' που ηχογραφήθηκε κατέληξε στο άλμπουμ των Εγγλέζων '' English Electric'' του 2013. Η δεύτερη προσπάθεια ήταν με τους ECHOES που ηχογραφούν για την Wall Of Sound αλλά το ''Fight The Feeling'' κατέληξε σαν ντεμπούτο σινγκλ τους.
Όμως οι επόμενες ήταν περισσότερο επιτυχημένες κι έτσι το ''A Ton Of Love'' περιέχει μερικά πολύ όμορφα τραγούδια που δεν ξεφεύγουν από την κλασσική, αγαπητή φόρμα της synth pop προσφέροντας συγκινήσεις στους φαν του είδους και σε μεγάλο ποσοστό στέκονται σαν τραγούδια που αντιπροσωπεύουν ένα ποπ στυλ αθωότερο, μελωδικότερο και ονειρικότερο από τον ποπ σαρκασμό και ψυχρό περφεξιονισμό της εμπορικής μουσικής σήμερα. Οι συμμετοχές έχουν ενδιαφέρον και σαν ονόματα αλλά ταυτόχρονα επιτυγχάνουν να βάλουν την ερμηνευτική τους υπογραφή στα τραγούδια με τις καθαρές και άρτιες φωνές τους για το είδος.
Οι MARSHEAUX συμμετέχουν σε δύο από τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου · το Big Black Hole δεν ξεφεύγει από το στυλ που μας έχουν συνηθίσει τα κορίτσια και θα μπορούσε να ανήκει σε ένα από τα τέσσερα άλμπουμ τους. Το ''Close To Me'' από την άλλη είναι ζωηρότερο και αρκετά χαρούμενο και αναμφισβήτητα από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου.
Ο James New είναι ο τραγουδιστής των MIRRORS και η φωνή του, μελοδραματική αλλά και μελωδική, δίνει O.M.D. αίσθηση στο ''Our Sorrow'', ενώ με το ''Romeo & Juliet'' μπαίνει κανείς μέσα στο μυστικό soundtrack του κάθε ''Pretty In Pink'' '80'ς ειδυλλίου και ακούει ένα καλογραμμένο ολόγραμμα εκείνης της περιόδου...
Η Sarah Blackwood (πρώην DUBSTAR, τελευταία με τους CLIENT) συμμετέχει στα ''Justice'' και ''Beautiful'' συνθέσεις που έρχονται κάπου στις αρχές των '00'ς και είναι από τις πιο δυνατές στιγμές του άλμπουμ.
Ο Daryl Smith υπήρξε τραγουδιστής ενός από τα πιο αγαπημένα lo-fi pop ηλεκτρονικά σχήματα της δεκαετίας του '90 που παρέμειναν γνωστοί μόνο σε ορισμένους κύκλους φανατικών ποπ ακροατών. Οι THEY GO BOOM ! σίγουρα άξιζαν περισσότερη φήμη. Στο ''A Ton Of Love'' ο D.Smith ερμηνεύει με λιγότερο φαλτσέτο, αλλά με τη χαρακτηριστική εύθραυστη χροιά στη φωνή το ''Heartful Of Nothing'', συγκινώντας τους παλιούς φαν του και σίγουρα κερδίζοντας νέους αλλά από την synth pop μεριά. Είναι και η μετεφηβική electro νοσταλγία του τραγουδιού που ενισχύει και ενισχύεται από τη φωνή του. Όμορφος συνδυασμός σίγουρα.
Η Kid Moxie γνωστή και ως Elena Charbila, με το ''Freeze Frame'', φέρνει δροσερή αύρα που παραμένει και μετά την ακρόαση.
Η Beth Cassidy, κόρη του εκλιπόντος Larry και της Jenny Cassidy, συνεχίζει να κρατά το σχήμα του πατέρα της ζωντανό έστω και με τελείως αλλαγμένη την αισθητική του. Δεν θα αναγνωρίσετε τους αρχικούς SECTION 25 σήμερα αλλά σίγουρα οι νέοι επίσης δεν στερούνται ενδιαφέροντος. Μάταια όμως θα το βρείτε στη μεσαίου βεληνεκούς μπαλάντα ''Clean State''. Η οποία δεν ξεφεύγει από το μέτριο επίπεδο ακόμα και με μια καλή φωνή σαν αυτή της Beth Cassidy...
Οι Echoes τελικά εμφανίζονται με ένα άλλο κομμάτι, το πιο ERASURE τραγούδι της συλλογής με ολίγη NEW ORDER άχνη. Το ''Arrows'' δυστυχώς είναι η πιο αδύναμη στιγμή του άλμπουμ που βουλιάζει οριστικά στο στυλ και την τυπικότητα.
Ο Patrick Donohoe τραγουδιστής των CLAPS ερμηνεύει το τραγούδι που κλείνει το άλμπουμ. Το ''Love Without Fear'' επίσης μια αδύναμη στιγμή του άλμπουμ που δεν αφήνει την επιρροή από πάνω του και ακούγεται αρκετά τετριμμένο στ' αυτιά μου.
Συνολικά οι έντεκα συνθέσεις των FOTONOVELA, με εξαιρετική παραγωγή και ενορχήστρωση, συνθέτουν ένα ευχάριστο, θεματικό άλμπουμ που όντως τιμά τους προγόνους του και το είδος, άσχετα αν οι επιρροές δεν αξιοποιούνται παντού όπως θα θέλαμε. Το ''A Ton Of Love'' είναι μια ευχάριστη κυκλοφορία στο σύνολό της, που διατηρεί την φρεσκάδα της όσες φορές κι αν βρει το δρόμο της στα κάθε λογής αναπαραγωγικά μέσα ήχου.
Rating: 7 / 10
Χρήστος Μίχος
Θυμάμαι τους FILM όταν άνοιγαν για τη πρώτη και μυθική πλέον συναυλία των THE FLAMING LIPS στο Gagarin έντεκα χρόνια πριν. Για την ακρίβεια το τελευταίο τραγούδι από αυτούς. Έβλεπα ένα σχήμα που είχε μια τραγουδίστρια ντυμένη στα λευκά και άκουγα κάτι που μου έκανε σαν BLONDIE με περισσότερο new wave αίσθημα. Τα επόμενα χρόνια οι FILM κυκλοφόρησαν δύο δίσκους με την Ελένη Τζαβάρα a.k.a. Etten (No Luggage το 2003, Angel B το 2006), μουσική για την παράσταση «Οι Τυφλοί» το 2004 και πριν κλείσει η δεκαετία, το 2009, το άλμπουμ ''Persona'' που ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την ήδη πετυχημένη εικόνα στο χώρο της εναλλακτικής σκηνής που είχαν αποκτήσει τα προηγούμενα χρόνια.
Φέτος επιστρέφουν με νέο άλμπουμ, με την ίδια σύνθεση χωρίς τραγουδίστρια και ήδη κάνει αίσθηση η αλλαγή ήχου και διάθεσης. Ακούγονται περισσότερο ηλεκτρονικοί με τα συνθεσάιζερ να κυριαρχούν και τη φωνή να βγαίνει μέσω vocoder. Οι αναφορές φυσικά στην ηλεκτρονική πλευρά της δεκαετίας του '80, τη Γαλλική και ευρύτερη ηλεκτρονική σκηνή των '70'ς είναι εμφανείς, περισσότερο όμως τους ευθυγραμμίζω με τα σχήματα της Italians Do It Better, σε διάθεση, κοινές αναφορές και κοινό αισθητικό πλαίσιο ( μέλλον-πόλη-νοσταλγία-θερμό φάσμα συναισθημάτων). Με τίποτα δεν μπορώ να τους συγκρίνω με τους Daft Punk, λόγω παντελούς απουσίας disco ρυθμών, ιδρώτα και r'nb στοιχείων.
Από εκεί και μετά οι FILM παραθέτουν εννιά τραγούδια υψηλής αισθητικής με ισχυρή προσωπικότητα που σταματούν αυτόματα κάθε ευρύτερη σύγκριση με τα ανάλογα Αμερικάνικα και Ευρωπαϊκά.
Το ''Eclipse'' είναι άλμπουμ που μετακινεί το σχήμα σε περισσότερο ενδιαφέροντα τοπία από τα καθιερωμένα και πλέον τετριμμένα post τα πάντα τοπία. Το ηλεκτρονικό νέφος που καλύπτει τις συνθέσεις ξεκαθαρίζει μετά από λίγες ακροάσεις και αποκαλύπτει καλοδουλεμένες συνθέσεις που ξεχωρίζουν για την ονειρική τους διάθεση, την στρωτή, πυκνή αλλά και δυνατή παραγωγή τους και τις όμορφες, θερμές μελωδίες τους.
Ξεχωρίζω κατευθείαν, χωρίς να θέτω σε δεύτερη μοίρα τα υπόλοιπα, το ''L'Amour Imaginaire'' για τα πάντα, το ''Produkt'' κυρίως για τις detroit techno βροχές κάπου στα μέσα που αλλάζουν δραματικά το περιβάλλον του κομματιού μέχρι το τέλος αποδεικνύοντας πόσο καλά ξέρουν να αναπτύσσουν συνθέσεις χωρίς να χάνονται, το ''Coral'' για τις ελαφρές τζαζ επιρροές και για τα μελωδικά του περάσματα και τα δύο τραγούδια που βγήκαν πριν την κυκλοφορία του άλμπουμ (Eclipse και Ping Pong With Angels) για τη δύναμη να με κάνουν να ακούσω το σχήμα με άλλα αυτιά και διάθεση.
Οι FILM πλέον δεν ακούγονται σαν παιδιά της πόλης με το γκρίζο να ενσωματώνεται και να τους ακολουθεί, αλλά σαν παιδιά που βγαίνουν στην ταράτσα, ονειροπολούν και χαλαρώνουν κάτω από τα αστέρια. Κουβαλώντας πάντα την Αστική Μελαγχολία που αποδεικνύεται εξαιρετικό «καύσιμο» για έμπνευση και παράλληλα με την ηλεκτρονική κληρονομιά τους, έχουν το ταλέντο να την αξιοποιούν όπως πρέπει. Μάλλον έτσι μου αρέσουν και με πείθουν περισσότερο.
Θα έλεγα ότι ακούγονται περισσότερο γενναίοι μιας και το '00'ς indie/alternative μετά new wave σκάφος τους ήταν δικλείδα ασφαλείας (όλοι το έκαναν τότε και όλοι ήταν εξαιρετικοί μαθητές) ενώ τώρα «επιπλέουν» στο διάστημα χωρίς συγκεκριμένη σύγχρονη μουσική αισθητική να κυριαρχεί. Οι Film προσπαθώντας και επιτυγχάνοντας να μη χαθούν, να μην παρασυρθούν από ποπ αστεροειδείς ή υποσχόμενες πολυεθνικές «μαύρες τρύπες», θέτουν πορεία και, ευχόμαστε, άλμα στο επόμενο μουσικό υπερδιάστημα.
Rating: 8 / 10
Χρήστος Μίχος
Ποιά μπάντα θα μπορούσαμε να πούμε μετά απολύτου βεβαιότητος ότι έχει μέχρι σήμερα πέντε albums, μαζί με το υπό παρουσίαση, και δεν μας έχει απογοητεύσει ούτε με μία κακή ή πρόχειρη δουλειά της μέχρι σήμερα; Μα φυσικά οι Interpol. Περίπου δεκαπέντε χρόνια κλείνει η σχέση μας μαζί τους, έχοντας περάσει όλες τις διακυμάνσεις από τον τρελό έρωτα και το πάθος του “Turn On The Bright Lights” το 2002 μέχρι τη χαλαρότητα και τον εφησυχασμό του “Interpol” το 2010, οι Interpol δεν είναι απλά οι συνεπείς που δεν μας έχουν δώσει μεγάλες απογοητεύσεις. Είναι μια μπάντα που έχει αυτό που θα λέγαμε αίσθημα ευθύνης καλλιτεχνικής, γεγονός που μέχρι και σήμερα τους επιτρέπει αν μη τι άλλο, να μην έχουν κάνει εμπορικούρες και ευκολίες.
Κι ερχόμαστε αισίως στο πέμπτο studio album τους, τον ισπανιστί αναγραμματισμό του ονόματος τους “Ζωγράφο” “El Pintor”. Μην πούμε τα τετριμμένα περί ωριμότητος και λοιπά. Άλλωστε, δεν νομίζω αυτή η συγκεκριμένη αρετή να τους έλειψε ποτέ.
“El Pintor λοιπόν και ο Paul Banks, βάλθηκε να μας αποδείξει από το πρώτο κιόλας κομμάτι του δίσκου, “All The Rage Back Home” πόσο καλά μπορεί να τα καταφέρει και ως μπασίστας μετά την αποχώρηση και τυπικά του Carlos D, κάτι για το οποίο δεν νομίζω να είχαμε σοβαρές αμφιβολίες ή ενστάσεις. Το κομμάτι δε, θα λέγαμε πως είναι το ιδανικό για άνοιγμα του δίσκου, ξεκινώντας ήσυχα, μουρμουριστά, όπως τα σύννεφα που μαζεύονται λίγο πρiν την καταιγίδα, η οποία και ξεσπάει μετά το πρώτο λεπτό. Το “My Desire” που έπεται, μεστό, χωρίς να του λείπει ούτε να του περισσεύει τίποτα, μοιάζει με περιδίνηση, στροβιλίζεται γύρω από τον εαυτό του δημιουργώντας όμορφα μουσικά τοπία με τα drums του Sam Fogarino να χαράζουν με προσοχή το περίγραμμα ενός υπέροχου πραγματικά τραγουδιού. Όχι κάτι το συγκλονιστικό το εν συνέχεια “Anywhere”, χωρίς να είναι κακό, του λείπει όμως λίγο αλάτι. Από τις πολύ καλές στιγμές του δίσκου είναι φυσικά και το “Same Town, New Story”, με το αλλεπάλληλο μοτίβο στην κιθάρα να έρχεται και να κάθεται κάτω από την έξοχη ερμηνεία του Banks. Μια πανέμορφη μπαλάντα είναι το “My Blue Supreme”, κομμάτι που προσωπικά ξεχώρισα, όχι άδικα θέλω να πιστεύω, επίσης από τα πολύ καλά σημεία του “El Pintor”. Φυσικά, και δεν μπορεί όλα να είναι λάθος αλλά αυτό υποστηρίζουν οι Interpol, κι ίσως η μελωδία του “Everything Is Wrong” να αποτελεί αρκετά πειστικό επιχείρημα προς τούτο. “Breaker 1” λέγεται το επόμενο κομμάτι που κόβει στα δύο το album χωρίς ωστόσο να το τεμαχίζει ή να το διαιρεί, λειτουργώντας μάλλον διεκπεραιωτικά, χωρίς αυτό απαραίτητα να είναι αρνητικό. Το πρώτο single που παρουσιάστηκε από το “El Pintor”, το “Ancient Ways”, είναι το όγδοο κομμάτι του δίσκου, αρκετά ενδιαφέρον αλλά δεν τον χαρακτηρίζει σε καμία περίπτωση. Με το “Tidal Wave” οι Interpol φαίνεται να μας οδηγούν σιγά σιγά προς την έξοδο αλλά έλα που η συνέχεια του εξαιρετικού “Twice As Hard” μάλλον μας λέει να καθίσουμε λίγο ακόμα, άλλωστε δεν έχουμε κάπου αλλού να πάμε.
Η συνολική εικόνα πάντως του δίσκου, είναι κάτι παραπάνω από ικανοποιητική. Οι Interpol, με σοβαρότητα, επαγγελματισμό αλλά και ευαισθησία καλλιτεχνική, φαντασία και συνέπεια στον ήχο τους, έδωσαν αυτό που είχαν, χωρίς περιττούς πειραματισμούς και χωρίς να δείχνουν -το βασικότερο ίσως, ειδικά μετά την αποχώρηση του Carlos D- ότι κουράστηκαν ή ότι δε γουστάρουν πλέον αυτό που κάνουν. Ακόμα, αποφεύγουν κι έναν πολύ σημαντικό σκόπελο που άλλοι ομότεχνοί τους δεν κατόρθωσαν να τον παρακάμψουν: την αλλαγή ήχου, την αλλαγή δηλαδή του μουσικού τρόπου με τον οποίο έχουν εξ αρχής επιλέξει να εκφράζονται. Οι Editors για παράδειγμα, θα μπορούσαν να είναι ένα τέτοιο “κακό” παράδειγμα.
Και τελικά, τι μας απομένει από το “El Pintor”; Σίγουρα, δίπλα στο “Our Love To Admire”, μπορεί να φαντάζει φτωχό και σαφώς δεν είναι το “Turn On The Bright Lights”, ωραία. Και λοιπόν; Αναμφίβολα σε σχέση με το άνευρο “Interpol” του 2010, είναι ένας δίσκος πολύ όμορφος, έχει όλα τα στοιχεία που μας έκαναν να τους αγαπήσουμε και κατορθώνει να κρατάει το ενδιαφέρον της σχέσης μας μαζί τους, αρκετά ζωηρό. Το θεωρείτε λίγο σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς; Μάλλον όχι...
8/10
Βαγγέλης Κούμπουλης