Όταν κάτι δεν είναι κατανοητό σε πρώτο επίπεδο, συνήθως κάποιο άλλο ερέθισμα δίνει την απάντηση. Για να γίνω πιο συγκεκριμένη, χρειάστηκε να επισκεφτώ την έκθεση του J.P Gaultier για να καταλάβω πραγματικά τις προθέσεις του Pineal, ή μάλλον για να δω υλοποιημένες τις ίδιες προθέσεις σε κάτι άλλο ώστε να τις καταλάβω επί της ουσίας.
Ο J.P Gaultier οργανώνει επιδείξεις ρούχων, οι οποίες είναι δρώμενα μοναδικά σε αισθητική και ατμόσφαιρα. Κάθε τέτοια επίδειξη έχει ένα τίτλο ο οποίος ανταποκρίνεται στο θέμα που έχει επιλέξει για το σχέδιο, τα υλικά και τα χρώματα των ρούχων που παρουσιάζονται. Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι πως είτε πρόκειται για θέματα που αφορούν την αφρικάνικη ζούγκλα, είτε τη Frida Kahlo, η παρουσίασής τους στα πλαίσια μιας παράστασης/επίδειξης, γίνεται με τρόπο αφαιρετικό χωρίς να μιμείται τα σημεία αναφοράς των θεμάτων. Εφ’ όσον ο στόχος είναι να γίνεται κατανοητό το θέμα στο ευρύ κοινό ο σχεδιαστής κάνει μια προσεκτική επιλογή των βασικών στοιχείων που καθορίζουν το θέμα και μόνο αυτά τονίζονται στα ρούχα.
Το σχέδιο του μουσικού ‘ρούχου’ Pineal
Το Pineal έχει δυο προθέσεις, όπως ο ίδιος ο Othon έχει επανειλημμένα δηλώσει στο website του. Η βασική ιδέα είναι να ακυρώσει τις στιλιστικές επιταγές και τα εμπόδια που θέτει η προσκόλληση στο εκάστοτε στυλ μουσικής ώστε να δημιουργηθεί ένα υβριδικό είδος, πιστός στη λέξη PAN (ΠΑΝ) με την οποία χαρακτηρίζει τη μουσική του. Εκούσια συνδυάζονται στα κομμάτια, στοιχεία από τη μουσική παράδοση των ιθαγενών με στοιχεία από διάφορες μουσικές παραδόσεις της Δύσης. Η δεύτερη πρόθεση είναι ιδιαίτερα περίπλοκη καθότι αφορά στη μουσική και αισθητική αναπαράσταση μιας εγκεφαλικής και σωματικής εμπειρίας που είχε ο Othon στη Βραζιλία, συμμετέχοντας σ’ ένα τελετουργικό που είχε βάση το παραισθησιογόνο φυτό Ayahuasca που αποτελεί βασικό συστατικό ιαματικών τελετουργιών σε φυλές που βρίσκονται στην περιοχή του Αμαζονίου. Όπως ο ίδιος έχει αναλύσει εκτενώς, η ανάγκη και η σημασία αυτής της πρόθεσης προκύπτει κυρίως από προσωπικούς λόγους αλλά και από τη συνειδητοποίηση πως ο δυτικός τρόπος ζωής αλλά και οι ιαματικές δυνατότητες του ανθρώπου της Δύσης, θα βελτιώνονταν αν απελευθερωνόταν η χρήση παραισθησιογόνων ουσιών για ιατρικούς λόγους και αν οι άνθρωποι υιοθετούσαν κάτι από την απλότητα και τη ‘σοφία’ που διατηρούν στην καθημερινότητά τους λαοί που ζουν μακριά από τα πρότυπα του σύγχρονου τεχνολογικού και καταναλωτικού κόσμου.
Είναι ομολογουμένως εξαιρετικά δύσκολο ν’ αποτυπωθεί στην τέχνη μια ψυχολογική κατάσταση με τρόπο ώστε να γίνεται αναμφισβήτητα και άμεσα κατανοητή από το εκάστοτε κοινό. Το άλμπουμ χωρίζεται σαφώς σε δύο μέρη που έχουν μουσική διαφορετικών ρυθμών, στυλ και μουσικών οργάνων.
To ‘Pineal’ ως ρούχο
Άκουσα το Pineal και ζωντανά στο Λονδίνο σ’ ένα live που συμμετείχαν πάνω από 10 μουσικοί. Η αρχική εντύπωση που είχα ακούγοντας το cd ενισχύθηκε στο live. Το ‘Pineal Kiss’ κάνει την εισαγωγή προσπαθώντας να προετοιμάσει την ατμόσφαιρα για όσα κομμάτια ακολουθούν. Έχει τη δομή κομματιού κλασσικής μουσικής και όπερας ενώ η φωνή του Ernesto Tomasini σε συνδυασμό με την κλασσική χορωδία ανοίγει φαντασμαγορικά την αυλαία. Στο 4.02’ η αλλαγή στο ύφος και τους ρυθμούς θα σας παραπέμψουν στους Qntal εκεί που δεν το περιμένετε. Το ‘Pineal’, σε αντιδιαστολή, με το ‘Digital Angel’ αλλά και με το ‘Impermanence’, είναι λιγότερο μελωδικό, πιο χορευτικό, πιο ηλεκτρονικό ενώ έχει ελάχιστα κομμάτια στα οποία ακούγεται το πιάνο όπως στο ‘Your Quantum Future’ το οποίο ερμηνεύει ο Bird Radio, ένας εφευρετικός μουσικός με πολύ πάθος στις ερμηνείες. Στο δεύτερο μισό του άλμπουμ, κυριαρχούν τα κρουστά, οι maracas, τα leaf rattles (κουδουνίστρες από φύλλα δέντρων) κ.α. Τύμπανα υπάρχουν και στο πρώτο μέρος του (ως το ‘Japan Suite’) που αποτελείται από κομμάτια που έχουν σαφείς αναφορές στη dark electro μουσική σκηνή της Γερμανίας με εξαίρεση το ‘City Shaman’. Για να είμαι ειλικρινής, θεωρώ πως αυτό είναι ένα από τα δυο κομμάτια που επιτυγχάνουν, όπως και ο Gaultier, την ώσμωση στοιχείων από τις μουσικές παραδόσεις διαφορετικών πολιτισμών (το βιολί από τον John Garner αντιπαραβάλλεται με τελετουργικά τύμπανα με ενδιαφέροντα τρόπο). Το κομμάτι αυτό με έκανε να φανταστώ πώς θα ήταν και τί χαρακτηριστικά θα είχε, ένας αστικός Σαμάνος …
Οι συνδέσεις ενός μουσικού μωσαϊκού ή αλλιώς οι ραφές του ρούχου ‘Pineal’
Οι συνδέσεις ανάμεσα στα κομμάτια του άλμπουμ επιδιώκουν περαιτέρω το συνδυασμό στοιχείων από διαφορετικούς πολιτισμούς. Αυτό είναι πιο σαφές στις μεταβάσεις ανάμεσα στα ‘City Shaman’, ‘Dawn is Yet to Come’ και ‘Japan Suite’. Στο ‘Dawn Is Yet to Come’ που εξελίσσει το μοτίβο του ‘Pineal Kiss’, συμμετέχουν πολλά όργανα, μεταξύ των οποίων διάφορα καμπανάκια, τρομπέτα, διάφορα samples στο synth, κρουστά αλλά και χορωδιακά δευτερεύοντα φωνητικά. Στο προσκήνιο, η εκπληκτική φωνή του Ernesto Tomasini που μεταμορφώνει το κομμάτι δίνοντάς του θεατρικότητα και μελαγχολία. O ρυθμός και τα χορωδιακά φωνητικά στο background φέρνουν στο μυαλό το ‘Omnis Mundi Creatura’ των Helium Vola.
Με το ‘Japan Suite’ το άλμπουμ αλλάζει χαρακτήρα και σημεία αναφοράς όσον αφορά στη μουσική κουλτούρα που το εμπνέει καθότι τα 5 κομμάτια που ακολουθούν βασίζονται στη δομή, το ύφος, τους ρυθμούς και τη γλώσσα των τραγουδιών Ikaros που αποτελούν στοιχείο των ιαματικών τελετουργιών των Σαμάνων σε περιοχές του Αμαζονίου. Παρ’όλ’ αυτά, το ‘Japan Suite’ είναι ένα κομμάτι που αφορά στην τραγωδία της Φουκουσίμα και τους κινδύνους που ενέχει η πυρηνική ενέργεια. Ο ήχος αποκτά μια διαφορετική μεταλλική αίσθηση ενώ τα πνευστά σε συνδυασμό με το βιολί παραπέμπουν σε φιλοσοφίες χαρακτηριστικές των πληθυσμών της Ανατολής που μικρή σχέση έχουν σε δυναμική και ενέργεια, μ’ αυτές που κυριαρχούν στην περουβιανή ζούγκλα και τις φυλές της Αφρικής. Η ίδια ραγδαία αλλαγή στο στυλ και την αισθητική συνέβη και στο live με την αλλαγή κοστουμιών σχεδόν όλων των μουσικών και την εμφάνιση μια γυναικείας χορωδίας με παραδοσιακές στολές και αισθητική χαρακτηριστική των φυσικών τοπίων και της κουλτούρας στην ευρύτερη περιοχή της Βραζιλίας και της Αφρικής. Κατά έναν ανεξήγητο τρόπο ο βασικός ρυθμός του κομματιού ‘Puca Puca’, μου έφερε στο μυαλό τόσο το ‘In A Manner of Speaking’ των Tuxedomoon αλλά και την ατμόσφαιρα κομματιών chill out και lounge. Το κομμάτι στο άλμπουμ ερμηνεύει το ζευγάρι σαμάνων (Javier Arevalo Shahuano, Jessica Ramirez Seopa) που ‘συνόδεψε’ τον Othon στην περιήγησή του στον κόσμο της Ayahuasca. Από την πρώτη λέξη θα μεταφερθείτε σε μια άλλη περιοχή του κόσμου καθότι η γλώσσα στην οποία ερμηνεύεται το κομμάτι είναι άγνωστη και το στυλ της ερμηνείας παραπέμπει σε περιβάλλοντα φυλών. Μέσα στην ατμόσφαιρα αυτή, ακολουθεί το ‘Fly’ που παραπέμπει στα πρώτα κομμάτια των Death In June και Current 93. Η Rita Belo που ερμηνεύει το κομμάτι στο άλμπουμ, είναι μια παρουσία με πολύ θετική αύρα που αφήνει την αίσθηση ενός πλάσματος πολύ ‘προσβάσιμου’. Αυτές τις επιπλέον ποιότητες επικοινώνησε και κατά τη διάρκεια του live και προσωπικά μου άφησε την πιο θετική εντύπωση από όλες τις γυναικείες παρουσίες και φωνές που συμμετέχουν στο Pineal. Εξαιρετική είναι η σύνδεση με το επόμενο κομμάτι που, όπως και το ‘City Shaman’, θεωρώ πως επιτυγχάνει πολύ καλά την ανάμειξη των διαφορετικών μουσικών παραδόσεων. Στο live, η παρουσία ενός πλάσματος με την αισθητική των Zulu και αντίστοιχη κίνηση, συμπλήρωνε τη μουσική. Ο Othon επεξεργάζεται το αυθεντικό κομμάτι Pasha Dume (έχοντας πάρει την άδεια από τους αρχηγούς της φυλής των Kaxinawá) και προσφέρει μια πιο δυναμική εκδοχή του κομματιού με στοιχεία techno, ambient και psych trance που μεταλλάσσονται στην πιο dark εκδοχή τους, μετά από 4’. Aν είστε σε καλή διάθεση και λίγο ‘ανοιχτοί’ σε επιδράσεις θα σας μεταφέρει αμέσως σε πολύ ενδιαφέροντα σημεία…Απολαύστε το!
Αφού ξεκολλήσετε από το Pasha Dume η περιήγηση στις μουσικές, θρησκευτικές και πνευματιστικές παραδόσεις των ιθαγενών της Βραζιλίας, συνεχίζονται με οδηγό τη φωνή του Marc Almond. To ‘Cobra Coral’ είναι ένα κομμάτι που συνδέεται με τη θρησκεία Umbanda η οποία εικάζεται πως ξεκίνησε από το Rio de Janeiro ενώ συνδυάζει στοιχεία από την αφρικάνικη θρησκεία με στοιχεία του Καθολικισμού και τις λαϊκές παραδόσεις των ιθαγενών. Ο Othon επεξεργάζεται το αυθεντικό κομμάτι και ο Marc Almond (όπως κάνει σε όλα τα κομμάτια που ερμηνεύει) το μεταμορφώνει παραπάνω σχεδόν αφαιρώντας το τελετουργικό του μέρος και μετατρέποντάς το σε ένα χορευτικό σχεδόν γιορταστικό κομμάτι. Η διάλεκτος είναι άγνωστη και η ερμηνεία είναι τόσο παθιασμένη που τελικά παραμερίζεται το ακατανόητο των στίχων αφού κανείς παρασύρεται από την ατμόσφαιρα. Η παρουσία του στο live μ’ έκανε να σκεφτώ πως ο Marc Almond είναι όντως ένας μουσικός χαμαιλέοντας ενώ παράλληλα έχει την ικανότητα να δίνει σε στίχους και μουσική, διαστάσεις που και ο δημιουργός τους ίσως να μην έχει φανταστεί. Το τελευταίο κομμάτι ‘Tayti’ που επίσης ερμηνεύεται από το ζευγάρι των Σαμάνων Javier Arevalo Shahuano, Jessica Ramirez Seopa και την Meg Ella Brookes, αποφορτίζει την ατμόσφαιρα τελειώνοντας με τον ήχο των κυμάτων και προσωπικά με άφησε με πολλά ερωτηματικά και αντικρουόμενα συναισθήματα.
Το συμπέρασμα
Το ‘Pineal’ έγινε χρηματοδοτήθηκε από το κοινό μέσω της πλατφόρμας indiegogo ενώ ποσοστό των εσόδων του θα διατεθεί τόσο στη φυλή Kaxinawá όσο και στον οργανισμό Berkeley Foundation που διενεργεί έρευνα πάνω στη χρήση παραισθησιογόνων φυτών για ιατρική χρήση. Δεν είναι ένα άλμπουμ που γίνεται κατανοητό εξαρχής και χωρίς να προκαλέσει κανείς τα στεγανά του, παρ’ όλα αυτά δεν είναι ελιτίστικο. Στο επίπεδο της μουσικής, το πάντρεμα της dark electro με παραδοσιακά τραγούδια ιθαγενών που ζουν σε περιοχές με ήθη και έθιμα παντελώς άγνωστα στο ευρύ κοινό, παραμένει ένα τόλμημα. Αντίστοιχο τόλμημα είναι και η αναπαραγωγή ή μεταφορά της ατμόσφαιρας τελετουργιών που συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον φυλής. Το τελικό αποτέλεσμα μεταφέρει αυτούσια ορισμένα παραδοσιακά τραγούδια, εναλλάσσοντάς τα με electro και techno στοιχεία. Ο μέσος ακροατής δύσκολα αντιλαμβάνεται την πρόθεση του μουσικού στην περίπτωση αυτή ιδίως όταν στη live παρουσίαση αυτό συνδυάζεται με παραδοσιακές φορεσιές λαών που λίγοι γνωρίζουν.
Rating: 6,8 / 10
Νάντια Σαββοπούλου
Όπως όλες σχεδόν οι μπάντες, έτσι και οι Her Name is Calla, ήθελαν και θέλουν το χρόνο τους μαζί μας. Τώρα που κυκλοφόρησαν το τρίτο κατά σειρά άλμπουμ τους ‘Navigator' όνομα και πράγμα, γίνεται λίγο πιο σαφές το τί έχουν να πουν μουσικά και κυρίως πώς θέλουν να το εκφράσουν.
Το άλμπουμ αυτό ερμηνευτικά δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την αγγλική ψυχρότητα και ψυχολογική αδιαφορία και τα πάντα με τη ζεστασιά της αμερικάνικης ακουστικής folk και rock. Φυσικά μιας και μουσική που έχει μόνο ένα σημείο αναφοράς στιλιστικά, δεν είναι ενδιαφέρουσα για κανέναν σήμερα, η μπάντα έχει ήδη κάνει βήματα και στο πεδίο του μελωδικού πειραματισμού και τα συνεχίζει. Με πολύ πιο πληθωρική μουσική σε σχέση με τα δυο προηγούμενα άλμπουμ, από όργανα με διαφορετικό ήχο (theremin, bass guitar, βιολί, synth, τσέλο, banjo, μαντολίνο, πιάνο) και πολύ καλή ενορχήστρωση, επιτέλους το συγκρότημα γράφει μουσική με χαρακτήρα.
Ένα άλμπουμ με δυο μέρη. Το πρώτο:
Ξεκινώντας με το ‘I was on the back of a nightingale', ένα κομμάτι που κάθε φορά μου φέρνει στο μυαλό μια περίεργη μίξη του ‘In the Dutch Mountains' των Nits με το ‘Karma Police' των Radiohead, η φωνή του Tom Morris μοιάζει να βρίσκει τον ερμηνευτικό προορισμό της. Το άλμπουμ συνεχίζει με ενδιαφέρουσες και συγκινητικές μελωδίες χωρίς να αφήνει το πειραματικό στοιχείο ανεξέλικτο σε σχέση τα προηγούμενα άλμπουμ (βλ. ‘It's Called Daisy', ‘Navigator').
Back out on the road when we were young,
We thought buildings would be named after us.
Το ‘Navigator' σε διάφορες στιγμές (βλ. ‘The Roots Run Deep', ‘Ragman Roll') φέρνει μπροστά μας τον Thom Yorke, τη μουσική των Archive αλλά και των Anathema παραμένοντας όμως αυθεντικό και όχι ρεπλίκα τους. Το ‘Ragman Roll' είναι ένα παράπονο τραγουδισμένο με τη συναισθηματική σοφία που έρχεται όταν κανείς βρει τον τρόπο να εκφράσει την πολυπλοκότητά του. Το ίδιο και η μουσική του, έχει τις εντάσεις των ξεσπασμάτων μιας διαρκούς λύπης για άδικα πράγματα, περιλαμβάνει επίσης τη λύπη που αφορά σε αναγκαίες και ίσως στενόχωρες αποφάσεις... Είτε διαβάσετε τους στίχους είτε όχι, ο στόχος του κομματιού είναι, για 5' να κάνετε μια κάποια μικρή αυτοκριτική ιδίως και μόνο, εφόσον το κομμάτι αγγίζει κάποια χορδή σας. Το πιάνο αυξάνει τους παλμούς παίζοντας σ' ένα ρυθμό ανυπόμονο που αλλάζει τονικότητες και τα έγχορδα απλά εντείνουν, όσο προχωράει το κομμάτι, το όποιο συναισθηματικό ξέσπασμα συμβεί λόγω της συγκινητικής ερμηνείας. Και τί καλύτερο για τη συνέχεια από το ‘Meridian Arc'. Το μόνο που δε φανταζόμουν ήταν να μου φέρουν οι Her Name is Calla την ηχώ από τα πρώτα άλμπουμ των Anathema. Κι όμως αυτό ακριβώς συμβαίνει!
Ακούγοντας όλο το ‘Navigator' ανά λεπτό έβρισκα κάτι να μου θυμίζει κάποιο άλλο συγκρότημα, κάποιον άλλο μουσικό που παίζει ‘κάπως έτσι' την κιθάρα, κάποιον άλλο που τραγουδάει ‘κάπως έτσι' ή βγάζει ‘αυτά' τα συναισθήματα κλπ κλπ. Το ουσιαστικό εδώ είναι ακριβώς αυτό. Το ‘Navigator' είναι αυθεντικό γιατί ενώ, προφανώς, έχει πολλές επιρροές, προσπαθεί να βρει τη θέση του και τον εαυτό του και νομίζω πως το πετυχαίνει.
Το ομώνυμο κομμάτι του άλμπουμ ως τη μέση περίπου δημιουργεί συνδέσεις με τα προηγούμενα άλμπουμ μετά όμως από 3'.57'' αποκτά πραγματικό ενδιαφέρον για να κλείσει με εντελώς διαφορετικό τρόπο με 2 ακόμα αλλαγές κατά τα 2 τελευταία λεπτά. Αν χαμηλώσατε την ένταση στην αρχή του κομματιού ετοιμαστείτε να την ξαναδυναμώσετε στη συνέχεια και να ξανακούσετε το κομμάτι μόλις τελειώσει.
I don't have choices only anger...
Το ‘Burial' με το σύντομο και μυστηριώδες ‘A Second Life' θα έπρεπε να κλείνει και το άλμπουμ καθότι έχει την ατμόσφαιρα επιλόγου με τη συμμετοχή στα φωνητικά, των Adam Weikart και Sophie Green και πληθωρικό ήχο με έμφαση σε αρκετά όργανα όπως το theremin, το banjo, το βιολί. Μετά από αρκετές ακροάσεις μου έγινε κατανοητό πως αυτά τα δυο κομμάτια ‘έκλειναν' το πρώτο μέρος του cd και παρουσίαζαν με ένα τρόπο και τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας που, στα κομμάτια που ακολουθούν, έχουν πιο ενεργό ρόλο στα φωνητικά.
Το δεύτερο μέρος:
Παρά τις πολλές φορές που έχω ακούσει αυτό το άλμπουμ, το δεύτερο μισό του εξακολουθεί να μου διαφεύγει και το ακούω μόνο αν ξεχαστώ. Ερμηνευτικά φαίνεται να εξαντλούνται τα συναισθηματικά αποθέματα παρότι η μουσική εξακολουθεί να δίνει έμφαση στο διαφορετικό ήχο των οργάνων τονίζοντας ίσως παραπάνω την ακουστική κιθάρα.
Στα 5 κομμάτια που ακολουθούν, η μουσική αποκτά συναισθηματικό ενδιαφέρον αποσπασματικά. Αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται ένας ήχος αρκετά πειραματικός αλλά και ασαφής καθότι εναλλάσσεται με σημεία που είναι αταίριαστα από αισθητικής πλευράς.
Ενδιαφέρουσα στιγμή είναι η αλλαγή που συμβαίνει στα 3 τελευταία λεπτά του ‘It was flood'. Το ‘Whale Fall: A Journal' μάλλον έπρεπε να ανήκει σε κάποιο άλλο άλμπουμ, ενώ το ‘Dreamlands' είναι ένα εκτενές κομμάτι διάρκειας σχεδόν 12' που μοιάζει σα να είναι 4 μαζί. Από τις 4 αλλαγές στους ρυθμούς και το συνολικό ύφος (μελωδικά και ερμηνευτικά) που συμβαίνουν μέσα στο κομμάτι ενδιαφέρουσες κατά τη γνώμη μου είναι μόνο το κομμάτι μετά από 4'.33'' και για 1.5' και τα 3 τελευταία λεπτά όπου η ακουστική κιθάρα κυριαρχεί με ένα τρόπο που οδηγεί το μυαλό στην αμερικάνικη country.
Αυτό που μένει τελικά από αυτό το άλμπουμ είναι πως οι Her Name is Calla ειλικρινά δουλεύουν τον ήχο τους αναθεωρώντας και εξελίσσοντάς τον, σε μια σκηνή που μοιάζει κορεσμένη και μια χώρα που γεννάει μουσικούς όσο εύκολα δημιουργεί και συντηρεί ψευδαισθήσεις για την αξία του καθένα. Με πρόθεση να φτιάξουν κάτι αξιοπρόσεκτο, τη στιγμή που τα νέα αγγλικά συγκροτήματα τρέφουν είτε την τάση αναγέννησης της folk και country είτε αυτή της αναγέννησης της post punk, οι Her Name is Calla, ενώ είναι σαφές πως αντιλαμβάνονται αυτές τις τάσεις, πολύ σοφά (ως τώρα) έχουν επιλέξει να μη ενσωματωθούν σ'αυτά τα ρεύματα. Προσωπικά κάθε φορά που το ‘Navigator' με προκαλούσε να ξανακούσω Radiohead, Anathema ή Archive την ίδια στιγμή με απέτρεπε κι εκεί που τα δυο προηγούμενα άλμπουμ τους δε μου έδιναν κανένα λόγο για να τους αναγνωρίζω ακούγοντάς τους ανάμεσα σε άλλους τώρα έχω κάθε λόγο να ανυπομονώ για το επόμενο άλμπουμ. Ως τότε...
Rating: 7 / 10
Νάντια Σαββοπούλου
Οι SWANS είναι ένα αντισυμβατικό σχήμα στον κόσμο της μουσικής βιομηχανίας. Ακολουθούν το όραμα τους χωρίς να υποκύπτουν στις επιταγές ή στις συμβουλές της για περισσότερο κέρδος. Δεν είναι άπληστοι και σίγουρα όχι λιγούρηδες. Εδώ και τέσσερα χρόνια ζούμε μια μοναδική Αναγέννηση ενός σχήματος που από τη δεκαετία του '80 και λίγο του '90 ( καθόλου στα '00'ς), μας απασχολεί κάθε λίγο και λιγάκι με κυκλοφορίες που περιέχουν μουσική μαύρη, επιθετική και σκληρή. Όμως αυτά τα τέσσερα χρόνια έχουμε σοκαριστεί σχεδόν με την δημιουργικότητα αλλά και την ένταση των κυκλοφοριών του σχήματος. Τρία άλμπουμ πρόκληση ακόμα και για πεπειραμένους ακροατές, ακόμα και για τους σκληροπυρηνικούς τους οπαδούς. Θα έλεγα ότι ξεπερνούν τους εαυτούς τους με τόση άνεση που ειλικρινά έχω μείνει με το στόμα ανοιχτό.
Το καινούριο τους άλμπουμ δεν είναι η χαριστική βολή. Δεν ξεμπερδεύουμε τόσο εύκολα. Μάλλον θα έχει και συνέχεια η επέλαση σπουδαίας μουσικής από το σχήμα του M.Gira. To ''To Be Kind'' είναι ένα άλμπουμ που απαιτεί μελέτη και προσήλωση. Όροι που δεν ισχύουν και δεν βρίσκουν ανταπόκριση στους διαδικτυακούς μεταλλαγμένους ακροατές που μαζεύουν και ανάθεμα αν προσέχουν αυτά που θ' ακούσουν. Όμως η μουσική δημιουργία αδιαφορεί. Το άλμπουμ είναι ένας ακόμα θρίαμβος και φτάνω σε αυτό το συμπέρασμα μετά από αρκετές ολοκληρωμένες ακροάσεις. Το σχεδόν boootleg άλμπουμ που βγήκε πέρυσι ( Not Here/Not Now), με έξι από τα τραγούδια του ''To Be Kind'' παιγμένα ζωντανά και άλλα δύο σε ντέμο μορφή, έδινε μια πρώτη ηχητική εντύπωση αυτού που θα ακολουθούσε, σε αυτούς που δεν πήγαν για κάποιο λόγο στις περσινές συναυλίες τους και φυσικά ίσχυε το ρητό: «Άλλο να τους βλέπεις και άλλο να ακούς μετά πως έπαιξαν». Γιατί για αυτούς που παρευρέθηκαν στις συναυλίες τους είναι σίγουρο ότι η απίστευτη ενέργεια των καινούριων τραγουδιών δεν αποτυπώθηκε σωστά σε αυτό το bootleg.
Στο επίσημο άλμπουμ όμως τα πάντα συντελούν για να χαρακτηριστεί απλά αριστουργηματικό.
Όχι με την ηλεκτρική φόρτιση και τα τείχη θορύβου του ''The Seer'' αλλά με καθαρότερο ήχο, περισσότερο κλειδωμένους ρυθμούς και τελετουργική ένταση σε μεγαλύτερο βαθμό. Tο δέος και η «ηχητική αιχμαλωσία» ή η «πιο ολοκληρωμένη μουσική εμπειρία» που μας προσφέρουν με κάθε άλμπουμ τους την τελευταία τετραετία φτάνει για άλλη μια φορά στο τέρμα. Αλλά για να το νιώσει κάποιος αυτό, πρέπει να έχει την ένταση δυνατά και την αφοσίωση στο ζενίθ .
Με το ''The Seer ' έπρεπε να προετοιμαστώ για τον κιθαριστικό κυκεώνα και τις εναλλαγές. Αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε καν να προσπαθήσω. Αφήνομαι και απλά αρνούμαι να εγκαταλείψω το άλμπουμ. Με απορροφά στη δίνη του, στους κοφτούς επαναληπτικούς, πότε funky, πότε tribal αλλά πάντα έντονους ρυθμούς του, στην ένταση και στην μαγνητική επιρροή του.
Η κάθε σύνθεση έχει περισσότερα ηχοχρώματα από τις συνθέσεις του ''The Seer'', είναι πιο πλατιά σε μουσικά στοιχεία και η ενορχήστρωση πλέον δεν έχει προηγούμενο. Κρατά τον ακροατή σε ένταση μέχρι το τέλος. Η τελετουργική του ένταση, το πάθος και η ελεγχόμενη ενέργεια που εκλύει το άλμπουμ δεν έχει μόνο την υπογραφή μαέστρων αλλά και την λυτρωτική ποιότητα του ροκ εξαγνισμού που πολλοί διακρίνουν σε πολλά άλμπουμ, αλλά λίγα είναι αυτά που πραγματικά έχουν τέτοια δύναμη.
Και τα λόγια από εδώ και μετά φτωχαίνουν. Δεν έχουν νόημα. Πολλοί τους χαρακτηρίζουν μισάνθρωπους λόγω των εντάσεων. Αλλά η απόλυτη αφοσίωση, η καταλυτική προσήλωση των μουσικών δεν χαϊδεύει αυτιά. Δεν καλοπιάνει τους ακροατές. Είναι τόσο ειλικρινής που τρομάζει.
Γι' αυτό λέμε: Ίσως χρειάζονται καινούρια αυτιά για τους SWANS. Η εύκολη παγίδα του εντυπωσιασμού και των εύκολων τρικ είναι χαρακτηριστικό σχημάτων που δεν μπορούν να διαχειριστούν το ταλέντο τους στην καλύτερη περίπτωση.
Οι SWANS δεν χρειάζονται τέτοια κόλπα. Η αυθεντικότητα τους είναι από καιρό αδιαμφισβήτητη και αυτό που μένει να αναρωτηθούμε είναι: Πόσο ακόμα ψηλότερα θα θέσουν τον πήχη;
Επίλογος: ''I guess when you do things that are extreme in your youth that's what you're remembered for always." He laughs, adding: "You really can't get away from that. I could make new age music now and I would still be advertised as the loudest band in the world... on their harps!" ( Απόσπασμα από μια επική συνέντευξη του Μ.Γκίρα στο Quietus.)
Rating: 10 / 10
Χρήστος Μίχος
Αν η Diamanda Galas προκαλεί ανατριχίλες και περιέργεια, η Jarboe είναι ικανή σε δευτερόλεπτα να διαλύσει ολόκληρη την ύπαρξη του καθένα με μη αναστρέψιμο τρόπο. Αντισυμβατική ακόμα και με τους άγραφους νόμους της underground κουλτούρας που τη δημιούργησε, παραβιάζει τους κανόνες όλων των μουσικών ειδών για να δημιουργήσει πάντα κάτι που αποτελεί κομμάτι του εαυτού της.
«Ο Tony Wilson είχε έναν θαυμαστό τρόπο να ξαναγράφει την ιστορία, ακόμα και την στιγμή που αυτή συνέβαινε..» Πάντα προτιμούσα να τους αποκαλώ Orchestral Manoeuvres in the Dark, παρόλο που κάθε φορά ένιωθα το ίδιο στραμπούληγμα στην γλώσσα μου. Electropop ήρωες, αυθεντικοί, επιδραστικοί, γλυκανάλατοι, παρηκμασμένοι..τα έχουν ακούσει όλα στην πολύχρονη πορεία τους, από το καλύτερο στο χειρότερο. Πριν μερικά χρόνια τους είδαμε επιτέλους ζωντανά στον Λυκαβηττό και φέτος επιστρέφουν με νέο δίσκο που αποπνέει κάτι από την αύρα των πρώτων τους ημερών. Αφορμή ψάχναμε για να τα πούμε, φυσικά όμως όταν έχεις να μιλήσεις με τον Andy McCluskey δεν μπορείς να μη σκαλίσεις το παρελθόν. Γράφοντας πρόχειρα τις ερωτήσεις μου, θυμήθηκα με τι αγωνία έψαχνα όταν ήμουν παιδάκι να μάθω με ποιό synthesizer είχαν φτιάξει αυτόν τον αναθεματισμένα φουτουριστικό ήχο πριν μπει το βασικό θέμα του Enola Gay και τις περίφημες μουσικές κόντρες Λίβερπουλ-Μάντσεστερ-Σέφιλντ. Νοσταλγία αρχικά, από εκεί ξεκινάμε...
Electricity. Το ντεμπούτο single των OMD κυκλόφόρησε το 1979 στην Factory Records, κάτι μάλλον παράξενο για ένα συγκρότημα από το Λίβερπουλ εκείνη την εποχή. Πώς συνέβη και τι σκέφτηκες για τον Tony Wilson όταν τον πρωτοσυνάντησες?
Andy McCluskey : Η πρώτη μας συναυλία ήταν ένα support στους Joy Division στο Eric's club στο Λίβερπουλ, και μετά μας πρόσφεραν ένα live gig στο The Factory club του Μάντσεστερ, που θα ήταν μόλις η δεύτερη. Υπήρχε μια ανταποδοτική σχέση ανάμεσα στα 2 club και γινόντουσαν τέτοιες ανταλλαγές. Σε εκείνη τη συναυλία γνωρίσαμε τον Tony Wilson και του στείλαμε ένα demo tape μερικές βδομάδες μετά, ουσιαστικά γιατί θέλαμε να μας συμπεριλάβει στην εκπομπή που είχε στην τηλεόραση. Αυτός τελικά μας έκανε προσοφρά για ένα single στην δισκογραφική του εταιρεία, λέγοντας μας ότι πιστεύει πως είμαστε «το μέλλον της ποπ μουσικής». Βέβαια αρκετά αργότερα ανακάλυψα πως αρχικά δεν του άρεσε η κασσέτα μας και ουσιαστικά τον έπεισαν η γυναίκα του και ο Peter Saville ότι έκανε λάθος. Ο Tony είχε έναν θαυμαστό τρόπο να ξαναγράφει την ιστορία, ακόμα και την στιγμή που αυτή συνέβαινε.
Λόγω της τεράστιας δημοτικότητας και αναγνωρισιμότητας του τραγουδιού εδώ και 3 δεκαετίες, φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θα πιστεύουν ότι το Electricity ήταν πολύ μεγάλη επιτυχία στην εποχή του. Για μένα παραμένει μυστήριο το γεγονός ότι δεν κατάφερε να μπει ποτέ στα charts της Βρετανίας παρόλο που το κυκλοφορήσατε 3 φορές σε 2 διαφορετικά labels. Έχεις σκεφτεί τι δεν πήγε καλά?
Andy McCluskey : Ήταν απλά λίγο μπροστά από την εποχή του.
Επίσης έχετε παραδεχθεί ότι η βασική του ιδέα ήταν στην πραγματικότητα το Radio Activity των Kraftwerk σε επιτάχυνση...
Andy McCluskey : Ναι, είχα συναντήσει κάποια στιγμή το 1991 τον Karl Bartos, τον Wolfgang Flur και τον Emile Schult (*πρώην μέλη των Kraftwerk) και τους είπα ότι ήταν η η Βρετανική punk εκδοχή μας στο Radio Activity. Μου απάντησαν ότι το γνώριζαν..
Organisation. To 2o σας άλμπουμ ήταν ο πρώτος δίσκος που αγόρασα, μαζί με το Travelogue των Human League, και ουσιαστικά ένας από τους βασικούς λόγους που ενδιαφέρθηκα για την ηλεκτρονική μουσική. Δεδομένου ότι αυτό πρέπει να συνέβη σε χιλιάδες νέους εκείνη την εποχή, πως αντιμετωπίζεις σήμερα την ταμπέλα «electro-pop pioneers" όποτε αναφέρονται οι OMD? Δεν είναι αγχωτικό?
Andy McCluskey : Όχι, είναι τιμή να αναγνωρίζονται τώρα οι OMD ως σημαντικοί και επιδραστικοί. Δεν είχαμε ιδέα τι κάναμε όταν ξεκινούσαμε και κανένα πλάνο για να γίνουμε διάσημοι μουσικοί. Μας βγήκε έτσι τυχαία, συνδυάσαμε τα θεμελιώδη ήθη των Kraftwerk με ένα εντελώς πρωτόγονο και ακατέργαστο συναισθηματικό περιεχόμενο, δημιουργώντας έναν νέο για την εποχή ήχο.
Τι συνέβη και δεν έγινε ποτέ εκείνη η συναυλία σας στην Αθήνα το 1984? Θυμάμαι τις αφίσες, αλλά το show ακυρώθηκε χωρίς καμία περαιτέρω εξήγηση. ..
Andy McCluskey : Δυστυχώς δεν θυμάμαι γιατί είχε ακυρωθεί. Πιθανότατα επειδή ο promoter δεν ήταν σε θέση να εγγυηθεί την προκαταβολή για την αμοιβή μας.
1986. Pretty in Pink soundtrack. Κατάρα η ευλογία?
Andy McCluskey : Τίποτα από τα δύο. Είχαμε ήδη εγκαταλείψει κάποιες από τις πιο ριζοσπαστικές ιδέες μας τότε και γινόμασταν κάπως συμβατικοί και συνηθισμένοι. Βέβαια το τραγούδι "If you Leave" που έγινε επιτυχία από την ταινία μας βοήθησε πολύ να βρούμε επιτέλους σύνδεση και ανταπόκριση στο Βορειο-Αμερικάνικο κοινό.
Ο λόγος που γνωρίζουμε για την φυγή του Paul Humphreys από το συγκρότημα το 1989 είναι «ο εμπορικός προσανατολισμός της μουσικής σας» εκείνη την εποχή. Ισχύει? Πως ένιωσες όταν το original line-up των OMD επανήλθε μετά από 15 χρόνια?
Andy McCluskey : Υπήρχαν πολλές διαφορετικές πιέσεις στο συγκρότημα στα τέλη των 80'ς. Είχαμε πουλήσει εκατομμύρια δίσκους, αλλά το συμβόλαιό μας ήταν τόσο κακό που δεν είχαμε λεφτά και το μερίδιο μας από τις πωλήσεις ήταν ελάχιστο. Αυτό σήμαινε ότι πρέπει να γράφουμε και να ηχογραφούμε υλικό συνέχεια μόνο και μόνο για να παραμείνουμε «ζωντανοί», ενώ δεν είχαμε χρόνο για να αναπτύξουμε τις ιδέες μας όπως θέλαμε. Ήμασταν κουρασμένοι και αποθαρρυμένοι.. Κάποιοι άλλοι ασκούσαν πίεση σε μένα και στον Paul για δικό τους όφελος, κάτι που κατέληξε καταστροφικό στην σχέση μας. Δεν έφυγε ο Paul. Το συγκρότημα διαλύθηκε και σταμάτησε. Μετά η Virgin με έπεισε ότι θα μπορούσα να συνεχίσω το συγκρότημα μόνος μου...
Τα πάμε εξαιρετικά όλοι μαζί τώρα. Μεγαλώσαμε μαζί και περάσαμε τα 10 πιο τρελά χρόνια της ζωής μας παρέα. Έχουμε απόλυτη κατανόηση και αμοιβαίο σεβασμό ο ένας προς τον άλλον.
Synth Britannia. Πες μου κάτι για αυτό το πραγματικό σπουδαίο ντοκυμαντέρ του BBC. Εγώ όταν το έβλεπα σκεφτόμουν πόσο ενθουσιασμένοι φαίνεστε, εσύ, ο Phil Oakey, o John Foxx και όλοι οι άλλοι καλλιτέχνες όταν μιλάτε για τις πρώτες μέρες της έκρηξης της synthpop...
Andy McCluskey : Είμαστε όλοι πολύ περήφανοι για όσα καταφέραμε και χαιρόμαστε να μιλάμε γι αυτά. Επίσης, επειδή είχαμε συνείδηση στο τι θέλαμε να πετύχουμε ηχητικά και ξέραμε πως να το κάνουμε..είμαστε και σε θέση να το συζητάμε. Ειμαστε όλοι συνθέτες που χρησιμοποιούμε την διαίσθηση, κάτι που είναι δύσκολο να εξηγηθεί, όπως επίσης και συγκεκριμένες concept ιδέες και εγκεφαλικά στοιχεία, τα οποία είναι εύκολο να αναλυθούν.
Έχεις εξήγηση για το φαινόμενο των Depeche Mode? Γιατί νομίζεις η δημοτικότητά τους αυξανόταν συνεχώς τις 2 τελευταίες δεκαετίες, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα electropop συγκροτήματα των αρχών της δεκαετίας του 80?
Andy McCluskey : Οι Depeche Mode συνέχισαν όταν τα περισσότερα άλλα ηλεκτρονικά συγκροτήματα σταμάτησαν ή άλλαξαν εντελώς ήχο. Είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα τεράστιο και αποφαστικής σημασίας fan-base που τους «μπόλιαζε» ενάντια στην γενική κατάρευση των πωλήσεων δίσκων της μουσικής βιομηχανίας. Επίσης, με χαρακτηριστική άνεση μπόρεσαν να υιοθετήσουν το πιο ροκ στυλ που τους κατέταξε πιο εύκολα στην κατηγορία των συγκροτημάτων που θα μπορούσαν να παίξουν σε στάδια. Και πάντα υπήρχε μια πολύ μεγάλη μερίδα γκόθικ και εναλλακτικού κοινού σε όλες τις χώρες που έλκονταν από τον ήχο τους.
English Electric. Ποιό είναι το concept του νέου σας δίσκου? Με ένα πρώτο άκουσμα με γυρνάει στην εποχή του Dazzle Ships...
Andy McCluskey : Είναι η δική μας απεικόνιση απέναντι στις χρήσεις και τις καταχρήσεις της τεχνολογίας στην τελευταία 50ετία. Τα μεταπολεμικά ουτοπικά οράματα που δεν τελειώνουν πάντα τόσο ελπιδοφόρα.
Ηχητικά διακρίνω μια έντονη ρετρό διάθεση..
Andy McCluskey : Ναι, προσπαθήσαμε συνειδητά να ξεχάσουμε τα τελευταία 30 χρόνια των κάπως πιο συγκαταβατικών συνθέσεων όπου είχαμε εγκλωβιστεί και να επιστρέψουμε στις πιο «τεμαχισμένες» και ασυνήθιστες ενορχηστρώσεις που είχαμε δημιουργήσει για το συγκρότημα όταν πρωτοξεκινούσε.
Το Metroland είναι μια όμορφα εμπνευσμένη από τους Kraftwerk σύνθεση. Ποιά πόλη είχες στο μυαλό σου όταν το έγραφες? Τι είναι η Metroland και γιατί σε ενέμπνευσε?
Andy McCluskey : Metroland ήταν το διαφημιστικό σλόγκαν του Μητροπολιτκού Σιδηρόδρομου του Λονδίνου που παρότρυνε τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν το κέντρο της πόλης και να ζήσουν στην εξοχή χρησιμοποιώντας την καθημερινή υπόγεια γραμμή. Το τραγούδι είναι μεταφορικό ως προς τις ενέργειες που κάνουμε για να βρούμε τον «παράδεισο», καταστρέφοντας στην πραγματικότητα αυτό που ψάχνουμε.
Kissing the Machine. Επανηχογραφήσατε και συμπεριλάβατε στο άλμπουμ αυτό το παλιό τραγούδι των Elektric Music, για το οποίο είχες συνεργαστεί με τον Karl Bartos 20 χρόνια πριν. Χαίρομαι που το ξανακούω, αλλά πως κι έτσι?
Andy McCluskey : Στιχουργικά και ως concept γενικότερα ταίριαζε στο English Electric και πολλοί άνθρωποι δεν είχαν την ευκαιρία να ακούσουν την αυθεντική εκτέλεση. Ο Paul το επεξεργάστηκε από την αρχή και το έκανε να ηχεί όπως έπρεπε για το νέο άλμπουμ.
Helen Of Troy. Η Ωραία Ελένη.. Νομίζω είναι ο πιο δημοφιλής γυναικείος χαρακτήρας από τους ήδη αρκετούς για τους οποίους έχεις τραγουδήσει. Περισσότερο και από την Ιωάννα της Λωραίνης πιστεύω.. Βλέπεις κάποιον ξεκάθαρο συμβολισμό στην Ελένη και αποφάσισες να τραγουδήσεις γι αυτήν?
Andy McCluskey : Το τραγούδι δεν είναι για την Ωραία Ελένη καθαυτή. Χρησιμοποιώ τον χαρακτήρα της μεταφορικά για την απόσταση και την απώλεια.
Πως προέκυψε η συνεργασία σας με τους δικούς μας Fotonovela? Ξέρω βέβαια ότι ο Γιώργος (Γερανιός) ήταν πάντα μεγάλος θαυμαστής των OMD...
Andy McCluskey : O Γιώργος μου είχε ζητήσει να τραγουδήσω ως καλεσμένος σε κάποιο τραγούδι των Fotonovela. Μου έστειλαν μερικά μουσικά κομμάτια, είχαμε συζητήσει και για το Helen Of Troy ως πιθανότητα...και δες τώρα τι ωραίο που βγήκε!
Συνεργάζεστε ακόμα με τον Peter Saville (Factory records, etc) για το artwork των δίσκων σας. Μπορείς να διαλέξεις το καλύτερο εξώφυλλο που έχει σχεδιάσει?
Andy McCluskey : Το αγαπημένο μου εξώφυλλο που έχει κάνει ο Peter είναι εκείνη η μπλε- πορτοκαλί έκδοση με τις εγκοπές για τον πρώτο δίσκο των Orchestral Manoeuvres in the Dark.
Πώς σου φάνηκε το σχέδιο που έκανε για το t-shirt της Εθνικής Αγγλίας πριν 2 χρόνια?
Andy McCluskey : Μου φάνηκε καταπληκτική ιδέα.
Έχεις κάποια άποψη για το νέο δίσκο του David Bowie?
Andy McCluskey : O David Bowie είναι ιδιοφυία και ενας από τους πιο σημαντικούς και επιδραστικούς μουσικούς της γενιάς μου. Έχει εδραιώσει την θέση του στο Πάνθεον της Ποπ Ιστορίας και του επιτρέπεται δικαιωματικά να απορροφά και να αντανακλά τα πάντα. Είναι εντελώς ασήμαντο τι πιστεύω εγώ για τον δίσκο του.
Καλύτερος synthpop δίσκος όλων των εποχών? Εξαιρούνται οι Kraftwerk και οι OMD.
Andy McCluskey : To Body Talk parts I & II της Robyn.
Ποιά θα ήταν τα πλεονεκτήματα μιας robot-wife?
Andy McCluskey : Υπάρχουν αμέτρητα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα για να αρχίσω να σου λέω. Σίγουρα πάντως προτιμώ μια human-wife.
Και τέλος, να επαναλάβω κι εγώ μετά από εσάς και να αναρωτηθώ: «Πού είναι ο παράδεισος που μας υποσχέθηκαν?»
Andy McCluskey : Προσπαθείς να τον φτιάξεις μόνος σου.. μέχρι που κάποιος θα στον πάρει μακριά.
Συνέντευξη: Κώστας Μπρέλλας
Μυσταγωγία, ρωμαϊκά όργια και φανταστικοί χαρακτήρες που ενσαρκώνονται on stage. Αυτή είναι η καθημερινότητα της Geneva Jacuzzi. Η τέχνη της. Η Ελληνοαμερικανίδα εικαστικός/μουσικός από το Los Angeles θα επισκεφθεί τη χώρα μας για δύο μουσικές performances σε Θεσσαλονίκη (Πέμπτη 11/4) και Αθήνα (Παρασκευή 12/4) και θα μεταφέρει την home-made bedroom pop της παρέα με όλα τα dark στοιχεία που τη περιβάλουν παρουσιάζοντας παράλληλα αρκετά τραγούδια από τον δίσκο που ετοιμάζει. Με την ευκαιρία, βρήκαμε τον χρόνο για μια μικρή συνέντευξη...
Είσαι εν ενεργεία καλλιτέχνις εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια, δημιουργώντας έργα τέχνης και μουσική ενώ έχεις περιοδεύσει σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία. Θεωρείς τον εαυτό σου περισσότερο μουσικό, καλλιτέχνη ή performer?
Δέκα χρόνια ε? Υποθέτω πως αυτό με κατατάσσει στη κατηγορία lifer!
Ο πρώτος σου δίσκος με τον τίτλο "Lamaze" κυκλοφόρησε το 2010 όμως, όπως έχεις δηλώσει, έχεις γράψει περισσότερα από 400 τραγούδια! Να περιμένουμε κάποια καινούρια κυκλοφορία σύντομα?
Ναι, αυτή την εποχή τελειώνω τον νέο μου δίσκο. Απλώς περιμένω κάποιον να μου πει τι να κάνω με αυτόν.
Πως ηχογραφείς? Έχω διαβάσει πως χρησιμοποιείς ένα οκτακάναλο για τις ηχογραφήσεις σου. Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείς όταν γράφεις?
Συνήθιζα να χρησιμοποιώ ένα οκτακάναλο αλλά ο Ariel Pink (μιλάει για τον frontman των Ariel Pink's Haunted Graffiti) το δανείστηκε και το κράτησε ως "αιχμάλωτο" του στο studio του. Προφανώς αυτό ήταν μια παγίδα για να με "βγάλει έξω από τη σπηλιά μου". Όμως ήμουν τόσο ερμητικά κλεισμένη εκεί μέσα για πολλά χιλιάδες χρόνια. Σύντομα θα έρθω σε επαφή με νέες τεχνολογίες πριν μπω ξανά σε ένα Studio ηχογράφησης. Οπότε έχω αρχίσει να χρησιμοποιώ το Garage Band για να ηχογραφώ τα τραγούδια μου. Πραγματικά δεν μου κάνει μεγάλη διαφορά το μέσο με το οποίο θα κάτσω να ηχογραφήσω Αρκεί να μη μου παίρνει χρόνο για να το "στήσω". Γνωρίζω πως υπάρχουν πολύ ανώτερα προγράμματα για αυτή τη δουλειά αλλά δεν χρησιμοποιώ midi ή sequencers οπότε είναι απλά θέμα πατήματος ενός κουμπιού που γράφει "rec".
Θα μπορούσες να μας πεις δύο λόγια για το project σου με τίτλο "Dark Ages"?
Βασικά το συγκεκριμένο project "τρέχει" εδώ και ενάμιση χρόνο και παρότι θα έπρεπε να έχει τελειώσει νωρίτερα, εγώ και ο φίλος μου Casey Obelisk έχουμε απορροφηθεί τόσο πολύ από τους διαφορετικούς χαρακτήρες αλλά και τα επίπεδα της παράστασης που έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι αν έχουμε χαθεί μέσα στον όλο Μύθο του. Είναι πολύ διασκεδαστικό να ανεβάζεις τέτοιες παραστάσεις σε πολλά και περίεργα μέρη. Όμως εν τέλη πρέπει να κλείσει αυτός ο κύκλος. Οι χαρακτήρες πρέπει να βρούνε τα νησιά στο κέντρο του Jacuzzi το οποίο βρίσκεται στο γυμναστήριο του αστυνομικού σώματος του Los Angeles.
Έχεις παρουσιάσει κατά καιρούς και αρκετά visual instalations σε αρκετές gallery. Από που εμπνέεσαι ως Visual Artist?
Εμπνέομαι από τα πάντα αλλά και από τίποτα. Πάρα πολλά αντικείμενα, ιδέες και καλλιτέχνες για να μπορώ να κατονομάσω κάποια από αυτά. Όμως πέρα από όλα αυτά, εμπνέομαι από το γεγονός πως έχω διαλέξει να φτιάχνω πράγματα. Ίσως ένας καλύτερος τρόπος να το εξηγήσω αυτό είναι πως το "εγώ" μου έχει βρει έναν τρόπο να παρεμβαίνει όπως νομίζει και ασχέτως με το πόσο παράλογο μπορεί να φανεί κάτι. Μια ελευθερία έκφρασης που όλοι έχουμε όμως λίγοι εκμεταλευόμαστε. Αν αυτό θεωρείται "καλό" ή "πρέπων" δεν εξαρτάται από εμένα. Είναι και δευτερεύον. Είναι ουσιαστικά σαν κάτι που κάνουν οι τρελοί άνθρωποι.
Επιστρέφεις στην Αθήνα (αλλά αυτή τη φορά θα εμφανισθείς και στη Θεσσαλονίκη) έπειτα από κάποιο διάστημα. Τι να περιμένουμε από εσένα αυτή τη φορά?
Είμαι χαρούμενη που θα μπορέσω να παρουσιάσω νέα τραγούδια. Αισθάνομαι πως στο παρελθόν, ήμουν τόσο απορροφημένη από την οπτική performance που με κράτησε μακριά από τις ηχογραφήσεις. Πλέον δίνω πιο πολύ σημασία στη μουσική. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που θέλησα να έρθω στην Ευρώπη αυτή τη φορά. Οι πιο πολλοί καλλιτέχνες περιοδεύουν ώστε να προωθήσουν έναν νέο δίσκο. Εγώ περιοδεύω για να τον "τεστάρω" με το κοινό.
Ποιες είναι οι βασικές σου μουσικές επιρροές? Τι σε εμπνέει μουσικά?
Αρχικά, όλα ξεκίνησαν όταν άρχισα να ακούω αρκετά minmal electro, industrial, avant- garde κ.λ.π. τα οποία κυκλοφόρησαν στα τέλη των 70's με αρχές των 80's. Πριν από αυτά ήμουν σαν χαζή. Δεν είχα ακούσει τίποτα πέραν όσων παίζουν στο ραδιόφωνο πριν τα 20 μου. Οπότε, όταν άκουσα Kraftwerk ή Throbbing Gristle, ενθουσιάστηκα! Όλα αυτά μου ακούγονταν αρχικά εύκολα. Τόσο εύκολα που πίστευα πως μπορούσα να το κάνω κι εγώ. Τώρα, είναι λιγάκι διαφορετικά τα πράγματα. Εμπνέομαι από καλή μουσική όμως δεν με ωθεί αυτό απαραίτητα στο να κάνω το ίδιο. Τώρα με εμπνέουν καλιτέχνες όπως ο Duchampe, o Cocteau, ο Warhol κ.α. που πειραματίστηκαν σε διαφορετικές φόρμες. Προσπαθώ πλέον να γράψω ένα θεατρικό έργο ή ένα film κι έπειτα η μουσική γράφεται για αυτό. Έχει έναν άλλο σκοπό πλέον.
Έχεις συνεργαστεί με τον John Maus αλλά και τον Ariel Pink. Τι κέρδισες απ΄π αυτές τις συνεργασίες?
Ο Ariel Pink και ο John Maus είναι πολύ καλοί μου φίλοι. Μιλάω μαζί τους πολύ συχνά για γενικά πράγματα που αφορούν τη ζωή. Όπως κάνουν όλοι με τους φίλους τους. Είναι τρομερά ταλαντούχοι και με εμπνέουν με τον ίδιο τρόπο που ο καθένας εμπνέεται από τους φίλους του. Είχα και κάποιες συνεργασίες μαζί τους οι οποίες με βοήθησαν να εξελιχθώ.
Είχες ποτέ καμία κακή εμπειρία κατά τη διάρκεια κάποιας εμφάνισης σου?
Ω Θεέ μου! Νομίζω πως είχα περισσότερες κακές παρά καλές. Σε βάθος χρόνου, δεν τις βλέπω ως κακές καθώς έμαθα από αυτές. Όμως, πρέπει να ομολογήσω πως, από μόνη μου δημιουργώ μια δύσκολη κατάσταση για τον εαυτό μου από το σημείο που ανεβαίνω στη σκηνή μόνη μου. Είναι το πιο ευάλωτο "στήσιμο" που υπάρχει και προκαλεί τις πιθανότητες για μεγάλες ψυχολογικές βλάβες! χαχα! Νομίζω πως το γεγονός πως με έχουν γιουχάρει, πως έχω πέσει πάνω στη σκηνή, πως έχει ξαφνικά σταματήσει να παίζει η μουσική κ.λ.π. δεν με έχει κάνει πιο σκληρή όμως, μου έχει δώσει μια πιο σοφή αίσθηση του χιούμορ. Μια μεταλλαγμένη αίσθηση του χιούμορ. Σχεδόν τα πάντα μου φαίνονται αστεία πλέον.
Αν ανοίξω το MP3 σου τι θα βρω?
Βασικά, έχω κυρίως ηχογραφημένα βιβλία. Τα λατρεύω. Αυτή την εποχή ακούω "Τα τρία στίγματα του Πάλμερ Έλντριτς" του Philip K. Dick. Είναι ο αγαπημένος μου!
Συνέντευξη: Αντώνης Κωνσταντάρας
*Η Geneva Jacuzzi θα εμφανισθεί live σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα στις 11/4 και 12/4 αντίστοιχα. Στη Θεσσαλονίκη στο Coo Bar ενώ το live της Αθήνας θα πραγματοποιηθεί στη Death Disco.
official site
Facebook pag
"Στα όνειρα μου ο κόσμος έχει ήδη τελειώσει χίλιες φορές από χίλιες αιτίες". Εξωγήινοι, serial killers, τελετουργίες, συναισθησία, φοβίες, κρυμμένα φαντάσματα του παρελθόντος, τρέλα. Αν και μάλλον περισσότερα από αυτά που θα άντεχαν οι περισσότεροι, έχω την αίσθηση πως τα προαναφερθέντα είναι μόνο ένα μικρό μέρος από όσα συνθέτουν την εφιαλτική Αποκάλυψη που πραγματοποιείται συχνά πυκνά στον κόσμο του ιθύνοντα νου των Soft Moon. Ο εσωστρεφής Luis Vasquez, σε πλήρη αντίθεση με τις σκοτεινές σκέψεις του, απεδείχθη ιδιαίτερα ευχάριστος συνομιλητής στην τηλεφωνική επικοινωνία μας και πολύ αποφασισμένος να παραμείνει ειλικρινής ως το Τέλος. Ακόμα και αν τελικά το "απαλό φεγγάρι" αγριέψει αυτήν την Παρασκευή στο Gagarin 205...
Οι Soft Moon ξεκίνησαν το 2009 από το διαμέρισμα σου στο Σαν Φρανσίσκο ως solo project. Αν και είναι ακόμη ως προς τις συνθέσεις, δύο επιπλέον μέλη συμπληρώνουν πια το line up επί σκηνής για να ενισχύσουν την εμπειρία του live. Από την στιγμή που το project είναι σε μεγάλο βαθμό ενδοσκοπικό, ποιες ήταν οι πρώτες σου σκέψεις όταν ο Justin Anastasi προσπάθησε να σε πείσει να γίνει μέρος του? Δεν φοβήθηκες πως η ανάμειξη άλλων μπορεί να διαστρέβλωνε το όραμα σου, έστω και εμμέσως?
Luis Vasquez: Ναι, όταν ο Justin με πλησίασε ήμουν καχύποπτος.. ποιος είναι αυτός ο τύπος, ξέρεις.. Στο πρώτο live έπαιξα με ένα προσωρινό line up και ο Justin έμαθε για το show, ήρθε εκεί και μου συστήθηκε. Αλλά εγώ στην αρχή ήμουν λίγο φρικαρισμένος του τύπου "αυτό είναι solo project, δεν προορίζεται για μπάντα". Εκείνος, όμως, κράτησε επαφή μαζί μου και με τον καιρό τελικά είπα ok. Ήρθε από το σπίτι, μού έπαιξε τα κομμάτια που είχε μάθει και συνεχίσαμε από εκεί. Αναφορικά με το solo project, μού είναι πολύ σημαντικό να γράφω εγώ τα κομμάτια, καθώς όλα τους αφορούν εμένα, τη ζωή μου, τις σκέψεις μου και τα συναισθήματα μου. Επίσης είναι ένας τρόπος να παραμένω λογικός και όχι στο περίπου τρελός. Η μουσική λειτουργεί πολύ θεραπευτικά για μένα, οπότε από την στιγμή που ξεκίνησε με αυτόν τον τρόπο πιστεύω πως είναι σημαντικό να παραμείνει έτσι. Υπάρχουν δυο πολύ ισχυρές συνιστώσες στους Soft Moon, το live act και η solo διαδικασία. Το live act κατά κάποιον τρόπο νομίζω πως ενισχύει τις συνθέσεις, τις κάνει ακόμα πιο δυνατές, οπότε νομίζω πως λειτουργούν πολύ όμορφα μαζί και είμαι πραγματικά χαρούμενος όπως εξελίχθηκε.
Ο αναγνωρίσιμος ήχος σου δημιουργεί, τουλάχιστον για μένα, μια γέφυρα μεταξύ διαφορετικών χωρο-χρονικών σημείων καθορισμένων από αναμνήσεις, φόβους και όνειρα.
Luis Vasquez: Είναι σίγουρα σωστό αυτό που λες, αυτοί είναι οι τρεις βασικοί παράγοντες. Χρησιμοποιώ τα όργανα μου με τέτοιο τρόπο ώστε να μιμηθώ, να αιχμαλωτίσω τους ήχους κάποιου φόβου ή ενός κακού ονείρου για παράδειγμα, προσπαθώντας βασικά να αναδημιουργήσω ηχητικά αυτές τις στιγμές. Οπότε, ναι, όλοι οι ήχοι μου ξεκινούν με μένα να προσπαθώ να μιμηθώ κάποιο φόβο ή όνειρο ή ανάμνηση.
Διόρθωσε με αν κάνω λάθος, αλλά δεν επεξεργάζεσαι τον ήχο σου ούτε χρησιμοποιείς software, σωστά?
Luis Vasquez: Όχι, δεν χρησιμοποιώ καθόλου software, μου αρέσουν τα πραγματικά όργανα και τα αναλογικά synthesizers. Το μόνο software που χρησιμοποιώ είναι για την ηχογράφηση τους, μέχρι εκεί. Software όργανα ποτέ. Προσωπικά έχω την ανάγκη να είναι πιο φυσικά.
Στο ντεμπούτο σου θέλησες να φέρεις το παρελθόν σου σε επαφή με το παρόν για να μάθεις ποιος είσαι. Αναφέρεσαι στα κομμάτια του ως "στιγμιότυπα συναισθημάτων" από την σκληρή παιδική σου ηλικία και τα εφηβικά χρόνια σου όσο ζούσες στην έρημο Μοχάβι. Βρήκες αυτό που έψαχνες? Μερικοί λένε πως αν σκάβεις βαθειά μπορεί και να βγουν πράγματα στην επιφάνεια που θα εύχεσαι να μην είχαν βρεθεί ποτέ.
Luis Vasquez: Σχετικά με αυτό, ξέρεις, είναι κάπως ειρωνικό το γεγονός, γιατί ξεκίνησα αυτό το project ως ένα μέσο να επουλωθώ και να μάθω και να ανακαλύψω, να γίνω καλύτερος άνθρωπος ή οτιδήποτε. Αλλά ανακάλυψα ότι γίνομαι ολοένα και πιο συναισθηματικός και λίγο πιο σκοτεινός, ακριβώς επειδή τραβάω προς τα έξω πράγματα που είχα κρύψει ουσιαστικά, πράγματα που μάλλον δεν ευχόμουν να θυμηθώ. Οπότε ναι, φέρνοντας τα στην επιφάνεια μπαίνω κάπως σε μια καθοδική τροχιά αν καταλαβαίνεις τι εννοώ..
Μετανιώνεις?
Luis Vasquez: Όχι, καθόλου. Δεν μετανιώνω. Αν με κάνει να νιώθω πιο αληθινός, είμαι χαρούμενος με αυτό, που ανακαλύπτω πράγματα που έχω κρύψει. Νομίζω πως εξακολουθεί να είναι κάποιου είδους κατόρθωμα, κάτι για το οποίο θα χαίρομαι που το κατάφερα πριν πεθάνω. Αλλά θα δούμε τι θα γίνει όταν αρχίσω να γράφω το μελλοντικό υλικό. Μπορεί να έχω ήδη ξεθάψει οτιδήποτε είχα ανάγκη να ξεθάψω. Δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει όταν αρχίσω να γράφω για το επόμενο άλμπουμ. Μπορεί να γίνω ακόμα πιο σκοτεινός, μπορεί να πάω ακόμα πιο βαθειά ή μπορεί να αλλάξω κατεύθυνση και να κάνω χαρούμενο τον εαυτό μου με κάποιον τρόπο.
Όπως είπες πριν, οι Soft Moon αποτελούν αναγκαιότητα για σένα χάρη στις θεραπευτικές ιδιότητες της έκφρασης σου μέσα από αυτούς. Το βρίσκω πολύ θαρραλέο που μιλάς ανοιχτά για κάποιες φοβίες και για τα προβλήματα άγχους σου σε συνεντεύξεις. Πολλά θρησκευτικά ή/και πνευματικά κινήματα χρησιμοποιούν ήχους, εικόνες και κίνηση στο πλαίσιο διαδικασιών επούλωσης. Η οικογένεια σου κατάγεται από την Κούβα και είναι εξοικειωμένη με τις πρακτικές της Σαντερία. Αυτό το υπόβαθρο έχει επηρεάσει τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι την μουσική?
Luis Vasquez: Ναι, οπωσδήποτε! Είναι ένας τεράστιος παράγοντας, μια μεγάλη έμπνευση και επιρροή στην μουσική μου. Η γιαγιά μου είναι πολύ πνευματικός άνθρωπος και εξασκεί την Σαντερία. Και η μουσική και η Σαντερία πάνε χέρι χέρι. Συνήθως παίζουν ειδικά όργανα για να μιλήσουν με συγκεκριμένους αγίους ή θεότητες. Αυτό το υπόβαθρο με έχει βοηθήσει να γίνω πολύ ειλικρινής στην έκφραση μου και να εκφράζομαι σε ένα βαθύτερο επίπεδο. Επίσης με κρατάει πολύ πρωτογενή, να παραμένω πολύ ανθρώπινος, να προσεγγίζω τα συναισθήματα μου και να πολεμάω τους δαίμονες μου. Οπότε ναι, με έχει βοηθήσει πολύ. Το αίμα υποθέτω (γελάει). Το αίμα που έχω με βοηθάει να δημιουργώ.
Ακόμα και η επανάληψη των στίχων σου μερικές φορές μοιάζουν με ψαλμωδίες που παλεύουν να ακουστούν. Ωστόσο έχεις παραδεχτεί πως δεν ενδιαφέρεσαι ιδιαίτερα για αυτό το κομμάτι. "I know the power of words, I know words' tocsin", έγραψε ο Μαγιακόφσκι. Δεν το συμμερίζεσαι?
Luis Vasquez: Πραγματικά πιστεύω στην δύναμη των λέξεων, αλλά το να τους γράφω εγώ καταλήγει σε προσωπική μάχη. Τυχαίνει να παλεύω με τις λέξεις. Όταν είναι να εκφράσω το πώς νιώθω, ποτέ δεν βρίσκω τις σωστές. Μερικές φορές ανακαλύπτω ότι μπορώ να γράψω μια μικρή πρόταση ή φράση και πως αυτό είναι όσα έχω ανάγκη να πω. Για αυτό επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά.. Χρησιμοποιώ την επανάληψη για να δημιουργήσω αυτό το ύφος ψαλμωδίας, αλλά και επειδή νομίζω πως το επαναλαμβανόμενο μοτίβο κάπως υπνωτίζει τους ανθρώπους, τους μαγεύει, τους φέρνει σε έκσταση. Νομίζω πως αυτός είναι ο λόγος που στην ηλεκτρονική μουσική την ονόμασαν trance, επειδή με την συνεχή επανάληψη σε κάνει να θέλεις να χορέψεις και να πιστέψεις πως κατά κάποιον τρόπο θα συνεχίσεις αιώνια. Νομίζω πως είναι ένα πολύ σημαντικό μέσο να καταδυθείς όλο και πιο βαθειά στο μυαλό σου, σχεδόν σαν ένα τρόπος ύπνωσης.
Σε αντίθεση με το ντεμπούτο σου, στο δεύτερο άλμπουμ Zeros καταπιάστηκες με την ενηλικίωση και βασίστηκες στα επανειλημμένα όνειρα που έχεις για το τέλος του κόσμου. Αν μπορούσες να τραβήξεις μια φωτογραφία από αυτό το μετα-αποκαλυπτικό σκηνικό, τι θα βλέπαμε? Σε τι οφείλεται το τέλος το κόσμου?
Luis Vasquez: Χμ.. έχω πάρα πάρα πάρα πολλά τέτοια όνειρα για το τέλος του κόσμου και όλα τελειώνουν διαφορετικά κάθε φορά. Μου είναι πολύ δύσκολο να απαντήσω, ποτέ δεν τελειώνουν με τον ίδιο τρόπο. Πράγμα περίεργο τώρα που το σκέφτομαι, γιατί αυτά τα όνειρα τα έχω από παιδί και είναι πάντα διαφορετικά. Για παράδειγμα η γη απλώς πέφτει ή εκρήγνυται ή εισβάλλουν εξωγήινοι ή νερό πνίγει ολόκληρο τον πλανήτη.. Το χειρότερο είναι αυτό με την γη που πέφτει γιατί είναι πολύ έντονο, αλλά τέλος πάντων.. [γελάει].. δεν ξέρω.. ποιος ξέρει.. τόσοι διαφορετικοί τρόποι... Σχετικά με το πού οφείλεται.. και αυτό είναι διαφορετικό κάθε φορά. Στα όνειρα μου ο κόσμος έχει ήδη τελειώσει χίλιες φορές από χίλιες αιτίες.
Αυτό πρέπει να είναι αρκετά τραυματικό..
Luis Vasquez: Ναι! Είναι πάρα πάρα πάρα πολύ τρομακτικό. Νιώθω πολύ ευάλωτος. Αλλά υπάρχουν και κάποιες άλλες φορές που απλώς το δέχομαι, κάτι που είναι πολύ ενδιαφέρον. Υπήρξε ένα όνειρο πρόσφατα, στο οποίο ερχόταν το τέλος του κόσμου και εγώ καθόμουν σε μια καρέκλα σε ένα δωμάτιο και απλώς έκλεισα τα μάτια μου και περίμενα όλα να τελειώσουν. Απλώς το αποδέχτηκα, αφού κανείς δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι..
Παρακολούθησα πρόσφατα το Enter the Void του Gaspar Noe και ενθουσιάστηκα. Το θέμα του «συναισθηματισμού των θηλαστικών και της απαστράπτουσας κενότητας της ανθρώπινης εμπειρίας» (σύμφωνα με τα λόγια του σκηνοθέτη), καθώς και ο τρόπος με τον οποίο ως θεατές βιώσαμε την εξωσωματική εμπειρία του βασικού χαρακτήρα του μέσα από την δική του οπτική γωνία, μου έφερε στο μυαλό την εναρκτήρια σκηνή/κομμάτι του Zeros, στην οποία εισέρχεσαι στο υποσυνείδητο σου παίρνοντας μας μαζί σου, και την ανεστραμμένη version του στο τέλος του άλμπουμ, όπου καθώς εξέρχεσαι από αυτό φέρνεις και τον καθένα μας πίσω στην δική του πραγματικότητα. Αν μπορούσες να μπεις στο μυαλό οποιουδήποτε στον κόσμο, ποιου θα επέλεγες?
Luis Vasquez: Χμ.. Οποιουδήποτε? Ουάου.. Μάλλον θα ήταν κάποιου serial killer ή κάτι τέτοιο... μπορεί σε κάποιου σαν τον Ted Bundy. Πάντως είναι πράγματι περίεργο που ανέφερες το Enter the Void και θα εκπλαγείς όταν δεις το νέο video που θα βγει σε λίγες εβδομάδες. Είναι για το κομμάτι Want και είναι πολύ εμπνευσμένο από την συγκεκριμένη ταινία του Gaspar Noe. Υπάρχουν στοιχεία slasher film, σαν ταινία για serial killers, με εξωσωματικές εμπειρίες και μικροβιολογία και τέτοια πράγματα. Έχε το νου σου να το δεις. Άρα θα έλεγα... μάλλον στο μυαλό κάποιου serial killer. Δεν ξέρω αν θα ήταν κάποιου συγκεκριμένου, μπορεί του Ted Bundy ή κάποιου σαν και αυτόν, τέτοιου είδους δολοφόνο.
Αυτή η απάντηση δημιουργεί πολλά ερωτηματικά..
Luis Vasquez: [γελάει] Μπορεί.. αλλά είμαι απλώς ειλικρινής όπως είπα νωρίτερα..
Κάπου διάβασα ότι όταν ακούς ήχους, βλέπεις σχήματα. Για παράδειγμα όταν ακούς ένα kick drum, βλέπεις έναν κύκλο. Αυτό μοιάζει με κάποια μορφή συναισθησίας και μου ακούγεται πολύ ενδιαφέρον. Θα ήθελες να μας πεις περισσότερα?
Luis Vasquez: Δεν είναι ακριβώς ότι όταν ακούω κάποιον ήχο, όπως ένα snare drum, βλέπω απαραιτήτως κάτι. Είναι περισσότερο όταν ακούω μουσική. Όταν ακούω ένα τραγούδι, συγκεκριμένα μέρη της μουσικής του, σχηματίζουν σχήματα στο μυαλό μου και τέτοια πράγματα.
Είναι τα εξώφυλλα των άλμπουμ σου μια καλλιτεχνική αναπαράσταση του πώς φαίνεται η μουσική σου?
Luis Vasquez: Ναι, ακριβώς για αυτό τον λόγο χρησιμοποιώ αυτήν την αισθητική, επειδή στην τελική η μουσική μου είναι για το ποιος είμαι και τι είμαι. Έτσι σκέφτηκα πως αφού θα είμαι ειλικρινής με την μουσική μου, τότε θα είμαι ειλικρινής και με το εικαστικό κομμάτι και θα παρουσιάσω αυτό που βλέπω. Ώστε να καταλήξει κάτι σαν μια πολύ-αισθητηριακή παρουσίαση του project.
Ο John Foxx είπε πως "οι Soft Moon βρίσκονται εκεί που ο μινιμαλισμός μεγιστοποιείται σε ένα σύμπαν πιθανοτήτων". Τέτοια λόγια από το στόμα ενός τόσο πρωτοπόρου μουσικού πρέπει να είναι πολύ κολακευτικά. Πώς προέκυψε η συνεργασία στο single "Evidence"?
Luis Vasquez: Ο John Foxx με προσέγγισε από το πουθενά. Δεν είχα ιδέα ότι έχει ακούσει έστω κάτι από Soft Moon ή κάτι τέτοιο. Έλαβα ένα email του που ήταν ξεκάθαρο "θα ήθελα να κάνουμε μια συνεργασία μαζί". Φυσικά σοκαρίστηκα και κολακεύτηκα. Αμέσως μετά φύγαμε για τουρ και όταν ήμασταν στον Λονδίνο τον κάλεσα στη συναυλία. Όταν τέλειωσε το live, συναντηθήκαμε backstage και μιλήσαμε πολύ για μουσική και την ζωή γενικά και συζητήσαμε περισσότερο για την συνεργασία. Όταν επέστρεψα από την tour, μου είχε στείλει με email το κομμάτι πάνω στο οποίο δούλευε, το δούλεψα και εγώ, το έστειλα πίσω, έβαλε φωνητικά και αυτό ήταν όλο.
Όροι όπως post-punk, post-industrial, kraut κ.τ.λ. είθισται να χρησιμοποιούνται για να προσδιορίσουν την μουσική σου. Αλλά πέρα από τις μουσικές ταμπέλες, η λέξη που αισθάνομαι ότι την περιγράφει καλύτερα είναι primal(=πρωτογενής), ειδικά αφού προκαλεί συγκεκριμένα συναισθήματα σε πολύ διαφορετικό είδος ανθρώπων και δεν περιορίζεται μόνο στην αίσθηση της ακοής. Ανυπομονώ να επαληθευτώ στο σόου της Αθήνας. Είπες ότι θα ήθελες να δημιουργήσεις μια πολυ-αισθητηριακή εμπειρία. Πώς σκοπεύεις να το πετύχεις αυτό? Παρακολούθησες ποτέ κάποιο live που έπαθες πλάκα και ήταν κοντά σε αυτό που ονειρεύεσαι?
Luis Vasquez: Ενδιαφέρον που λες primal. Αυτή πιθανότατα είναι μια από τις αγαπημένες μου λέξεις. Για την ακρίβεια την σκεφτόμουν πριν κανά χρόνο, πάντα την είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου ως τίτλο κάποιου άλμπουμ, άρα μάλλον υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το τρίτο να ονομαστεί primal. Έπεσες ακριβώς μέσα, γιατί έτσι στην πραγματικότητα περιγράφω την μουσική μου: primal, retro-futuristic ή post-apocalyptic. Κάποιο σόου που έπαθα πλάκα, ε?.. χμ.. μάλλον κάποιο σαν αυτό των Daft Punk? Το live τους είναι πολύ έντονο και για να καταφέρουμε κάτι ανάλογο πρέπει συνεχώς να προχωράμε μπροστά. Αν γινόμασταν λίγο πιο γνωστοί και βγάζαμε περισσότερα χρήματα θα τα επενδύαμε στις ζωντανές εμφανίσεις μας για να δημιουργήσουμε μια εκρηκτική εμπειρία. Κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε με αυτά που έχουμε προς το παρόν και ελπίζουμε στο μέλλον να έχουμε περισσότερα λεφτά για να επενδύσουμε στον κατάλληλο φωτισμό και στην αντίστοιχα κατάλληλη συντονισμένη οπτική εμπειρία. Το καλύτερο live που έχω πάει είναι πιθανότατα των Daft Punk.
Συνέντευξη: Eva Me.
Μετάφραση - Κείμενο: Eva Me.
Υπάρχουν φορές που ενόψει κάποιου live όλα τα στοιχεία συγκλίνουν στην επιτυχία της έκβασης του. Η ανακοίνωση και μόνο του συγκεκριμένου live αν μην τι άλλο τράβηξε το ενδιαφέρον του τοπικού underground κοινού. Και τα τρία ονόματα που θα εμφανιζόντουσαν είχαν το καθένα από πλευράς του τραβήξει την προσοχή μας τελευταία και όλα μαζί αποτελούσαν ένα δυνατό σύνολο αντιπροσωπευτικό της ανεβασμένης αυτό το καιρό cold wave / mininam synth σκηνής στην χώρα μας.
"...μια μηχανή, φτιαγμένη με ασύμβατα μεταξύ τους εξαρτήματα, που με κάποιο μαγικό τρόπο λειτουργεί!" Έτσι μας συστήθηκαν και με κάποιο παρόμοιο μαγικό τρόπο λειτουργούν θαυμάσια και απροσδιόριστα οι υπόγειες κινηματογραφικές συνθέσεις τους. Με το ξεκίνημα κέρδισαν τις ενυπώσεις, πατάνε γερά στις βάσεις που δημιούργησε ο πρώτος τους δίσκος στην Inner Ear και ετοιμάζονται για μια σειρά από συναυλίες, με πρώτη αυτή στο Fuzz το ερχόμενο Σάββατο παρέα με τους Victory Collapse. O Γιάννης Παπαιωάννου (synthesizers / electronics) και ο Τάσος Νικογιάννης (κιθάρες) μιλάνε στο Postwave.gr για τους "κανόνες" των Mechanimal.
Πριν μας χαιρετήσει το 2012, η κυκλοφορία του "Mechanimal" απέσπασε εντυπωσιακά σχόλια από περιοδικά, βρήκε θέση σε λίστες με τους πιο αγαπημένους μουσικούς προορισμούς για τη χρονιά που πέρασε. Κάποιοι το κατέταξαν στις πολύ καλές δισκογραφικές στιγμές της ελληνικής σκηνής γενικά. Εκτός από χαρούμενοι, πώς νοιώθετε που διαβάζετε μόνο καλά λόγια για τη μουσική σας;
ΓΠ: Είτε μας αρέσει είτε όχι, όταν το έργο όποιας Τέχνης γίνεται εμπορεύσιμο προϊόν τότε πρέπει να «διακινηθεί» με χίλιους τρόπους όπως κριτικές, ΔΤ, τηλέφωνα, email και άλλες διαδικασίες που τα μπορεί να εκφράζουν τα σύγχρονα ΜΜΕ. Έτσι ανάμεσα στο δημιουργό και το κοινό υπάρχουν ξαφνικά «παρεμβολές» που αναμφίβολλα επιδρούν. Μιλώντας προσωπικά για μένα είναι αναμφίβολλα «μαγικό» το ότι η άλλη πλευρά των ΜΜΕ διάλεξε και τίμησε το ντεμπούτο μας με πολύ καλά λόγια, με τίτλους και εξαιρετικά σχόλια, αλλά πάλι όλα αυτά είναι ένα παιχνίδι που δεν τελειώνει ποτέ. Και μέσα σ' αυτό, όλοι ξέρουμε ότι μπορεί να υπάρξουν και η αυθάδεια, και ο εγωισμός και η υπεροψία και τα άσχημα σχόλια. Κι αυτές παρεμβολές είναι, ούτε καν θόρυβος. Τουλάχιστον από την μεριά μου γνωρίζω, πολύ καλά τόσα χρόνια πια, ότι δεν το παίρνω και πολύ στα σοβαρά αυτό το παιχνίδι. Αντίθετα, παίρνω σοβαρά τους δικούς μου καλλιτεχνικούς κανόνες, στους οποίους και παραμένω τουλάχιστον συνεπής.
ΤΝ: Εμένα μου αρέσει να διαβάζω πράγματα για τη μουσική μας, γιατί έτσι μαθαίνω πολλά, ειδικά για αυτόν ή αυτή που τα γραφει.
Υπάρχουν πράγματα στα οποία θα θέλατε να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον του κόσμου που σας άκουσε, αλλά θάφτηκαν κάτω από γενικά θετικά σχόλια; Έχετε νοιώσει ποτέ στην πορεία σας ως μουσικοί ότι μια ή περισσότερες φορές η προσπάθειά σας δε βρήκε απήχηση, ή δεν εκτιμήθηκε όπως και όσο θα «έπρεπε»;
ΓΠ: Ένας μεγάλος και σοφός άνθρωπος μου είχε πει κάποτε ότι δε σβήνει ποτέ η δίψα των καλλιτεχνών για φήμη. Είναι μια μεγάλη αλήθεια: οι καλλιτέχνες δεν είναι ποτέ ικανοποιημένοι με το έργο τους, πόσο μάλλον με την απήχησή του.
ΤΝ: Παράπονα δικαιούμαστε να έχουμε μόνο από τους εαυτούς μας, όταν δεν είμαστε αληθινοί απέναντι μας. Η απήχηση δεν αποτελεί αυτοσκοπό - ούτε καν σκοπό.
Ο χαρακτηρισμός «αστική» έχει επισημανθεί ιδιαίτερα για την ατμόσφαιρα της μουσικής των Mechanimal. Από ποιες πλευρές της πόλης νοιώθετε ότι αντλείτε έμπνευση; Ποια θα μπορούσατε να πείτε ότι είναι η πιο «μουσική» εικόνα της Αθήνας; Τι σας ενοχλεί περισσότερο στην πόλη που κυκλοφορείτε;
ΤΝ: Δεν αναλύω αυτό που κάνουμε, πόσό μάλλον αυτό που μας εμπνέει. Απλώς αντιδρώ στα ερεθίσματα που παίρνω απο τους band mates μου. Όσο για την Αθήνα, είναι ένας κακός εθισμός.
ΓΠ: Υπάρχουν πολλές εικόνες από την Αθήνα στην μουσική των Mechanimal. Άλλες σκηνές μιας δύσκολης καθημερινότητας κι άλλες σκηνές, πιο νυχτερινές, μια πόλης που αλλάζει πρόσωπο το βράδυ.
Πάμε για λίγο στο παρελθόν. Γιάννη, ως ιδρυτικό μέλος των Rehearsed Dreams, πως σου φαίνεται όλο αυτό το κύμα επανεκδόσεων ελληνικών δίσκων από εκείνη την εποχή? Να περιμένουμε και τους Rehearsed Dreams να μπουν στην ήδη μεγάλη λίστα?
ΓΠ: Ναι, ήδη ετοιμάζεται μια επανέκδοση του "Repulsion" από την Geheimnis Records, η οποία θα συμπεριλαμβάνει και ένα ακόμη άλμπουμ με τα δύο πρώτα demo των Rehearsed Dreams, ηχογραφημένα το 1983 και το 1984. Αυτά περιέχουν κομμάτια των Rehearsed που δεν έχουν ακουστεί ποτέ, κάποια πολύ δυσεύρετα κομμάτια, πολύ διαφορετικά στο ύφος τους από το άλμπουμ, πιο ηλεκτρονικά και μίνιμαλ. Επίσης υπάρχει ακυκλοφόρητο το υλικό από το δεύτερο άλμπουμ μας, που ηχογραφήσαμε το χειμώνα του 1985 μαζί με τον Σπύρο και χωρίς τον Βασίλη τον ντράμερ μας, και με καλεσμένους τον Fill και τον Ανδρέα από τους Yell-O-Yell στο θρυλικό Columbia στον Περισσό. Από αυτό το υλικό κυκλοφόρησε πέρυσι το σιγνκλ «Τrip» από την Inner Ear.
Πως ήταν η συνεργασία σου με τον συγχωρεμένο Fill Scars των Yell-O-Yell στο αλμπουμ που κάνατε για την Creep Records?
ΓΠ: O Fill ήταν ένας πολύ ταλαντούχος άνθρωπος, πρωτοποριακός, γεμάτος ιδέες, και προ πάντων δεν είχε κανέναν καλλιτεχνικό ενδοιασμό, κανένα κόλλημα. Ήταν όχι μόνο χαρά μου αλλά και τιμή μου που είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί του και ειδικά στις ηχογραφήσεις του δεύτερου ακυκλοφόρητου άλμπουμ μας. Πραγματικά το διασκεδάζαμε τότε. Μπορεί να φαίνεται ως μια μεγάλη αντίθεση αλλά όσο σκοτεινή μπορεί να ήταν η μουσική μας, άλλο τόσο περνάγαμε καλά στο στούντιο κάνοντας πλάκα μεταξύ μας. Ακόμα και οι βόλτες μας στη σκοτεινή τότε Αθήνα, ήταν γεμάτες γέλια και πλάκες. Επίσης, δεν πρόκειται να ξεχάσω, όταν γύρω στο 1986 ο Fill είχε εκφράσει την ιδέα να φτιάξει ένα προσωπικό άλμπουμ με διασκευές και δύο από τα κομμάτια που είχαμε δοκιμάσει ήταν το All Tomorrow's Parties των Velvet και το Decades των Joy Division. Αυτές οι πρόβες στο θρυλικό στούντιο μας στο Βύρωνα, είναι κάτι που δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου.
H Elfish Records που έφτιαξες στην αρχή των 90's μαζί με τον Μάκη Φάρο ήταν τελικά ένα πείραμα που πέτυχε ή απέτυχε?
ΓΠ: Σαφώς απέτυχε και βασικά οικονομικά. Ωστόσο, είχε και αυτή η εμπειρία, αν θέλεις, στιγμές οι οποίες τουλάχιστον σημάδεψαν την πορεία μου, στιγμές που ακόμα και σήμερα νιώθω πολύ καλά που τις έκανα ή τις τόλμησα. Μια από αυτές, περιλαμβάνει όλη την αλληλογραφία με τη δικηγόρο και αντζέντισα του J.G. Ballard η οποία δεν μας έδινε την άδεια να χρησιμοποιήσουμε το όνομα του συγγραφέα στο εξώφυλλο της συλλογής Crash που είχαμε φτιάξει. Φυσικά δεν την άκουσα ποτέ. Η συλλογή κυκλοφόρησε ως Crash: A Tribute to J.G. Ballard και ακόμα νιώθω πολύ περήφανος που τελικά έγινε μια τόσο ομαδική δουλειά για το έργο του Ballard. Κάτι που χάρη στο φίλο Ηρακλή Ρενιέρη έφτασε και στον ίδιο το συγγραφέα, ο οποίος μάλιστα είχε απορήσει που είχε τόσους φαν μουσικούς στην Ελλάδα.
Σημείο των καιρών, πρόοδος, κατάπτωση, πείτε το όπως θέλετε, αλλά ένα ερώτημα που πλέον έχει λογική να διατυπώνεται είναι : Αγοράζετε μουσική; Η εμμονή ή αδιαφορία αρκετού κόσμου στο μέσο εγγραφής της μουσικής (mp3, βινύλια, cd) έχει νόημα για σας, ή τη βρίσκετε ανούσια νοσταλγία, αδιαφορία για την ποιότητα, θυσία στην ευκολία κλπ;
ΓΠ: Αγοράζω τα πάντα. Παίζω με τα πάντα. Και σέβομαι όλα τα μέσα που κρύβουν μέσα τους μουσική. Το καθένα έπαιξε το ρόλο του στην πορεία μου. Εξάλλου, ένα μεγάλο κομμάτι από το υλικό των Rehearsed Dreams «ανακτίθηκε» μέσα από ξεχασμένες κασσέτες. Ναι, είμαι πολύ χαρούμενος για τη συλλογή μου η οποία περιέχει βινύλια, flexidiscs, επίσημες κασσέτες, πειρατικές κασσέτες, μαγνητοταινίες, DAT, bootlegs, συλλεκτικά κουτιά, αριθμημένα αντίτυπα, ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, μαζί με αμέτρητα mp3, τα οποία (αλήθεια είναι) βοηθούν πολύ στην καθημερινή ακρόαση. Κι όλα αυτά εξυπηρετούν ένα και μόνο πράγμα: την μουσική. Και μου αρέσει αυτό.
ΤΝ: Αδιαφορώ για τα formats διακίνησης της μουσικής. Ως μουσικός, προτιμώ τον ακροατή που κατέβασε παράνομα το άλμπουμ μας για να το λιώσει στο iPod του και να έρθει να ζήσει την εμπειρία ενός λάιβ μας, παρά εκείνον που θα τον αγοράσει για να τον κρατήσει σφραγισμένο στη δισκοθήκη του.
Τι απαντάτε όταν σας ρωτάνε τι μουσική ακούτε;
ΤΝ: Ακούω τα πάντα. Αυτό δε σημαίνει ότι μου αρέσουν τα πάντα. Αγαπώ τους Talking Heads της περιόδου Eno, τους Sonic Youth και τον Trent Reznor.
ΓΠ: Εγώ απαντώ «ξένες μοντέρνες επιτυχίες».
Κάποια συγκροτήματα που πιθανότατα έχουν επιδράσει στον ήχο σας, όπως οι Can, οι Neu!, οι Joy Division,οι Kraftwerk, οι Neubauten, χαρακτηρίστηκαν εκτός των άλλων, από την προσπάθεια να απαλλαγούν από τη μουσική του παρελθόντος, να αποδομήσουν το παλιό και να ανοίξουν το δρόμο για κάτι νέο και αντισυμβατικό. Τι πιστεύετε ότι χαρακτηρίζει τη δικιά σας γενιά μουσικών;
ΓΠ: Η δική μου γενιά είναι παλιά και αν τη σημάδεψε κάτι αυτό ήταν ο μηδενισμός του punk.
ΤΝ: Η εμμονή στη δημόσια εικόνα.
Έχω την εντύπωση ότι όσο πάει και η μουσική που κυκλοφορεί φοβάται τη ρήξη με το παρελθόν όλο και περισσότερο... Συμφωνείτε;
ΤΝ: Δεν θεωρώ ότι η ρήξη με το παρελθόν είναι η συνταγή που θα μας δώσει τη μουσική του μέλλοντος. Η αποδοχή του παρελθόντος και η χρησιμοποίηση αυτών που μάθαμε από αυτό, ίσως.
ΓΠ: Θα συμφωνήσω, και θα προσθέσω ότι η πρόοδος της μουσικής τεχνολογίας έχει ξεφύγει τα τελευταία χρόνια. Μαζί της και οι μουσικές που βγαίνουν μέσα από νέες μηχανές. Το Dubstep ένα καλό παράδειγμα, δεν με έχει ενθουσιάζει, ούτε με έχει συγκινήσει όπως με συγκίνησε ας πούμε το καινούργιο των My Bloody Valentine, που πέρα από τον μύθο του, πατάει γερά σε παλιές φόρμες και γεννάει ένα απίστευτα μοντέρνο αποτέλεσμα.
Φαίνεται ότι η εικόνα και η σύνδεσή της με τον ήχο, έχει μεγάλη σημασία για εσάς. Πώς προσπαθείτε να «στήσετε» αυτή τη συνεργασία στις συναυλίες σας, και ποιος πιστεύετε ότι θα ήταν ο τέλειος τρόπος να δίνετε συναυλίες για να υποστηρίξετε μουσική και εικόνες;
ΓΠ: Υποστηρίζουμε τις ζωντανές εμφανίσεις μας με προβολές visuals τις οποίες επιμελείται το «τέταρτο» μέλος των Mechanimal, η Αγγελική Βρεττού. Πέρα από ένα ποσοστό που αποτελείται από ένα κολάζ σκηνών από arthouse κινηματογράφο, όλα τα υπόλοιπα είναι σχεδιασμένα και μονταρισμένα στην μουσική μας. Ιδανικά, θέλουμε κάποια στιγμή όλη τη διάρκεια μιας παράστασής μας να την καλύπτουν βίντεο τα οποία έχουν σκηνοθετηθεί και φτιαχτεί πάνω στην μουσική μας.
Οι οικονομικές δυσκολίες δεν εμποδίζουν τη φαντασία: ποιο θα ήταν ένα ιδανικό line up για τα γούστα σας, ενός φεστιβάλ το καλοκαίρι;
ΓΠ: Για μένα ένα ιδανικό φεστιβάλ θα ήταν ένα μεγάλο ελληνικό φεστιβάλ. Εκεί που θα έπαιζαν μαζί o Μιχάλης Δέλτα, οι Keep Shelly In Athens, οι Wonky Doll & The Echo, ο Lee Burton, οι BLML, οι Μy Wet Calvin, η May Roosevelt, o Serafim Tsotsonis, οι Baby Guru, οι Victory Collapse, οι Mohammad, οι Drobbs, οι Victim Of Society, ο Sunset Blvd., o Pan Pan, o Φανταστικός Ήχος, ο Larry Gus, οι Hana, οι Drog_A_Tek. Όλοι μαζί, αν ήταν ποτέ δυνατόν!
ΤΝ: Θέλω να δω τους Yeah Yeah Yeahs, τον Lee Ranaldo και τους The National.
Ποιο ελληνικό group σας έχει κάνει την καλύτερη εντύπωση τελευταία;
ΓΠ: Τώρα τελευταία έδωσα ιδιαίτερη προσοχή στους Victim Of Society, τους Sugar Factory και τους The You And What Faction Army. Μου αρέσουν πολύ όλοι τους.
TN: Εκτιμώ οποιαδήποτε μπάντα βάζει την ψυχή της σε αυτό που κάνει. Τρία ονόματα που μου έρχονται πρόχειρα στο μυαλό: BLML, The Rattler Proxy και Ku.
Τόσα χρόνια ο καθένας από σας έχει χαράξει τη δικιά του πορεία στη μουσική, έχει μαζέψει ξεχωριστές εμπειρίες. Τι είναι εκείνο που λειτουργεί καλύτερα στη συνεργασία των Mechanimal; Ποιο λάθος δε θα θέλατε με τίποτα να επαναλάβετε;
ΓΠ: Η ανάγκη μου του να εκφραστώ μέσα από διαφορετικά είδη μουσικής με ώθησε να δημιουργήσω τους Mechanimal. Ως συγκρότημα, ως πρότζεκτ, ως μια ιδέα στην οποία όποιος συμμετέχει βάζει πάνω από τις προσωπικές του φιλοδοξίες το καλό του συνόλου. Αυτός είναι ο «κανόνας» των Mechanimal. Αυτό πηγάζει και από λάθη του παρελθόντος όταν κάποια πολύ δυνατά σχήματα (όπως οι Spider's Web) πήγαν εντελώς χαμένα.
ΤΝ: Οι Mechanimal είναι μια μηχανή, φτιαγμένη με ασύμβατα μεταξύ τους εξαρτήματα, που με κάποιο μαγικό τρόπο λειτουργεί. Δε θέλω να ξεχάσουμε τους αληθινούς λόγους για τους οποίους κάνουμε αυτό που κάνουμε.
Αν σας παίρνατε εσείς συνέντευξη, τι ερώτηση θα θέλατε οπωσδήποτε να σας κάνετε;
ΓΠ: Are "friends" electric? Nαι ή όχι;
TN: Paul ή John; Απάντηση: George Martin.
Συνέντευξη: Βαγγέλης Γιαννακόπουλος
Contribution: Κώστας Μπρέλλας
Φωτογραφίες: Γιώργος Μαυρόπουλος - Χρήστος Σαρρής
«Προτιμώ να ρίξω ούζο στα μάτια μου ενώ σπάτε πιάτα στο κεφάλι μου παρά να δω τέτοιες ταινίες» Τάδε έφη ο James Graham, ακομπλεξάριστος σινεφίλ και τραγουδιστής των Twilight Sad. Οι οποίοι Twilight Sad ήταν λίγο γκαντέμηδες εδώ που τα λέμε με το όνομα τους. Με το που έβγαλαν το ντεμπούτο τους και «κατοχυρώθηκαν», τσουπ έσκασε λίγο μετά η πρώτη ταινία της διάσημης τριλογίας με τους βαμπιρολυκάνθρωπους και τους έκλεψε την δόξα και την υπόληψη από τους αμύητους στην μουσική τους. . "Each to their own" που λέει και αυτός. Εμείς που γευτήκαμε τον σκοτεινό κόσμο της μπάντας από την Σκωτία μέσα από τις κυκλοφορίες της, γνωρίζαμε ότι θα βρισκόμαστε στο Koo Koo Bar την ερχόμενη Πέμπτη από την μέρα που ανακοινώθηκε η συναυλία τους για να δούμε τι σημαίνει "loud, Scottish, intense"...
Αν και έχετε παραδεχτεί πως δεν υπάρχει κάποιο βαθύτερο νόημα στην επιλογή του Twilight Sad από τον στίχο του Wilfred Owen ως το όνομα της μπάντας σας το 2003, ο συνδυασμός αυτών των δύο λέξεων που αιχμαλωτίζει την μετάβαση σε μια πιο σκοτεινή και λιγότερο χαρούμενη όψη του κόσμου μας, κατά τη γνώμη μου, είναι απόλυτα ενδεικτικός της μουσικής σας. Αλλά για να είμαι ειλικρινής όταν σας ανέφερα σε έναν γνωστό μου νόμιζε ότι αναφέρομαι στη κινηματογραφική τριλογία του άλλου saga :-/ Μετανιώσατε ποτέ για την αρχική επιλογή σας? Σας ήρθε κάποια διαφορετική ιδέα αυτά τα δέκα χρόνια? Πόση σημασία έχει ένα όνομα?
James Graham: Δεν θα πω ψέματα, είναι αρκετά εκνευριστικό. Δεν έχω πρόβλημα με την ταινία και το franchise της ή τους ανθρώπους που τους αρέσει. "Ο καθένας, τα δικά του" λέω. Κατά την γνώμη μου προτιμώ να ρίξω ούζο στα μάτια μου ενώ σπάτε πιάτα στο κεφάλι μου παρά να δω τέτοιες ταινίες. Αυτό που με ενοχλεί είναι όλο αυτό το spam που λαμβάνουμε στα sites μας από τους fans της. Κάποιου του ήρθε το όνομα μας σε μια πρόβα οχτώ χρόνια πριν αφού είδε ένα ποίημα του Wilfred Owen και κόλλησε. Δεν το πολυσκεφτήκαμε, πράγμα περίεργο αφού σκεφτόμαστε πολύ ξεχωριστά την κάθε πλευρά της μπάντας, όπως τη μουσική/τους στίχους/το artwork/τις live εμφανίσεις. Σε μερικούς αρέσει το όνομα μας και ακόμα και αν θέλαμε να το αλλάξουμε δεν έχει νόημα τώρα πια. Αυτό που είναι κρίμα είναι αν κάποιοι απωθούνται και δεν μας ακούνε εξ αιτίας του ονόματος μας αφού η μουσική είναι το πιο σημαντικό πράγμα.
Συγκρίνοντας τα τρία σας άλμπουμ δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε πως οι Twilight Sad είναι από αυτές τις μπάντες που θέλουν να εξελίσσονται μουσικά και να μην επαναλαμβάνονται, διατηρώντας, ωστόσο, πάντοτε έναν χαρακτηριστικό ήχο. Ποια είναι τα βασικά στοιχεία της μουσικής σας που δεν θα άλλαζαν ποτέ? Μιας και έχετε γράψει νέα κομμάτια, τι να περιμένουμε από το επόμενο άλμπουμ?
James Graham: Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούμε ποτέ να αλλάξουμε, καθώς είναι μέρος του ποιοι είμαστε, για παράδειγμα η φωνή μου, ο τρόπος που γράφουμε.. η μουσική που γράφουμε είναι αρκετά σκοτεινή και είμαστε Σκωτσέζοι, ακουγόμαστε δυνατά και κάνουμε θόρυβο κάποιες στιγμές. Όσον αφορά το πώς θα ακούγεται ο τέταρτος δίσκος μας το μόνο που μπορώ να πω είναι "it will be a big sounding record". Το "No One can Ever Know" μάς άνοιξε πολλές πόρτες στους τρόπους δημιουργίας, υπάρχουν τόσα πράγματα που θα μπορούσαμε να κάνουμε αλλά επικεντρωνόμαστε στο να γράφουμε καλά τραγούδια προτού αρχίσουμε να διασκεδάζουμε με την εξερεύνηση της παραγωγής. Ποτέ δεν ξέρεις πόσο θα διαρκέσει όλο αυτό, οπότε φερόμαστε στο νέο μας άλμπουμ σαν να είναι το τελευταίο και βάζουμε μέσα σε αυτό όλες τις εμπειρίες μας από τα τελευταία έξι χρόνια σε μια μπάντα.
Η παραγωγή του "No one can ever know" κατά κάποιο τρόπο μοιάζει με την δουλειά του Martin Hannett όσο ήταν στην Factory Records. Υπάρχει αυτό το post punk industrial συναίσθημα που κοντράρεται με την shoegazing/wall of sound προσέγγιση των προηγούμενων οδηγώντας σε συγκρίσεις με μπάντες όπως οι Joy Division. Κάποτε είπες "Υποθέτω είναι καλύτερα από το να μας συγκρίνουν με τους U2". Με ποιον τρόπο οι διαφορετικές επιρροές σας επηρεάζουν το έργο σας?
James Graham: Ο Andy αναμφίβολα επηρεάζεται από το τι ακούει την περίοδο που γράφει. Όταν έγραφε το τελευταίο άλμπουμ άκουγε μουσική τύπου Siouxsie and the Banshees, Can, PiL, Fad Gadget, Cabaret Voltaire, Wire, Bauhaus, Magazine, D.A.F. και άλλα, κάτι που μάλλον βοήθησε στο να εμπνευστεί τα καινούρια κομμάτια. Σχετικά με τις φωνητικές μελωδίες και τους στίχους έκανα αυτό που μου έβγαινε φυσικά όταν άκουγα και έγραφα ταυτόχρονα με την μουσική που μου έδινε ο Andy. Αυτό είναι το θέμα αυτής της μπάντας. Κάνουμε αυτό που μας βγαίνει φυσικά και δεν προσπαθούμε να είμαστε κάτι που δεν είμαστε. Προσωπικά άκουγα και έβρισκα έμπνευση στα ίδια πράγματα που πάντα με ενέπνεαν, καλλιτέχνες όπως Mogwai, Arab Strap, Leonard Cohen, Daniel Johnstone, The Cure, The Smiths. Εμπνέομαι πολύ και από ταινίες, συνήθως σκοτεινές που προκαλούν την σκέψη. Μου αρέσουν πραγματικά σκηνοθέτες όπως ο David Lynch, ο Christopher Nolan, ο David Fincher και πολλοί ακόμα. Η βασική επιρροή όταν γράφω είναι το πού μένω, οι άνθρωποι που γνωρίζω και όσα έχουν συμβεί στις ζωές μας.
Εκτός από το να ξέρουμε σε γενικές γραμμές ότι αντλείς έμπνευση για τα θέματα και τους στίχους σου από την προσωπική σου ζωή και τις εμπειρίες σου, κατά τα άλλα είσαι πολύ μυστικοπαθής με αυτούς, χωρίς αμφιβολία. Είναι εξαιτίας του φόβου ότι οποιαδήποτε εξήγηση πιθανόν να επέβαλλε κάποιου είδους περιορισμό στο πώς τους αντιλαμβάνονται οι fans σας ή/και να σχημάτιζε ένα συγκεκριμένο νόημα στερώντας την συναισθηματική παγκοσμιότητα τους? Η' είναι υπερβολικά πολύ προσωπικά θέματα για εμάς να ξέρουμε και είναι ένας τρόπος για σένα να κρατάς το "invisible boy" αθέατο?
James Graham: Τα αγαπημένα μου τραγούδια είναι αυτά για τα οποία δεν γνωρίζω περί τίνος πρόκειται και μπορώ να συσχετίσω με τον εαυτό μου σε καλή ή κακή στιγμή. Οπότε μου αρέσει να το κάνω αυτό και με τους δικούς μου στίχους/τραγούδια. Είναι όμορφα cool να έχεις ένα μουσικό ημερολόγιο όπου ένα τραγούδι μπορεί να σε πάει πίσω σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή της ζωής σου. Και το να μην το λες πουθενά είναι επίσης ένας τρόπος να κρατήσω κάτι για τον εαυτό μου, καθώς όταν αρχίσεις να κυκλοφορείς την μουσική σου νιώθεις κάπως ότι δεν είναι δική σου πια. No one can ever know.
Δεδομένου ότι η Αγγλική δεν είναι η μητρική μου γλώσσα, βάλε και την σκωτσέζικη προφορά σου, είναι σχεδόν αδύνατο για μένα να αποκρυπτογραφήσω τους στίχους. Αλλά λένε πως στα show σας, ακόμα και εκτός UK, οι κόσμος τραγουδάει μαζί σας. Πώς νιώθετε για αυτό και έχετε να μοιραστείτε μαζί μας καμιά αστεία παράφραση κάποιου στίχου?
James Graham: Νομίζω ότι είναι εκπληκτικό και λατρεύω όταν είμαστε σε μια άλλη χώρα και ακούμε τον κόσμο στο πλήθος να τραγουδάει σε μια πραγματικά περίεργη σκωτσέζικη προφορά. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον στίχο συγκεκριμένα.. Όταν παίζουμε παραείμαι απασχολημένος με το να είμαι συγκεντρωμένος στο να τραγουδάω και να ακούω τον εαυτό μου. Για να είμαι ειλικρινής ακόμα και άνθρωποι από την Σκωτία παρερμηνεύουν τους στίχους μου. Έχω πολύ έντονη προφορά μιας τοπικής διαλέκτου.
Τουλάχιστον για μένα, οι τίτλοι σε συνδυασμό με το καταπληκτικό artwork του Dave Thomas δημιουργούν μια κλειδαρότρυπα για να ρίξω μια ματιά στο σύμπαν των Twilight Sad. Σίγουρα δεν μπορώ να δω ολόκληρη την εικόνα, αλλά νιώθω πως κάτι πολύ περίεργο πρόκειται να συμβεί σε σημείο που νιώθω απειλή κατά κάποιον τρόπο. No one can ever know, αλλά τι θα γινόταν αν κάποιος μπορούσε?
James Graham: Αν σου έλεγα, θα έπρεπε να σε σκοτώσω J
Ζωή στην εξοχή VS Ζωή στην μεγάλη πόλη. Ποιος βγαίνει νικητής και γιατί? Σκέφτεσαι ποτέ να αφήσεις το small town Banton?
James Graham: Το μέρος που μένω είναι πολύ σημαντικό για τους στίχους της μπάντας. Αν δεν ζούσα εκεί στο Banton νομίζω πως αυτή η μπάντα θα ήταν πολύ διαφορετική, πιθανόν να μην ήμασταν καν μπάντα. Έχω επηρεαστεί από το τι με περιβάλλει και το περιβάλλον μου είναι: Banton/Kilsyth/Glasgow. Δεν λέω πως κάνω χάρη στο μέρος που μένω, δεν νομίζω πως τα σκωτσέζικα τουριστικά γραφεία έχουν πολλές αιτήσεις για επισκέψεις στο Banton.. αφού εμπνέει την μουσική μας θα περίμενε κανείς ένα σχετικά σκοτεινό μίζερο μέρος, αλλά δεν είναι έτσι. Αγαπάω το μέρος που μένω, είναι ένα χαριτωμένο μικρό χωριουδάκι, όμως είναι καιρός να μετακομίσω στην μεγάλη πόλη (Γλασκώβη). Αλλά δυστυχώς είμαι ένας μουσικός που παλεύει και δεν μπορώ να ανταπεξέλθω οικονομικά.
Έχεις δηλώσει ότι δεν είστε γκρουπ των singles και ειδικά το "No one can ever know" θα έπρεπε να ακούγεται ολόκληρο με το κάθε κομμάτι να αντιπροσωπεύει ένα διαφορετικό κεφάλαιο στο γενικό θέμα. Με την αγάπη σου για τα κόμικς και το σινεμά να είναι γνωστή, ποιος καλλιτέχνης από το αντίστοιχο πεδίο της Τέχνης πιστεύεις ότι θα απεικόνιζε καλύτερα τον ήχο των Twilight Sad για να παρουσιάσει την ιστορία που κρύβεται πίσω του?
James Graham: Μου αρέσουν πραγματικά πολύ σκηνοθέτες όπως ο David Lynch, ο Christopher Nolan, ο David Fincher, ο JJ Abrams, ο Joss Whedon, ο Wes Anderson, ο Spielberg, ο Guillermo Del Torro, οπότε αν κάποιος από αυτούς τους τύπους θέλει να κάνει μια ταινία βασισμένη στα άλμπουμ μας, είναι ευπρόσδεκτοι. Μου αρέσουν όλα τα είδη ταινιών πάντως, δεν είμαι φιλμ σνομπ. Διαβάζω πολλά κόμικς, αλλά αυτό για πλάκα, αν έχουν κάποια επιρροή θα πρέπει να είναι υποσυνείδητη. Είμαι μεγάλος φαν του Alan Moore, του Mark Millar και του Grant Morrisons. Μια Twilight Sad εικονογραφημένη νουβέλα εμπνευσμένη από το Fourteen Autumns & Fifteen Winters θα ήταν πολύ κουλ νομίζω.
Είναι αλήθεια ότι προσπαθείς να ισορροπείς την "rock'n'roll Tour Life" με το να παίζεις ποδόσφαιρο όταν πας πίσω σπίτι? Ποια ομάδα υποστηρίζεις? Αν μπορούσες να πείσεις οποιονδήποτε από την indie/alternative σκηνή για να ένα ματς 5x5, ποιους θα διάλεγες για την ομάδα σου και ποιους ως αντιπάλους?
James Graham: Παίζω 5x5 κάθε Τετάρτη και Κυριακή και οι ομάδες είναι με παίκτες από τους Frightened Rabbit, τους Mogwai, τους Rock Action Records, τους Churches, τους Holy Mountain και πολλές άλλες μπάντες από την Γλασκώβη. Είναι πολύ indie/alternative ομάδα. Υποστηρίζω την ομάδα του Aberdeen επειδή από εκεί είναι η μητέρα μου.
Οι πιο πολλές μπάντες ονειρεύονται να παίξουν μπροστά από χιλιάδες ανθρώπους σε μεγάλες αρένες. Εσείς όχι. Γιατί προτιμάτε μικρότερα gigs? Αν μπορούσατε να παίξετε οπουδήποτε στον κόσμο χωρίς κάποιον τεχνικό περιορισμό, πώς φαντάζεστε το τέλειο σκηνικό (εσωτερικό ή εξωτερικό) για την μουσική σας?
James Graham: Δεν θα έλεγα ότι προτιμάμε μικρότερα gigs. Απλώς αυτό είναι το μέγεθος των gigs που παίζουμε γιατί δεν είμαστε ευρέως δημοφιλής μπάντα. Η μουσική μας έχει φτιαχτεί για μεγαλύτερους χώρους και μεγαλύτερα PA από αυτά που συνηθίζουμε να παίζουμε. Όταν μας δίνεται η ευκαιρία να παίξουμε σε μεγαλύτερα venues το αποδεικνύουμε. Θα ήθελα πολύ να παίζω σε μεγαλύτερα venues αλλά η πραγματικότητα της κατάστασης μας είναι ότι δεν είμαστε αρκετά δημοφιλείς. Όμως μου αρέσει εξίσου πολύ να παίζω και σε μικρά gigs. Θα μου άρεσε μια κατάσταση στην οποία να μπορούμε να παίζουμε και μικρά και μεγάλα gigs όλη την ώρα. Η ποικιλία θα μας κρατούσε σε εγρήγορση. Το καλύτερο μέρος για να μας δείτε θα ήταν στην κορυφή του Ben Nevis καθώς πέφτει ο ήλιος πίνοντας ουίσκι με μια "haggis"[=σκωτσέζικη κρεατόπιτα με γέμιση συκωταριάς και μπαχαρικά) στην κοιλιά φορώντας κιλτ.
Αναφέρεστε στην Κωνσταντινούπολη, την Πράγα, το Αμβούργο, την Νέα Υόρκη, την Στοκχόλμη, το Βερολίνο ως μερικές από τις αγαπημένες σας πόλεις για λάηβ. Πώς μπορεί να μπει η Αθήνα σε αυτήν την λίστα?
James Graham: Το μόνο που χρειαζόμαστε είναι ένα κοινό που να θέλει να μας δει και ένα venue με καλό PA, για τα υπόλοιπα είμαστε εμείς. Επίσης, αν προμηθευτούμε με πολύ δωρεάν αλκοόλ μετά την συναυλία η Αθήνα θα μπει στην λίστα.
Και τέλος, τι θα κάνουν οι Twilight Sad στην Αθήνα για να αξίζουν να μπουν στην δική μας λίστα με τις καλύτερες συναυλίες?
James Graham: Θα είμαστε δυνατοί, Σκωτσέζοι, έντονοι και θα δώσουμε ό,τι έχουμε με τα κομμάτια μας.
Συνέντευξη: Eva Me.
Μετάφραση - Κείμενο: Eva Me.
Pages