Ejekt 2012 [Kasabian, James, Miles Kane] live @ Πλ. Νερού - 27/06/2012
Ejekt 2012 [Kasabian, James, Miles Kane] live @ Πλ. Νερού - 27/06/2012
Που πήγε η γκρίνια για την ταλαιπωρία στην ουρά για τις μπύρες, τις τουαλέτες, για την ώρα, για το παρκάρισμα, τον πολύ και τον λίγο κόσμο, τους άσχετους που κοιμούνται και τους δήθεν που χτυπιούνται; Τα σχόλια για τα φεστιβάλ πριν κάποια χρόνια στην Ελλάδα ήταν γεμάτα (και) από τέτοια κοσμογονικά ζητήματα, στα πηγαδάκια των επόμενων ημερών κέρδιζε ο πιο ταλαιπωρημένος από όλους τους παραπάνω και άλλους φυσικά παράγοντες, μέχρι να έρθει ο εξευτελισμός από την ισοπεδωτική σύγκριση εκείνου που και φέτος πήγε στο Primavera, και θυμάται και το περσινό Roskilde. Ούτε διορθώθηκαν όλα αυτά στο φετινό Ejekt, ούτε ρίξαμε τον εγωισμό μας και περιμέναμε ήσυχα και υπομονετικά σε ουρές. Αυτό που είχε την κύρια σημασία ήταν να χαρεί κανείς τις ιδιαιτερότητες της μουσικής αυτής μέρας, ο χώρος της Πλατείας Νερού να ασφαλιστεί όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα από την τρέλα της απ'έξω καθημερινότητας. Απ'ότι κατάλαβα τα κατάφεραν πολλοί, άρα και το Ejekt. Η ατμόσφαιρα της μουσικής και του φεστιβάλ, ο κόσμος που ήρθε κατά βάση για αυτή, και η θάλασσα λίγα μέτρα μακριά από τον καθένα μας. Μήπως τελικά ήταν απλούστερο απ'ότι νομίζαμε;
Το ότι έφτασα στο κλείσιμο του σετ των δυνατών Band of Skulls, ήταν το πρώτο μικρό προσωπικό κατόρθωμα της βραδιάς. Ο κύριος Miles Kane, φρόντισε με τη δουλειά του στους Last Shadow Puppets, να κερδίσει το σεβασμό όλων των φαν της βρετανικής ροκ αλλά και να κερδίσει ο ίδιος περισσότερη σιγουριά ως μουσικός για τη μετά Rascals διαδρομή του. Τελοσπάντων, αυτά τα διαβάζουμε στις συνεντεύξεις του, στη συναυλία τώρα ανέλαβε μαζί με τους τέσσερις μουσικούς του να συγχρονίσει το σετ του με το τελευταίο φως της ημέρας.
Ο προσωπικός του δίσκος Colour of the Trap, πήρε μια αναπάντεχα δυναμική συναυλιακή εκδοχή, προσεκτικά φροντισμένη όπως και ο,τιδήποτε άλλο συμβαίνει στον επί σκηνής κόσμο του Kane. «Επαγγελματική» εμφάνιση, ωραίος ήχος και διαρκής προσπάθεια για να ξεσηκωθεί και να ακολουθήσει ο κόσμος. Ειδικά για το τελευταίο, ήταν εμφανής ο ενθουσιασμός του κάθε φορά που ο κόσμος ακολουθούσε το ρυθμό των κομματιών του. Και πώς να μη γίνει αυτό σε κομμάτια όπως το Rearrange με το οποίο ξεκίνησε ή το Inhaler; Η μουσική του Miles Kane ξεκινάει από τις πρώτες ροκ εκδοχές, το glam,τον ήχο του Manchester, ξαναορίζει τη brit pop, και με αξιοθαύμαστο για μένα τρόπο, προσπερνάει τους σκοπέλους των Stoneroses, των Joy Division και άλλων βρετανικών... ασθενειών, και δημιουργεί πραγματικά πολυδιάστατα και αυθεντικά κιθαριστικά κομμάτια. First of My Mind, Telepathy, My Fantasy, με ροκ πόζες, πολλά χαμόγελα, κραυγές, και προσπάθεια να κατακτήσει το κοινό το οποίο σίγουρα τον κοίταζε με ζωηρό ενδιαφέρον. Ένα δείγμα του τι showman μπορεί να γίνει, πήραμε στο κλείσιμο με το Come Closer. Καλλιτέχνης που επιβεβαίωσε ότι το λιγότερο αξίζει να τον παρακολουθείς στη μουσική πορεία του.
Οι James πάλι δεν έχουν καμιά ανησυχία για το τι πρέπει να κάνουν για να κερδίσουν το ελληνικό κοινό. Το καταφέρνουν σε κάθε τους εμφάνιση, ευθύνονται για μερικές κορυφαίες συναυλιακές στιγμές αρκετών ανθρώπων, έχουν πιστούς φαν, και ένα σωρό επιτυχίες που δε θα εγκαταλείψουν τα αυτιά μας τόσο εύκολα. Δικαιολογημένη η ανυπομονησία πολλών, στριμώχτηκαν περισσότερο μπροστά από τη σκηνή, σηκώθηκαν από τα διάφορα πεζούλια του χώρου. Ο κόσμος είχε αυξηθεί πλέον, η ατμόσφαιρα πολύ ευχάριστη, η βραδιά με το αεράκι της, φανταστική. Ο Tim Booth και η πολυμελής μπάντα του, βγήκαν στη σκηνή με θερμά χειροκροτήματα και φωνές και έκαναν αυτό που ξέρουν καλύτερα. Αλλά το πάρτι δεν επαναλήφθηκε. Κομμάτια σαν το Tomorrow, το Sometimes, Senorita, Laid , ξεσήκωναν αρκετούς στο ξεκίνημα, έπειθαν λιγότερους να τραγουδήσουν, και τέλειωναν μισοκαταναλωμένα από τον κόσμο που αν και πέρναγε καλά, ήξερε ότι δε συνέβαιναν αυτά που περίμενε.
Δεν ανέβηκε αυτή τη φορά κανένας από το κοινό στη σκηνή, δεν είμαι σίγουρος ότι καταλαβαίνω πότε ο Tim Booth έχει κέφια και πότε όχι, έκανε την καθιερωμένη προσγείωση του στα χέρια των από κάτω, χαιρέτησε, ευχαρίστησε, υποσχέθηκε, αλλά η προοπτική της πρώτης εμφάνισης των ανεβασμένων πια Kasabian, ήταν ελκυστικότερη από ό,τι γινόταν στη σκηνή των James. Χειροκροτήθηκαν για τη συνολική προσφορά τους κι έφυγαν. Η εικόνα της νεαρής οικογένειας δίπλα μου, που τραγουδούσε συνεπαρμένη και συγκινημένη τα κομμάτια τους και τα παιδάκια που χόρευαν ασταμάτητα, μου ταίριαξε περισσότερο.
Οι Kasabian πάλι, άφησαν να κυλήσει λίγο η ώρα και βγήκαν λίγο μετά τις 12 για να προκαλέσουν πανδαιμόνιο. Μόνο στην εμφάνισή τους στη σκηνή και στους πρώτους ήχους του Days are forgotten, ο κόσμος ξέσπασε. Κι αν είχα πληροφορηθεί για την ενέργεια των συναυλιών τους, δεν περίμενα τόσο άμεση αντίδραση από τον Έλληνα φαν. Μπορεί τα χιτάκια τους να βρίσκονται εδώ και χρόνια σε επαναλαμβανόμενα ραδιοφωνικά playlist, διαφημίσεις, διαφημίσεις και διαφημίσεις, αλλά όσο να ‘ναι, πρώτο ραντεβού ήταν αυτό. Από εδώ και πέρα, δύσκολα θα βρεθούν διαφωνίες. Όσο κι αν αρέσουν ή δεν αρέσουν τα κομμάτια του group, στη συναυλία ήταν το καθένα ένας θορυβώδης επικός ξεσηκωμός.
Από το Where did all the love go? ήταν αντιληπτό ότι η συναυλία δε θα περιστρεφόταν γύρω από τα γνωστότερα κομμάτια τους, ο κόσμος ανταποκρινόταν στο ρυθμό και τις διαθέσεις κάθε τραγουδιού, με τα μέλη της μπάντας να ξέρουν καλά να διαχειριστούν όλη αυτή την ενέργεια. Λίγο ποζεράδικες εκφράσεις αδιαφορίας, πολλές προτροπές για χορό, ένα show που γνωρίζουν καλά ότι τα καταφέρνει. O Tom Meighan και o Sergio Pizzono δε γεμίζουν από την αρχή το μάτι, αλλά τον κόσμο τον κερδίζουν. Μετά τη Misirlou, το Re-wired, το Shoot the Runner, και το χαμό του Fire, θυμήθηκαν για λίγο το She loves you των Beatles και άφησαν το ακόμα πιο ορκισμένο κοινό τους πλέον να ζητάει κι άλλο. Κι άλλο όχι, αλλά κι άλλες επισκέψεις σίγουρα, γιατί η ώρα και η ορθοστασία είχε τσακίσει. Αυτό ήτανε. Η βραδιά έκλεισε όπως έπρεπε, όλοι ευχαριστημένοι και κουρασμένοι, με μερικούς μουσικούς πιο φίλους μας απ'ότι πριν.