Οι DIIV είναι η παραλίγο προσωπική υπόθεση του πρώην κιθαρίστα (αλλά και ντράμερ για λίγο) των BEACH FOSSILS, Zachary Cole Smith, όμως είναι ακόμα άλλοι τρείς μουσικοί που τον πλαισιώνουν.
Στα τρία χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ του ''Oshin'' και της αναγγελίας του δεύτερου τους άλμπουμ, η ιστορία του σχήματος ήταν αρκετά γκρίζα και δυσοίωνη με τις περιπέτειες του Cole με τα ναρκωτικά, αλλά υπήρξαν δυνατά και επεισοδιακά live και φυσικά ο μεγάλος του έρωτας με την πρώην ποπ σταρ νυν σκοτεινή ποπ περσόνα Sky Ferreira. Όλα τα παραπάνω απασχολούσαν συχνά πυκνά τον τύπο αλλά σίγουρα οι καλές εντυπώσεις που είχαν δημιουργηθεί από το ''Oshin'' άρχιζαν να χάνονται. Μία ελπιδοφόρα μπάντα που θα την έτρωγε η άσπρη σκόνη; Η ροκ'ν'ρολ ζωή αυτού τύπου δυστυχώς είναι προβλέψιμη, αρνητική και λίγο γραφική όταν δεν υπάρχουν θύματα.
Ευτυχώς όμως για μας ο Cole μαζεύτηκε, ίσιωσε και αποφάσισε να γράψει κάτι για όλες αυτές τις περιπέτειες.
Το δεύτερο άλμπουμ τους ''Is The Is Are'' στην Captured Tracks είναι διπλό και κυκλοφορεί από τις 5 Φεβρουαρίου. Βέβαια από το 2015 ξεκίνησαν οι προακροάσεις τραγουδιών και οι αισιόδοξες σκέψεις ότι θα είχαμε τουλάχιστον μια ενδιαφέρουσα επιστροφή. Ότι ακούσαμε πριν πάρουμε το ολοκληρωμένο άλμπουμ στα χέρια μας ήταν δείγμα εξαιρετικής γραφής και ομορφιάς και ακούγοντας τα μαζί με τα υπόλοιπα 17, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός ολόκληρου χρονικού στην Κόλαση και είναι καλύτερα να τα απολαμβάνει κανείς μαζί με τα υπόλοιπα παρά μεμονομένα.
Όπως έγραψε και ο ίδιος ο Z.C.Smith στην ιστοσελίδα του σχήματος: «...it is a diverse record, it is a happy record, a sad record, a happysad, sadhappy, mad, glad, quiet, mad, dark, glad, poppy, fast, slow, heavy, fast, peaceful, angry, chaotic, beautiful, lost/found, ugly, dry, wet, fuck, fast, dead, heartbroken, in love, loud, quiet, loud, loudquiet, quietloud, happy, mad, quiet, fuck, and loud record. please like it. please love it. do you love me? DIIV is the real me. fuck, xo cole..»Οπότε για αυτή την περιγραφή αξίζει κανείς να ακούσει το άλμπουμ από το πρώτο κομμάτι ''Out Of Mind'' μέχρι το τελευταίο ''Waste Of Breath'' για να μπει στο συναισθηματικό σκουρόχρωμων τόνων καλειδοσκόπιο του άλμπουμ.
Οι νεοκυματικές ρίζες του σχήματος είναι ξεκάθαρες.
THE CURE (ίσως το μόνο άλμπουμ εδώ και καιρό που έχει επίπεδα υγρασίας και συννεφιάς εφάμιλλα του ''17 Seconds''), THE CHURCH ( η ορμή και η καθαρότητα των κιθάρων, των ρυθμών και μελωδιών σε ορισμένα τραγούδια, φέρνουν στο νου το αξεπέραστο ''Heyday''), λίγο Flying Nun, περισσότερο Αγγλικό '80'ς new wave. Ψυχεδελικές αναφορές επίσης υπάρχουν όπως και έντονη παρουσία της αιθέριας Κim Gordon και των υπόλοιπων SONIC YOUTH της προ-Goo περιόδου τόσο στο ''Blue Boredom (Sky's song)'', μοναδικό τραγούδι στο οποίο συμμετέχει και στοιχειώνει η Sky Ferreira, όσο και σε τραγούδια όπως το ''Mire (Grant's song)'', ''Incarnate Devil'' και στην ''Evol''-εποχής εισαγωγή του '' Healthy Moon'' (και λίγο REM στο υπόλοιπο).
Από εκεί και ύστερα η μυρωδιά του φθινοπωρινού ουρανού έτοιμου να ρίξει καρεκλοπόδαρα, οι χαμηλές θερμοκρασίες ενός χειμωνιάτικου βραδιού, μια θλιμμένη Κυριακή και ένα ονειρικό βράδυ στα μέσα της βδομάδας είναι περισσότερο ακριβείς περιγραφές για τη διάθεση του άλμπουμ.
Τα τραγούδια είναι βιωματικά, κρύβουν σκοτάδι και θλίψη αλλά ταυτόχρονα είναι και τραγούδια που δίνουν ελπίδες ηλιοφάνειας σε μια βαριά συννεφιασμένη μέρα.
Η παραγωγή είναι αψεγάδιαστη, καθαρή, αρκετά διαφανής, σχεδόν αιθέρια. Οι ενορχηστρώσεις τόσο δεμένες και δυναμικές που απογειώνουν κάθε σύνθεση και δίνουν ώθηση και δημιουργούν ηχητική ελπίδα στο όλο μουντό συναισθηματικά , περιβάλλον.
Είναι ένας δίσκος που κυκλοφορεί στην Αμερική τον εικοστό πρώτο αιώνα, έχει ρίζες στον προηγούμενο κα πάνω απ' όλα είναι μια κατάθεση ψυχής και το πιο ολοκληρωμένο άλμπουμ όλης αυτής της κίνησης αναπαλαίωσης του Αγγλικού new wave κυρίως που ξεκίνησε στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας και ήταν σχεδόν σίγουρο ότι μόνο από αυτό το σχήμα θα ακούγαμε κάτι τέτοιο.
Rating: 9 / 10
Χρήστος Μίχος
Οι Bête Noire μπήκαν ανυποψίαστα, όχι όμως και αθόρυβα, στη μουσική μου πραγματικότητα ένα βροχερό βράδυ στο Ντάλστον του Λονδίνου τον Απρίλιο του 2015. Συμπτωματικά, ο δρόμος με είχε τότε φέρει στο μικρό συναυλιακό χώρο του Shacklewell Arms. Θυμάμαι ότι των Bête Noire είχαν προηγηθεί δύο συγκροτήματα τα οποία ναι μεν μου είχαν αφήσει πολύ καλή εντύπωση, αλλά σήμερα πλέον δεν θυμάμαι καν τα όνοματα τους – ενδεικτικό του τι είχε ακολουθήσει: Υπό έναν καταιγισμό κιθάρων, ο David Hargreaves ανέβηκε στην σκηνή φορώντας ένα διάφανο μαύρο φόρεμα και λικνίζοντας το αδύνατο κορμί του σαν ιερέας ή ιέρεια αν προτιμάτε, σε κάποια παγανιστική τελετή. Τα όποια –λίγα είναι η αλήθεια - γελάκια και ειρωνικά σχολιάκια κόπηκαν γρήγορα όταν ο David άρπαξε το μικρόφωνο και βούτηξε στο κοινό για το “Shut your mouth”. M’ έναν ήχο που θυμίζει πρώιμους Interpol και έναν χαρισματικό performer που θυμίζε ένα ιδιόμορφο κράμα μεταξύ Lias Saudi (Fat White Family) και Lux Interior (The Cramps), οι Bête Noire μ’ είχαν συνεπάρει. ‘Ενα χρόνο αργότερα το συγκρότημα, έχοντας πλέον αποσπάσει διθυραμβικά σχόλια από το ΝΜΕ και το Clash, βρίσκεται καθ’ οδον προς Αθήνα. Δεν θα μπορούσα, λοιπόν, παρά να αδράξω την ευκαιρία για μια συνέντευξη ενόψει της συναυλίας τους στο Six Dogs (27 Απριλιου).
Πως επιλέξατε το Bête Noire ως όνομα;
David Hargreaves (φωνή): Αρχικά το είδα σε μια αφίσα από μια περιοδεία του Bryan Ferry και σκέφτηκα ότι ακούγεται ωραίο. Μετά ανακάλυψα και τι σημαίνει και μου άρεσε ακόμα περισσότερο. Είναι κάποιος που σε προκαλεί. Είναι, όμως, και ένα κατάστημα με κοσμήματα και σκέφτηκα “γαμώ, είναι και λίγο δήθεν”. Είναι και λίγο goth.
Για ποιο λόγο παίζετε μουσική σ’ ένα συγκρότημα λοιπόν;
David: Γιατί είμαι επιδειξίας (γέλια).
Danny Defalco (κιθάρα): Πάντα αγαπούσα τη μουσική, αν και δεν θεωρώ τον εαυτό μου μουσικό. Πάντα, όμως, μου άρεσε να γράφω τραγούδια και πάντα ήθελα να είμαι με μια μπάντα.
David: Από μικρός έπαιζα σε διάφορα συγκροτήματα και παντα έβρισκα ότι το να παίζω και να γράφω μουσική έχει κατά κάποιο τρόπο θεραπευτικές ιδιότητες.
Andrew (μπάσο): Είναι πάντα καλό να έχεις μια δημιουργική διέξοδο. Οποιαδήποτε δημιουργική διέξοδος είναι καλή. Και ξέρεις, όταν είσαι σε μπάντα έχει και τα ωραία του, γνωρίζεις κόσμο.
Τι προσπαθείτε να επικοινωνησετε λοιπόν;
David: Τα τελευταία χρόνια προσπαθώ να επικεντρωθώ στην queer κουλτούρα. Είναι κάτι με το οποίο πρόσφατα ταυτίστηκα. Εγκαταστάθηκα από το Χαλ στο Λονδίνο πριν 5 χρόνια και έχω αντιληφθεί πως εναλλακτική queer σκηνή δεν υφίσταται. Αυτό που προσπαθώ να κάνω όταν βρίσκομαι επί σκηνής είναι να μεταφέρω αυτή την κουλτούρα σ’ ενα πιο ετερόφυλο κοινό. Πιστεύω ότι ο περισσότερος κόσμος δεν κατανοεί αυτή την κουλτούρα. Όταν βρίσκεσαι σε μια σκηνή έχεις την άτυπη άδεια να κάνεις ότι θες. Είναι πιο σημαντικό να κάνεις χρήση αυτής της άδειας σε μέρη όπου δεν υπάρχει αυτή η αντίληψη (περί queer κουλτούρας).
Πως θα περιγράφατε τη μουσική σας;
Andrew: Μας αρέσουν οι σκοτεινοί ήχοι. Ο καταθληπτικός θόρυβος. Πολύ feedback και παραμόρφωση.
Danny: Τα γούστα μας, φυσικά, διαφέρουν. Σε γενικές γραμμές, όμως, όντως κινούμαστε προς πιο επιθετικούς, πιο σκοτεινούς ήχους. Νομίζω πως ταιριάζει καλύτερα και με τους στίχους που γράφει ο David.
Dave: Στιχουργικά, ο Morrissey υπήρξε η μεγαλύτερη μου επιρροή. Παρ’ όλα αυτά δεν θεωρώ τον στίχο μου πολιτικοποιημένο. Έχουμε βέβαια ένα τραγούδι που φέρει τον τίτλο “Piss on Putin”. Πρόκεται για μια ξεκάθαρη πολιτική δήλωση – απόρροια της βάναυσης πολιτικής του Πούτιν έναντι των ομοφυλόφιλων. Κατά τ’ άλλα γράφω για πράγματα που μου αρέσουν και τα οποία δεν είναι κατ’ ανάγκη πολιτικά.
Στο D-Level Dirt, ωστόσο, επιτίθεσε στη θρησκεία...
David: Όντως, αλλά δεν είναι κάτι που το κάνω επίτηδες. Πιο πολύ με ενδιαφέρει να σοκάρω το κόσμο, και να φέρω στο προσκήνιο κάτι το οποίο δεν θα έπρεπε εξαρχής να ενοχλεί ορισμένους.
Αυτή η ευθύτητα που σας χαρακτηρίζει σας έχει δημιουργήσει προβλήματα όσον αφορά την πορεία σας;
David: Σίγουρα. Για παράδειγμα στείλαμε το βίντεο για το Yes. D-Level Dirt σε ορισμένους ανθρώπους. Δεν θα πω όνοματα, θα αναφέρω μόνο το περιοδικό Q (γέλια). Μας είπαν ότι κάνεις δεν θα θέλει να το προβάλει διότι περιέχει σκληρές πορνογραφικές εικόνες ομοφυλοφιλικού περιεχομένου. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Ίσως για λίγο δευτερόλεπτα, αλλά δεν είναι και κάτι σπουδαίο δα.
Ο κόσμος στην Ελλάδα δεν σας γνωρίζει. Γιατί θα πρέπει να έρθουν να σας δουν;
David: Νομίζω επειδή είμαστε μια πραγματικά καλή λαιβ μπάντα. Λίγες μπάντες έχουν αυτό που λέμε performance στις μέρες μας. Όλοι μου οι φίλοι παίζουν σε shoegaze μπάντες. Δεν υπάρχει κάτι το μεμπτό σ’ αυτό, αλλά να αυτό το έιδος δεν έχει το στοιχείο της θεατρικότητας. Πίστευα ότι μπάντες όπως οι Savages και οι Big White Family θα κατάφερναν να δημιουργήσουν ένα νέο ρεύμα, αλλά μέχρι στιγμής δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο. Νομίζω πως υπάρχουν κοινά στοιχεία μεταξύ εμάς και των Big White Family.
Andrew: Τα τραγούδια μας έχουν δυνατά ρεφραίν και πιασάρικα ριφάκια. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι όσον αφορά εμάς, ακόμα και αν δεν σου αρέσει η μουσική μας υπάρχει κάτι να δεις. Δεν θα βαρεθείς σίγουρα.
Γνωρίζετε κάτι για τις μπάντες που θα παίξουν μαζί σας στην Αθήνα;
Danny: Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής δεν έχω προλάβει ακόμα να ακούσω τους Le Page, άλλα έχω ακούσει ωραία πράγματα γι’ αυτούς. Έχω ακούσει, όμως, τους Cruel Anagrams. Είναι σκοτεινοι και έχουν φρέσκο ήχο μ’ έναν δικό τους μοναδικό τρόπο. Είναι ακριβώς το είδος μπάντας που μου αρέσει.
*Οι Bête Noire θα εμφανιστούν στο ζωντανά στη σκηνή του Six Dogs την Μεγάλη Τετάρτη μαζί με τους Le Page και τους Cruel Anagrams.
Συνέντευξη: Γιάννης Μασούρας
Bête Noire @ facebook
Bête Noire bandcamp