Ηλεκτρονική Διανομή: Όταν η μουσική δεν είναι show...
Ηλεκτρονική Διανομή: Όταν η μουσική δεν είναι show...
Ω θεοί, αυτό το άρθρο προμηνύεται πολύ μεγάλο! Πάρε ένα καφέ ή τσάι, κάτσε αναπαυτικά, γιατί το θέμα είναι περίπλοκο.
Για όλα υπάρχει μια αρχή
Κατ' αρχήν, γράφω «άρθρο» και όχι blog. Δεν μου αρέσει η έννοια του «b-log» διότι είναι συνυφασμένη με το ημερολόγιο. Δεν είμαι καπετάνιος, δεν πρόκειται να γράφω πού πήγα κάθε μέρα για να σου κρατώ συντροφιά κάθε πρωί. Θέλω να γράφω όταν έχω κάτι να πω σχετικό με την ύλη του postwave.gr, ακόμα και αν αυτό μπορεί να σημαίνει ότι αυτό το πείραμα δεν θα επαναληφθεί...
Ένα μανιφέστο για τη διανομή της μουσικής
Νομίζω ότι αν διαφωνείς με κάτι, θα είναι πιθανότατα στην ανάγνωση του προβλήματος, και ανυπομονώ για τα σχόλιά σου. Για να εξηγήσω την οπτική μου γωνία, θέλω να ξεκινήσω με το τα χαρακτηριστικά ενός σωστού συστήματος μουσικής:
Κοινωνικά (και πολιτισμικά) υπεύθυνο: Η μουσική για μένα, εκτός από σωματική ανάγκη (για χορό), είναι και πολιτισμικό αγαθό. Τα μηνύματα που περνάει, οι ορίζοντες που ανοίγει, η γαλήνη ή εγρήγορση που προσφέρει καθώς την ακούμε στη δουλειά ή στο σπίτι είναι αγαθά χρήσιμα για κάθε άνθρωπο και πολίτη. Σε αυτά θα προσθέσω τη σημασία της μουσικής για την κοινωνικοποίηση μας (πόσους ανθρώπους έχουμε γνωρίσει, σε πόσα νέα μέρη έχουμε πάει με αφορμή ή αιτία τη μουσική;).
Για αυτό θέλω ένα σύστημα μουσικής να προσφέρει σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο όσο το δυνατόν μεγαλύτερο εύρος μουσικής από ανθρώπους που προσπαθούν πραγματικά για τη μουσική. Αυτό συνεπάγεται, πέρα από την ευχρηστία για την οποία θα μιλήσω αργότερα, ένα λογικό κόστος και μια καλή ποιότητα. Αυτή τη στιγμή όλος ο κόσμος μπορεί με σχεδόν μηδενικό κόστος να ακούσει τα τελευταία σκουπίδια ή τις αρχαίες ανακυκλώσεις σε ραδιόφωνο και τηλεόραση, αλλά για καλύτερα πράγματα υπάρχει ένα κόστος. Θέλω αυτό το κόστος να μην είναι το ίδιο για τον φτωχό και τον πλούσιο, και απαιτώ κάποια πράγματα να είναι σχεδόν δωρεάν - πρωτίστως τα έργα για τα οποία οι καλλιτέχνες αμείβονται ήδη εδώ και 20 χρόνια. Είμαι αντίθετος σε κάθε επέκταση του χρόνου κατοχύρωσης των πνευματικών δικαιωμάτων, αλλά αυτό είναι από μόνο του μια τεράστια συζήτηση για την οποία καλό είναι να γράψω κάποια άλλη στιγμή.
Βιώσιμο: Κακά τα ψέματα: για να γράψεις καλή μουσική χρειάζεσαι χρήμα και χρόνο. Από τις τυχόν σπουδές ως τον εξοπλισμό και την ηχογράφηση, η μουσική δεν μπορεί να αφήνεται μόνο σε αργόσχολους κληρονόμους των λεφτών των γονιών τους. Για να έχουμε ένα μεγάλο εύρος διαφορετικών ανθρώπων, από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, να γράφουν μουσική και να δίνουν τις ιδέες τους, η μουσική πρέπει να χρηματοδοτείται από τον καταναλωτή (και όχι από το κράτος, τουλάχιστον στην τωρινή καπιταλιστική οργάνωση). Ναι, αυτό σημαίνει ότι και εσύ που διαβάζεις αυτά τα πράγματα πρέπει να βάζεις το χέρι στην τσέπη.
Ο καλλιτέχνης, για όσο βγάζει κάτι που μας αρέσει πρέπει να ενθαρρύνεται και να βγάζει κάποια λεφτά για τον κόπο του, αρκετά ώστε να εξασφαλίζει ότι θα συνεχίσει να έχει το χρόνο να εξελίσσει τη μουσική του. Δεν εννοώ ότι πρέπει ντε και καλά να ζει από αυτό - αυτό εξαρτάται από το πόσο χρόνο θέλει και χρειάζεται να αφιερώσει στη μουσική.
Σχεδόν Αυτάρκες: Όλοι ξέρουμε ανθρώπους που έχουν φτιάξει εκπληκτική μουσική αλλά δεν δίνουν καλά ή καθόλου live (στην περίπτωσή μου είναι περίπου η μισή μουσική που ακούω), συχνά γιατί το ίδιο το ατμοσφαιρικό μουσικό τους ιδίωμα δεν προσφέρεται για πολυκοσμία. Από τη στιγμή που μιλάμε για μουσική, είναι ευτελές να την υποβαθμίζουμε σε σόου και να εξαρτάμε την χρηματοδότησή της σχεδόν αποκλειστικά από τα σόου, τα διαφημιστικά και τα άλλα παράγωγα προϊόντα. Ενώ θεωρώ ότι πρέπει να ενθαρρύνεται ένας καλλιτέχνης να ψάχνει τρόπους να δέσει τον ήχο του με εικόνα, δεν δέχομαι να είναι αναγκασμένος να εξαρτάται από έναν διαφημιστή, έναν γραφίστα ή δυο guest μέλη για τα live για να μπορεί να χρηματοδοτήσει την μουσική του. Το άλμπουμ του θα το ακούσω 30 φορές, το σόου του θα το δω μία, προτιμώ να αμείβεται κυρίως με βάση το πρώτο.
Εύχρηστο: Πόσες φορές έχετε ακούσει ένα κομμάτι, να προσπαθείτε να βρείτε το άλμπουμ ολόκληρο και να ψάχνετε για χρόνια; Για να μην πω για εκείνη την εποχή που δεν μπορούσα να παίξω κάποια αγορασμένα άλμπουμ στον υπολογιστή μου, και χρειαζόταν να τα... κατεβάσω για να τα ακούσω! Η ευχρηστία για μένα είναι το να μπορώ να ανακαλύψω μουσική εύκολα, και να μπορώ να την ακούσω παντού, άμεσα.
Το παρελθόν
Δεν θα πάω πολύ μακριά. Θα πάω στο μοντέλο διανομής που γνωρίσαμε οι περισσότεροι από εμάς ως έφηβοι: το μοντέλο που έχτιζαν επί χρόνια και «τελειοποίησαν» οι πολυεθνικές στη δεκαετία του 90. Το καρτέλ τους είχε ορίσει κοινή τιμή στα cd, είχε αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο όλων σχεδόν των τηλεοπτικών εκπομπών και είχε βάλει ένα μεγάλο χέρι και στα ερτζιανά. Η ιδέα ήταν να μας πλασάρουν σκουπίδια με ελάχιστη αξία ως αυτόνομα προϊόντα, άρα καλλιτέχνες/σόουμεν οι οποίοι εξαρτώνται από τις εταιρείες τους. Το κόστος εισόδου σε αυτή τη βιομηχανία ήταν αρκετά μεγάλο: χρειάζονταν τρομερά εφόδια για να σε δεχτούν τα δίκτυα διανομής ως ισάξιο.
Δεν ήταν εύχρηστο: την πραγματική μουσική τη μαθαίναμε από στόμα σε στόμα και ανάλογα με το πόσο τυχεροί ήμασταν στις παρέες μας ή στις αναζητήσεις μας σε κάτι περίεργους σταθμούς των οποίων το πρόγραμμα εξαρτάται ακόμα και από το χρώμα του δημάρχου.
Δεν ήταν κοινωνικά υπεύθυνο, βεβαίως, και τέλος, δεν ήταν βιώσιμο: όχι μόνο οδήγησε πολλούς καλούς καλλιτέχνες στην αφάνεια για όσο μεσουρανούσε, αλλά και για τους υπόλοιπους πεθαίνει ήδη. Οι μουσικοβιομηχανίες συνεχίζουν να βγάζουν λεφτά, αλλά η άνοδος του internet τις έχει κάνει να έχουν χάσει σε μεγάλο βαθμό το μονοπώλιο των μέσων και τις έχει αναγκάσει να μειώσουν τρομερά την τιμή των άλμπουμ. Αν οι τιμές των άλμπουμ αυξάνονταν με τον πληθωρισμό, σήμερα ένα νέο άλμπουμ (κανονική edition) θα έπρεπε να κάνει 22€. Κάνει 15-17€ στα γαλλικά Fnac και 5€ στο emusic.
Ένας άλλος κρίκος της αλυσίδας που έχει σπάσει είναι η τοπική διανομή. Με απαρχή το ανεκδιήγητο προσωπικό των Virgin Megastores, έχουμε φτάσει σε ένα σημείο στο οποίο ακόμα και άνθρωποι που ξέρουν τη δουλειά τους, βρίσκονται να ξέρουν λιγότερο για αυτά που μας αρέσουν από εμάς που τους επισκεπτόμαστε: όχι γιατί κάνουν κακά τη δουλειά τους, αλλά γιατί έχουν ένα μαγαζί με 500 πράγματα, δεν γίνεται να έχουν ψάξει σε βάθος και τα 500. Αυτοί οι γνώριμοί μας είναι άλλη μια περίπτωση ανθρώπων σε θέσεις που αργά ή γρήγορα θα εξαφανιστούν καθώς αφαιρείται τουλάχιστον ένα επίπεδο μεσαζόντων στην κοινωνία της πληροφορίας, σε όλους τους τομείς. Δεν ανησυχώ, γιατί ξέρουν τη μουσική αρκετά καλά ώστε να μπορούν να βρουν δουλειά στο αντικείμενο.
Το μέλλον
Στη δεκαετία του 2000 πολλοί τρόποι διανομής εμφανίστηκαν ή ενισχύθηκαν. Ήταν μεταβατική περίοδος, περίοδος αναβρασμού. Συγκροτήματα και δισκογραφικές δεν ξέρανε τι να κάνουν ακριβώς με την ευκολία της «πειρατείας». Φτάσαμε στο 2010 και μπορούμε να δούμε προς τα πού οδεύει η κατάσταση, με αρκετή σιγουριά. Επειδή στην Ελλάδα ζούμε συχνά 5 χρόνια πίσω από άλλες χώρες, νομίζω ότι αξίζει να παρουσιάσω όλους τους τρόπους διανομής και χρηματοδότησης της δεκαετίας, που θεωρώ ότι είναι συμπληρωματικοί και θα συνεχίσουν να συνυπάρχουν, δίνοντας το στίγμα τους στην δεκαετία που μας έρχεται.
Κουρσεύω τα πάντα, τους πληρώνω στα live: Η πειρατεία ήταν τρόπος ζωής για μια δεκαετία. Η ευχρηστία δεν ήταν τρομερή (συχνά δεν βρίσκαμε αυτά που θέλαμε), η βιωσιμότητα όμως ήταν εντάξει για όσα συγκροτήματα δίνουν καλά live. Κοινωνικώς ήταν υπεύθυνο: όλοι είχαν δικαίωμα στη μουσική παιδεία, αλλά εντάξει, αν δεν είχαμε λεφτά, ε, θυσιάζαμε τα live! Το μεγάλο πρόβλημα είναι με την αυτάρκεια: δεν χρειάζεται να αναλύσω το πόσο υπέφεραν τα συγκροτήματα που δεν δίνουν καλά live από αυτό, ούτε να αρχίσω λίστα συγκροτημάτων μετρίων μουσικά που έγιναν μεγάλα χάρη στα live τους (Peaches anyone?).
Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι αυτό το μοντέλο θα συνεχιστεί για τα συγκροτήματα που τα καταφέρνουν. Ήδη έχουμε παραδείγματα συγκροτημάτων που δίνουν τη μουσική τους δωρεάν από μόνα τους, γιατί δεν περιμένουν να χρηματοδοτηθούν από αυτήν.
Κουρσεύω ό,τι θέλω, πληρώνω ό,τι αξίζει: Είναι μια λογική εξόχως διαφορετική από την θεσμοθετημένα καπιταλιστική μας κοινωνία: η έννοια του να παίρνω ένα προϊόν και να αποφασίζω αν θα το πληρώσω ανάλογα με το αν μ' αρέσει, πόσα λεφτά έχω δώσει στον καλλιτέχνη ήδη, και πόσα θεωρώ ότι χρειάζεται. Είναι μια επιστροφή στην πηγή του καπιταλισμού, και στην έννοια της «οικονομικής ψήφου», η οποία χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο από κινήματα καταναλωτών και πολιτών με αριστερές καταβολές.
Αυτό το μοντέλο εξισορροπεί το παιχνίδι για αυτόν που δεν έχει όση προώθηση θα ήθελε, ένα σύστημα που αν το εφαρμόζαμε όλοι, θα ήταν εκπληκτικά κοινωνικά υπεύθυνο, αυτάρκες και βιώσιμο (όλοι θα πληρώνονταν). Έχει επιβεβαιωθεί από στατιστικές που δείχνουν ότι αυτοί που αγοράζουν περισσότερη μουσική είναι και αυτοί που κατεβάζουν παράνομα και την περισσότερη (η ερώτηση είναι, θα δίναμε περισσότερα αν δεν κουρσεύαμε;). Έχει φτάσει στο σημείο να έχει το δικό του κόμμα στο ευρωκοινοβούλιο.
Φυσικά και υπήρχε πάντοτε αυτό το μοντέλο, όμως μέχρι πρότινος το άλμπουμ είχε πλεονεκτήματα ως προς την ευκολία και την ποιότητα σε σχέση με την αντιγραμμένη κασέτα, ενώ τώρα πια αυτό δεν ισχύει. Έτσι, φτάσαμε σε επίπεδα χωρίς προηγούμενο στο φαινόμενο της πειρατείας.
Παρ' όλ' αυτά, στην παρούσα μορφή της, δεν μπορεί να επικρατήσει. Η πειρατεία χτυπιέται τεχνικά με πρωτοφανείς νόμους σε πολλές χώρες (αν και το Ευρωκοινοβούλιο έχει σταματήσει τους πιο ακραίους) και η ευχρηστία της δεν έχει βελτιωθεί τα τελευταία 5 χρόνια (δεν μπορώ να βρω πιο εύκολα κάτι σε σχέση με το πώς το έβρισκα πριν). Ο εχθρός είναι διπλός: οι πολυεθνικές που δεν θέλουν ένα μοντέλο στο οποίο το cd του μικρού ανεξάρτητου καλλιτέχνη αμείβεται περισσότερο από του γνωστού, και το ανεύθυνο ευρύ κοινό τους, που, συνηθισμένο στο concept «όλη η μουσική είναι σκουπίδια», ερμηνεύει το μοντέλο ως «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω». Πόσους ανθρώπους έχω ακούσει να μου λένε, ξεδιάντροπα, «δεν ξέρω πότε έδωσα τελευταία φορά λεφτά για μουσική». Αυτό για μένα σημαίνει ότι, είτε ακούνε μόνο υπερδημοφιλείς καλλιτέχνες, είτε κλέβουν κατάφορα. Θα ήθελα να έβλεπα τον εργοδότη τους να έλεγε «δεν ξέρω πότε έδωσα τελευταία φορά για μισθούς».
Αν και στην παρούσα μορφή του δεν θα επικρατήσει (αλλά ούτε και θα εξαφανιστεί), η ιδέα από πίσω παραμένει και μετασχηματίζεται ως εξής:
Έχω συνδρομή για μουσική, και αγοράζω ηλεκτρονικά ό,τι το αξίζει: Δεν θέλω να σπαταλήσω σελίδες επί σελίδων για το πώς η μουσική βιομηχανία αναγκάστηκε να συμβιβαστεί με αυτό το μοντέλο. Θα πρέπει να αναφερθώ στις εξελίξεις της τεχνολογίας, στο ειδικό διαπραγματευτικό βάρος του iTunes, στις απειλές από πλευράς Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις μονοπωλιακές πρακτικές του και στο δρόμο δίκαιων τιμών και τύπων αρχείων που χάραξαν πάροχοι όπως το emusic ή οι Radiohead. Θα επικεντρωθώ στο πώς δουλεύει:
Κατ' αρχήν, κάθε χρήστης, ανάλογα με το πόσο αγαπά τη μουσική και το πόσα χρήματα διαθέτει, βρίσκει έναν τρόπο να ακούει όση μουσική θέλει. Αυτή τη στιγμή, οι λύσεις για τον κάτοικο Ελλάδος κυμαίνονται από το last.fm και το youtube (δωρεάν, με ευχρηστία όμως άθλια - μικρός κατάλογος, δεν μπορούμε να τα ακούσουμε χωρίς σύνδεση στο ίντερνετ κλπ) ως την επί πληρωμή μορφή του spotify(που είναι εξαιρετικά πιο εύχρηστο και παρέχει τη δυνατότητα να κατεβάσει κάποια κομμάτια ο χρήστης και να τα ακούσει στο ipod). Το αντίστοιχο του spotify στις ΗΠΑ είναι η pandora, και για ακόμα πιο deluxe εμπειρία υπάρχει ήδη σε αρκετές χώρες και το zune pass (που επιτρέπει να κατεβάζεις τα κομμάτια στον υπολογιστή, στο xbox ή ακόμα και όταν είσαι στο δρόμο στο κινητό σου, για 10€ το μήνα).
Πόσα κερδίζει ο καλλιτέχνης από αυτό; Ανάλογα με το μέσο, αλλά μερικές φορές (όπως για παράδειγμα στο youtube και το spotify), πολύ λίγα. Και αυτός είναι ένας από τους δυο λόγους για τους οποίους ό,τι μας αρέσει πραγματικά πρέπει να το αγοράσουμε μετά. Ο άλλος είναι ότι τα παραπάνω προγράμματα βασίζονται είτε στο ότι θα είσαι συνεχώς συνδεδεμένος, είτε στο DRM (το οποίο σημαίνει ότι όταν σταματήσει η συνδρομή, χάνεις τη μουσική σου).
Και πώς αγοράζω; Δεν χωρά αμφιβολία ότι αν μιλάμε για μια limited edition ενός αγαπημένου συγκροτήματος, ή κάποια δουλειά εξαιρετική από εικαστικής απόψεως, συνεχίζω να αγοράζω το υλικό μέσο, το άλμπουμ. Όμως, τα περισσότερα άλμπουμ δεν είναι έτσι: είναι μια απλή πλαστική θήκη και ένα βιβλιαράκι της πλάκας, από τα οποία θα βγάλω το cd για να το ριπάρω στον υπολογιστή, μετά θα το ξαναβάλω μέσα στη θήκη και δεν θα την ξαναδώ στα μάτια μου. Σπατάλη χρημάτων, πετρελαίου (σε μεταφορά και πλαστικό) και χώρου. Αυτό που μετράει στον κόσμο του άυλου στον οποίο οδεύουμε είναι η ιδέα (η μουσική).
Μέσα σε τρία χρόνια έχω καταλήξει στο να αγοράζω το 80% της μουσικής μου ηλεκτρονικά.
Και πώς το κάνω αυτό; Κάποια συγκροτήματα (οι Nine Inch Nails το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα) έχουν γίνει αρκετά γνωστά ώστε να μπορούν να πουλούν τη μουσική τους από μόνα τους στο διαδίκτυο. Αλλά γενικά, όσο πιο μικρό είναι ένα συγκρότημα, ειδικά ένα συγκρότημα part-time μουσικών, που έχουν και άλλη δουλειά, τόσο πιο πολύ χρειάζεται έναν εύκολο τρόπο να διανεμηθεί ως εμάς. Υπάρχουν κάποιοι μεσάζοντες (ένας ή δύο) μέχρι να φτάσει στα ηλεκτρονικά μαγαζιά, αλλά τελικά φτάνει με πολύ καλές τιμές. Μέσα σε 15 λεπτά μπορώ να κάνω τα μουσικά μου ψώνια μια-δυο φορές το μήνα και να αγοράσω μουσική χωρίς DRM, την οποία μπορώ να αντιγράψω όπου θέλω και να την ακούσω όπου θέλω. Και έχω πραγματικές επιλογές: πολλά μαγαζιά, για να ψάξω τα συγκροτήματα σε όλα (αν και συνήθως οι κατάλογοι είναι παρόμοιοι). Οδηγούμαστε - ειδικά στην περίπτωση των μικρότερων εταιρειών - σε μια ενοποίηση των καταλόγων και των τιμών σε όλη την Ευρώπη, με την ενθάρρυνση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέρμα το μαγαζάκι της Sony Ελλάδας που αρνείται να πουλήσει τις κυκλοφορίες που διανέμει η Sony Γερμανίας. Έχω επίσης την επιλογή, για κάποιες κυκλοφορίες που δεν με ενθουσιάζουν, να αγοράσω μόνο τα remix ή τα κομμάτια που με ενδιαφέρουν.
Αυτό το μοντέλο δουλεύει: το iTunes στις ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος διανομέας μουσικής στη λιανική. Για να γυρίσουμε και στα κοντινά μου μουσικά ιδιώματα, η Alfa Matrix, καθ' ομολογίαν της, έχει γίνει τόσο επιτυχημένη, με διανομή σε όλο τον κόσμο, χάρη στο ότι ήταν από τους πρωτοπόρους στην ηλεκτρονική διανομή. Η Ant-Zen έφτασε να πειραματίζεται με ηλεκτρονική διανομή πριν την επίσημη μέρα κυκλοφορίας (για παράδειγμα, το τελευταίο και εξαιρετικό πόνημα του Nin Kuji κυκλοφόρησε στο emusic μια εβδομάδα νωρίτερα).
Δεν θέλω να πω περισσότερα, ούτε να καταλήξω κάπου: σε κάποια χρόνια θα είμαστε πάλι εδώ, να δούμε πού είναι η κατάσταση. Προς το παρόν, είναι ασφαλές να περιμένουμε αυτή η κίνηση να έρθει στην Ελλάδα - και θα πάρει λιγότερα χρόνια να έρθει για παράδειγμα το zune pass, απ' όσα πήρε να έρθει το xbox live ;).
ΥΓ: Αν σε ενδιαφέρει το θέμα, αξίζει να παρακολουθείς το συγκεκριμένο τμήμα της arstechnica.