John Frusciante – The Empyrean
01.Before the
Beginning 02.Song to the Siren 03.Unreachable 04.God
05.Dark Light 06.Heaven 07.Enough of Me 08.Central
09.One More of Me 10.After the
Ending 11.Today (bonus track) 12.Ah Yom (bonus track)
20 January 2009 - Record Collection
Κάτι
που τραβούσε πάντα την προσοχή μου, τόσο στη μουσική όσο και στο ποδόσφαιρο,
είναι οι μικρές "άγνωστες ιστορίες" γύρω από κάποια άτομα, ιστορίες που είναι
μάλλον καταδικασμένες (ή έστω προορισμένες...) να ζήσουν εκτός της προσοχής των
πολλών. Μία από αυτές τις "ιστορίες" ακούει στο όνομα John Frusciante. Ναι,
αναφέρομαι στον γνωστό και μη εξαιρετέο κιθαρίστα των υπέρ-επιτυχημένων Red Hot
Chili Peppers. Τον κύριο υπεύθυνο για μερικά από τα πιο αναγνωρίσιμα ριφάκια
της σύγχρονης alternative rock και - για να είμαστε ειλικρινείς- τον κύριο
υπαίτιο της δημιουργίας του "φαινομένου Peppers" της μετά-Californication
εποχής. Προς θεού, ο Frusciante ήταν μέλος της μπάντας πολύ παλαιότερα - κάπου
στον δρόμο όμως τον βρήκε η ηρωίνη, το αλκοόλ, σχέσεις με διάσημα φωτομοντέλα,
η βαρύτατη κατάθλιψη και η απορία όλων μας για το πώς στην ευχή κατάφερε να
συνδυάσει τα δύο τελευταία. Της θριαμβευτικής επιστροφής του το 1999, λοιπόν,
μεσολάβησε μία περίοδος πέντε χρόνων όπου βρισκόταν μεταξύ φθοράς και
αφθαρσίας. Η ζωή του κινδύνεψε ουκ ολίγες φορές, οι δεσμοί του με ό,τι
σημαντικό είχε πετύχει ή επρόκειτο να πετύχει είχαν κοπεί και όλα έμοιαζαν
χαμένα. Μία ιδιαίτερα επώδυνη περίοδος αποτοξίνωσης τον επανέφερε ξανά στο
προσκήνιο με όχημα (φυσικά) το συγκρότημα που τον καταξίωσε και που ο ίδιος
οδήγησε πολύ ψηλά. Και όλα θα τελείωναν ως ένα βαρετό ηθικό δίδαγμα περί της
δύναμης της προσωπικής θέλησης, αν ξεπερνούσαμε ένα πολύ βασικό στοιχείο: Ο
μπαγάσας σε όλο αυτό το διάστημα αποτύπωνε το χάος της ψυχής του μέσω της
μουσικής του.
Ναι,
οι πρώτες του δισκογραφικές απόπειρες χρονολογούνται στο peak του εθισμού του,
το 1994, όταν το οπωσδήποτε οριακό Niadra Lades and Usually Just a t-Shirt
έκανε την εμφάνισή του. Και έμελλε και συνέχεια: Όλοι κάπου θα έχετε ακούσει
κάποιο ριφάκι από το σπαραξικάρδιο To Record Only Water For Ten Days για
να μην αναφέρουμε ότι το 2004 κυκλοφόρησε ο αθεόφοβος 6 (έξι!) δουλειές του.
Και φυσικά, είναι ο ιθύνων νους τον ΤΡΑΓΙΚΑ κρυμμένων από τα φώτα της
δημοσιότητας Ataxia (αναζητήστε το Automatic Writing και θα με
θυμηθείτε) και σχεδόν μόνιμο μέλος των (πιο γνωστών ευτυχώς) Mars Volta.
Εντυπωσιακό βιογραφικό αν μη τι άλλο, ιδίως αν σκεφτούμε ότι θα μπορούσε να
μετράει αμέριμνος τα εκατομμύριά του πατώντας στην δικαιότατη επιτυχία του
βασικού του συγκροτήματος. Όλα τα παραπάνω αναφέρθηκαν όμως για να τονιστεί το
σημαντικότερο στοιχείο του John Antony Frusciante: Η παροιμιώδης,
ειλικρινέστατη και αφοπλιστική αγάπη που τρέφει για την μουσική του. Και η
τόλμη του ως καλλιτέχνη να απογυμνωθεί ψυχικά και να χρησιμοποιήσει τα έργα του
σαν μέσο κάθαρσης με τον ενθουσιασμό ενός παιδιού που μαθαίνει μόλις να παίζει
κιθάρα. Μιλάμε για έναν από τους 20 σημαντικότερους κιθαρίστες όλων των εποχών
(κατά Rolling Stone) που επιχειρεί συνεχώς να εκφράσει τον εαυτό του με τόσους
πολλούς διαφορετικούς τρόπους που θα έκαναν ολόκληρες μπάντες να ντρέπονται.
Όλες του οι δουλειές είναι τόσο διαφορετικές μεταξύ τους και όμως τόσο
σοκαριστικά συγκινητικές που καθιστούν τη φετινή κυκλοφορία του (μετά από μία
πανταετία αποχής από τις σόλο δουλειές) ιδιαίτερα αναμενόμενη.
The
Empyrean,
λοιπόν... Και τι εστί αυτό; Σαφώς είναι μία δουλειά που κατατάσσεται στις πιο
"ώριμες" και δουλεμένες του. Με κανονικότατη παραγωγή (πιστέψτε με, δεν είναι
κάτι το δεδομένο στη δισκογραφία του) και αρκετά "ορθόδοξα" τραγούδια που
μπορούν να σταθούν αυτούσια (εντάξει, αυτό δεν αποτελεί τόσο μεγάλη έκπληξη).
Με τη φωνή του να έχει κατασταλάξει και να αποτελεί ένα ευέλικτο πλέον
εκφραστικό όργανο που δύσκολα κουράζει και που δεν ακολουθεί πλέον
"ασθμαίνουσα" το κιθαριστικό του παίξιμο. Σίγουρα, οι κιθάρες αποτελούν και
πάλι το επίκεντρο της προσοχής και του ενδιαφέροντος και ευτυχώς δεν έχουν
χάσει σε τίποτα τη θέρμη και το συναίσθημά τους. Ο Frusciante, εξάλλου ελάχιστα
στηρίζεται στη βιρτουοζιτέ του όταν δουλεύει σόλο. Τα ριφάκια του περνάνε μέσα
από έναν κυκεώνα παραμορφώσεων, "στρωματοποίησης" και επεξεργασίας και
πετυχαίνει, λαμβάνοντας φαινομενικά "απλά" στοιχεία να παράγει ένα αποτέλεσμα
τόσο καλειδοσκοπικό και πολυεπίπεδο που κανένα περίτεχνο σόλο δεν μπορεί να
φτάσει. Ευτυχώς, η "ωρίμανση" και η προφανέστατα "φωτεινή" περίοδος που διανύει
δεν μας έχουν στερήσει μερικά μεγαλοφυή, αριστουργηματικά tracks που
αποτελούσαν πάντα το σήμα-κατατεθέν του: Before the Beginning, Dark
Light, Central, λοιπόν, για τους πιο τολμηρούς και όλα επανέρχονται
στη θέση τους. Όσο ζει και αναπνέει αυτός ο άνθρωπος θα βρίσκει τρόπο να βγάζει
προς τα έξω το χάος της ψυχής του και να μας αφήνει με ανοιχτό στόμα, όχι γιατί
είναι ο πιο ταλαντούχος κιθαρίστας της φουρνιάς του αλλά επειδή μπορεί να κάνει
το απλό να ακουστεί τόσο μα τόσο σύνθετο...
Τελικά το Empyrean δουλεύει και αυτό όπως
όλοι οι άλλοι δίσκοι του και γι' αυτό (hint...) καλό θα είναι να συνεκτιμηθεί
με το σύνολο της δισκογραφίας του: Ακούγοντάς το νιώθεις ότι έχεις απέναντί σου
έναν παλιό και κολλητό φίλο που σου εκμυστηρεύεται τις μύχιες σκέψεις του. Και
επειδή είναι φίλος σου, έχεις μάθει να τον αποδέχεσαι όπως είναι: Με τις
παραξενιές του, τους αυτοματισμούς του, την ιδιαίτερη προσωπικότητά του. Αν δεν
ανήκεις στην "παρέα" του, μπορεί ακόμα και να τον χαρακτηρίσεις φάλτσο,
κλαψιάρη, ανέμπνευστο και μυστήριο. Αν όμως έχεις μάθει τα "κουμπιά" του, όλα
βγάζουν ένα υπέροχο νόημα και ένα τεράστιο χαμόγελο θα χαραχτεί στο πρόσωπό
σου: Δε σε νοιάζει ούτε που το Empyrean είναι η τρίτη ή τέταρτη καλύτερη
επιλογή από τη δισκογραφία του Frusciante (ειλικρινά, δεν έχει καμία σημασία)
και αφήνεσαι να σε παρασύρει στον κόσμο του χωρίς να κάνεις πολλές - πολλές
ερωτήσεις. Όπως, ας πούμε: "Μα καλά, τόσο μεγάλο βαθμό στον τέταρτο καλύτερο
δίσκο του;". Ναι, βεβαίως - και λίγος είναι. Καλλιτέχνες τέτοιου στυλ και
κυρίως τέτοιας "ηθικής" σπανίζουν. Μιλάμε για ελεύθερη έκφραση και
αυθεντικότητα στον ύψιστο βαθμό από έναν σούπερ κιθαρίστα που δεν το βλέπει το θέμα
ως δουλειά. Όσοι δεν έχετε έρθει σε επαφή με τον κόσμο του, να το κάνετε
πάραυτα. Θα απορήσετε πώς αντέχατε τόσον καιρό...
Rating: 8,8 / 10
Κωνσταντίνος
Γούλας
John Frusciante @ Myspace
John Frusciante - central
Soap & Skin - Lovetune For Vacuum
01. Sleep 02. Cry Wolf 03. Thanatos 04. Extinguish Me 05. Turbine Womb 06.
Cynthia 07. Fall Foliage 08. Spiracle 09. Mr. Gaunt Pt 1000 10.
Marche FunÞbre 11. The Sun 12. DDMMYYYY 13. Brother Of Sleep
24 April 2009 - PIAS
"Μελωδία αγάπης για
το κενό"; Αν είναι αυτή η ελληνική βάπτιση τούτου εδώ του δίσκου τι μπορεί να
περιμένει κανείς να ακούσει; H μόλις 18 χρονών Αυστριακής καταγωγής Anja Plaschg ακολουθεί τα βήματα των
μεγαλύτερων της, αλλά όπως κάθε παιδί σίγουρα λοξοδρομεί -οικιοθελώς ή μη- από
αυτά. Βήματα που μπορεί να έχει αφήσει σε κάποιο χιονισμένο τοπίο της Ισλανδίας
η Bjork, ή ηχητικά
σημάδια της Beth Gibbons
σε κάποιο δάσος της Αγγλίας.
Γιατί Soap & Skin; Πιθανά, αντιεμπορικά
τα οκτώ σύμφωνα στο πραγματικό της όνομα (και τα υπόλοιπα 3 που είναι "a"). Μπορεί και όχι. Το
σαπούνι και το δέρμα χρειάζεται το ένα το άλλο. Όπως το η φωνή το πιάνο, και τα
"mindfuck" beats τους καθημερινούς ήχους
μιας φωτογραφικής μηχανής, του ρεύματος που προσπαθεί να περάσει το κομμένο
καλώδιο, της ξύλινης πόρτας που χτυπάει ο επισκέπτης, της ταμειακής μηχανής,
του συρραπτικού, του κουδουνιού του ποδηλάτου. Όπως τα "Fall Foliage", "Marche Funebre", "The Sun", "DDMMYYY" χρειάζονται τα "Sleep", "Cry Wolf", "Thanatos", "Spiracle" και τα υπόλοιπα τραγούδια του
δίσκου για την ολοκλήρωση ενός κυκλοθυμικού και μονίμως σε έξαρση ή ύφεση
έργου.
Το "Lovetune For Vaccum" παίζει στα αυτιά μου
περίπου δέκα μέρες. Κάποια στιγμή ομολογώ πως πίστεψα ότι ο δίσκος "τελείωσε".
Καλύτερα όμως να δημιουργείς κάτι ανιαρό με στυλ, παρά κάτι επικίνδυνο χωρίς.
Μπορεί το παραπάνω να είναι απόφθεγμα του Bukowski αλλά η Soap & Skin με αυτόν
τον δίσκο το επιβεβαιώνει και έτσι ο δίσκος συνέχισε να ακούγεται από τα ηχεία
μου μέχρι τώρα. Σίγουρα δεν είναι απλά ένας ανιαρός δίσκος με στυλ και σίγουρα
η 18χρονη δημιούργησε έναν δίσκο και σχετικά επικίνδυνο και με στυλ. Κυκλοφόρησε από την Couch Records, της οποίας την
ύπαρξη δεν γνώριζα. Οι στίχοι της είναι γεμάτοι απόγνωση και
απογοήτευση, ερωτικοί, απευθύνονται στον έρωτα της, συγχρόνως στον ίδιο της τον
εαυτό, ζητάει βοήθεια από κάποιον ή από τον ίδιο της τον εαυτό ξανά. Άλλωστε τι
πιο υγιές από μία κοπέλα να γράφει τέτοιους στίχους, αλλά τι πιο ώριμο να τους
γράφει με τον τρόπο που το κάνει η Anja Plaschg. Μουσικά το βασικό όργανο είναι η φωνή και το πιάνο. Μέσα
στον δίσκο συνυπάρχουν πολύ όμορφα και ηλεκτρονικές συνθέσεις ως κορμός ή απλά
ως γεμίσματα. Στο "Fall Foliage"
η κορύφωση έχει ηλεκτρονική μορφή, ενώ η μικρή μας ηρωίδα ξέρει πως τα ίδια
συναισθήματα θα μας προκαλέσει με το επικό πιάνο του "Thanatos" ή με την σχεδόν σπασμένη από
το κλάμα φωνή του "Spiracle",
ανατριχίλα! Αντίθετα, κατασταλτικά λειτουργούν τα "Sleep", "Cry Wolf", "Extinguish Me", "Turbine Bomb", "Cynthia" και το "Brother of Sleep" που κλείνει τον δίσκο
με ήχους από τα 60 δευτερόλεπτα λίγο πριν η Γη εξαφανιστεί. Ξέχασα ίσως τα δύο
καλύτερα τραγούδια του δίσκου (αν και δύσκολα ξεχωρίζεις κάποια), το "The Sun" και "DDMMYYY". Ο ήλιος από την μία, έχει δύο
όψεις. Το καλοκαίρι, τη φωτοσύνθεση, τις σκιές, εμφανίζεται και εξαφανίζεται
περιοδικά, το απαραίτητο εργαλείο για τη ζωή. Σχεδόν τα πάντα. Όμως είναι ο
ίδιος που σε καταστρέφει, σε υπερθερμαίνει και άμα αποφασίσει να σβήσει θα
σβήσεις και συ μαζί του. Έτσι και το "The Sun", 3:13 σε διάρκεια, 1:45 λεπτά αφιερωμένα στην πρώτη του όψη
και τα υπόλοιπα στην άλλη. Η μία με πιάνο και η άλλη με ένα beat που
ακούγεται μόνο με τα μπάσα στο τέρμα. Το "DDMMYYY" απλά εκπληκτικό, ένας τσαντισμένος Vladislav Delay. Η φουτουριστική
αντίληψη μιας 18χρονης.
Γιατί να
βρω ψεγάδι σε αυτόν τον δίσκο; Θα μπορούσε να είναι η στιγμή που θα πάταγα το "stop", που νόμιζα ότι ο δίσκος είναι η επιφανειακή
απογοήτευση μιας νέας. Αλλά γιατί να βαθμολογηθεί ανάλογα ο δίσκος και όχι εγώ;
Μετά καταλαβαίνεις πως ο ρόλος του αυτός ακριβώς είναι. Σε σπρώχνει, σε φτάνει
κάπου και μετά απότομα σε τραβάει. Ίσως να έχει ξανακουστεί κάτι παρόμοιο. Αλλά
η Soap & Skin είναι γεμάτη ταλέντο, και άμα βρισκόταν απέναντι
μου δεν θα έδειχνα ενθουσιασμό για να δω που μπορεί να φτάσει. Γι' αυτό το λόγο
και η υψηλή βαθμολογία :
Rating: 8,5 / 10
Άγγελος Κουκλάκης
Soap & Skin @ Myspace
Soap & Skin - spiracle fan-made video
Soap & Skin - the sun live
:Wumpscut: - :fuckit:
1. Schlechter Mensch / 2. The Boo / 3. Fuckit / 4. Cut to see how much I bleed / 5. Achtung, Menschen / 6. Autophagy Day / 7. Pooch / 8. Leichenteilchen / 9. Broken / 10. Bloodbathing Tub / 11. Rumpelkammer / 12. Gulag
8 April 2009 - Beton Kopf Media
11ο; 11ο
άλμπουμ; Ή εγώ γέρασα, ή κάποιος άνθρωπος δεν ξέρει άλλη δουλειά και
βγάζει τα άλμπουμ σαν πασατέμπο (σε 3 εκδόσεις το καθένα, και άλλες 2
επανακυκλοφορίες). Και δεν είναι κρυφό ότι αυτό είχε κακές επιπτώσεις στην
ποιότητά τους. Τι θα μας έκανε να ασχοληθούμε ξανά με τον κύριο Ratzinger (συνονόματο εκείνου του παππού στο
Βατικανό); Τι θα μας έδινε ελπίδα ότι το νέο άλμπουμ δεν θα ήταν χειρότερο από
το προηγούμενο; Το γεγονός ότι είναι ξανά ερωτευμένος!
Ναι. Αυτός ο
άνθρωπος χωρίς μια μούσα, πάει από το μέτριο στο χειρότερο. Είμαι ίσως το πιο
ανεκτικό είδος φαν των :wumpscut:, με ιδιαίτερα
γούστα (μια μεγάλη αγάπη για το Bone Peeler πχ) και μια τάση να βάζω να ακούσω wumpscut όταν δεν μπορώ να αποφασίσω να ακούσω κάτι
άλλο (μισώ το shuffle, και η άνω και
κάτω τελεία φέρνουν τους wumpscut στην κορυφή της
ηλεκτρονικής βιβλιοθήκης μου ;)). Αλλά ακόμα κι έτσι, δεν μπορώ παρά να
παραδεχτώ ότι από το συμπαθητικό Evoke, τα καλά τραγούδια
σε κάθε άλμπουμ μειώνονταν όλο και λιγότερο, για να φτάσουν να είναι περί τα 4
στο Schadling, χωρίς καμία
αλλαγή στο στυλ από το προηγούμενο (ήδη μέτριο) Body Census (πέρα από μια μικρή
αύξηση στα bpm).
Και όμως, με το fuckit, εμφανίζεται πάλι ένα μικρό χαμόγελο στο πρόσωπό μου. Όχι ότι ξαφνικά
έμαθε ο Rudy να γράφει στίχους (πρέπει να έχει
μονοψήφιο αριθμό κομματιών με καλό στίχο στην καριέρα του). Ούτε αποφάσισε να
κρατάει τα καλύτερα για τα άλμπουμ, να μην τα βγάζει τόσο συχνά, και να μην μας
φορτώνει με ό,τι filler του κατέβει. Αλλά
επιτέλους, μετά ίσως από καιρό, το διασκεδάζει πραγματικά! Εφόσον το πήρε
απόφαση ότι δεν πείθει πρακτικά κανέναν πια με το να το παίζει μαύρος και
άραχλος, αποφάσισε να καθαρίσει λίγο τον ήχο και να τον κάνει ελαφρώς πιο
φιλικό στα κλαμπ. Ο ήχος πια είναι πυκνός επειδή προστέθηκαν όργανα (κυρίως
οξέα synths με κάποιες αναφορές σε aggro industrial - ειδικά στο The Boo) και ηλεκτρονικοί θόρυβοι, και όχι επειδή
έχει λιώσει σε φίλτρα παραμόρφωσης. Η παραγωγή είναι πιο προσεγμένη. Ακόμα και
τα ορχηστρικά (leichenteilchen) έχουν δουλεμένες μελωδίες και μια εμφανή όρεξη για
δημιουργία νέων θορύβων.
Η ίδια η αισθητική
του άλμπουμ επιβεβαιώνει ότι οι Wumpscut δεν προσπαθούν να
αναστήσουν το ένδοξο παρελθόν τους, αλλά κινούνται προς νέες - ίσως ελαφρώς πιο
προσβάσιμες - κατευθύνσεις. Το ανάποδο σφυροδρέπανο και οι όμορφες εικόνες -
προπαγάνδα στις οποίες η νέα του μούσα, Sadie Sicruk πρωταγωνιστεί
δίνουν μια εντελώς διαφορετική αισθητική στο όλο εγχείρημα (κάποιος έχει λιώσει
στο Red Alert 3 εκεί πέρα). Και στο κάτω κάτω, χίλιες φορές να ποζάρει από το να τραγουδάει
(και να γλιτώνουμε τα φάλτσα της προηγούμενης).
Κρίμα, γιατί αν
αυτό το άλμπουμ είχε βγει μετά το Evoke, η νέα γενιά των wump-troopers (όσοι δεν
προλάβαμε το Embryodead στον καιρό του),
θα ήταν πολύ ευχαριστημένη, τα κλαμπ θα το εκθείαζαν και θα ατενίζαμε το μέλλον
των :Wumpscut: με προσμονή.
Τώρα, όμως, μοιάζει περισσότερο μια αναλαμπή, μια τελευταία πνοή, μέχρι να
χάσει τον ενθουσιασμό του ο Rudy με τη νέα μούσα
του, και να βυθιστεί ακόμα πιο βαθιά στη μετριότητα...
Rating: 7,6 /
10
Tec-goblin
Wumpscut - schlechter mench
AUDIOBOOK 5
songs within the borders
Postwave.gr - 24 April 2009
some notes...
Φτάσαμε αισίως στην πέμπτη, με τον πήχη πλέον να έχει ανέβει αισθητά. Το feedback που παίρνουμε για τα Audiobooks παραμένει εντυπωσιακό και τα 150 αντίτυπα είναι ελάχιστα σε σχέση με τη ζήτηση, αλλά δυστυχώς με τις παρούσες συνθήκες δεν έχουμε δυνατότητα για περισσότερα. Στο Audiobook 5, τη νέα συλλεκτική συλλογή του postwave.gr αφιερωμένη στην ελληνική alternative σκηνή, η επιλογή των τραγουδιών καθώς και το layout και η αισθητική του cd ακολουθεί των concept των προηγούμενων audiobooks, συνδυάζοντας ακυκλοφόρητα tracks γνώριμων συγκροτημάτων με νέα αλλά επίσης αξιόλογα ονόματα.
Το χρώμα που επιλέχτηκε για να ντύσει το artwork αυτή τη φορά είναι το κόκκινο, περιέχει 15 πολύ όμορφα τραγούδια, βγαίνει σε 150 αριθμημένα cd και θα έχει χειροποίητη digipack συσκευασία με υφασμάτινη επένδυση και μεταξωτυπία.
Οσοι έχουν τις προηγούμενες συλλογές στα χέρια τους θα ξέρουν πως ότι γίνεται στα audiobook γίνεται με πολύ μεράκι και προσοχή, χωρίς να υπολογίζουμε το κόστος και με ιδιαίτερο σεβασμό στον κόπο των καλλιτεχνών που συμμετέχουν. Στον player πιο κάτω υπάρχει και audio megamix με αποσπάσματα από όλα τα τραγούδια για να πάρετε μια πρώτη γεύση.
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε για άλλη μια φορά όλα τα συγκροτήματα που ανταποκρίθηκαν, το Artracks Recording Studio για το mastering και όσους αναμίχθηκαν ώστε να έχει συνέχεια η προσπάθειά μας.
Tέλος, όσα συγκροτήματα επιθυμούν να συμμετέχουν σε κάποιο από τα επόμενα cd της σειράς Audiobook μπορούν να μας στείλουν mail στο info@postwave.gr και θα επικοινωνήσουμε μαζί τους.
IMPORTANT
Το Αudiobook 5 θα δωθεί δωρεάν στο παρτυ του postwave.gr που θα γίνει στο mad club (Παρασκευή 24 Απριλίου 2009) σε 150 αριθμημένα αντίτυπα και σε πολυτελή digipack συσκευασία με υφασμάτινη επένδυση και μεταξωτυπία. Θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.
The tracklist
OTHON – mystery star dance
Συνθέτης - πιανίστας που ζει εδώ και αρκετά χρόνια στο Λονδίνο. Ο Othon (Όθων Ματαράγκας) κυκλοφόρησε πρόσφατα το ντεμπούτο του album "Digital Angel" με καλεσμένους όπως ο Marc Almond, o David Tibet (Current 93) και ο Ernesto Tomasini. To Mystery Star Dance δεν υπάρχει στο album του και είναι απλά μαγευτικό!
NO CLEAR MIND - one
Με επιρροές από συγκροτήματα όπως οι Slowdive, Piano Magic και Boards Of Canada, oι No Clear Mind παντρεύουν indie ήχους, shoegaze και electronica. Η μελαγχολική διάθεση είναι εντονότατη στο One, που είμαι σίγουρος ότι θα συγκινήσει αρκετούς και θα γίνει από τα αγαπημένα σας tracks αυτής της συλλογής.
ETTEN – bubble factory
Tην γνωρίσαμε ως την ατίθαση ροκ φωνή των Film, η Etten (Ελένη Τζαβάρα) πλέον εντελώς μεταμορφωμένη, τουλάχιστον ηχητικά. Το 'εργοστάσιο με τις φούσκες' είναι μια δική της σύνθεση σε παραγωγή Coti K. που μας προιδεάζει για την πρώτη της solo δουλειά. Κάπου ανάμεσα σε Knife και Kate Bush, θα την απολαύσουμε Live και στο πάρτι μας.
EKOS QUARTET – I why
Eχουν ήδη αποσπάσει εξαιρετικές κριτικές με τις εμφανίσεις τους και τις πραγματικά άψογες παραγωγές τους. Οι Ekos Quartet πατάνε ως επί το πλείστον στην trip-hop σκηνή του Bristol, προχορώντας όμως και σε πιο experimental κατευθύνσεις. Το I why θα σας γυρίσει αβίαστα στις καλές Μassive Attack / Morcheeba εποχές.
ULTRA VIOLET MUSIC - slept
Εμένα μου θύμισαν την πιο electro-pop περίοδο των Bel Canto, αλλά επειδή αυτό μάλλον δε λέει και πολλά στους περισσότερους, να πώ τους Delerium στη σύγχρονη εκδοχή τους. Νέο ηλεκτρονικό ντουέτο από τη Θεσσαλονίκη, τα τραγούδια τους έχουν φρέσκο καλοδουλεμένο ήχο και πολύ όμορφα γυναικεία φωνητικά.
THELMA BLANKENSHIP – running on (Fabrics remix)
Ντουέτο με καθαρά ηλεκτρονικό ήχο από τη Θεσσαλονίκη και οι Thelma Blankenship (εδώ σε remix από Fabrics), συνδυάζουν σύγχρονη electronica με old-school electropop και συναισθηματικά φωνητικά. Κάπως έτσι θα φανταζόμουν τους Visage, τους Beloved ή τους Soft Cell αν έκαναν μουσική σήμερα.
TAREQ – not the one (Rob Dust rmx)
Λογικά το "not the one" θα περιέχεται στην πρώτη σόλο δουλειά του Tareq, που πρόσφατα έφυγε από τους Techsoir. Το συγκεκριμένο remix από τον Rob Dust έχει πάρει μπόλικο airplay στο wave radio, σε αρκετούς θα θυμίσει δικαιολογημένα καλούς Depeche Mode και πάει για σίγουρο χιτάκι!
FLAKES – 45” (de:tech 12”beatmix)
Κυκλοφόρησαν πέρυσι το πρώτο τους album με τίτλο "Lick Your Fingers if you like it" και ψηφίστηκε σαν καλύτερος δίσκος από ελληνικό συγκρότημα στα polls του Postwave για το 2008. Το 45" εδώ εντελώς αλλαγμένο από τον de:tech, φέρνει τους Flakes πιο κοντά στο dancefloor και σε συγκροτήματα όπως οι Crystal Castles.
EXPOSED BY OBSERVERS – almost celebrities
Εlectro-punk σχήμα που ήδη ακούγεται αρκετά στην ανεξάρτητη αθηναική σκηνή. Το almost celebrities μοιάζει αρκετά προκλητικό και γεμάτο ενέργεια. Τους Exposed By Observers μπορείτε να τους δείτε τις επόμενες μέρες ζωντανά σε μια από τις πόλεις που θα κάνει στάση το Velvet Bus.
NOISILY - flightplan
Οι Noisily είναι από την Αθήνα και παίζουν post-punk με ιδιαίτερα δυναμικό τρόπο. Σκεφθείτε τους πρώιμους Gang Of Four ή τους Magazine χωρίς τα synthesizers και με μια δόση indie/alternative κατεύθυνσης. Παίζουν live αρκετά συχνά τελευταία, όλο και κάπου θα τους πετύχετε.
CINEMASCOPE – never understand
Kαινούριο αθηναικό Project με έντονες επιρροές από την new wave και νεορομαντική σκηνή των αρχών της δεκαετίας του 80. Το never understand των Cinemascope ακούγεται ήδη σε αρκετά εναλλακτικά clubs και βρίσκει τη θέση του στο playlist των DJs ανάμεσα σε Cure και B-Movie.
HIGH LEVEL STATIC - magrathea
Oι High Level Static ήταν από τα πρώτα συγκροτήματα της σύγχρονης electro/ebm σκηνής που κυκλοφόρησαν με αρκετή επιτυχία δίσκο σε γερμανική εταιρεία πριν 5-6 χρόνια. Το "magrathea" είναι από το δεύτερο album τους, που δεν ξέρουμε ακόμα αν και πότε θα κυκλοφορήσει. Οι fans του είδους θα το λατρέψουν!
NOU SPECUL – the break
Oμολογουμένως παράξενο συγκρότημα, όπως και το όνομά τους. Δεν μπορώ να δώσω ακριβώς το στίγμα του ήχου τους μια και φαίνεται να αλλάζει από τραγούδι σε τραγούδι, σίγουρα όμως έχουν θεατρικότητα και αξιζει να ακούσετε περισσότερα. Ο τρόπος ερμηνείας εδώ μου θύμησε αμυδρά Mecano.
THE FUZZY NERDS – lying underground (my Wet Leon strings mix)
Με αρκετά χρόνια παρουσίας στην ελληνική ανεξάρτητη σκηνή, οι Fuzzy Nerds κυκλοφόρησαν το 2ο studio album τους πριν μερικούς μήνες, όπου βρίσκεται και η αυθεντική version του Lying Underground. Δυνατή κιθαριστική ποπ, εδώ τα έγχορδα δίνουν άλλη διάσταση στο τραγούδι.
ELECTRIC LITANY – (like we do in) January
Eίχαμε τραγούδι τους στο audiobook 3 και είχαν κερδίσει τις εντυπώσεις. Αυτή τη φορά με κάτι πολύ πιο χαμηλών τόνων για επίλογο της νέας μας συλλογής. OΙ Electric Litany (που τους είδαμε πρόσφατα μαζί με τους iLikeTRAiNS στην Αθήνα) ολοκληρώνουν αυτές τις μέρες το πρώτο τους album στο Λονδίνο. Περιμένουμε με ανυπομονησία για το αποτέλεσμα!
Κώστας Μπρέλλας
postwave.gr
Related links:
Vendemmian - One More Time
Talk Talk / Give It Up
/ End Like This / Give And Take / Down On The Ground / Another Day / Starter
For Ten / Didn't Say It Was You / Seen Enough / Too Late
October 2008 - Ressurection Records
Οι
Vendemmian επανασυνδέθηκαν το 2008 με τους Mark (φωνητικά
/ κιθάρα), Dave (κιθάρες / programming) και Danny (μπάσο). Ξεκίνησαν δίνοντας
διάφορες συναυλίες στην Ιταλία, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία καθώς και στο
Λονδίνο. Το νέο τους αυτό άλμπουμ "One
More Time" κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο 2008. Η τελευταία τους δουλειά
"One Eye Open" κυκλοφόρησε
το 1997, οπότε έχουμε να κάνουμε με μια επιστροφή μετά από πολυετή απουσία.
Ο δίσκος ηχεί σαν το άλμπουμ τους "Transition"
του 1996, εποχή που τους Vendemmian αποτελούσαν μόνο οι Mark και Dave. Κλασικό κιθαριστικό gothic rock, με κιθάρα, μπάσο και drum machine, να θυμίζουν σε μερικά
σημεία τους The Sisters Of Mercy
και The Cure
στα πιο μελωδικά σημεία του δίσκου.
Από το πρώτο μόλις τραγούδι "Talk Talk", καταλαβαίνει κανείς πως θα είναι και ο υπόλοιπος δίσκος. Πιασάρικο
gothrock με γρήγορος
ρυθμούς, στιβαρό μπάσο και πολλά ωραία riff της κιθάρας. Ακολουθεί το "Give It Up" στο ίδιο μοτίβο αλλά
ενώ στο επόμενο κομμάτι "End Like This"
οι ρυθμοί πέφτουν αναδύοντας μια πιο μελαγχολική σύνθεση. Στα "Down On The Ground" και "Starter For Ten" οι Vendemmian χαλαρώνουν
και επιτρέπουν μερικές ποπ πινελιές στην σύνθεση αποκαλύπτοντας μια άλλη πιο φωτεινή
πλευρά του συγκροτήματος. To
"Another Day"
είναι ένα παλιότερο τραγούδι που είχε κάνει την πρώτη του εμφάνιση σε demo ενός
side project του
Mark με
όνομα Introspection.
Οι υπόλοιπες συνθέσεις "Give And Take", "Didn't Say It Was You", "Seen Enough" καθώς και το "Too Late" με το οποίο κλίνει
και δίσκος κινούνται στο ίδιο ύφος. Γενικά οι Vendemmian κυκλοφόρησαν
έναν ινανοποιητικό δίσκο όπου όλες οι συνθέσεις μπορεί να ακολουθούν το
απλό μοτίβο κουπλέ-ρεφρέν, αλλά τουλάχιστον το κάνουν καλά. Στην ουσία ο δίσκος
είναι ότι πρέπει για τους old school οπαδούς του gothic rock.
Το συγκρότημα αυτή την εποχή βρίσκεται σε tour προωθώντας την νέα του
δουλειά. Αναμένονται ζωντανές εμφανίσεις τους επόμενους μήνες σε διάφορα
φεστιβάλ όπως τα Gotham Festival Islington Acadamy, Wave Gothic Treffen, Misfest και Lumous. Ο Dave παράλληλα συνεχίζει να είναι μέλος των Excession, τους οποίους είχε
σχηματίσει μετά την διάλυση του 1997 των Vendemmian.
Rating: 7 / 10
Νίκος Δρίβας
Vendemmian @ Myspace
Vendemmian - talk talk live
Animal Collective - Merriweather Post Pavillion
01.In the Flowers, 02.My Girls, 03.Also Frightened,
04.Summertime Clothes, 05.Daily Routine, 06.Bluisy, 07.Guys Eyes, 08.Taste,
09.Lion In a Coma, 10.No More Runnin', 11.Brothersport
6 January 2009 - Domino
Είναι ωραίες οι κυκλοφορίες σαν το Merriweather
Post Pavillion για πολλούς και διάφορους λόγους. Και δε θα σταθώ στο γεγονός ότι
τις περιμένει με ενδιαφέρον τόσο το indie κοινό όσο και το κοινό με πιο
"πειραματικά" ακούσματα, γιατί η κουβέντα θα γίνει ανυπόφορα κοινότυπη και
βαρετή. Το συγκεκριμένο άλμπουμ με τον δύσκολο στην ορθογραφία του τίτλο
ξεχωρίζει μέχρι τώρα από τις φετινές κυκλοφορίες γιατί θέτει θριαμβευτικά στο
προσκήνιο ένα "δύσκολο" και εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα: Αυτό του μουσικού
ελιτισμού.
Δεν έχω σκοπό να ορίσω την έννοια του ελιτισμού
στη μουσική, ούτε φυσικά και να την "στοχοποιήσω". Όλοι εξάλλου οι μουσικόφιλοι,
άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, είναι φορείς του μικροβίου του ελιτισμού
χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα κακό. Ας είμαστε ειλικρινείς: Όλοι γουστάρουμε
την έκφραση ζήλιας με υποψία θαυμασμού στο πρόσωπο του κολλητού τη στιγμή που
του εξιστορούμε τη νέα μας μουσική "ανακάλυψη" και περιμένουμε τη στιγμή που θα
μας "αποκαλύψει" και αυτός με τη σειρά του το νέο του εύρημα. Η διαδικασία αυτή
συνιστά ίσως και την πιο γνήσια έκφραση της "μέθεξης" σε αυτό που -αφηρημένα-
oνομάζεται "σύγχρονη μουσική πραγματικότητα". Και εδώ μπαίνει μια άνω
τελεία.
Οι Animal Collective, λοιπόν,
αποτελούν μία από τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις συγκροτημάτων που μπορεί με
μία λέξη να περιγραφεί ως "ιδιαίτερο". Κατ' αρχήν το πλήθος των δισκογραφικών
κυκλοφοριών τους είναι τουλάχιστον αξιοζήλευτο: Δραστηριοποιούνται δισκογραφικά
από το 2000 και το Merriweather... είναι αισίως η όγδοη δισκογραφική
δουλειά τους - και νομίζω λίγα συγκροτήματα έχουν να υπερηφανευτούν για τέτοιο
συνδυασμό όγκου και ποιότητας δουλειάς. Κάτι που τους κατατάσσει σχεδόν
νομοτελειακά στα σημαντικότερα σχήματα των 00's (ΟΚ, ας είναι καλά και η
αμέριστη στήριξη που λαμβάνουν από τα ανεξάρτητα, αμερικάνικα κυρίως, μουσικά
media). Έπειτα είναι και η παροιμιώδης δυσκολία να καταταγούν σε κάποιο
συγκεκριμένο μουσικό ιδίωμα: Πολύ εγκεφαλικοί και πολύπλοκοι για να
χαρακτηριστούν neo-folk, αρκετά "φευγάτοι" ταυτόχρονα για να μην τους χωρέσουν
τα στεγανά του post-rock, προκαλούν έναν μόνιμο (αρκετά ευχάριστο όμως...)
πονοκέφαλο σε όσους θέλουν να προσδιορίσουν τη μουσική τους με "λογικά"
κριτήρια. Και το γεγονός αυτό περιγράφει ίσως με τον καλύτερο τρόπο την "ουσία"
των Animal Collective: Είναι ένα συγκρότημα άκρως παρανοϊκό με όλη την έννοια
της λέξης. Ένα συγκρότημα που έχει στο DNA του μια άρνηση υπακοής σε οποιαδήποτε
νόρμα, που ακολουθεί μία ιδιαίτερη, μοναχική αλλά ταυτόχρονα αρκετά "θορυβώδη"
πορεία ώστε να μην μπορεί και εύκολα να σε αφήσει αδιάφορο.
Το Merriweather Post
Pavillion ταιριάζει αρκετά πιστά, σε μία πρώτη προσέγγιση, στο
προφίλ των Animal Collective. Το κάθε track αποτελεί από μόνο του ένα δαιδαλώδες
ηχητικό μονοπάτι, φορτωμένο με μυριάδες ιδέες και ατελείωτα layers ήχων, άλλοτε
οικείων και άλλοτε πρωτόγνωρων στο αυτί. Το γεγονός αυτό του προσφέρει αρκετούς
πόντους "πολυπλοκότητας" και κατά συνέπεια έναν ιδιαίτερα μεγάλο χρόνο ζωής στο
cd-player του ακροατή που ψάχνει κάτι παραπάνω από μία επιφανειακή ακρόαση: Τα
54 λεπτά του παρέχουν τόσα ερεθίσματα όσα ολόκληρη η δισκογραφία αρκετών
συγκροτημάτων (ονόματα δε λέμε, άγιες μέρες έρχονται...). Και όλα τα κομμάτια
του σφύζουν από ενέργεια και δημιουργικό οίστρο. Πού να πρωτοσταθεί κανείς σε
αυτόν το δίσκο... Στο Bluise, άραγε, το πιο γλυκό και
προσγειωμένο ίσως κομμάτι που μας έχουν προσφέρει στη μέχρι τώρα καριέρα τους;
Στην κυκλική μελωδικότητα του My Girls που σε
αιχμαλωτίζει από το πρώτο δευτερόλεπτο; Στο καθηλωτικό Daily
Routine ή μήπως στα γκάζια του Lion In a
Coma; Δύσκολα θα βαρεθεί κανείς το Merriweather Post Pavillion,
ενώ οι φανατικοί οπαδοί τους μάλλον θα συμφωνήσουν ότι πρόκειται για την πιο
ώριμη και κατασταλαγμένη δουλειά των Animal Collective και σαφώς για την πρώτη
επιλογή ενός νέου υποψήφιου ακροατή της μπάντας. Όμως...
Όμως πού βρίσκεται επιτέλους το πρόβλημα και
τελικά το Merriweather Post Pavillion δεν μου άρεσε; Γιατί αυτή η
συνθετική τους ικανότητα, που κατά στιγμές αγγίζει τα όρια της ιδιοφυϊας απέτυχε
να με κάνει να συνδεθώ με το δισκάκι; Θα μπορούσα να πω ότι η υπερβολική προβολή
της μπάντας και η "ύποπτα" εύκολη αποδοχή της με κάνει διστακτικό απέναντί της -
έχει παραγίνει τελευταία το κακό ό,τι προωθεί το Pitchfork να καθιερώνεται με
ρυθμούς αστραπής και να μετατρέπεται σε "κατεστημένο". Κι εδώ μπαίνει και το
θέμα του ελιτισμού: Ίσως η επιτυχία της μπάντας να στηρίζεται πρωτίστως στο
γεγονός ότι "πρέπει" να αρέσει στον "ψαγμένο" ακροατή, ότι το βιογραφικό της και
οι διακρίσεις της είναι τόσο πλούσια που δεν δικαιούσαι να τα αγνοήσεις.
Ειλικρινά όμως, δεν πιστεύω ότι αυτή η διαπίστωση περιέχει όλη την αλήθεια. Οι
δεκάδες ακροάσεις του δίσκου μου άφησαν μία αρκετά σαφή και ρητή εντύπωση: Ότι η
καλλιτεχνική ιδιοφυϊα δε συνδυάζεται υποχρεωτικά με συναισθηματικά μεστά έργα. Η
τεχνική και συνθετική αρτιότητα των Animal Collective έδωσε ένα άλμπουμ
εντυπωσιακό μεν, πλην όμως μπερδεμένο και αρκετά απρόσιτο. Όχι ακριβώς ψυχρό,
αλλά σίγουρα αποστασιοποιημένο και ναρκισιστικό. Οι άψογες εκτελέσεις και ο
καταρράκτης των ιδεών μπορεί να είναι ωραία για να τα θαυμάζεις, απέχουν όμως
από το να δημιουργήσουν μία αίσθηση εγγύτητας και οικειότητας. Το
Merriweather Post Pavillion μου θυμίζει κάτι υπέροχους καναπέδες που
βλέπεις σε εκθέσεις επίπλων: Ωραίο design, ακριβή και όμορφη ταπετσαρία και ένα
σωρό λεπτομέρειες που τους κάνουν αρεστούς στο μάτι. Με ένα όμως πρόβλημα: Αν
γυρίσεις το βράδυ κουρασμένος από τη δουλειά, δε θα σου κάνει καρδιά να
ξαπλώσεις πάνω τους και να δεις Champions League στην τηλεόραση. Και αυτό
αναιρεί τη χρησιμότητα του καναπέ. Όπως και η συναισθηματική αποστείρωση
ακυρώνει, εν τέλει, την απόλαυση του Merriweather...
Rating: 6 / 10
Κωνσταντίνος
Γούλας
Animal Collective @ Myspace
Animal Collective - my girls video
Animal Collective - Merriweather Post Pavillion
01.In
the Flowers, 02.My Girls, 03.Also Frightened, 04.Summertime Clothes, 05.Daily Routine, 06.Bluisy,
07.Guys Eyes, 08.Taste, 09.Lion In a Coma, 10.No More Runnin', 11.Brothersport
6 January 2009 - Domino
Είναι
ωραίες οι κυκλοφορίες σαν το Merriweather Post Pavillion για πολλούς και
διάφορους λόγους. Και δε θα σταθώ στο γεγονός ότι τις περιμένει με ενδιαφέρον
τόσο το indie κοινό όσο και το κοινό με πιο "πειραματικά" ακούσματα, γιατί η
κουβέντα θα γίνει ανυπόφορα κοινότυπη και βαρετή. Το συγκεκριμένο άλμπουμ με
τον δύσκολο στην ορθογραφία του τίτλο ξεχωρίζει μέχρι τώρα από τις φετινές
κυκλοφορίες γιατί θέτει θριαμβευτικά στο προσκήνιο ένα "δύσκολο" και εξαιρετικά
ενδιαφέρον θέμα: Αυτό του μουσικού ελιτισμού.
Δεν
έχω σκοπό να ορίσω την έννοια του ελιτισμού στη μουσική, ούτε φυσικά και να την
"στοχοποιήσω". Όλοι εξάλλου οι μουσικόφιλοι, άλλος περισσότερο και άλλος
λιγότερο, είναι φορείς του μικροβίου του ελιτισμού χωρίς αυτό να είναι
απαραίτητα κακό. Ας είμαστε ειλικρινείς: Όλοι γουστάρουμε την έκφραση ζήλιας με
υποψία θαυμασμού στο πρόσωπο του κολλητού τη στιγμή που του εξιστορούμε τη νέα
μας μουσική "ανακάλυψη" και περιμένουμε τη στιγμή που θα μας "αποκαλύψει" και
αυτός με τη σειρά του το νέο του εύρημα. Η διαδικασία αυτή συνιστά ίσως και την
πιο γνήσια έκφραση της "μέθεξης" σε αυτό που -αφηρημένα- oνομάζεται "σύγχρονη μουσική πραγματικότητα". Και εδώ μπαίνει
μια άνω τελεία.
Οι
Animal Collective, λοιπόν, αποτελούν μία από τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις
συγκροτημάτων που μπορεί με μία λέξη να περιγραφεί ως "ιδιαίτερο". Κατ' αρχήν
το πλήθος των δισκογραφικών κυκλοφοριών τους είναι τουλάχιστον αξιοζήλευτο:
Δραστηριοποιούνται δισκογραφικά από το 2000 και το Merriweather... είναι
αισίως η όγδοη δισκογραφική δουλειά τους - και νομίζω λίγα συγκροτήματα έχουν
να υπερηφανευτούν για τέτοιο συνδυασμό όγκου και ποιότητας δουλειάς. Κάτι που
τους κατατάσσει σχεδόν νομοτελειακά στα σημαντικότερα σχήματα των 00's (ΟΚ, ας
είναι καλά και η αμέριστη στήριξη που λαμβάνουν από τα ανεξάρτητα, αμερικάνικα
κυρίως, μουσικά media). Έπειτα είναι και η παροιμιώδης δυσκολία να καταταγούν
σε κάποιο συγκεκριμένο μουσικό ιδίωμα: Πολύ εγκεφαλικοί και πολύπλοκοι για να
χαρακτηριστούν neo-folk, αρκετά "φευγάτοι" ταυτόχρονα για να μην τους χωρέσουν
τα στεγανά του post-rock, προκαλούν έναν μόνιμο (αρκετά ευχάριστο όμως...)
πονοκέφαλο σε όσους θέλουν να προσδιορίσουν τη μουσική τους με "λογικά"
κριτήρια. Και το γεγονός αυτό περιγράφει ίσως με τον καλύτερο τρόπο την "ουσία"
των Animal Collective: Είναι ένα συγκρότημα άκρως παρανοϊκό με όλη την έννοια
της λέξης. Ένα συγκρότημα που έχει στο DNA του μια άρνηση υπακοής σε
οποιαδήποτε νόρμα, που ακολουθεί μία ιδιαίτερη, μοναχική αλλά ταυτόχρονα αρκετά
"θορυβώδη" πορεία ώστε να μην μπορεί και εύκολα να σε αφήσει αδιάφορο.
Το
Merriweather Post Pavillion ταιριάζει αρκετά πιστά, σε μία πρώτη
προσέγγιση, στο προφίλ των Animal Collective. Το κάθε track αποτελεί από μόνο
του ένα δαιδαλώδες ηχητικό μονοπάτι, φορτωμένο με μυριάδες ιδέες και ατελείωτα
layers ήχων, άλλοτε οικείων και άλλοτε πρωτόγνωρων στο αυτί. Το γεγονός αυτό
του προσφέρει αρκετούς πόντους "πολυπλοκότητας" και κατά συνέπεια έναν
ιδιαίτερα μεγάλο χρόνο ζωής στο
cd-player του ακροατή που ψάχνει κάτι παραπάνω από μία επιφανειακή ακρόαση: Τα
54 λεπτά του παρέχουν τόσα ερεθίσματα όσα ολόκληρη η δισκογραφία αρκετών
συγκροτημάτων (ονόματα δε λέμε, άγιες μέρες έρχονται...). Και όλα τα κομμάτια
του σφύζουν από ενέργεια και δημιουργικό οίστρο. Πού να πρωτοσταθεί κανείς σε αυτόν το
δίσκο... Στο Bluise, άραγε, το πιο γλυκό και προσγειωμένο ίσως κομμάτι
που μας έχουν προσφέρει στη μέχρι τώρα καριέρα τους; Στην κυκλική μελωδικότητα
του My Girls που σε αιχμαλωτίζει από το πρώτο δευτερόλεπτο; Στο
καθηλωτικό Daily Routine ή μήπως στα γκάζια του Lion In a Coma;
Δύσκολα θα βαρεθεί κανείς το Merriweather Post Pavillion, ενώ οι φανατικοί
οπαδοί τους μάλλον θα συμφωνήσουν ότι πρόκειται για την πιο ώριμη και
κατασταλαγμένη δουλειά των Animal Collective και σαφώς για την πρώτη επιλογή
ενός νέου υποψήφιου ακροατή της μπάντας. Όμως...
Όμως
πού βρίσκεται επιτέλους το πρόβλημα και τελικά το Merriweather Post
Pavillion δεν μου άρεσε; Γιατί αυτή η συνθετική τους ικανότητα, που κατά
στιγμές αγγίζει τα όρια της ιδιοφυϊας απέτυχε να με κάνει να συνδεθώ με το
δισκάκι; Θα μπορούσα να πω ότι η υπερβολική προβολή της μπάντας και η "ύποπτα"
εύκολη αποδοχή της με κάνει διστακτικό απέναντί της - έχει παραγίνει τελευταία
το κακό ό,τι προωθεί το Pitchfork να καθιερώνεται με ρυθμούς αστραπής και να
μετατρέπεται σε "κατεστημένο". Κι εδώ μπαίνει και το θέμα του ελιτισμού: Ίσως η
επιτυχία της μπάντας να στηρίζεται πρωτίστως στο γεγονός ότι "πρέπει" να αρέσει
στον "ψαγμένο" ακροατή, ότι το βιογραφικό της και οι διακρίσεις της είναι τόσο
πλούσια που δεν δικαιούσαι να τα αγνοήσεις. Ειλικρινά όμως, δεν πιστεύω ότι
αυτή η διαπίστωση περιέχει όλη την αλήθεια. Οι δεκάδες ακροάσεις του δίσκου μου
άφησαν μία αρκετά σαφή και ρητή εντύπωση: Ότι η καλλιτεχνική ιδιοφυϊα δε
συνδυάζεται υποχρεωτικά με συναισθηματικά μεστά έργα. Η τεχνική και συνθετική
αρτιότητα των Animal Collective έδωσε ένα άλμπουμ εντυπωσιακό μεν, πλην όμως
μπερδεμένο και αρκετά απρόσιτο. Όχι ακριβώς ψυχρό, αλλά σίγουρα
αποστασιοποιημένο και ναρκισιστικό. Οι άψογες εκτελέσεις και ο καταρράκτης των
ιδεών μπορεί να είναι ωραία για να τα θαυμάζεις, απέχουν όμως από το να
δημιουργήσουν μία αίσθηση εγγύτητας και οικειότητας. Το Merriweather Post
Pavillion μου θυμίζει κάτι υπέροχους καναπέδες που βλέπεις σε εκθέσεις
επίπλων: Ωραίο design, ακριβή και όμορφη ταπετσαρία και ένα σωρό λεπτομέρειες
που τους κάνουν αρεστούς στο μάτι. Με ένα όμως πρόβλημα: Αν γυρίσεις το βράδυ
κουρασμένος από τη δουλειά, δε θα σου κάνει καρδιά να ξαπλώσεις πάνω τους και
να δεις Champions League στην τηλεόραση. Και αυτό αναιρεί τη χρησιμότητα του
καναπέ. Όπως και η συναισθηματική αποστείρωση ακυρώνει, εν τέλει, την απόλαυση
του Merriweather...
Handsome Furs - Face Control
01. Legal Tender 02. Evangeline 03. Talking Hotel
Arbat Blues 04. (Passport Kontrol) 05. I'm Confused 06. (White
City) 07. Nyet Spasiba 08. Officer of Hearts 09. (It's Not Me, It's
You) 10. Thy Will Be Done 11. Radio Kaliningrad
10 March 2009 - Sub Pop
Γενικά είναι πολύ ωραίο όταν καλλιτέχνες διαφόρων γκρουπ
συνεργάζονται δημιουργικά και το αποτέλεσμα είναι άκρως ικανοποιητικό. Εδώ
έχουμε το αντίστροφο παράδειγμα. Ο Dan Boeckner, το ήμισυ των Handsome Furs, βρίσκει διέξοδο να εκφράσει τις
πιο pop και electro χορευτικές
ανησυχίες του (πράγμα που δεν κάνει στους Wolf Parade). Ως κιθαρίστας και φωνή των Καναδών -και μετά την χυλόπιτα που έφαγε από τον Spencer Krug για
την χρήση drum machine
σε αυτούς- κάνει πράξη το 2007 μαζί με την σύζυγό του Alexei Perry την
ιδέα που είχε στο μυαλό του. Όσοι λοιπόν σκέφτονται για μπάντες σαν τους Wolf Parade, Swan Lake, Frog Eyes κλπ «σιγά μωρέ έχουμε
τους Modest Mouse...»
o Boeckner έχει
την λύση. Αφήνει στην άκρη μπάσο, drums και λίγες κιθάρες και στην θέση τους τοποθετεί synth και
drum machine. Επιχειρεί να ανεβάσει
τη διάθεση όσων ερωτοτροπούν σε κάποιο dance floor του Βερολίνου ή ακόμα και όσων παραμένουν σκαλωμένοι με την
μεγαλειώδη sampler-ική
μουσική του Burial. Θα
μου πείτε γιατί αναφέρω τον Burial.
Δεν ξέρω... αλλά ακούγοντας για πρώτη φορά το "Face Control" η πρώτη σκέψη ήταν το πόσο «πρωτόγονη» μουσική περιέχει
ο δίσκος. Και ο Burial νομίζω δεν κάνει κάτι το διαφορετικό. Η διαφορά όμως είναι,
πως ο ένας (Burial) κρύβει
ιδιοφυία στην σκέψη του και στα ραφιναρισμένα samples, σου αγγίζει την πιο πνευματώδη
μεριά του μυαλού σου, σε πωρώνει, ενώ οι Handsome Furs με το "Face Control" παίζουν με την
διάθεση σου μάλλον επιφανειακά. Ποιο είναι όμως το ποσοστό του ανθρώπινου εγκεφάλου
που χρησιμοποιείται για να καθορίσει την διάθεση μας; Πιθανά αρκετά μεγάλο!
Γι΄αυτό και το "Face Control"
μας αρέσει.
Αφήνοντας τις χαζές συγκρίσεις με τον Burial, η μουσική του δεύτερου δίσκου
των Furs διαφέρει πλήρως από το "Plague Park" του 2007 (μόνη ομοιότητα: κυκλοφόρησαν από την SubPop records). Πιο απλή δομή,
συγχρόνως περισσότερη δυναμική στην φωνή του Boeckner και στους ρυθμούς που δημιουργεί η Perry και ο
ηλεκτρονικός φίλος της, γενικά ένα New Order-Contstantines-Beck συνονθύλευμα
με έξυπνους στίχους-σλόγκαν ("don't wanna hear about kings and queens", "every little thing has been bought & sold", "heaven was a place we build out of stone"
κλπ.). Αφήνει πίσω την θεατρικότητα των Frog Eyes, το γλυκόπικρο indie rock των Swan Lake και
χτυπάει σαν πανκ-μάγκας των 70's
(με πολύ, μα πάρα πολύ mainstream ήχο) με τραγούδια όπως το "Legal Tender", "Talking Hotel Arbat Blues", "I'm Confused"Nyet Spasiba", "Radio Kaliningrad" -στο οποίο εμφανίζονται πιο έντονα οι κιθάρες, " και "All we want Baby, is Everything"- τραγούδι του
οποίου το beat θυμίζει πολύ το Temptation των New Order. Από τον δίσκο δεν
λείπουν και πιο ήρεμες στιγμές ("Officer of Hearts", "Thy Will Be Done"), τις οποίες θα
χαρακτήριζες αρκετά μινιμαλιστικές. Α! τώρα που το ξανασκέφτεσαι, όλος ο δίσκος
είναι κάπως έτσι.
Τελικά, οι Handsome Furs καταφέρνουν με έναν πολύ απλό τρόπο να τους παίξεις το πρωί
για να αρχίσει όμορφα η μέρα σου, το μεσημέρι όχι για να σε πάρει ο ύπνος, αλλά
για να σε κρατήσουν ξύπνιο και το βράδυ για να χορέψεις μέχρι να σπάσουν τα
πόδια σου. Αν το ξανασκεφτείς καλύτερα όμως, το πρώτο το κάνουν εξίσου καλά και
οι Hatcham Social με το "Murder in the Dark"
που άκουσα πρόσφατα, το δεύτερο το καταφέρνουν μέχρι και οι Rumble Strips με
το Alarm Clock ενώ το τελευταίο σίγουρα δεν είναι σπάνιο. Επομένως, αν οι Handsome Furs επιδίωκαν
με αυτή τους την κυκλοφορία μία τέτοια προσέγγιση από κάποιον που θα ακούσει
τον δίσκο τους σίγουρα ο στόχος επετεύχθη, αν από την άλλη με την απλότητα του
ήχου τους θέλησαν να τους αγαπήσουν ακόμα περισσότεροι, πιθανόν στο μέλλον και
αυτό να γίνει. Αποτέλεσμα: απλά καλό.
Rating: 6,8 / 10
Άγγελος Κουκλάκης
Handsome Furs @ Myspace
Handsome Furs - I'm confused video
«Είναι μια ιστορία αγάπης». Έτσι μας προλόγισε το «He & She» το βράδυ της ζωντανής παρουσίασης του ο K. The Clown. Φαίνεται πως ήξερε καλά το κοινό του. Ήξερε πως η αχόρταγη κουτσομπολίστικη ανθρώπινη φύση μας θα μας σπρώξει, όχι μόνο στην αποκάλυψη της Josephine, αλλά και στο να επιδιώξουμε με νοσηρή μανία να ξεσκεπάσουμε τον ίδιο τον Κλόουν για να σταματήσουμε να τον φοβόμαστε. Μην τον κατηγορείτε που κρατά μυστικά. We must protect ourselves from excessive clarity. This is where life loses the most beautiful ideals. Κάνει ό,τι μπορεί, τουλάχιστον, για να μας τα θυμίσει, πριν ξεθωριάσει για πάντα η μορφή του στο τραπουλόχαρτο από την κακή χρήση. Listen to him. He is plain and true. Είναι μια ιστορία αγάπης. Μια ιστορία χωρίς τέλος.
Έτσι και εγώ, σαν γνήσια αγαπησιάρικο πλάσμα, φεύγοντας από την παράσταση, κατέληξα με τρία αντίτυπα του "He & She" στο χέρι για να τα χαρίσω στους αγαπημένους μου, ώστε να join the Resistance and fall in love!
This is the beginning
Τώρα βρίσκομαι στην ίδια θέση με τον Clown. Να σας παρουσιάζω την ιστορία. Μετά δυσκολίας τα καταφέρνω, καθώς στο τσακ γλίτωσα την παράνοια προσπαθώντας να μπω στο πετσί του ρόλου (σε αυτό μάλλον φταίει και ο κύριος Μπρέλλας που μου έβγαλε την πίστη με αυτό το review). Η πρώτη μου επαφή με το Σύμπαν που ζει ο Κλόουν και οι ήρωες του έγινε μέσω της θαρραλέας πράξης των 2L8 να μοιράσουν απλόχερα (=δωρεάν) το "soundtrack" της ιστορίας τους. Σας περιμένει και εσάς να το «κατεβάσετε» από το blog τους, αλλά αν ξέρατε πόσα θα στερήσετε από τον εαυτό σας μένοντας μόνο σε αυτό, θα το αγοράζατε δίχως δεύτερη σκέψη.. Παρατηρήστε μερικές σελίδες του «βιβλίου» που συνοδεύει τη μουσική τους για να πάρετε μια ιδέα.
Ο μοναδικός τρόπος για να κατανοήσω όσο το δυνατόν πληρέστερα την δεύτερη δουλειά των 2L8 ήταν να το φανταστώ και να το παραλληλίσω με ένα RPG video game σε μορφή επιτραπέζιου παιχνιδιού καρτών. Αν και ανορθόδοξη προσέγγιση, ακολούθησα το ένστικτο μου και σε μένα λειτούργησε. Δείτε τι βρήκα!
Μια αόρατη σελίδα οδηγιών χρήσης!
Prologue
Τι είναι αυτό που κρατάτε
Κρατάτε στα χέρια σας το δώρο που έκλεψε ο Κλόουν από Αυτόν και προοριζόταν για Αυτήν. Ο Κλόουν μεταμόρφωσε την εξομολόγηση Αυτού προς Αυτήν σε προσωπική πρόσκληση προς εσάς να παίξετε ένα απαγορευμένο παιχνίδι που διαδραματίζεται στην σκηνή ενός θεάτρου. Αψηφήστε κάθε λογική, αν θέλετε να φτάσετε στη νίκη.
Κανόνες του παιχνιδιού
Υπάρχουν τουλάχιστον έξι γνωστά επίπεδα στο παιχνίδι. Μέσα στο σκηνικό βρίσκονται διάσπαρτα κλειδιά, που εξυπηρετούν ως προς τη λύση των γρίφων σαν σκάλα για τα υψηλότερα level. Αυτά τα κλειδιά μπορούν να χρησιμοποιηθούν αν και μόνο αν έχει κανείς ολοκληρώσει το προηγούμενο επίπεδο. Μόνο τότε φανερώνουν την επόμενη έκφανση της πολυσημίας τους.
Προφυλάξεις
Η ποινή για όσους επιλέξουν να «κλέψουν» στο παιχνίδι , ώστε να φτάσουν γρήγορα στο επόμενο στάδιο, είναι να χάσουν για πάντα την ευκαιρία να βρουν το πραγματικό μυστικό.
Σκοπός του Παιχνιδιού
Η ανακάλυψη του μυστικού. Η λύση του γρίφου. Το έπαθλο για αυτόν που θα το τερματίσει είναι πολύτιμο και εντελώς ανατρεπτικό. Ο K. the Clown, όπως όλοι οι εκ γενετής clown του κόσμου, δεν θα έπαιρνε ποτέ την κιθάρα του για να τραγουδήσει μια οποιαδήποτε ιστορία. Φορώντας στους χαρακτήρες του δράματος την κατάλληλη μάσκα κάθε φορά (όπως αρέσκεται να κάνει και ο ίδιος), μετατρέπει την περιπέτεια τους σε διαδραστικό παιχνίδι και σας προκαλεί να διαπιστώσετε αν είστε ικανοί να καταλάβετε τι επιθυμεί να σας ψελλίσει. Για να βοηθήσει, δεν θα χρησιμοποιήσει μόνο νότες, αλλά θα προσπαθήσει να ικανοποιήσει και τις υπόλοιπες αισθήσεις σας με ό,τι εφόδια έχει. Θα βρείτε το μυστικό του?
Μάλιστα. Είναι ένα παιχνίδι, λοιπόν. Αφού προσπάθησα τόσο πολύ να βρω ένα-ένα τα κλειδιά του, μπορώ - επιτέλους! - να αποπειραθώ να γράψω μια κριτική για αυτό που «πραγματικά» είναι. It's a play! Ό,τι και αν σημαίνει αυτό.
Γενικά Χαρακτηριστικά του Παιχνιδιού
Title: "He & She"
Subtitle: "Angry Enough To Keep Loving In The Dark Ages"
Characters: He, She, Pixy, Frustrated Poets Choir
Written and presented by: the Clown
Adaptation by: K. the Clown
Performed by: 2L8
Keys: Το γράμμα, η Josephine, η αντίσταση, η σκάλα, ο κύκλος, το 0, τα παρακείμενα στοιχεία και η εικονογράφηση, ο Τρελός, ο Μάγος, το ίδιο το παιχνίδι
Levels: Το ταξίδι των αισθήσεων, το ταξίδι της δημιουργίας, το ταξίδι της ελευθερίας, το ταξίδι της ελπίδας, το ταξίδι της εμπειρίας, το ταξίδι του τρελού
Ιδιαίτερα Χαρακτηριστικά
Χαρακτήρες. Βαθμολογία: 9.9/10
Η συγγραφική σκηνοθεσία του Κλόουν δίνει υπόσταση σε τέσσερις χαρακτήρες, dramatis personae κατά την ορθή παλαιά θεατρική ορολογία. Αυτός, Αυτή, το Στοιχειό και η Χορωδία Των Αποτυχημένων Ποιητών. Ενίοτε επεμβαίνουν όλοι στην αφήγηση, ώστε να ξετυλίξουν μπροστά στα μάτια του κοινού το νήμα που τους ενώνει, μπας και βρει κανείς την άκρη του. Α! ναι.. και ο Κλόουν. Μην τον ξεχνάμε, νευριάζει.
Ιδιότητες των Χαρακτήρων 9.9/10
«Αυτός» είναι το πιόνι που μετακινείται από μόνο του πάνω στο ταμπλό του παιχνιδιού και ταξιδεύει για την αγάπη του προς «Αυτήν». «Αυτή», εκτός από το να τον συνοδεύει σαν τη Βερενίκη του Δάντη, οδηγεί τα βήματα του και δίνει λόγο στην ύπαρξη του. Το «Στοιχειό» είναι ο σύμβουλος τους. Η «Χορωδία», ο εχθρός που τους αναγκάζει να συνυπάρξουν μαζί του με τους δικούς του κανόνες.
Η ταυτότητα τους αρχικά δεν έχει σημασία, είναι nameless faces, με εξαίρεση «Αυτής», που στο γράμμα του προς εκείνην στο τέλος, μας αποκαλύπτει ποια είναι η Josephine. Η Josephine είναι το κλειδί του πρώτου επιπέδου για να βρούμε την σκάλα που οδηγεί στο επόμενο.
Ο Κλόουν είναι αυτός που κατάφερε να συλλέξει τις στιγμές που ζουν οι ήρωες και να τις μετατρέψει σε παιχνίδι, παρουσιάζοντας το, όπως ο «Μάγος» του Silencio, σαν ένα ακόμη φαινομενικά επιφανειακό γοτθικό παραμύθι.
Σκηνοθεσία-Τεχνική-Γραφικά. Βαθμολογία: 9.9/10
Αφού πατήσετε το play, η κάθε νότα που ξεπετιέται μοιάζει με πινελιά που ζωγραφίζει σε έναν τρισδιάστατο καμβά έναν σκοτεινό ασαφή γκροτέσκ κόσμο (κάτι ανάμεσα στις ζοφερές καρικατούρες του Burton και του στοιχειωμένου σύμπαντος του Poe), στον οποίο δίνει χρώμα μονάχα το αίμα που έχασε ο ήρωας στην μάχη για να αποδείξει - πρωτίστως στον Eαυτό του και μετά στην Χορωδία - πως δεν απέτυχε.
Η μελοποίηση της κάθε λέξης του πεζόμορφου ποιήματος, ξεδιπλώνει το μαγικό ρεαλισμό της ελεγείας σε ένα τόσο αληθοφανές φόντο και με τόση υπερβολική λεπτομέρεια, που καταλήγει να παραμορφώνεται και να μοιάζει σουρεαλιστικά αληθινή.
Η ιστορία ξεκινά στο κέντρο του μύθου, in media res, με έναν εσωτερικό μονόλογο/μουρμούρισμα που πείθει χωρίς αμφιβολία πως βασικός ομιλητής του έργου είναι το υποσυνείδητο του ήρωα. Το κάθε στοιχείο που μας δίνει με τη μορφή λέξεων και εικόνων στο βιβλίο αποκτά διαφορετικό συμβολισμό στην εξέλιξη του παιχνιδιού. Η αλληλουχία των διαφορετικών πεδίων δράσης του κάθε επιπέδου και οι μεταμφιέσεις των χαρακτήρων σχεδιάζουν με ευκολία και λεπτομερώς το σκηνικό, στο οποίο θα ζωντανέψουν οι καταραμένοι ήρωες και η καταδικασμένη ιστορία τους. Αρκεί να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά.
Σενάριο-Πρωτοτυπία. Βαθμολογία: 9.9/10
Το παιχνίδι ξεκινά με τον Κλόουν πάνω σε μια σκηνή, σαν τον «Μάγο» του Lynch στο Silencio Club, να τραβά τις βαριές κουρτίνες με σαρδόνιο χαμόγελο, πίσω από τις οποίες κρύβεται ένα δεύτερο «θέατρο του παραλόγου» σαν το Red Room του Twin Peaks. Όπως οι χαρακτήρες μιλάνε ανάποδα στο όνειρο του Cooper, έτσι και εδώ δεν είναι εύκολο να καταλάβουμε ποιος είναι ποιος και τι λέει ποιος. Μέσα σε αυτό υπάρχει το τίποτα και τα πάντα. Γινόμαστε οι θεατές ενός θεάτρου μέσα στο οποίο διαδραματίζεται ένα άλλο θέατρο. Άρχισε η παράνοια? Σαν να μην έφτανε αυτό, συμβαίνει και το εξής παράδοξο. Η Χορωδία Των Αποτυχημένων Ποιητών (ο αντίστοιχος Χορός στο αρχαιοελληνικό θέατρο) κλέβει τον πρωταγωνιστικό ρόλο από τον ήρωα και, αφού έχει ανέβει στην σκηνή, τον κοιτά επιβλητικά από ψηλά ζητώντας του να κάνει «ησυχία» (ως είθισται να ζητείται από το κοινό). Άρα και Αυτός καταλήγει να ενσαρκώνει το κοινό! Χμ. Εμείς είμαστε οι θεατές ενός θεάτρου μέσα στο οποίο διαδραματίζεται ένα άλλο θέατρο και μέσα σε αυτό ακόμα ένα! Αυτό είναι παράνοια. Η αλλαγή στους ρόλους απειλεί ανεπανόρθωτα την έκβαση του έργου! Θα νικήσει την Χορωδία Των Αποτυχημένων Ποιητών που αφορίζει τον έρωτα του ως επικίνδυνο και απαγορευμένο? Θα καταφέρει να φτάσει τον Ουρανό? Το πανταχού παρόν Στοιχειό στην γωνία δίνει σωστές συμβουλές? Οι ήρωες είναι θύματα της τύχης ή του πεπρωμένο τους?
Παρά την χρήση πολυάριθμων σταθερών συμβολικών μοτίβων, ο βαθμός μεταμόρφωσης τους από επίπεδο σε επίπεδο κάνει τον παίκτη, αντί να τα βαρεθεί, να έχει την ανάγκη να τα παρατηρήσει ακόμα πιο προσεκτικά: η σκιά, το υπουργείο της προπαγάνδας, οι χαραμισμένες μέρες, ο σωρός από τα σκονισμένα και μουχλιασμένα βιβλία στο ράφι, ο ουρανός, τα σύννεφα, η βροχή, η θάλασσα, η σταγόνα, το ποτάμι, η πέτρα, το ηφαίστειο, το μεγαλείο της φύσης, το όνειρο, η αναπνοή, η καρδιά στα χέρια του, ο αντικατοπτρισμός στα μάτια της, το DNA του, το κοστούμι - σώμα του (σαν του Frank στο Donnie Darko), το ταξίδι του, ο θάνατος του, το άλμα του, η πτώση του.. Όλα επανέρχονται ξανά και ξανά και εσύ, εκεί, να θες να τα γνωρίσεις από την αρχή
.
Ήχος-Χρόνος-Ρυθμός. Βαθμολογία: 10/10
Από το πιο σκοτεινό βάραθρο της οκνηρίας, της απόγνωσης και της αυτοκαταστροφής, στα προσωρινά διαστήματα φαινομενικής ισορροπίας και από εκεί έως τα υψηλότερα εύηλια βάθρα της μεγαλομανίας, των άπειρων δυνατοτήτων και της Ζωής, ο Κλόουν καταφέρνει να αποδώσει ολόκληρο το ψυχικό φάσμα ενός ασταθούς ήρωα, μέσω του απόκοσμου ήχου της ίδιας του της αγωνίας και μέσω εφιαλτικών avant garde μελωδιών. Τι πιο ανατριχιαστικό από αυτό? Ο σχεδόν σχιζοφρενικός συνδυασμός των απρόβλεπτων εντάσεων και των πρωτότυπων ήχων απεικονίζει με φοβερή πιστότητα το συναισθηματικό διάγραμμα ενός ήρωα, τη στιγμή που η πεζή πραγματικότητα του συναντά την αταξία και εκείνη κατακερματίζει κάθε αίσθηση του χρόνου.
Βαθμός Δυσκολίας: 9.7/10 (για το επίπεδο των αρχαρίων)
Τα σπαρακτικά παράφωνα ουρλιαχτά του πάνω σε bizarre ορχηστρικές μελωδίες είναι τόσο πιθανό να συγκινήσουν κάποιον που έχει αγαπήσει απελπισμένα, όσο το ίδιο πιθανό να προκαλέσουν χλευασμό σε όσους αρέσκονται να ακούν μόνο τους U2. Bono is a clown, but Clown isn't Bono.
Βαθμός Εξάρτησης: 9.9/10
Το επικίνδυνα εθιστικό ναρκωτικό Theremin θα σας υπνωτίσει από το πρώτο άκουσμα και θα αδυνατείτε να διακόψετε το παιχνίδι, έστω και για μια στιγμή.
Προδιαγραφές Επεξεργαστή. Βαθμολογία: 9.7/10
Οι απαιτήσεις του παιχνιδιού είναι αρκετά υψηλές, αλλά εξίσου προσαρμοστικές και στις δυνατότητες ενός ελαφρώς πιο αδύναμου επεξεργαστή, που ενδέχεται να έχουν κάποιοι χρήστες. Έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην «κολλάει» σε κάποιο σημείο, με αποτέλεσμα οι παίκτες να γλιτώνουν τον ανεπιθύμητο τερματισμό του παιχνιδιού, ακόμα και αν ακολουθούν τις πιο ανούσιες στρατηγικές.
It's a circle. Μας ξεγέλασε ο Κλόουν. Μας την έφερε από την αρχή. Μας έριξε τα χαρτιά και μας οδήγησε εδώ χρησιμοποιώντας το πιο ακατανόητο, αλλά και το πιο διαδεδομένο κλισέ. Αυτό της αγάπης. Πόσο fool νιώθω... Άραγε ο ίδιος το γνωρίζει? Παμε πάλι από την αρχή. Είναι μια ιστορία αγάπης. Μια ιστορία χωρίς τέλος. This is the beginning. Μουαχαχαχα...
Συνολική Βαθμολογία: 9.86 / 10
Εva Me.
The Fuzzy Nerds - Mirror Phase
01.Plastic, 02.Lying Underground, 03.Faithful
04.117, 05.Happy Fuzzy Thinkin', 06.Freud and Klein, 07.Ginger,
08.Beautiful, 09.Narcissism, 10.Mirror Phase, 11.May I Leave, 12....Of Course You May, My Dear
December 2008 - TMC Music
Κάθε
φορά που έρχομαι ως ακροατής απέναντι σε
ένα ελληνικό συγκρότημα, επαναλαμβάνεται με μαθηματική ακρίβεια η ίδια κατάρα:
Δεν μπορώ να ξεριζώσω από το κεφάλι μου το άτιμο μικρόβιο της σύγκρισης. Πώς θα
ήταν αν η μπάντα ήταν από την Αγγλία; Αν είχαν από πίσω τους ένα οργανωμένο
τμήμα μάρκετινγκ; Ή μία μεγάλη πολυεθνική να βγάζει τους δίσκους τους; Και
τελικά, πόσα συγκροτήματα εκ της αλλοδαπής κυκλοφόρησαν πρόσφατα καλύτερη
δουλειά. Όλα αυτά αποτελούν (στην καλύτερη περίπτωση) αχρείαστη φλυαρία. Δεν
είναι μόνο σημερινό το φαινόμενο η επιτυχία ενός άλμπουμ να σχετίζεται με
πλήθος άλλων παραγόντων πλην της όποιας "καλλιτεχνικής αξίας" του. Και εδώ που
τα λέμε, ούτε μόνο ελληνικό φαινόμενο είναι (μια ματιά στα charts οποιασδήποτε
χώρας θα πείσει και τον πιο δύσπιστο) και ούτε περιορίζεται μόνο στη μουσική.
Γιατί όμως κάθε φορά που ένα ελληνικό συγκρότημα κυκλοφορεί έναν στοιχειωδώς
αξιοπρεπή δίσκο να έχουμε αυτό το βιολί;
Δύο
είναι οι πιθανές απαντήσεις που έχω στο μυαλό μου και ο λόγος που τις παραθέτω
είναι για να δούμε σε ποια από τις δύο εμπίπτουν περισσότερο οι συμπαθείς Fuzzy
Nerds, οι οποίοι, σημειωτέον,
δραστηριοποιούνται δισκογραφικά για πάνω από μία δεκαετία:
-Την
τελευταία δεκαετία (τουλάχιστον) έχουν κυκλοφορήσει αρκετοί αξιόλογοι
αγγλόφωνοι δίσκοι "διεθνών προδιαγραφών" από ελληνικά σχήματα οι οποίοι ναι μεν
έγιναν γνωστοί στο οικείο κοινό τους, ο μόνος τρόπος όμως για να κάνουν
επιπλέον επιτυχία ήταν να αποτελέσουν το μουσικό theme διαφήμισης εταιρείας
κινητής τηλεφωνίας.
-Ας
είμαστε ειλικρινείς, μας αρέσει ενίοτε να βρίσκουμε δικαιολογίες για να
καλύπτουμε τις όποιες ανεπάρκειες των "δικών μας" παιδιών. Καλό εκείνο το
συγκροτηματάκι που είδες τις προάλλες στο aN, αλλά "...πώς να πάνε μπροστά
τα παιδιά, δεν έχουν τα μέσα που έχουν από πίσω τους οι Interpol...". ΟΚ,
δεκτό, ίσως όμως να μην έχουν και το ταλέντο τους...
Ας
μην ξεφεύγουμε από το θέμα μας, όμως: Το Mirror Phase είναι μία πολύ βατή και
ειλικρινής κυκλοφορία. Τα 12 τραγούδια του είναι ίσως ο ορισμός της
κιθαριστικής ποπ και είναι πολύ εύκολο ο κάθε φαν του είδους να βρει την υγειά
του. Κολλητικές μελωδίες, εύστοχα και καλά τοποθετημένα ριφάκια και μία μεστή
παραγωγή δημιουργούν μία "ραχοκοκκαλιά" ευδιάκριτη σε όλα τα τραγούδια. Και
πάνω σε αυτό το υπόβαθρο η φωνητική ερμηνεία "χτίζει" το κάθε κομμάτι με
υπομονή, δίνοντας ένα σύνολο αρκετά δεμένο, ατμοσφαιρικό και καλοδουλεμένο.
Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, χωρίς να εφαρμόσουν εντυπωσιακά
"τερτίπια", χωρίς να εναλλάσσουν εντυπωσιακά το ύφος τους και χωρίς να βαρύνουν
σε καμία στιγμή την ενορχήστρωσή τους, οι Fuzzy Nerds πετυχαίνουν άνετα να
παρουσιάσουν ένα άλμπουμ με 12 ισοδύναμα tracks που δύσκολα θα σε κάνει να το
βαρεθείς. Η ταχύτητες είναι σε όλη τη διάρκεια υψηλές, ιδέες υπάρχουν και
σχεδόν τίποτα δεν παραμένει κρυμμένο: Με τη δεύτερη ακρόαση το Mirror Phase
έχει προλάβει να γίνει κτήμα του ακροατή, να αναδείξει τα ισχυρά του όπλα
(είπαμε, ισοδύναμα τα κομμάτια αλλά επενδύστε πιο άφοβα στα Plastic, 117,
Happy Fuzzy Thinkin' , Lying Underground, Mirror Phase) και τελικά να πετύχει
διάνα κερδίζοντας τις ακροάσεις που δικαιούται.
Ίσως
η μόνη τρικλοποδιά που βάζει στον εαυτό του είναι η υπερβολική προσήλωση στην
ειλικρίνεια του αποτελέσματος: Οι Fuzzy Nerds δεν επιχειρούν ούτε στιγμή να
"τεντώσουν" τη μουσική τους πέρα από τα όρια, οπότε μοιραία το Mirror Phase δεν
έχει να προσφέρει κάποια στιγμή αισθητικού μεγαλείου. Ακόμα και η ερμηνεία
παραμένει απλά συναισθηματική και ευαίσθητη, χωρίς να ξεφύγει σε άλλα επίπεδα
εκφραστικότητας. Σίγουρα, το μουσικό είδος με το οποίο επέλεξαν να εκφράζονται
δεν προσφέρεται για πολλούς ελιγμούς, είναι εμφανής όμως η προσήλωσή τους σε
παραδοσιακές δομές και στιλ. Στα περισσότερα συγκροτήματα αυτό μπορεί να
εκληφθεί (εν μέρει) σαν ατολμία. Στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, και
κρίνοντας πάντα από το σύνολο του άλμπουμ, η επιλογή αυτή δείχνει ωριμότητα και
συνέπεια. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας: Δέκα χρόνια στη
δισκογραφία και είναι μόλις η δεύτερη πλήρης δουλειά τους - πόσα περιθώρια για
νεωτερισμούς υπάρχουν άραγε; Ή, για να είμαστε και πιο ακριβείς, πώς να
μιλήσουμε για νεωτερισμούς όταν καλά-καλά δεν έχουμε συλλάβει τα βασικά
δείγματα γραφής της μπάντας; Επιστρέφοντας, λοιπόν, στο αρχικό μας ερώτημα,
μπορούμε να πούμε ότι οι Fuzzy Nerds δεν μειονεκτούν σε σχέση με τα περισσότερα
συγκροτήματα του ύφους τους, τουλάχιστον όσο αναφερόμαστε στην ποιότητα της
μουσικής τους. Μειονεκτούν όμως στον όγκο του έργου τους. Αν καταφέρουν (γιατί
περί κατορθώματος πρόκειται) να ορίσουν την επιτυχία όχι ως παραγωγή 2-3
"διαφημιστικών" singles αλλά ως μία συνεχή παρουσία στα δισκογραφικά
τεκταινόμενα, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα συνεχίσουν να μας απασχολούν με τον
ίδιο ευχάριστο τρόπο. Και ακόμα καλύτερο, γιατί όχι;
Rating: 7,4 / 10
Κωνσταντίνος
Γούλας
The Fuzzy Nerds @ Myspace
Download Mirror Phase
The Fuzzy Nerds - 117 video
Pages