The Eagles of Death Metal - Death By Sexy
1. I Want You So Hard (Boy's Bad News)
/ 2. I Gotta Feeling (Just Nineteen)
/ 3. Cherry Cola
/ 4. I Like To Move In The Night
/ 5. Solid Gold
6. Don't Speak (I Came to Make a Bang!)
/ 7. Keep Your Head Up
/ 8. The Ballad Of Queen Bee & Baby Duck
/ 9. Poor Doggie
/ 10. Chase The Devil
/ 11. Eagles Goth
/ 12. Shasta Beast
/ 13. Bag O' Miracles
/ 14. ( Bonus Track For Europe - Intro to Nasty Notion
/ 15. Nasty Notion
Downtown Records
/ 3 July 2006
Φυσικά θα ξεκινήσω αυτή την κριτική με τον ίδιο τρόπο που ξεκινάνε όλα τα άρθρα τα οποία αναφέρονται στους Eagles of Death Metal (EoDM για συντομία). Για όσους δεν το ξέρουν λοιπόν, οι EoDM δεν έχουν καμία σχέση με Death Metal. Το περίεργο αλλά συνάμα ευρηματικό όνομά τους προέκυψε όταν ο κιθαρίστας/τραγουδιστής του group Jesse "The Devil" Hughes συζητούσε με κάποιον (μάλλον μεθυσμένο) τύπο ο οποίος ισχυριζόταν ότι οι Poison είναι Death Metal. Τότε ο Jesse ανταπάντησε πως αν ισχύει αυτό, τότε οι Poison είναι οι Eagles του Death Metal!! Ακούγοντας την ιστορία ο κολλητός του φίλος από το γυμνάσιο που δεν είναι άλλος από τον Joshua Homme, (ηγετική φυσιογνωμία των Queens of the Stone Age ας μην το ξεχνάμε) τον προέτρεψε να γράψει μουσική η οποία να ακούγεται σαν μια μίξη μεταξύ Eagles και Death Metal. Και έτσι μας προέκυψαν οι EoDM στους οποίους μάλιστα ο αγαπητός Josh παίζει drums και ενίοτε μπάσο.
Μουσικά το αποτέλεσμα μοιάζει με μια garage/hard rock έκδοση των Canned Heat πράγμα στο οποίο βοηθάει και η falsetto φωνή του Hughes, η οποία θυμίζει αρκετά αυτή του αξέχαστου Alan Wilson. Οι δημοσιογράφοι του χώρου δεν έχασαν χρόνο να τους εντάξουν στο κύμα της garage/rock αναγέννησης μαζί με μια σειρά από "The" μπάντες (Strokes, White Stripes, Vines κ.ο.κ.). Όμως υπάρχει μια βασική διαφορά. Οι EoDM παρουσιάζουν μια αυτό-ειρωνεία και έναν αυτό-σαρκασμό που οι προαναφερθείσες μπάντες μάλλον δεν συμμερίζονται. Με απλά λόγια δεν παίρνουν τους εαυτούς τους πολύ στα σοβαρά. Αυτό φαίνεται σε όλες τις εκφράσεις του group όπως το logo της μπάντας (με ένα χέρι να κάνει το σήμα της νίκης και άλλα δύο τη long horn salute), τα εξώφυλλα, τα video-clip καθώς και το γενικότερο image (με τη μπάντα να παίρνει φοβερές «rock» πόζες, και τον Hughes να παρουσιάζει μουστάκι και γυαλιά ηλίου κατευθείαν μέσα από τις πορνοταινείες των 70's). Και φυσικά τα τραγούδια που γράφουν είναι sexy, γεμάτα υπαινιγμούς, θυμίζοντας περισσότερο τις αντίστοιχες στιγμές των AC/DC και των ZZ-Top των μέσων της δεκαετίας του 70, παρά κάτι σχετικό με garage rock revival.
Απλά διαβάστε πως η ίδια η μπάντα παρουσιάζει τα μέλη της στο myspace profile της
Jesse ''the devil'' Hughes : singin' , dancin' , guitarin' ,
Joshua ''baby duck'' Homme : singin' , slingin' sticks , beatin' skinz , guitfiddlin' and sexy bass magik ,
David ''darlin' dave'' Catching : hot licks , singin' , slipslidin' guitaristry ,
Brian '' big hands '' O'conner : bad ass bass , singin' low and sweet ,
Samantha ''hot damn sweet sam'' Maloney : pure rock skinz slammin' , κτλ, κτλ
Στην ίδια σελίδα αναφέρουν σαν βασική τους επιρροή τον Little Richard!! (πράγμα όχι τόσο άσχετο όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως...)
Το νέο τους album "Death By Sexy" πάντως είναι λίγο πιο σοβαρό και λιγότερο «χύμα» απ' ότι το πρώτο "Peace Love and Death Metal"
(στο κάτω κάτω ηχογραφήθηκε σε 8 μέρες!). Υπάρχει λιγότερο garage άκουσμα και περισσότερο hard-rock δίνοντας και μουσική υπόσταση στις ZZ-Top και AC/DC επιρροές που αναφέρθηκαν προηγούμενα, ιδίως σε τραγούδια όπως το I Got A Feelin' (Just Nineteen), Don't Speak (I come to make a BANG!) και Poor Doggie. Επίσης τώρα πια κάθε τραγούδι έχει το σόλο του, πράγμα που εντείνει την classic/hard-rock ατμόσφαιρα. Φυσικά μη φανταστείτε ότι τα πράγματα γίνονται πολύ σοβαρά. Τα τραγούδια είναι ακόμα κατάλληλα για τρελά party, για να τ' ακούς ενώ οδηγείς στις λεωφόρους της καλιφορνέζικης ερήμου (ή της Αττικής Οδού!!), αθεράπευτα cool, funny και sexy.
Από 'κει και πέρα, τo opener I Want You So Hard
(Boy's Bad News) είναι ένα φοβερό rock'n'roll ξέσπασμα ανάλογο του I Only Want You opener του προηγούμενου album, ενώ το Chase the Devil βρίσκει τον Hughes στην καλύτερη Elvis μίμηση του μέχρι τώρα ενώ η μπάντα επιδίδεται σ' ένα ηλεκτρισμένο heavy rockabilly. Στο Solid Gold το καθαρό, «απογυμνωμένο» rock των Canned Heat επανέρχεται τόσο ρυθμικό που θα σας κάνει να σηκωθείτε να χορέψετε, αποτελώντας ίσως το απόλυτο highlight του album. Ενώ, το Eagles Goth είναι ακριβώς αυτό που περιγράφει ο τίτλος συνδυαζόμενο με τους πιο «σκοτεινούς στίχους» (Should be clear I'm a cold, hard killer, who's sophisticated with touch of high-class, a heart-breaker bringing death by sexy, a lady-killing mama in a rock n' roll band, know I am a black-hearted devil, honey - όπως βλέπετε με αυτή τη μπάντα όλα είναι σχετικά). Το I Like To Move In The Night
αποτελεί την πιο Rolling Stones κατάσταση που θα συναντήσετε, ενώ τα Cherry Cola, Keep your Head Up και Shasta Beast είναι οι πιο κοντινές αναπαραγωγές του feel του πρώτου album. Στο τέλος βρίσκεται και η απαραίτητη blues στιγμή με το Bag'O'Miracles.
Στιχουργικά τι να πει κανείς. Τα περισσότερα τραγούδια είναι για το sex, γεμάτα sleaze και υπαινιγμούς που θα έκαναν μάστορες του είδους όπως τον μακαρίτη Bon Scott υπερήφανους. Έτσι έχουμε rock'n'roll στιχουργικά διαμάντια όπως Pull me, I'm your fabulous weapon, I'll hit your target, girl, so use me well, από το Don't Speak ή το I gotta feeling that you wanna come over, I get you here and I will make you roll over Now look it baby, you're just nineteen, I got the flesh and I will make you scream, oh από το I got a Feelin'. Στο Cherry Cola έχουμε τη δήλωση I can be your daddy, be your rock n' rolla', You can be my sugar, be my cherry cola που αποκτάει ειδική σημασία αν σκεφτούμε τι σημαίνει η λέξη cherry στην Αμερικάνικη argot.
Όσο για τη - μόνο στα λόγια - Ballad of Queen Bee and Baby Duck δεν είναι παρά ένας αρκετά ειρωνικός φόρος τιμής στο ειδύλλιο του Josh Homme ("Baby Duck") και της Brody Dalle ("Queen Bee") με λόγια όπως For so Long, the king was alone, King Baby Duck sat alone on his throne, Everyday went and alone he remained, Then came the Queen Bee and everything changed, You can't have some rock, lest you got some roll, Now the two are complete and they rule the whole show.
Γενικότερα το "Death by Sexy" σου δίνει την αίσθηση μιας μεγαλύτερης σταθερότητας σε σχέση με το "Peace Love and Death Metal". Ίσως δεν έχει τόσα καθαρά highlights όσο το πρώτο album, αλλά έχει και λιγότερα (ή σχεδόν καθόλου) low points διατηρώντας ένα αρκετά υψηλό επίπεδο καθ' όλη τη διάρκεια του. Αν σας αρέσουν τα sexy και cool τραγούδια, η πάρτυ-ατμόσφαιρα, το κλασσικό rock και γενικότερα οι «αμερικανιές», η αγορά αυτού του album καθίσταται επιβεβλημένη. Έχοντας πάντα υπ' όψη πως πρόκειται απλά για high voltage rock'n'roll, στην καθαρότερη μορφή του, όχι για υψηλή τέχνη, αν και τελικά το "Death By Sexy" μπορεί να φανεί πολύ πιο άνετο, ευχάριστο και ψυχαγωγικό από πολλούς αντιπροσώπους της εν λόγω υψηλής τέχνης...
Όλοι λοιπόν οι πιστοί της παρακμής, της κραιπάλης, της μπύρας, του σαματά, του χαμού όπως αυτά εκφράζονται από το rock'n'roll ας προσέλθουν.
Rating: 7,5 / 10
Τάσος Φράγκου
comments & discussion
L’ Ame Immortelle - Auf Deinen Schwingen
01. Auf Deinen Schwingen
/ 02. Herzschlag
03. Du Siehst Mich Nicht
/ 04. Nur Du
/ 05. Phonix
/ 06. Destiny
/ 07. Sometimes Love Is Not Enough
/ 08. Run Away
/ 09. Wohin
/ 10. In Dein Leben
/ 11. Last Will
/ 12. Der Letzte Akt
/ 13. Bis Ans Ende der Zeit (Bonustrack)
/ 14. Dying Day (Bonustrack)
/ 15. Dein Herz (single edit)
Gun Records (Sony BMG)
/ 25 August 2006
Αν αναζητήσεις ένα και μοναδικό βασικό χαρακτηριστικό του ύφους που συνηθίζουμε ν' αποκαλούμε Γοτθικό, αυτό δεν θα είναι ούτε ο βαρύς μεταλλικός όγκος (υπάρχουν κι ανάλαφρες γοτθικές μελωδίες), ούτε το βαθύ κλειστοφοβικό σκότος (συχνά στο γοτθικό βασίλειο νιώθεις να σε τυλίγει ένα χλωμό, ανεπαίσθητα γλυκό φως), ούτε το μεσαιωνικό μεγαλείο (πολλά τραγούδια είναι πλήρως όσο κι ηλεκτρονικώς mainstream), ούτε η δυσοίωνη μεταφυσική απειλή (κάποτε υπάρχει μια υπόσχεση χαράς, αχνή μα αισθητή). Μόνο τη μελαγχολία κρατάει για σταθερή κι αναπόσπαστη συντροφιά της η γοτθική έκφραση, όποιο στιλιστικό περίβλημα κι αν ενδυθεί: τη δραματική ροκ υποβολή, τη μοντέρνα ηλεκτροπόπ ελαφρύτητα, τον στοιχειωμένο ατμοσφαιρικό ζόφο, ή την επικολυρική μεταλλική επιδρομή. Από εκεί και πέρα, είναι ζήτημα προσωπικού γούστου, ποιες απ' τις γοτθικές εκφάνσεις σου πάνε και ποιες όχι.
Σ' αυτά τα μελαγχολικά μονοπάτια κινούνται ακόμα οι L' Ame Immortelle, μονάχα που, στο νέο τους άλμπουμ Auf Deinen Schwingen, τα πράγματα είναι αρκούντως πιο διευρυμένα απ' ότι μας είχαν συνηθίσει. Όχι ότι λείπουν τα περισσότερα από τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, απλώς, κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής του, το Αυστριακό ζεύγος Thomas Rainer και Sonja Kraushofer αφήνεται κατ' επανάληψη να παρασυρθεί από τον ηλεκτρισμό που βγάζουν οι κιθάρες του Ashley Dayour, μόνιμου (από το 2002) guitarist και song writer του γκρουπ.
Σκληρή ηλεκτρονομία με σκοτεινές industrial αποχρώσεις, όχι όμως τόσο σκληρή ούτε και τόσο σκοτεινή, ώστε να διώξει το ελαφρύτερα "μυημένο" και το περιστασιακό κοινό. Ίσως να είναι και μία προσπάθεια να πλησιάσουν πιό mainstream κοινό, εξ' ου και τα εύπεπτα κιθαριστικά ριφάκια, υπάρχουν στιγμές που νομίζει κανείς ότι έχουν βγει από 80's hard rock συγκρότημα.
Πατάς το play, το album ξεκινάει με το ομώνυμο track, πιάνεις το ρυθμό και το αργό tempo με μια μακρινή υποψία ότι κάτι ύποπτο, κάτι καταχθόνιο και φοβερό ενδέχεται να διαδραματίζεται, στο διάστημα που εσύ χοροπηδάς ή κουνάς το ποδαράκι μαυροφόρος κι ευτυχής. Το επόμενο κομμάτι, το Herzschlag, μου υπενθυμίζει γιατί μου άρεσε από παλαιότερα αυτό το γκρουπ: η Sonja έχει φωνή που με μαγνητίζει και που κάνει κάθε τραγούδι των L' Ame Immortelle αναγνωρίσιμο. Μέχρι και το πέμπτο track υπάρχει ένας κιθαριστικός καταιγισμός από τα Du Siehst Mich Nicht, Nur Du και Phonix (το τελευταίο είναι και το πρώτο single που βγήκε από το δίσκο), ένας ήχος που χαρακτηρίζει τους LAI στη νέα τους κυκλοφορία.
Στη συνέχεια, τα Destiny, Sometimes Love Is Not Enough και Last Will είναι τα τραγούδια που λειτουργούν ως συνδετικός κρίκος του παρελθόντος και του παρόντος των LAI. Πλούσιοι ηλεκτρονικοί ήχοι και μελωδίες σωστά καταμερισμένες ανάμεσα στα πλήκτρα και τις κιθάρες.
Κάπου ενδιάμεσα υπάρχει το In Dein Leben που πιθανόν να μην είναι το επόμενο σινγκλάκι, αλλά που είναι το track που δένει με τον καλύτερο και πιο ισορροπημένο τρόπο το παρελθόν και το παρόν, τα πλήκτρα με τις κιθάρες, τη μελωδία με το στίχο, τη φωνή της Sonja με τα κιθαριστικά riffs και τα ηλεκτρονικά samples.
Στο νέο album οι L' Ame Immortelle μας δίνουν μία λιγότερο συμπαγή άποψη περί Γοτθικού λυρισμού, με σαφώς λιγότερα επικά και ηλεκτρονικά ξεσπάσματα, φορτωμένο με κιθαριστικές φανφάρες, η φανερή "ευκολία" των οποίων προκαταλαμβάνει αρνητικά κατά μια έννοια ακόμα και τους ήδη πελάτες τους. Όλα αυτά με το πρώτο άκουσμα. Από εκεί και μετά, πατώντας το repeat αρκετές φορές έγκειται στον καθένα μας να εκλάβει το Auf Deinen Schwingen ως ψυχικό μαρτύριο ή ως αισθητική και μουσική απόλαυση.
Προσωπικά βρίσκομαι κάπου στην δεύτερη εκδοχή, γιατί μ' αυτά και μ' αυτά το δισκάκι καταλήγει να είναι μια κάθε άλλο παρά μονότονη ή δυσοίωνη ηλεκτροβιομηχανική κυκλοφορία.
Rating: 7,5 / 10
Βασίλης Παπαδογεωργόπουλος
comments & discussion
Oomph! - GlaubeLiebeTod
1. Gott ist ein Popstar
/ 2. Das letzte Streichholz
/ 3. Träumst du
/ 4. Die Schlinge
/ 5. Du willst es doch auch
/ 6. Eine Frau spricht im Schlaf
/ 7. Mein Schatz
/ 8. Dreh dich nicht um
/ 9. Land in Sicht
/ 10. Tanz in den Tod
/ 11. Ich will deine Seele
/ 12. Zuviel Liebe kann dich töten + Gott ist ein Popstar - Videoclip (standard ed.)
Bonus tracks: 13. Wenn du mich lässt
14. Menschsein
Gun Records (Sony BMG)
/ 24 March 2006
Λίγα συγκροτήματα στο χώρο του
γερμανόφωνου ήχου έχουν πετύχει όσα οι Oomph! τα τελευταία 20 χρόνια.
Από το 1989 -ως Nitzer Ebb byproduct στη αρχή και σαφώς με πιο
μεταλλική κατεύθυνση στη συνέχεια- οι κ.κ. Dero (drums,vocals), Flux (guitar, sampling) και Crap
(guitar,keys) αποτελούν μια σίγουρη αξία στο χώρο του
electro/industrial/metal. Και βέβαια, τα παιδιά από το Wolfsburg δεν
δείχνουν καμιά διάθεση να χαλαρώσουν, ιδιαίτερα μετά την επιτυχία του
"Warheit Oder Pflicht" album (η οποία κορυφώθηκε με την επιλογή του "Augen Auf"
ως επίσημο κομμάτι του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006 - πράγμα που δεν
παύει να εμπεριέχει μια σχετική ειρωνεία καθώς πρόκειται για ένα
ιδιαίτερα dark τραγούδι).
Βέβαια όλα είναι σχετικά. Οι Oomph!
πάντα θα βρίσκονται στη σκιά των διασημότερων συμπατριωτών τους
Rammstein και θα αναφέρονται κυρίως ως μία από τις βασικότερες επιρροές
τους. Δεν ξέρω κατά πόσο ενδιαφέρονται μετά από τόσα χρόνια να
αποτινάξουν αυτό το χαρακτηρισμό, το σίγουρο είναι ότι αξίζουν
καλύτερης μεταχείρισης και θα μπορούσαν να πετύχουν ακόμα περισσότερα
από το superstar status που έχουν σε όλα τα μέρη του κόσμου όπου τα
γερμανικά είναι βασική γλώσσα.
Επιστρέφουν λοιπόν φέτος με το GlaubeLiebeTod
(ΠίστηΑγάπηΘάνατος), το ένατο studio album τους. Μια πρώτη γενική
εκτίμηση είναι ότι διατηρεί τα πολύ υψηλά standards που έθεσαν τα "Ego"
και "Warheit Oder Pflicht" προσφέροντας Industrial/Electro/Metal
εξαιρετικής ποιότητας και επιπέδου. Πάντως, το album είναι σαφώς
λιγότερο μεταλλικό από το προηγούμενο με την κιθάρα να παίζει
συνοδευτικό ρόλο για να δίνει περισσότερο όγκο στα τραγούδια, παρά να
δημιουργεί δικά της θέματα. Α, υπάρχουν και λιγότερα σόλα. Από την άλλη
ο Dero δείχνει να καταστάλαξε στο να τραγουδάει αποκλειστικά στα
γερμανικά πράγμα που δεν μπορώ παρά να επικροτήσω.
Το album ανοίγει με το Gott ist ein Popstar!
(Ο Θεός είναι ποπσταρ) ένα επικό Sisters-of-Merc-ικό κομμάτι που
αποτελεί τη λογική συνέχεια του Augen Auf. Φοβερά catchy, όπως
καταλαβαίνετε από τον τίτλο του αναφέρεται στη θρησκεία. Ξεκινάει με τη
γερμανική βέρσιον του Πάτερ Ημών (στο δεύτερο κουπλε το 'αγιασθήτο το
όνομα σου' αντικαθίσταται με το 'αγιασθήτο τα ψέματά σου'...), με τον
Dero να κραυγάζει στο refrain «Ο θεός είναι ποπσταρ, και το σόου
σταματά, Ο θέος είναι ποπσταρ, τα χειροκροτήματα πολλά, Ο θεός είναι
ποπσταρ και του ανήκει ο κόσμος, Ο θεός είναι ποπσταρ μέχρι να
πέσει η αυλαία». (σαφής η αναφορά στα παπικά σόου της πλατείας του
Αγίου Πέτρου). Το αμφιλεγόμενο περιεχόμενο των στίχων σε συνδυασμό με
το βίντεο το οποίο δείχνει τον ταπεινό Ιησού να μετατρέπεται σε σεξι
αστέρι της ποπ ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων στη Γερμανία (χώρα
καταγωγής του Πάπα ας μην το ξεχνάμε).
Η συνέχεια είναι ακόμα πιο δυναμική με το Das letzte Streichholz (Το τελευταίο σπίρτο) που για μένα αποτελεί ίσως το πιο κλασσικό Oomph! κομμάτι του CD, μαζί με το Dreh dich nicht um
(Μην κοιτάς πίσω). Χαλαρή «ηλεκτρονική» αρχή, μεταλλικό ξέσπασμα στο
refrain και κυρίως μια pop ευαισθησία που παρά το τευτονικό του
πράγματος κάνει το τραγούδι να σου μένει στο μυαλό για πολύ ώρα αφότου
το άκουσες. Οι στίχοι μιλάνε για ένα κορίτσι που η μητριά της και τα
ετεροθαλή αδέρφια της την τρομοκρατούν και την κατηγορούν για όλα, τόσο
που η ίδια για να τους εκδικηθεί μαζεύει όλα τα πράγματα που εκείνοι
αγαπούν και τα καίει με το «τελευταίο σπίρτο».
Επόμενο highlight το Die Schlinge
(Η Θηλιά) στο οποίο συμμετέχουν και οι Apocalyptica και το οποίο
χρησιμοποιεί το "Harmonica Man" του Ennio Morricone, όχι απλά σαν
εισαγωγή αλλά σαν βασική ιδέα πάνω στην οποία στηρίζεται το κομμάτι.
Έτσι το αποτέλεσμα παραπέμπει σε μια καθαρά western ατμόσφαιρα ενώ οι
στίχοι αναφέρονται σε έναν άνθρωπο που οδηγείται στην κρεμάλα («ξέρω θα με κρεμάσετε, και η θηλειά είναι τόσο στενή») με τον Dero να φωνάζει στο refrain «παίξτε για μένα το τραγούδι του θανάτου».
Λίγο παρακάτω βρίσκεται η έξυπνη ιδέα της μπάντας να παίξει με την αντίθεση, έτσι το κλασικό electro goth του Eine Frau spricht im Schlaf (Μια γυναίκα μιλάει στον ύπνο της) ακολουθείται από το φουριόζικο electro-metal του Mein Schatz
(Αγάπη Μου, Θησαυρέ Μου). Εδώ, ο Dero παίζει με τις λέξεις
παραλληλίζοντας ένα δαχτυλίδι που αλλάζει χέρια με μια γυναίκα, γι'
αυτό και η διπλή ερμηνεία του τίτλου, ενώ θα έλεγα ότι απώτερος σκοπός
του είναι να στιγματίσει την κτητικότητα που ορισμένοι εκφράζουν προς
το έτερο τους ήμισυ, έτσι τον ακούμε να φωνάζει στο «δαχτυλίδι» «γύρισε πίσω, γύρισε σε μένα».
Μουσικά είναι το μοναδικό σημείο του album που τα παιδιά χτυπάνε τους
Rammstein στο δικό τους terrain (και τα πάνε πολύ καλά μάλιστα).
Κατά τ' άλλα δεν λείπουν τα σύντομα up-tempo ξεσπάσματα όπως το Du willst es doch auch (Το θέλεις κι εσύ) και το Tanz in den Tod (Χορός προς το Θάνατο) φτιαγμένα για να κάψουν τις πίστες των goth-clubs της Κεντρική Ευρώπης.
Στο Land Im Sicht (Στεριά μπροστά
) οι ταχύτητες χαμηλώνουν με ένα doom-ίζον riff και ένα κλασσικό Oomph!
refrain ενώ στιχουργικά παρουσιάζονται οι κλασσικές (στις γερμανόφωνες
μπάντες) ναυτικές αναφορές, οι οποίες όμως εδώ συνδέονται και με το
ερωτικό στοιχείο. Το album κλείνει με το μπαλαντοειδές Zuviel Liebe kann dich töten (Πολύ αγάπη μπορεί να σε σκοτώσει - κλασικοί dark στίχοι «η πολλή επιθυμία μπορεί να σε σκοτώσει μόνο ο θάνατος σε αγάπησε»). Η μάλλον δεν τελειώνει ακριβώς γιατί στο εμπόριο κυκλοφορούν εκδόσεις με δύο μπόνους κομμάτια, το δεύτερο από τα οποία Menschsein (Ανθρωπότητα) είναι εξαιρετικό, ίσως και το δεύτερο ή τρίτο καλύτερο όλου του album.
Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλά πράγματα
ακόμα που μπορεί να πει κανείς γι' αυτή τη νέα δουλειά των Oomph!. Για
τη βασική κατηγορία που κάποιοι κριτικοί τους προσάπτουν, δηλαδή την
έλλειψη ποικιλίας έχω απλά να παρατηρήσω ότι ένα πιο προσεκτικό άκουσμα
του album καταδεικνύει την ποικιλία του, παρά το γεγονός ότι κάποια
κομμάτια επιφανειακά μπορεί να φαίνονται «ίδια». Συνολικά τολμώ να πω
ότι το "GlaubeLiebeTod" είναι καλύτερο από το "Warheit Oder Pflicht"
και ότι η κάποια απομεταλλοποίηση τους βοήθησε.
Πιστεύω ότι το album είναι από τα καλύτερα της χρονιάς και απαραίτητη
αγορά για τους fan της μπάντας φυσικά, αλλά και γενικότερα τόσο για
τους φανατικούς του νέου γερμανικού σκληρού ήχου, όσο και για
κάποιον που το σκέφτεται για να «πρωτογνωρίσει» τους Oomph!, καθώς
είναι αρκετά αντιπροσωπευτικό του ήχου τους αλλά και γενικότερα «ευθύ»
σαν άκουσμα.
Rating: 8 / 10
Τάσος Φράγκου
Scissor Sisters - Ta-dah!
I Don't Feel Like Dancin’ / She's My Man
/ I Can't Decide / Lights / Land of a Thousand Words / Intermission / Kiss You
Off / Ooh / Paul McCartney / The Other Side / Might Tell You Tonight / Everybody
Wants the Same Thing / Transistor
Universal / 18 September 2006
Η δεύτερη προσπάθεια για την disco-loving πεντάδα, μετά το απόλυτα
επιτυχημένο ντεμπούτο τους, είναι μια άσεμνη και γεμάτη ιστορίες υπόθεση που
«τα σπάει» στην πίστα.
Η ζωή είναι μικρή, ας γιορτάσουμε όσο προλαβαίνουμε. Αυτό
ακριβώς είναι το πνεύμα του δεύτερου album των Scissor Sisters,
Ta-dah! Ενώ το ντεμπούτο τους ήταν ένα
σκοτεινό disco παραμύθι, το Ta-dah είναι πιο ζοφερό και
περισσότερο αφηγηματικό album που δίνει ρέστα στην πίστα (στο dance-floor αν θέλετε). Ξεκινώντας από τις
ρίζες του συγκροτήματος στην καλλιτεχνική νυχτερινή ζωή της Νέας Υόρκης και
επηρεασμένος από τους μεγάλους σταρ της pop σκηνής από την από εδώ μεριά του Ατλαντικού, ο τραγουδιστής Jake Shears έχει
εξελιχθεί σε έναν ευμετάβλητο και πολυτάλαντο performer.
Τα τραγούδια στέκονται από μόνα τους αξιοπρεπώς από το πρώτο
άκουσμα, πριν καταλάβεις ποιοι ακριβώς υποτίθεται ότι είναι οι μυστήριοι
χαρακτήρες στο album. Το
She’s my Man αποτελεί
έναν διασκεδαστικό φόρο τιμής στην gender-bending φιγούρα της Annie Christmas που είναι cult μύθος της Νέας Ορλεάνης (Well my girl takes her drinks/ with dust and rusty razor blades).
Το Intermission είναι ένα σουρεαλιστικό ξέσπασμα παλιάς νέγρικης ρυθμικής
μουσικής (o Shear υποστηρίζει ότι κλασσικές ταινίες του Disney αποτέλεσαν
μεγάλη επιρροή του album),
το Land of a Thousand Words είναι η διασκευή τους σε ένα κλασσικό Bond theme και
το Paul McCartney μια ηλεκτρικά φορτισμένη ονειρική περιπλάνηση. Τα συναισθηματικά φορτισμένα
φωνητικά του Might Tell you Tonight κάνουν
γλυκιά αντίθεση με τα φωνητικά της co-vocalist Ana Matronic στο εκρηκτικό anthem Kiss You Off. Μετά από μερικές ακροάσεις το album γίνεται
πλούσια διασκεδαστικό και πολύ ρομαντικό.
Σε τελική ανάλυση οι Scissor Sisters παραδίδουν
για άλλη μια φορά μαθήματα καλής μουσικής με ένα album που είναι
εκρηκτικό, καλογραμμένο, πανέξυπνο, γεμάτο, εκλεκτικό, υπερβολικά glamorous και
πάνω απ’όλα εθιστικό. Μπορεί να τους
θεωρείτε από σιχαμένες αδερφές μέχρι θεούς της disco, αλλά σίγουρα δεν αφήνουν κανέναν
αδιάφορο και με αυτή τη δεύτερη προσπάθεια τους σε αναγκάζουν να υποκλιθείς
στην ιδιοφυΐα τους.
Φυσικά και δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις μουσικές συγκρίσεις, ειδικά λόγω
των φάλτσων του Shears
(Bee Gees, Pet Shop Boys και
Elton John – ο οποίος συνεισφέρει και
στο τελευταίο τους smash hit I don’t Feel Like Dancin’), αλλά οι Scissor Sisters δεν
ανήκουν σε καμία υπάρχουσα παράδοση, φαντάζονται την δικιά τους και το κάνουν
με τον καλύτερο τρόπο.
Rating: 7,8 / 10
Πέτρος Μορφόπουλος
comments & discussion
Eighteen Visions - Eighteen Visions
Our Darkest Days
Victim
Truth or Consequence
Burned Us Alive
Black and Bruised
Broken Hearted
Pretty Suicide
Coma
The Sweetest Memory
Last Night
Your Nightmare
Tonightless
Epic Records (Sony) / 18 July 2006
Πολυαναμενόμενο το νέο, έκτο studio
album των καλιφορνέζων μετά την επιτυχία του προηγούμενου "Obsession"
αλλά και τη γενικότερη άνθηση που απολαμβάνει τον τελευταίο καιρό το
είδος που εκφράζουν. Και ποιο είναι αυτό; Ξεκάθαρο goth image και
μουσική που είναι δυο μέρη metal/hardcore και ένα μέρος emo. Στην νέα
τους εκδοχή οι 18 Visions είναι σχεδόν απόλυτα gothic σε ό,τι έχει να
κάνει με την εικόνα που δίνουν προς τα εξώ και αντίθετα σχεδόν καθόλου,
σε ότι έχει να κάνει με τη μουσική που παίζουν (τουλάχιστον όπως εμείς
εδώ αντιλαμβανόμαστε το είδος).
Το νέο album δεν είναι τόσο βαρύ όσο το
"Obsession", καθώς και πολύ λιγότερο σκοτεινό στιχουργικά. Υπάρχουν
περισσότερες μπαλάντες και μελωδικά σημεία, και λιγότερα ανελέητα ριφ.
Θα έλεγα ότι αυτό που φαίνεται ξεκάθαρα, είναι μια σαφής πια στροφή της
μπάντας προς το hair metal των 80's σαν βασική πηγή έμπνευσης (κλασσικό
παράδειγμα το πρώτο single του album, "Victim" το οποίο θα έκανε τον
Kevin DuBrow και τον Nikki Sixx υπερήφανους). Ορισμένα κομμάτια
παραμένουν χαρακτηριστικά 18 Visions με δυνατές κιθάρες στο βασικό
μέρος τους και μελωδικό/επικό refrain, κάτι σαν emo εκδοχή των Skid Row
του "Slave to the Grind" ("Burned Us Alive", "The Sweetest Memory").
Στα πιο heavy σημεία θυμίζουν Metallica των 90's ("Black and Bruised",
"Your Nightmare"), Marilyn Manson ("Truth or Consequence", "Coma") ή
Velvet Revolver ("Pretty Suicide"). Όπως αναφέρθηκε πριν, οι μπαλάντες
έχουν ενισχυμένη παρουσία. Λογικό είναι λοιπόν στο συγκεκριμένο είδος,
το glam metal να τους τραβάει σα μαγνήτης. Έτσι το "Last Night" θα
μπορούσε να είναι μια κλασσική power μπαλάντα των 80's αφού είναι
χτισμένη πάνω σε αυτό το καλούπι, από το ξεκίνημα μέχρι και τη θέση του
σόλο. Ενώ το "Broken Hearted" φέρνει στο μυαλό τις πιο γλυκές (ή
γλυκερές) στιγμές των Van Halen στα μέσα της εν λόγω δεκαετίας. Ομοίως
και το "Tonightless" το οποίο είναι φτιαγμένο για τις αρένες πέρα από
τον Ατλαντικό, με refrain που θα έκανε τους τωρινούς Def Leppard να
σκάσουν από τη ζήλια.
Γενικά, δεν μπορούν με τίποτα να
θεωρηθούν metalcore ή emocore, σκηνή με την οποία συχνά σχετίζονται
κυρίως λόγω εταιρίας (δεν υπάρχει κάτι που να θυμίζει hardcore στη
μουσική τους, ενώ ο τραγουδιστής περνάει σπάνια σε scream φωνητικά).
Μάλλον, το είδος που παίζουν αν και σαρώνει στην Αμερική, θα έχει
δυσκολία να βρει κοινό στη χώρα μας αφού είναι σίγουρα πολύ ελαφρύ για
τους μεταλλάδες και ίσως αρκετά επιθετικό για τους υπόλοιπους. Πάντως
αν σας αρέσει το hair metal, τα γεμάτα «σταδιακά» refrain και δεν σας
ενοχλεί που και που κάποια emo πινελιά ή ένα βαρύ κι ασήκωτο ριφ
μπορείτε να δώσετε στο "Eighteen Visions" λίγη από την προσοχή σας....
Rating: 6,5 / 10
Τάσος Φράγκου
Oil 10 - Beyond
01 Synchro 4 All
/ 02 High Adventure
/ 03 Tele Tone
/ 04 Grand Illusion
/ 05 Far & Away
/ 06 X Fleet
/ 07 Departure
/ 08 Boarding Pass
/ 09 Mach III
/ 10 My Neighbour Hanayo
Funkwelten (Nova Media)
/ 14 July 2006
Λίγοι μπορούν να συνεχίζουν επάξια
τη μουσική που έπαιζαν οι Kraftwerk, και να την φέρνουν στον 21ο αιώνα.
Ανάμεσά τους και οι Γάλλοι «Πετρέλαιο 10» (10 με τόνο;), από τις
μεγάλες συμπάθειές μας εδώ στο postwave, και όχι μόνο.
Οι Oil 10 έχουν επιδείξει μια μακριά σειρά από εκλεπτυσμένα άλμπουμ.
Μπορεί να τους μάθαμε με τις ambient στιγμές του links, αλλά η
πραγματική τους επέλαση στα dance floors ήρθε με το lost in metropolis, μέσα από το Arena. Το Arena
ήταν ένα άλμπουμ που προσέθεσε αρκετά ισχυρά beats στους οικείους, πλην
όμως ψυχρούς ηλεκτρονικούς ήχους των Oil 10, με ένα αποτέλεσμα που
μπορεί να περιγραφεί σαν ατμοσφαιρικότεροι και πιο «γεμάτοι» Kraftwerk.
Την επιτυχία τού Arena, λοιπόν, καλείται να συνεχίσει το Beyond. Οι ambient στιγμές του Synchro 4 All μάς ζεσταίνουν σιγά σιγά για το High Adventure:
η επανάληψη του τίτλου του κομματιού σε vocoded φωνητικά, τα οξεία
ηλεκτρονικά, τα εξαιρετικά strings και το ορμητικό, σχεδόν EBM beat
δίνουν το στίγμα: το Beyond ανεβάζει ακόμα περισσότερο τα bpm και τα
μισά του κομμάτια κινούνται σε σαφώς χορευτικά μονοπάτια.
Αυτή η διάθεση οδηγείται στην κορύφωσή της στο Grand Illusion,
έναν ατμοσφαιρικό χορευτικό ύμνο, με σύνθετες drumlines και μελωδίες.
Οι Oil 10, περισσότερο πολυεπίπεδοι από ποτέ, φτιάχνουν όχι μόνο το
καλύτερο κομμάτι της καριέρας τους, αλλά και σαφώς ένα coup de coeur
για τον υπογράφοντα.
Σε αυτό το κλίμα συνεχίζει το άλμπουμ, αν και χωρίς ανάλογα αριστουργήματα. Το Departure
θα ταίριαζε αλλά και θα ξεχώριζε όμορφα στο links, με κλασσικά καθαρά
Oil 10 synths και εξαιρετικές συνθέσεις με τα σύνθετα μίνιμαλ
ηλεκτρονικά (αν και τα μακρόσυρτα φωνητικά και το σταθερό beat δίνουν
έναν σαφώς μη μίνιμαλ χαρακτήρα στους Oil 10, διαχωρίζοντας τους από
τις εφήμερες μόδες).
Έκπληξη, και ίσως δείγμα του τι θα ακολουθήσει στην πορεία του συγκροτήματος, είναι το Mach III (αν και το X Fleet μάς
προϊδεάζει για τέτοιες στιγμές): ένα καλοφτιαγμένο ολοκάθαρο τέκνο
κομμάτι. Φυσικά, θα ήταν άδικο να αγνοήσουμε και τις ήρεμες στιγμές,
όπως το γλυκό Boarding Pass.
Από την άλλη, το μοναδικό ελάττωμα του άλμπουμ κάθε άλλο παρά έκπληξη
είναι: συχνά τα κομμάτια τους ακροβατούν στα όρια της μονοτονίας, αφού
σπανίως θα έχουν κάποια εναλλαγή ή κάτι καινούριο μετά το δεύτερο λεπτό.
Τελικά, το Beyond είναι ένα ακόμα βήμα προς τα μπρος για τους Oil 10,
φέρνοντάς τους σιγά σιγά στο προσκήνιο των industrial clubs. Αν και οι
φίλοι της ατμοσφαιρικής μουσικής μπορεί να απογοητευθούν, δεν γίνεται
να αγνοήσουν το ότι οι Oil 10 συνεχίζουν αυτό που τους αρέσει πιο
σύνθετοι από ποτέ.
Rating: 7,5 / 10
Tec-goblin
Pzychobitch - Electrolicious
01 Electrolicious
/ 02 Cold Comfort
/ 03 Strom aus Fantasie
/ 04 Go Pussy Go
/ 05 Whisper
/ 06 Eyes Off!
/ 07 Pussy Gang
/ 08 Lotus Eater
/ 09 Machinerie
/ 10 Pzycho-Pop-Groove
/ 11 Atem Heart
/ 12 Method of Mêlée
Minuswelt (Soulfood Music)
/ 7 April 2006
Δεν γίνεται να κρύψω την αγάπη μου για τον
ήχο της Pzychobitch, καθώς και
του alter ego της Sina και του Stephan Böhm, τη S.I.N.A.
Δημιούργησαν το trip noise, αλλά δεν έμειναν σε αυτό. Μας βομβάρδισαν
με ίσως τα πιο επιθετικά γυναικεία φωνητικά της σκηνής, εναλλάσσοντάς τα με
αναστεναγμούς, ψιθύρους και μελωδικό τραγούδι σε ένα εκφραστικό και χαρακτηριστικό
σύνολο.
Όταν λοιπόν άκουσα τα πρώτα σύντομα δείγματα από το Electrolicious, με εξέπληξε η ποπ διάθεσή του, και αυτή η
ενδιαφέρουσα επανεφεύρεση της electroclash - χωρίς όμως
ούτε στιγμή μονοτονίας, με οργιαστικούς ρυθμούς, τα breaks που τους έκαναν άλλο τόσο μοναδικούς στο είδος και, φυσικά, την
απίστευτη φωνή της Sina.
Μετά
ήρθε το Strom aus Fantasie EP και η απογοήτευση.
Με μια από τις πιο αδύναμες πιθανές επιλογές τραγουδιών μέσα από
το Electrolicious και με
διασκευές που ωχριούν μπροστά σε αυτές των προηγούμενων EP (ειδικά του
The Day Before, με τις εκπληκτικές εκτελέσεις του caress), το Strom aus
Fantasie για μένα ήταν ένας αχταρμάς από έξυπνες
ιδέες, φθηνά mainstream κόλπα και
βιαστικές εναλλαγές.
Δίσταξα, έτσι, τελικά, να ψάξω το άλμπουμ. Κακώς. Γεμάτο δυναμικές
στιγμές και χορευτικούς θριάμβους, με σαφώς βελτιωμένες και ωριμότερες αλλαγές
μέσα στα κομμάτια, το άλμπουμ αξίζει ολοκληρωτικά τον τίτλο του: Electrolicious.
Το
ομώνυμο κομμάτι μοιάζει σαφώς επηρρεασμένο από το άγγιγμα των Rotersand
στο Caress. Guitar-like synths, γυναικεία φωνητικά
με τα οποία δύσκολα διαφωνείς («It is electric, it is fantastic»),
επαυξημένα όμως από συνθάκια με αστείο arpeggiator στο στυλ των...
Welle:Erdball καθώς και
ένας σαφώς ξεχωριστός θόρυβος καλύπτουν εξαιρετικά όλο το ηχητικό
φάσμα. Στο
ίδιο στυλ, λιγάκι λιγότερο χοροπηδηχτό, κινείται αυτή η εξαιρετική
έκδοση του Cold Comfort. Λογική η πτώση του τέμπο, αφού οι στίχοι
μιλάνε για κάποιον παλιό έρωτα (ω, ναι, για πρώτη φορά στο βιβλιαράκι υπάρχουν
οι στίχοι, συμπληρώνοντάς μας την εικόνα για το συγκρότημα - ελάχιστα
σοβαρότεροι από τους στίχους του The Day After, μιλούν για
πονηρά κοριτσάκια και μας καλούν να μην αφήσουμε το 8ωρο δουλειάς να μας
σκοτώνει 24 ώρες τη μέρα). Το Strom aus Fantasie είναι το
μόνο κομμάτι που ακούγεται καλύτερα στο EP, ενώ το Go Pussy Go μας δείχνει ότι η Sina μπορεί να τραγουδήσει εξαιρετικά μελωδικά, χωρίς παραμόρφωση, πάνω από
μια χαρωπή και πολύ γρήγορη electroclash.
Το Whisper, μαζί με το Eyes Off! είναι από
τις λιγότερο δυνατές στιγμές του άλμπουμ - ξεχωρίζουν αφού έχουν γραφτεί σε
συνεργασία με τον Μάρτιν Κόβασιτς. Σε αυτά τα σημεία, αλλά και στο Atem Heart το άλμπουμ
έχει σαφείς αναφορές στην ατμόσφαιρα του Eden (του πρώτου άλμπουμ του συγκροτήματος), όντας σαφώς πιο αργό και
σκοτεινό. Σιγά σιγά οι ρυθμοί γίνονται πιο χορευτικοί στο Pussy Gang (απίστευτη παραγωγή, παρεμπιμπτόντως) και
χτίζουν ακόμα πιο πολύ στο μελωδικό Lotus Eater (με τα τηλέφωνα να βαράνε σε διάφορα σημεία του κομματιού.
Και
όποιον νόμιζε ότι είχε ακούσει τη Sina να κάνει τα
πάντα με τη φωνή της, τα «Τι Τι Τι» και τα εφέ του Machinerie θα τον αφήσουν άφωνο. Ίσως το καλύτερο
κομμάτι του άλμπουμ (και σαφώς το πιο industrial
θεματολογικά), αν και τελειώνοντας το άλμπουμ σκέφτομαι περισσότερο τα
ανεβοκάσματα της έντασης του απίστευτου Method of Mêlée (breaks+electropop με μάλλον
σαφείς αναφορές στο ficherspooner).
Τελικά,
το άλμπουμ αυτό συνεχίζει τα πρώτα βήματα που έγιναν στο The Day After, αποδεικνύοντας ότι το εκείνο δεν ήταν παρά ένα μεταβατικό στάδιο προς
ένα νέο ξεχωριστό στυλ του γκρουπ. Το Electrolicious μπορεί να
είναι σαφώς λιγότερο θορυβώδες και αρκετά λιγότερο ατμοσφαιρικό από το Eden, αλλά δεν
υστερεί καθόλου σε εκφραστικότητα και φρεσκάδα, κάνοντάς μας να
ξανα-ανακαλύψουμε το συγκρότημα κάτω από ένα εντελώς διαφορετικό φως (για να
μην πω φωτορυθμικό). Από την άλλη, το θορυβώδες side project τους (η S.I.N.A) συνεχίζει να κρατά ζωντανό το trip noise. Ένας
συμβιβασμός όχι απλά έντιμος, αλλά και καθ'όλα δημιουργικός.
Willkommen in der pussy gang, λοιπόν, αν δεν ήσασταν μαζί της από την
αρχή...
Rating: 8 / 10
Tec-goblin
comments & discussion
2L8 - Armed Angels, Frustrated Youth, The Art of Self-Deceit and Music Industry
1.
Wings, break, heat, image / 2. Angel Cries / 3. Crazy Lover / 4.
Wounded animals smell funny / 5. When the sun finally rose / 6. Blue
shaped box / 7. Still ignoring me? / 8. Purple Turtle / 9. Messenger /
10. Kind Criminal (Part 1) / 11. Kind Criminal (Part 2)
Poeta Negra Records / 12 June 2005
H απόγνωση της μαριονέτας... ("Please don't move my strings anymore...")
Όταν
πρωτάκουσα τον δίσκο των 2L8 (προφέρεται too late) άρχισα να σερφάρω
στο διαδίκτυο για να δω αν αυτοί είναι όντως Έλληνες. Ε ναι λοιπόν, έχω
και γω
αυτό το μουσικό επαρχιώτικο σύμπλεγμα του "για τα ελληνικά δεδομένα",
προσπαθώ
να το αποβάλλω αλλά δεν είναι και εύκολο. Οι 2L8 λοιπόν μας έρχονται
από τη Θεσσαλονίκη, ανήκουν στο δυναμικό της Poeta Negra και είναι μια
ομάδα μουσικών με κεντρικό άξονα τις συνθετικές και στιχουργικές
ανησυχίες του Κώστα Βοζίκη.
Αρχικά, το
εξώφυλλο λειτούργησε κάπως αποθαρρυντικά καθώς μου θύμισε post-rock στυλ Mogwai, ωστόσο οι αρχικοί μου φόβοι
έδωσαν τη θέση τους στην έκπληξη του πρώτου τραγουδιού "Wings, Break, Heat, Image". Αυτός ο συνδυασμός industrial ρυθμών με κιθαριστική ροκ (ή
έστω post-rock), με τα άλλοτε παραμορφωμένα
και άλλοτε "βυζαντινά" αλά Maynard Keynes φωνητικά, πραγματικά με εξέπληξαν! Πολύ
ιδιαίτερος ήχος που προς το τέλος του τραγουδιού φτάνει σε μια απίστευτη
κορύφωση με βιομηχανικούς θορύβους οι
οποίοι θυμίζουν εργοστάσιο που ρεύεται και ένα τελείωμα που μου έφερε στο νου Christian Death.
Στο δεύτερο κομμάτι, το "Angel Cries", μελωδικά αρπίσματα της κιθάρας και γλυκερά συνοδευτικά φωνητικά πλαισιώνουν μια
φωνή απογοητευμένη έως παραίτησης ("so this is the day that losing feels great")
που η θεατρική της
τραγικότητα θα εξελιχθεί σε ένα ξέφρενο
κιθαριστικό ξέσπασμα. Το "Lazy lover" κινείται σε πιο μελωδικούς indie
ρυθμούς και στίχους ρομαντικής μελαγχολίας του 19ου αιώνα και δεν μου
φάνηκε και κάτι το ιδιαίτερο, εκτός από τη στιγμή της ανατροπής όπου το
φαινομενικά ανάλαφρο τραγουδάκι στοιχειώνεται από μια θανατερή φωνή που
σαν να
το στήριζε υπόγεια από την αρχή. Οι 2L8 έχουν μια έφεση προς την
ανατροπή, ώρες ώρες σκέφτεσαι
ότι χτίζουν μελωδίες μόνο και μόνο για να μπορέσουν να τις
καταστρέψουν.
Πολύ
ενδιαφέρον τραγούδι είναι και το "Wounded animals smell funny" όπου industrial ρυθμοί πλαισιώνουν ένα απόκοσμο
επαναλαμβανόμενο "save me" προερχόμενο μάλλον από το
άμοιρο ζώο, ενώ η εκδικητική μανία παρουσιάζεται απροκάλυπτα έως ότου ο
επιτιθέμενος αντιλαμβάνεται ότι και ο ίδιος είναι εγκλωβισμένος σε ένα κλουβί
που τον καταπιέζει και ότι τραγουδάει μόνο για λύκους και φίδια (δηλαδή για
αιμοβόρα και ύπουλα πράγματα). Τότε το τραγούδι σπάει σε μια υπέροχη μελωδία
όπου τα δύο εγκλωβισμένα όντα μοιράζονται την πικρία τους. Αν ερμήνευσα λάθος
τους στίχους παρακαλώ τον κ. Κ. Βοζίκη όπως με διορθώσει. Το "When the sun finally came" θυμίζει τις ανάλαφρες μελωδίες
των Cure, ενώ το "Blue shaped box" κινείται σε πιο post-hardcore διαδρομές με δυό σταγόνες από Tool και εκεί που νομίζεις ότι θα
τελειώσει επανέρχεται δριμύτερο σαν να αποτελεί κολάζ 2 τραγουδιών (όχι από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου
αυτά τα 2 τραγούδια κατά τη γνώμη μου). Το εννιάλεπτο "Still ignoring me", με μια εισαγωγή που φέρνει λίγο σε System of a down, είναι ένα τραγούδι πιο επικών
διαστάσεων και μιλάει για την έλλειψη νοήματος και την αποτυχία όλων των θεσμών
που κατά το παρελθόν νοηματοδοτούσαν τη ζωή των υποκειμένων (οικογένεια, αγάπη,
φιλία, ποίηση, κτλ), αλλά ωστόσο κρατάει και μια ειρωνική αποστασιοποίηση
(αναφέροντας μετά την αγάπη, τη φιλία, τον Χριστό, τους Θεούς, κτλ, τα Ηνωμένα
Έθνη και τους... εξωγήινους).
Αυτή η
θεματολογία χαρακτηρίζει και όλο το δίσκο. Δεν έχουμε να κάνουμε μόνο
με έναν
μελαγχολικό ρομαντικό ποιητή που ψάχνει να βρει το νόημα αλλά και με
ένα παιδί
της generation Χ που χλευάζει και ειρωνεύεται
αυτή την απέλπιδα αναζήτηση, ειρωνευόμενο ταυτόχρονα και τον εαυτό του.
Το "Purple Turtle" μου θύμισε το "Feel good hit of the summer" των
Queens of the Stone Age, συμπαθητικό, όπως και το διάρκειας
ενός λεπτού και κάτι "Μessenger". Τα "Kind Criminal Part 1 & 2" που
κλείνουν το δίσκο βαδίζουν σε όμορφες μελωδίες με τις
αναμενόμενες αλλά πάντα ενδιαφέρουσες μικροανατροπές και ξεσπάσματα να
δίνουν
έναν ιδιαίτερο τόνο σε ολόκληρο το δίσκο.
Σε γενικές γραμμές έχουμε να κάνουμε με
έναν πολύ ιδιαίτερο και ξεχωριστό album που σε ορισμένα σημεία η δημιουργική του σχιζοφρένεια εκπλήσσει.
Θεματολογικά κινείται μεταξύ του καταραμένου ρομαντισμού του 19ου αιώνα και της
γενιάς των Nirvana, ένα
αρκετά ενδιαφέρον κοκτέηλ αν και ίσως η επιλογή και ο τρόπος προσέγγισης της
θεματολογίας είναι κάπως τετριμμένος ακολουθώντας γνώριμα μοτίβα και ορισμένες
κοινοτοπίες και κλισέ. Ασφαλώς η επιλογή της αγγλικής γλώσσας για τους στίχους
καθιστά κάτι τέτοιο αναπόφευκτο. Ίσως είναι καλύτερο να γράφουμε στη γλώσσα που
ονειρευόμαστε...
Εν κατακλείδι: εξαιρετικά ενδιαφέρον δίσκος
που αποκαλύπτει τις τεράστιες δημιουργικές δυνατότητες ενός συγκροτήματος που
έχει την ικανότητα να γράψει πολύ καλή και πρωτότυπη μουσική. Κάτι μου λέει πως
τα καλύτερα έπονται...
Rating: 8 / 10
Κώστας Περεζούς
comments & discussion
Muse - Black Holes & Revelations
1. Take A Bow / 2. Starlight / 3. Supermassive Black Hole / 4. Map
Of The Problematique / 5. Soldier's Poem / 6. Invincible / 7. Assassin
/ 8. Exopolitics / 9. City Of Delusion / 10. Hoodoo / 11. Knights Of
Cydonia
Warner Bros (Wea) / 3 July 2006
Μεγάλες
προσδοκίες? Στη περίπτωση των Μuse και του τέταρτου κατά σειρά studio album τους οι προσδοκίες είναι
μεγαλύτερες από ποτέ. Πρώτον γιατί το Absolution
του 2003 πούλησε κοντά στα 3 εκατομμύρια αντίτυπα και δεύτερον γιατί την
επόμενη χρονιά οι Muse βρέθηκαν headliners στο μεγαλύτερο φεστιβάλ της Αγγλίας, το Glastonbury.
Η
κλασσική εισαγωγή Muse θέλει υποτονικό ξεκίνημα και κορύφωση στη μέση του
κομματιού, και το Black
Holes
& Revelations δεν
ξεφεύγει από αυτό το πρότυπο. Στο “Take a bow” o Matt Bellamy ενημερώνει όσους εκμεταλλεύονται
τους λαούς “You will
burn in hell for your sins” και την κορύφωση ακολουθεί ένα
κλασσικό σημείο Muse στο πιάνο και ένα solo στην κιθάρα
που φωνάζει Queen. Η συνέχεια γίνεται με το “Starlight” που θα είναι και το επόμενο single του
δίσκου. Πανέμορφο love song, με πλήκτρα που θυμίζουν Origin of Symmetry.
Ακολουθεί
το πρώτο ευρωπαϊκό single του album το “Supermassive Black Hole” που φλερτάρει επικίνδυνα με
την disco. Οι στίχοι του στυλ “oooh baby I’m a fool for you” θα ακούγονταν
γελοίοι, αν το κομμάτι δεν ήταν τόσο εθιστικό. Οι λόγοι είναι φυσικά το μπάσο
που σπάει κόκαλα και τα φωνητικά σε στυλ Prince, που του δίνουν μια απίστευτα funk αισθητική.
Το
“Map of the Problematique” είναι ότι πιο ηλεκτρονικό έχουν βγάλει οι muse και
άνετα θα μπορούσε να είχε γραφτεί από τους Depeche Mode. To “soldier’s poem” μετρά
μόλις 2 λεπτά και κάτι ψιλά, μια μπαλάντα με σαφέστατες επιρροές από queen στα
πολλαπλά φωνητικά, ενώ το “Invincible” ξεκινάει
με μιλιταριστικό ρυθμό στα drums
και εξελίσσεται σε μια πανέμορφη 70’s prog-rock μπαλάντα
προς το τέλος. Το “Assasin” είναι το πιο δυνατό κομμάτι του δίσκου (κάτι σαν το
Stockholm Syndrom στο Absolution). Θα μπορούσε άνετα να χαρακτηριστεί thrash metal ολοκαύτωμα αν δεν το έσωζαν τα
φωνητικά του Bellamy.
Το “Exo-Politics” είναι το outsider του album. Ίσως το μόνο τραγούδι που
είναι τόσο κοντά στο Absolution. Το “City of Delusion” δεν ενθουσιάζει αλλά οι
mariachi τρομπέτες
προς την μέση του τραγουδιού λειτουργούν λυτρωτικά.
Το
“Hoodoo” μπαίνει σαν σύνθεση του Enio Morricone για να φτάσει στην καλύτερη ίσως
στιγμή του album, την κορύφωση στο πιάνο και
να ακολουθήσει η out-of-space
εισαγωγή του “Knights of Cydonia”. Το τραγούδι, που
αποτελεί και το πρώτο αμερικάνικο single, κλείνει
το album με
τον καλύτερο τρόπο, αφού μετά το 4ο λεπτό και το πρώτο ρεφρέν ο Bellamy με την κιθάρα του παραδίδει μαθήματα progressive-rock
στο στυλ των Rush και η όλη space/epic αισθητική
μαζί με τους όμορφους στοίχους το αναδεικνύουν στο κορυφαίο όλου του δίσκου.
Τελικά
είναι καλός δίσκος? ΝΑΙ. Στίχοι, μουσική, παραγωγή, μελωδίες, φωνητικά όλα
παίρνουν άριστα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το album σου δίνεται
με τη μία. Οι Muse ποτέ δεν υπήρξαν εύκολο συγκρότημα και σε αυτό
οφείλεται αυτή η love’em/hate’em στάση
του κοινού απέναντί τους. Είναι ακραίοι, δεν συμβιβάζονται με μετριότητες και
αυτός ο δίσκος είναι η απόδειξη. Τα τραγούδια είναι απλωμένα πάνω στα άκρα ενός
τεράστιου φάσματος επιρροών και κάνουν ακόμα πιο δύσκολο το έργο να τους κατατάξεις
κάτω από ταμπέλες και σκηνές. Πίσω από τις γωνίες κρυφογελούν οι Queen, οι Pink
Floyd (Gilmour era), ο Prince, οι Rush, οι Depeche Mode, οι Roxy Music, οι
Led Zeppelin,
ο Enio Morricone,
ο Trent Reznor, οι
Toto, οι Scissor Sisters και άπειροι άλλοι. Όσοι
νομίζουν ότι οι Μuse λειτουργούν ακόμα κάτω από το φάντασμα των Radiohead είναι
γελασμένοι (και δεν έχουν ακούσει το Origin of Symmetry). Οι Μuse δεν παλεύουν να αποδείξουν ότι
είναι το μεγαλύτερο βρετανικό συγκρότημα, ΕΙΝΑΙ. Και δεν είναι μεγάλοι όπως οι Radiohead, οι Suede, οι Oasis, είναι τεράστιοι όπως οι Queen και οι Pink Floyd.
Our hopes and expectations….
Black Holes and Revelations
Rating: 8,5 / 10
Πέτρος
Μορφόπουλος
comments & discussion
Scandy - 13 Ways To Masturbate
01 crush on a robot / 02 puppy love / 03 just human
/ 04 U n me
/ 05 me so horny
/ 06 woofer excursion test / 07 soul free
/ 08 iron pitbull
/ 09 one naked nation / 10 I saw god on tv
/ 11 touch it
/ 12 we are celebrating
/ 13 down
Masterhit Recordings
/ 30 June 2006
Άντυ θεέ, πάρε την ΠΑΕ! Τι να πεις για τον Andy LaPlegua,
που έχει
αποφασίσει να σηκώσει το ΕΒΜ και τα παρακλάδια του στους ώμους του, σε
αυτούς
τους δύσκολους καιρούς; Το γεγονός ότι τη στιγμή που γράφεται αυτή η
κριτική
έχει 4 (!) κυκλοφορίες στο τοπ-10 των πωλήσεων του mailorder της Metropolis Records (κραταιά εταιρεία στο χώρο στις ΗΠΑ, ειδικά
στη διανομή) νομίζω τα λέει όλα.
Και
να' μαστε εδώ με το τελευταίο του παιδί, την πιο «εμπορική» του περσόνα, αυτή
του dj Scandy. Η ελαφρύτερη πλευρά του TBM, electro/techno, πείτε το όπως θέλετε. Ουσιαστικά κινείται
στο λιγότερο σκληρό άκρο του ΤΒΜ (στο άλλο άκρο του οποίου βρίσκεται ένα ακόμη project του, οι Combichrist).
Πολλές οι υποσχέσεις του Andy. Κατ' αρχήν
ότι δένει την σκληρότητα του αμερικάνικου ήχου με την ευρωπαϊκή λεπτότητα. Χμ,
αν εξαιρέσουμε το acid synth του just human, και λιγότερο του me so horny, δεν είδα κάποιο άλλο χαρακτηριστικό του
αμερικάνικου ήχου. Η σκληρότητα είναι πιο «γερμανική»: σκληρό, δυνατό ebm beat, μακριά από
τη μίνιμαλ μόδα ενώ κάπου ανάμεσα βρίσκεται το αρκετά βρώμικο electro μπάσο. Η «ευρωπαϊκή» λεπτότητα εμφανής:
μελωδικό όσο τα μελωδικότερα electro/techno άλμπουμ, οι μελωδίες και η ενορχήστρωση
εξελίσσονται γλυκά, το groove κουνάει το
σώμα σου όμορφα συνεχώς.
Η δεύτερη
υπόσχεση του Άντυ είναι ότι θα μας προσφέρει 13 τρόπους να
αυνανισθούμε. Και
ξεκινάει με έναν έρωτα για μια μηχανή. Εξαιρετική electro-clash με
γυναικεία
φωνητικά, αλλά το beat βρώμικο και
σχετικά σκληρό. Η ταχύτητα εκεί που την έχουμε συνηθίσει: στα 130 bpm.
Η συνέχεια (αυνανισμός με puppies?) δίνει το στίγμα: ο ήχος
απομακρύνεται από
την electro-clash, και έχουμε
πολλά κομμάτια πολύ εύκολο να μιξαριστούν (χάνετε πολλά αν δεν τα έχετε
ακούσει
ποτέ σε ένα αξιοπρεπώς μιξαρισμένο σετ)
Μετά από μια μικρή κοιλιά, τα γυναικεία
φωνητικά επανέρχονται στο u n me και μια διάθεση για πάρτυ με πλημμυρίζει
(πάλι πάρτι; ;-) - πριν 8 μέρες κάναμε!). Και το σχετικά σκληρό συνθ του υπέροχου
me so horny μπλέκεται με ένα vnv/mig 29-like synth που σε
απογειώνει. Αν και η drumline είναι ήπια breaks και το ebm-kick έχει
εξαφανιστεί (ο ρυθμός δίνεται από μπάσο + snare), το κομμάτι μένει χαραγμένο στη μνήμη σου. Έτσι εύκολα συγχωρείς
αμέσως μετά τον κλασσικό (αν και τόσο ταιριαστό στο θέμα) αυνανισμό των dj του να γράψουν ένα κομμάτι για να δοκιμάσουν τα
μπάσα (woofer excursion test) και το σκληρό σφυροκόπημα του σιδερένιου πίτμπουλ σε ξανακάνει να
χοροπηδάς μέσα σε λίγα λεπτά - μια μελωδία που νομίζω ότι θα σιγοτραγουδώ πριν
κοιμηθώ. Το άλμπουμ τελειώνει με μια όχι ιδιαίτερα electro στιγμή: το ήρεμο down, αφού
μεσολαβήσουν αρκετά όμορφα κομμάτια.
Η
γεύση που μου αφήνει, και μετά από σκληρές συγκρίσεις με άλλα παρόμοια άλμπουμ
(Vitalic-OK Cowboy το πλησιέστερο στο στυλ του Scandy, λίγο ελαφρύτερο το άλμπουμ των Zombie Nation και σαφώς
βαρύτερο και λιγότερο μελωδικό το άλμπουμ του Fixmer), είναι ότι ο Scandy μπαίνει σε
έναν χώρο όπου υπάρχουν ήδη αναγνωρισμένοι καλλιτέχνες και καταφέρνει να
οριοθετήσει τον ήχο του.
Επίσης, μας
δίνει μερικά εξαιρετικά κομμάτια, και, το κυριότερο, πετυχαίνει κάτι που σχεδόν
κανένα άλλο συγκρότημα στο χώρο δεν πετυχαίνει: κάθε κομμάτι στο άλμπουμ, ακόμα
και τα πιο αδύναμα (woofer excursion test)
κρατάει ένα
επίπεδο και ένα χαρακτήρα, το άλμπουμ διατηρεί ένα concept και γενικά
σου δίνει την εντύπωση ότι πραγματικά ακούς ένα άλμπουμ και
όχι ό,τι έφτιαξε ο Άντυ τα 2 τελευταία χρόνια παίζοντας. Φυσικά, αν
περιμένετε
πολλούς πειραματισμούς ή βαθιά νοήματα, είστε σε λάθος είδος. Αυτό που
(ελπίζω
ότι θα) κρατάτε στα χέρια σας είναι ένα techno/electro άλμπουμ που
αξίζει τα
λεφτά του και είναι σαφώς στα καλύτερα του είδους του, για φέτος και
όχι μόνο.
Rating: 7,5 / 10
Tec-goblin
comments & discussion
Pages