Δίσκοι
Edgey - Square Form Annihilations
01 cavity / 02 flexture / 03 spatial / 04 remorse / 05 ill at ease 06 total annihilation / 07 on the outside / 08 fuck your format / 09 the brute / 10 white bricks
Hands Productions / 5 October 2005
Το ότι δεν είχα κάνει τόσο καιρό κριτική για κάτι κάφρικο, είναι εντυπωσιακό για όσους με ξέρουν. Επιστροφή στις ρίζες λοιπόν, και ταυτόχρονα ένα άλμα στο μέλλον: εδώ δεν έχουμε νοσταλγούς των kraftwerk, εδώ έχουμε breakcore/noise, φρέσκο, κατευθείαν από το φούρνο.
Έμαθα τους Edgey από την συλλογή 2005 hands, όπου συμμετείχαν με μερικά εξαιρετικά χορευτικά κομμάτια, όμως η ιστορία τους πάει κάποιο καιρό πίσω. Έχοντας κυκλοφορήσει διάφορα cd σε ένα σωρό μικρές εταιρείες, και όντας αρκετά ενεργός στη διανομή και προώθηση της μουσικής του μέσω του διαδικτύου, ο νεοϋορκέζος Edgey ετοιμαζόταν να μας δείξει τα δόντια του. Δεν ήταν ο μόνος. Το breakcore μάς χτυπάει την πόρτα με πολλούς τρόπους (συμπεριλαμβανομένης της ιδιαίτερα ανερχόμενης sublight records) εδώ και κάποια χρόνια. Καιρός να του ανοίξουμε.
Βέβαια, για να κυκλοφορήσει στη hands, ένας δίσκος συνήθως πρέπει να έχει πολύ πολύ θόρυβο. Και κάπου εδώ έρχεται ο Edgey να μας δώσει breaks, γρήγορες εναλλαγές, πολύ γρήγορους ρυθμούς, αλλά και σαματά να παραμορφώνει τα πάντα. Όχι, εδώ δεν θα βρείτε τους κρυστάλλινους ήχους των πιο «πολιτισμένων» δουλειών των end.user.
Πολλά από τα κομμάτια, και, φυσικά, η εισαγωγή, ξεκινούν εξόχως ατμοσφαιρικά, με θορύβους που σε κάποια σημεία θυμίζουν τις πιο τρομακτικές στιγμές των Converter (βλ αρχή του flexture). Όμως σιγά σιγά τα breaks χτίζουν, το μπάσο απειλεί και όταν πια μπαίνει το κικ, το σώμα μας έχει ήδη αρχίσει να κουνιέται. Όμως μερικά πράγματα πρέπει να ειπωθούν:
Οφείλουμε να προειδοποιήσουμε αυτούς που έχουν συνηθίσει το breakcore ότι ο Edgey ουδόλως φειδωλός δεν είναι με την παραμόρφωση. Τουλάχιστον οι μισοί ήχοι που ακούγονται έχουν βρωμίσει με τόνους παραμόρφωσης, ειδικά το μπάσο και τα συνθ, για να μην πω για τους απροσδιόριστους μακρόσυρτους θορύβους που εμφανίζονται σε διάφορα σημεία (ειδικά στο τελευταίο white bricks). Κάποιες φορές η παραγωγή ακροβατεί μεταξύ των ορίων του καλού noise και της κακής παραγωγής (και αυτό θα γίνει ιδιαίτερα αισθητό αν το ακούσετε με φτωχό εξοπλισμό, πχ ακουστικά, όπου κάποιες φορές οι μπάσες συχνότητες μοιάζουν να υπολειτουργούν). Και, τέλος, δεν θα πρέπει να περιμένετε ότι υπάρχει παντού η απαραίτητη προσοχή στη λεπτομέρεια και στις παράλογες αλλαγές που θα βρείτε στα κλασσικά ονόματα του χώρου (βλ micromanagement). Τα κομμάτια κάποιες (λίγες) φορές υποπίπτουν στο αμάρτημα για το είδος του να γίνονται προβλέψιμα. Όμως, αυτό τα κάνει ακόμα πιο δυνατά στο dancefloor.
Οφείλουμε πάλι να προειδοποιήσουμε τους φαν του noise ότι δεν υπάρχει κομμάτι που να μην είναι έστω σε ένα σημείο club smasher. Επίσης, φυσικά, τα hats και τα snares χτυπούν σε τρελούς ρυθμούς, προκαλώντας έναν οργασμικό σαματά, αφήνοντας κάποιες φορές τον πειραματισμό στην παραγωγή σε δεύτερη μοίρα.
That said, καθώς ο Edgey πειραματίζεται κινούμενος μεταξύ του θορύβου και των breaks, καταφέρνει να μας δώσει κομμάτια που αν και έχουν κοινά χαρακτηριστικά, είναι σαφώς διαφορετικά. Οι χορευτικές μελωδίες του cavity είναι η άλλη όψη των μελαγχολικών του ill at ease, ενώ στην άλλη πλευρά στέκεται η καφρίλα και τα φωνητικά samples του total annihilation. Μάλιστα, σε ένα εντελώς απρόβλεπτο σημείο, τα breaks δίνουν τη θέση τους σε ένα 4/4 σφυροκόπημα στο fuck your format. Κάθε κομμάτι είναι αρκετά μεγάλο (6 και λεπτά) ώστε να έχει να πει τη δική του ιστορία.
Ένας θησαυρός στα χέρια του dj (αν ξέρει ειδικά σε ποιο σημείο θα βάλει κάθε κομμάτι), αλλά και ένα εξαιρετικό εισαγωγικό cd στο noise για τους fans των breaks και στα breaks για τους φαν του noise. Let us come together.
Rating: 7,3 / 10
Tec-goblin
Morrissey - Ringleader of the Tormentors
1.I Will See You In Far Off Places / 2.Dear God, Please Help Me /
3.You Have Killed Me / 4.The Youngest Was The Most Loved / 5.In The
Future When All's Well / 6.The Father Who Must Be Killed / 7.Life Is A
Pigsty/ 8.I'll Never Be Anybody's Hero / 9.On The Streets I Ran /
10.To Me You Are A Work Of Art / 11.I Just Want To See The Boy Happy /
12.At Last I Am Born
Sanctuary Records / 7 April 2006
..And I´d been shifting gears all along my life
But I´m still the same underneath
Πως είναι να επιστρέφεις σε γνώριμα
παλιά μέρη μετά από χρόνια...Δε βάζω ερωτηματικό στην προηγούμενη
φράση,όλοι θα γνωρίζετε πως είναι.Κι αν κάποιοι από σας δεν
απομακρύνθηκαν ποτέ από τους δρόμους που πρωτοπαρατήρησαν,έπαιξαν,
κρύφτηκαν,ερωτεύτηκαν και προδόθηκαν,μην ανησυχείτε το ίδιο ακριβώς
συμβαίνει και με τους ανθρώπους.Τους παλιούς γνώριμους,αυτούς που σκεφτόσουν για
καιρό και ανέμενες τόσα πολλά από την αντάμωση αλλά περιέργως βρίσκεσαι
πάλι να ικανοποιείσαι απολύτως και με τα ελάχιστα.Το μούδιασμα στην
πρώτη επαφή είναι πάνω κάτω το ίδιο.Ανεβαίνεις στο διαμέρισμα και με
την πρώτη οικεία εικόνα,το μούδιασμα φεύγει όπως ήρθε.Φαντάζεσαι και
περιμένεις νέες κατευθύνσεις,εξελίξεις και εκπλήξεις μα πριν το
καταλάβεις είσαι στο δρόμο και περπατάς –σχεδόν τρέχεις- βιάζεσαι να
ακολουθήσεις τα πιο γνωστά και ασφαλή μονοπάτια.Δε θυμάσαι
πρόσωπα,άλλαξαν κι αυτά μαζί με σένα,και δε σου φαίνονται λιγότερο ξένα
από το δικό σου,αλλά ορκίζεσαι πως θυμάσαι ποιες γωνίες ήταν φωτισμένες
και ποιες όχι,μαντεύεις ότι η λάμπα μετά τη στροφή ακόμα θα τρεμοπαίζει
και θα κάνει εκείνα τα τρομαχτικά παιχνίδια στον τοίχο –αφορμές για
διηγήσεις ιστοριών με μπερδεμένους δολοφόνους και περίεργες συμπτώσεις(The father who must be killed )..άραγε να ταράζουν ακόμα παιδικούς ύπνους...(όχι ερωτηματικά είπαμε)- χαμογελάς όταν το πετυχαίνεις ..some lights never go out.Είσαι
στο σωστό δρόμο.Ως προς τις αλλαγές που παρατηρείς γύρω είσαι
τουρίστας,σαν αυτούς που λίγο παραπέρα φωτογραφίζονται χαζοχαρούμενα
δίπλα στα μεγάλα (θα πίστευες βέβαια ότι ήταν πολύ μεγαλύτερα) αγάλματα
της πλατείας.Χα!Αυτοί με τις φωτογραφικές μηχανές δεν ξέρουν τα ονόματα
που τους έδινες,τα αρχικά που τους χάραξες,τα παιχνίδια που έστηνες
κάτω από τις άκαμπτες φιγούρες τους.Αυτά όμως θα θυμούνται ακόμα τα
λόγια που τους φώναζες εκείνο το βράδυ ξαπλωμένος στα κρύα πόδια τους,
μισομεθυσμένος,αηδιασμένος από τη ξεδιαντροπιά της,και όλου του κόσμου
της μαζί. Κοντοστέκεσαι να ξαναφέρεις την εικόνα όπως είχες φανταστεί
πως θα ήταν,ή καλύτερα -δεν κρύβεσαι πια από τον εαυτό σου-,όπως
απεγνωσμένα ήλπιζες ότι εκείνη την τρελή στιγμή θα σε έβλεπε κρυμμένη
πίσω στην απέναντι πλευρά του δρόμου.Δε γινόταν να συνέλθεις,και αν δεν
ήταν εκείνη η αστραπή που φώτισε τον απολύτως έρημο απέναντι δρόμο και
ο δυνατός κεραυνός που σε ταρακούνησε πάνω στο πλημμυρισμένο απ’τη
βροχή πλακόστρωτο...Και πόσες φορές επαναλήφθηκε η ίδια σκηνή στο
μέλλον..Ούτε και απ’αυτή τη βροχή,αυτή των αναμνήσεων,θα ψάξεις
καταφύγιο,τα βήματα σε βγάζουν ακόμα στην εκκλησία του
νεκροταφείου.Θυμάσαι τα αγχωμένα μεγάλα βήματα που έκανες για να
προσπεράσεις το υπερδύναμο μαγνητικό πεδίο αυτού του χώρου,άργησες πολύ
άλλωστε να το συμπεριλάβεις στις πιθανές απαντήσεις μιας σειράς
ερωτημάτων,και ίσως τελικά να βιάστηκες να το πετάξεις στις
κατάρες.Τώρα χαμογελάς, έχεις συγχωρήσει προ πολλού το Χριστό και
σίγουρα δε θα βιαστείς να φύγεις.Αυτόν ακριβώς το ναό έφερνες πάντα στο
μυαλό σου,αυτές τις τεράστιες πύλες του νεκροταφείου,τη γαλήνη και την
ταραχή που αποπνέει, αναζήτησες σε κάθε μέρος που πήγες... Σκεφτεσαι το
τέλος –χε,δε δείχνει ποτέ μακάβριο όταν το σκέφτεσαι μόνος σου- (There is no such thing in life as normal) και θυμάσαι συζητήσεις, αμφιβολίες, υποσχέσεις,χιλιάδες ευχές για αυτό το τέλος
που το είδες τόσες φορές να έρχεται και οπλίστηκες με τόση ειρωνία και
αδιαφορία να το αντιμετωπίσεις,μα κόντεψες να το φτάσεις μόνο το βράδυ
που την είχες πιο κοντά από ποτέ (And I would give you my heart ,that´s if I had one) και
κάθε φορά που σκέφτεσαι ένα οποιοδήποτε τέλος –μόνος- θα τη θυμάσαι,
και πάλι θα χαμογελάς..Περπατάς με την ιδιόμορφη βροχή να πέφτει ακόμα
δυνατά επάνω σου,ξέρεις ότι έκανες πολύ καλά που γύρισες και είσαι
σίγουρος ότι εμπνέεις μοναδικά τους μουσικούς του δρόμου,που με το
αντίτιμο της προσοχής σου,δυναμώνουν ακόμα περισσότερο τη βροχή και σε
στέλνουν παρακάτω.Στο παλιό σινεμά και στο πολύβουο café
μιας ακόμα πλατείας.Εδώ δε στέκεσαι πολύ,η ζωή έχει ρυθμούς κι εσύ δε
βρίσκεσαι μέσα σ’αυτούς..Παγώνεις στη σκέψη ότι ζεστασιά βρήκες μόνο
στα άψυχα μέρη της πόλης,αλλά όταν ανήκεις κάπου, το ξέρεις.Κι ας μη
στο είπε κανένα από τα άγνωστα πρόσωπα που φωνάζουν,γελάνε και
χειρονομούν ακατάπαυστα γύρω σου.Το ξέρεις,και αυτό ήταν στο κάτω κάτω
που ήθελες να μάθεις.Μπορείς να γυρίσεις πίσω πια,τώρα δεν έχει
σημασία,στη στροφή της λάμπας,στο διαμέρισμα,στο σπίτι που άφησες
μακριά από εδώ ή και να επιστρέψεις στο τέλος πίσω απ’τις
μεγάλες πύλες,κάτω από τη δυνατή βροχή.Ξαναγεννήθηκες,ή επανήλθες,ή
γεννήθηκες επιτέλους!Τώρα βλέπεις καθαρά,βλέπεις τα καινούργια πράγματα
της πόλης που καλά είχες υποπτευθεί ότι δε βρίσκονται πάνω στο
έδαφος,δε θυμώνεις με τον παιδικό εαυτό σου που πέφτει τρέχοντας πάνω
σου στη βιασύνη του να αφήσει γρήγορα πίσω του το νεκροταφείο,μέχρι και
έξω απ’το σπίτι της μπορείς να περάσεις τώρα.Χαμογελώντας ,όπως σε όλη
τη διαδρομή.
Leaving the one true free life born
I once thought I had numerous reasons to cry
And I did, but I don´t anymore
Because I am born, born, born
At last I am born
Εδώ ζητάω συγνώμη για τις πληροφορίες του album που
δεν ανέφερα,τους στίχους που άφησα απ’έξω και το ότι δεν (...) τόνισα
μερικά απ’τα κομμάτια του που αποτελούν κορυφαίες μουσικές στιγμές στην
σόλο καρριέρα του Steven Patrick Morrissey.Αλλά
ο αιώνιος έφηβος μετακόμισε στην Αιώνια Πόλη βρήκε τους πιο γνωστούς
του δρόμους, και μαζί τους τον έρωτα,έναν καινούργιο έρωτα όμως που
ίσως για πρωτη φορά στην καρριέρα του μας προτρέπει να
ακολουθήσουμε...Κατα τ’άλλα θα βρείτε όλα τα αγαπημένα στοιχεία που
ανέκαθεν βρίσκατε,μαζί με μικρές αναφορές στις δουλειές των Smiths.Με τη βοήθεια της άψογης παραγωγής του Toni Visconti,την ενέργεια του κιθαρίστα Jesse Tobias,το ειδικό βάρος της συμμετοχής του Ennio Morricone και
μιας σύντομης εκφραστικής παιδικής χορωδίας.Και ίσως βρείτε τις δικιές
σας διαδρομές,επιστροφές και ανταμώσεις σε αιώνιες πόλεις.Κι όσοι δεν
το καταφέρετε,μην ανησυχείτε,το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τους
ανθρώπους...
Now the heart feels free...
Rating: 8,7 / 10
Βαγγέλης Γιαννακόπουλος
Unheilig - Moderne Zeiten
1.Das Uhrwerk
/ 2.Luftschiff
/ 3.Ich will alles
/ 4.Goldene Zeiten
/ 5.Helden
/ 6.Astronaut
/ 7.Phönix
/ 8.Lass uns Liebe machen
/ 9.Horizont
/ 10.Sonnenaufgang
/ 11.Gelobtes Land
/ 12.Menschenherz
/ 13.Mein Stern
/ 14.Moderne Zeiten
Fourrock Entertainment
/ January 2006
Διεστραμμένοι,
κάφροι και Γερμανοί. Δικοί μας δηλαδή.
Από τους
καλύτερους industrial ήχους που έχω ακούσει, καρφώθηκα με τη μία και έμαθα απ'
έξω όλο το νέο δισκάκι τους, το Moderne Zeiten. Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν τους θα δούμε ότι
υπάρχουν ήδη εδώ και έξι-επτά χρόνια με πολύ καλές δουλειές στο ενεργητικό
τους. Η τελευταία τους όμως δείχνει η πιο ολοκληρωμένη, ένας δίσκος με στιγμές
σπίντας, χαλάρωσης, όμορφων ενορχηστρώσεων και αξιόλογων συνθέσεων. Για άλλη
μια φορά μου φαίνεται έντονα το πρόβλημα που έχω αποκτήσει τα τελευταία χρόνια.
Δεν ξέρω γρι γερμανικά και με αναγκάζουν κάθε φορά να τρέχω σε τρίτους για να
καταλάβω τι λένε. Απέκτησα και την προσωπική μου μεταφράστρια (γειά σου
Γεωργία...), η οποία και επιμελήθηκε την αποκαλυπτική μετάφραση των στίχων και με
προσγείωσε στην πραγματικότητα! Αναγκαστικά λοιπόν θα πρέπει να δούμε τους Unheilig από δύο
διαφορετικές οπτικές γωνίες, τη μουσική και τη στιχουργική.
Ο ήχος του
Moderne Zeiten μιλάει
κατ' ευθείαν σε εκείνα τα κύτταρα του εγκεφάλου που δεν κοιμούνται ποτέ και που
περιμένουν εκείνα τα ερείσματα που ξυπνάνε το ζώον. Ένα ηχητικό κύμα από βαριές
κιθάρες υποβοηθούμενες από την κατάλληλη ποσότητα πλήκτρων σε τέτοια αναλογία
που θα ζήλευε ακόμα κι ο ...Μαμαλάκης!
Αργό και
σταθερό ξεκίνημα με το Luftschiff, μια πρόγευση του τι θα επακολουθήσει. Ένα μελωδικό κάλεσμα
για να σε κάνει να νοιώσεις ότι έχεις βάλει το σωστό δισκάκι στη σιντιέρα και
να σε ετοιμάσει για το πρώτο σινγκλάκι του δίσκου, το Ich Will
Alles!!! Και εκεί που νόμιζες ότι τα
έχεις δει και ακούσει όλα, να το τραγουδάκι που δεν έβγαλαν οι Rammstein μετά το Du Hast.
Ξεσηκωτικό club hit που σε κάνει να αναρωτιέσαι πόσα άλματα εις ύψος μπορεί να
κάνει κάποιος όταν και αν έρθει η στιγμή να το δει και να το ακούσει ζωντανά
από τον κύριο Der
Graf, τον υπεύθυνο για την ηχητική καταιγίδα των Unheilig,
τον επονομαζόμενο και Κόμη (λόγω ...επιβλητικού παρουσιαστικού). Αν και όλα τα
τραγούδια του δίσκου είναι ώριμες συνθέσεις που ακούγονται χωρίς να χρειαστεί
κανείς να πατήσει το next,
ο επόμενος σταθμός μας είναι το Astronaut. Πώς γίνεται να
γράφονται ακόμα ατμοσφαιρικά τραγούδια χωρίς να μοιάζουν με αναμάσημα και χωρίς
να είναι βαρετά? Το ντεκόρ είναι κλασσικό για την περίπτωση, χαμηλός φωτισμός,
πιανάκι, drum machine
και κιθάρες στη συνέχεια. Και πάλι σε μια άψογη αναλογία. Κάπου εκεί στη μέση
του τραγουδιού κορυφώνεται η ηχητική απόλαυση με το συμπλήρωμα γυναικείων
οπερατικών φωνητικών για να τελειώσει αρμονικά όπως ξεκίνησε. Επόμενο και
υποψήφιο single,
το Phoenix, η απόλυτη
ισορροπία ενός industrial
τραγουδιού με ...επικές διαθέσεις!
Και πάνω που νομίζει
κανείς ότι κάπου εκεί θα σταματήσουν οι καλές στιγμές του δίσκου, τα Gelobtes Land και Mein Stern ολοκληρώνουν την άποψη που
σχηματίζει κανείς για τους Unheilig
του Moderne Zeiten. Κατάφεραν να γράψουν τα τραγούδια που δεν μπόρεσαν οι Rammstein, ίσως σε λίγο
μελωδικότερο tempo
και λιγότερο εξαγριωμένα. Τόσο καλά όμως που αν ακούσετε το δίσκο και έχετε
πιεί και ένα-δυό ποτηράκια θα αναφωνήσετε: ναι, οι νέοι Rammstein είναι
καλύτεροι από ποτέ άλλοτε!!!
Και
τώρα ήρθε η στιγμή της μετάφρασης.
Τζίζους,
αυτό είναι η προσωποποίηση του Φώσκολου σε τηλεοπτική σειρά ή τηλεταινία με
άρειους πρωταγωνιστές!!! Τα παρακάτω στιχάκια…
Χάιδεψέ
με μ' αναμμένα, καυτά κεριά
και
κάψε την εικόνα σου πάνω στο δέρμα μου
αντάμειψέ
με με λίγο πόνο
Είμαι
ήσυχος κι εσύ ακούγεσαι δυνατά
και
Γιατί
όταν θα είμαι πια νεκρός
και
ανέβω στον ουρανό
θα
μετρώ τα σύννεφα
μέχρι
να βρεθούμε ξανά
και
κάνουμε έρωτα...
...θα τα ζήλευε κι ο Φλωρινιώτης ακόμα!!!
Αυτός είναι και ο λόγος που δύσκολα θα μπορέσουν
να ξεπεράσουν τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της χώρας τους και να απευθυνθούν
στις υπόλοιπες Ευρωπαικές μουσικές αγορές. Αν και ο δρόμος είναι ανοιχτός μετά
την επέλαση των Rammstein, με τέτοιο στίχο δεν
πας πουθενά.
Άνθρακας λοιπόν το ορυκτό των Unheilig?
Rating: 7 / 10
Βασίλης Παπαδογεωργόπουλος
Comments and discussion
The Illusion Fades - Psycho Burn
Close
to the Fall / Full of Fire / Run through the Nightmare / Dead White
Snow / Blood Ballad / Rebirth / My Dust Shining / A Useless Part / Eyes
of Sorrow / Love To Me Has Faded / Whispers in the Dark / Close
Your Eyes / Dead White Snow (video clip)
March 2006 / Dead Scarlet Records
Η πιο πρόσφατη δισκογραφική κατάθεση των Illusion Fades με
τίτλο "Psycho Burn"
κυκλοφόρησε από την Dead Scarlet
το Μάρτιο του 2006. Το "Psycho Burn"
αποτελεί την δεύτερη κατά σειρά κυκλοφορία της νέας σχετικά ελληνικής ανεξάρτητης
δισκογραφικής εταιρείας Dead Scarlet.
Στο νέο αυτό δίσκο οι Illusion Fades κινούνται
στο γνώριμο gothic rock ύφος που μας έχουν συνηθίσει τόσα χρόνια. Θα μπορούσε να πει
κανείς ότι αποτελεί την φυσική συνέχεια του "In Black" του 2003. Το εναρκτήριο
"Close To The Fall"
αποτελεί μια μικρή εισαγωγή με πιάνο ετοιμάζοντας το έδαφος και δίνοντας την
ατμόσφαιρα. Τα δυναμικά "Full Of Fire",
"Run Through A Nightmare"
και το "Dead White Snow"
που ακολουθούν κινούνται σε γνώριμα μονοπάτια. Εντύπωση κάνουν τα πολύ όμορφα
πλήκτρα που τονίζουν τις μελωδίες, ενώ σταθερή αξία παραμένει η γεμάτη συναισθηματισμό
φωνή του Γιώργου Δέδε. Στην συνέχεια βρίσκουμε ίσως το ωραιότερο κομμάτι του
δίσκου το "Blood Ballad",
μια κλασική dark
μπαλάντα που έχει την ικανότητα να σε παρασύρει. Μια ακόμη αγαπημένη στιγμή
είναι το "Eyes Of Sorrow"
που όσες φορές και αν το ακούσεις δεν το χορταίνεις.
Γενικότερα το "Psycho Burn" μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια ολοκληρωμένη δουλειά,
με εμπνευσμένες συνθέσεις και ωραίες μελωδίες. Ο Γιώργος Δέδες, που τόσα χρόνια
υπηρετεί το συγκεκριμένο είδος με συνέπεια και μεγάλη αγάπη, βρίσκεται σε φόρμα
καταφέρνοντας να πάει το όχημα των Illusion Fades ένα βήμα
παραπέρα. Το CD περιέχει επίσης το βίντεο κλιπ του "Dead White Snow".
Οι ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν το 2004 στο στούντιο Artracks σε ηχοληψία του
Γιώργου Πρινιωτάκη, η συμμετοχή του οποίου επεκτείνεται τόσο στα δεύτερα
φωνητικά του "Love To Me Has Faded"
όσο και στην ακουστική κιθάρα του "A Useless Part". Στο πλευρό του Γιώργου Δέδε στάθηκαν
διάφοροι μουσικοί. Ο Ντέμης Μπίθας, γνωστός από την θητεία του στους Braindead και Virgin Web αναλαμβάνει χρέη μπασίστα.
Συμμετέχουν ακόμα οι Duffy
και Αλέξανδρος Ταμπακάκης στα τύμπανα και η Τατιάνα Σταυρουλάκη (Common Sense) στα φωνητικά του πανέμορφου
"Close Your Eyes"
που κλείνει το δίσκο με τον ιδανικότερο τρόπο.
Ένας δίσκος εγγύηση για τους οπαδούς του gothic αλλά και
της μουσικής γενικότερα. Πραγματικά, παραγωγές σαν αυτή δεν έχουν να ζηλέψουν
τίποτα από αντίστοιχες του εξωτερικού. Αναρωτιέται κανείς πώς οι Illusion Fades δεν
συγκαταλέγονται στα μεγάλα ονόματα της διεθνούς σκηνής. Εμείς απλά ευχόμαστε με
αυτόν το δίσκο να τα καταφέρουν.
Νίκος Δρίβας
Comments and discussion
Now that you've fallen in love with her, can you love her true self, embrace that extremely peculiar, mesmerising, rather darkly interior and deal with her freaky family?
όπου:
her = Karin Dreijer Andersson / fallen in love with = Royksopp's "What Else Is There?" / her true self = The Knife / that extremely peculiar, mesmerising, rather darkly interior = "Silent Shout" / freaky family = brother, co-creator, soulmate Olof Dreijer
Λένε πως οι εικόνες μιλάνε πιο δυνατά από τις λέξεις. Στη μουσική (σαν Τέχνη), ιδανικά, αυτό δεν ισχύει αφού ήχοι και νοήματα απογυμνώνονται από de facto προσωπεία και o ακροατής (προτρέπεται να) μπαίνει πλέον σε μία προσωπικη "image making", ρευστή και φαντασιακή διαδικασία. Με αυτή τη λογική, αυτό που ακολουθεί ως εισαγωγή της κριτικής του εν λόγω album είναι ανατρεπτικό και ελαφρώς βλάσφημο μα και εξαιρετικά εύγλωττο.
Aν στο "Deep Cuts"
οι Κnife ήταν έτσι...
...στο "Silent Shout"
είναι κάπως έτσι...
Και κάπου εδώ θα τελείωνε η παρουσίαση αυτή. Αν επιμένετε στις λέξεις πάντως, keep on reading... There's gonna be plenty of those...
Mε το ντουέτο αυτό συμβαίνει το εξής παράδοξο. 'Image is not important to use – its all about the music!' διακηρύσσουν στις συνεντεύξεις τους. Και όντως αποφεύγουν τα lives "όπως ο διάολος το λιβάνι" ή όπως τα βαμπίρια το φως ή όπως ο Count Dracula τους καθρεύτες (τα cliché αναφέρονται επι τούτου για να ανατραπούν μουσικά στη συνέχεια ), στις σπάνιες εμφανίσεις τους βάφουν τα πρόσωπα τους είτε βυθίζονται στο σκοτάδι επί σκηνής ενώ στα video clips τους προτιμούν να αντιπροσωπεύονται από γραφικά, σκίτσα, ηθοποιούς ή και οτιδήποτε γεννήσει το μυαλό των fans τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το αγαπημένο, cult "
Pass This On" από το "Deep Cuts" με τον στίχο
"I'm in love with your brother... Is he willing?Can he play?", το πέρασμα του synth thrash-ο-ήχου και το τραβεστί Rickard Engfors σε ένα μουσικοχορευτικό performance b-movie αισθητικής. Παρολ'αυτά το concept -aka εικόνα- τότε, προέκυψε μαζί με το τραγούδι. (Aκόμα πιο χαρακτηριστικό, αυτό του τελευταίου τους single, για το οποίο I'll spare you the bubbling and offer you a
streaming.)
Οι παραπάνω φωτό ανήκουν στα sessions για το εκάστοτε cd. Oι ίδιοι πρόσφατα είπαν τα εξής...
K: ‘If we could choose not to do any photos at all, we would, But it’s quite impossible. Because I don’t think it has anything to do with the music. So we use the photos now to show what our music looks like.’
O: ‘It’s very cold and dark and suggestive maybe, We feel like that if we had been there with our plain faces, that would destroy the illusion of the music. So we tried to dress up as the music. Occult and dark but at the same time, funny.’
Οι Knife τρεκλίζουν πάνω σε εκείνη την λεπτή, διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο αστείο και το παράξενο, έννοιες τις οποίες διάφορες γλώσσες έχουν ευφυώς επιλέξει να εκφράζουν με μια λέξη διττής σημασίας. Και ένα από τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά τους είναι η ικανότητα να δημιουργούν εικόνες. Ακόμα και οι παραπομπές στο άκουσμα των μουσικών τους έρχονται υπό μορφή εικόνων. Ο δίσκος ξεκινά με την ηλεκτρονική, νευρώδη πανδαισία του ομώνυμου "Silent Shout". (Btw όποιος έχει χάσει τίποτα μπάσα, εδώ θα βρει πολλά και διάφορα.) Γύρω από τον electropop άξονα του Olof στροβιλίζονται χαπακωμένα synthesizers, percussions, απρόσμενα beats ενώ η Karin είναι βαθιά απορροφημένη σε ένα ιδιότυπο, εσωτερικό ντουέτο with those demons inside. Αν στο άκουσμα της έκφρασης "σιωπηλή κραυγή" η πρώτη flash memory/effect είναι ο χαμένος πίνακας "H κραυγή" του Edward Munch δεν πέφτεις και πολύ έξω. (Ίσως και να βρισκεται κάπου σε εκείνο το εγκαταλελημένο εργαστάσιο ή στα θεμέλια της επιβλητικής, παλιάς εκκλησίας ή στο σπίτι τους, τελικά... τα μέρη στα οποία ηχογραφούσαν δηλαδή.) 'Ομως πρέπει να αρέσκονται στα παιχνιδάκια, στις μεταφορές και στον αποπροσανατολισμό, γιατί, για παράδειγμα, αν στο άκουσμα "Deep Cuts" περίμενες δράμα, αυτοτραυματισμούς και μελαγχολία τότε η εμπειρία της ακρόασης ήταν άκρως σουρεαλιστική.
Το γενικότερο μοτίβο κατά τη διάρκεια του album δεν είναι τόσο σκοτεινό και δυσάρεστο... αλλού το πάει το πράγμα. Στο "Neverland", μία από τις λιγότερο πειραγμένες φωνητικά στιγμές, σκέφτεσαι μια Βjork Sin-City αισθητικής ("I'm dancing for dollars/ And for a fancy man.") να τραγουδάει στο δρόμους (think "It's Οh So Quiet" video) αλλά στο πέρασμα της να μαζεύει κάθε λογής outcasts, junkies, losers, -aholics, weirdos etc. Κι όμως, στον πυρήνα του εξακολουθεί να είναι ένα dance anthem και ένα πέρασμα παράλληλα για την τρίλεπτη, περιρέουσα, κατευνασμένη εισαγωγή του κατα τ'αλλα παρανοϊκού "The Captain". Το μοναδικό πράγμα που προστατεύει τους Knife από εκείνη την ανίατη ασθένεια της οποίας το κυριότερο και γνωστότερο σύμπτωμα είναι κάποιες 'Θρυλικές Ροζ Κουκίδες' που κυριεύουν σώμα και πνεύμα, είναι η pop αίσθηση της πραγματικότητας που έχουν. Κάπως έτσι στη συνέχεια σαν "ξεκούρδιστοι" παιδικοί Depeche Mode, τα δύο αδερφάκια τραγουδούν "We Share Our Μother's Health" (like they've gotten stoned-high on her funeral or something).
Αδερφάκια λοιπόν... Siblings! Αρκετά σύνηθες φαινόμενο και συστατικό της μουσικής βιομηχανίας. Φτιάχνουν rock μπάντες, μεταλλάσσονται σε ηλεκτρονικά ζεύγη, μπλέκουν σε avant-garde καταστάσεις 'n they are far too many to mention. Πως τα συγκεκριμένα αδερφάκια καταφέρνουν να συνεργάζονται? 'Εχοντας πολύ συγκεκριμένες θέσεις ο καθένας. Ο Olof δεν ασχολείται και πολύ με το τι νόημα βγάζουν οι στίχοι της Κarin και αυτή από τη μεριά της δεν θα μπορούσε να νοιάζεται λιγότερο για την ακουστική υφή του κάθε sοftware that goes on the market. Στο "Like A Pen" είναι ολοφάνερο ότι ο καθένας κάνει τα δικά του και γουστάρει, και το αποτέλεσμα εξακολουθεί να είναι άψογο. Σε άλλες περιπτώσεις η συνεργασία αυτή έχει περισσότερο βάθος και concept. Kαι το επιθετικό και περιπαιχτικό "Nah nah nah/ni ni ni" των Adult. μεταμορφώνεται σε ένα εφιαλτικό "Νa Na Na" νανούρισμα σαν αυτό που γράφει ο Palahniuk ή θα σκηνοθετούσε ο David Lynch ή θα τραγουδούσε μια ναρκοληπτική Alison Shaw (Cranes). Kαι το καλύτερο είναι αμέσως μετά! Αν λέω αν, ο Morrisey και η Siouxsie ήταν σήμερα γύρω στα 30 και ηχογραφούσαν το "Interlude" του σήμερα, με όλες τις κοινωνικοψυχολογικές προεκτάσεις που αυτό θα περιείχε, πως θα ήταν? Αν και όσο ακούω αυτές τις καστανέτες στο background σκέφτομαι τον Almond και όσο σκέφτομαι τον Αlmond και τη Siouxsie το εγκεφαλικό μου iPod παίζει το "Threat of love". Anyway, εδώ μιλάμε για την Karin με τον Jay Jay Johansson και το "Marble House", ένα waltz-to-dance-to σε εναλλακτικές, γαμήλιες δεξιώσεις πάνω σε μαρμάρινα, nontheless, πατώματα.
"From Off To On" είναι η πιο καταθλιπτική, υπνωτική στιγμή του album (like Yazoo on lithium or Thom Yorke in his studio restarting his PC again and again struggling to record) και η συνέχεια της προηγούμενης συνάντησης με τα κουρασμένα και λυπημένα πια αδερφάκια να τραγουδούν μαζί. Υπάρχει το ενδεχόμενο η συνεχής εναλλαγή του ρυθμού να σε κουράσει, μα πρέπει οπωσδήποτε να φτάσεις μέχρι το "Forest Families". 'Οπως θα ακούγονταν οι Massive Attack των 00s, με μία 'less is more' αισθητική και cyberpunk έμπνευση όπως αυτή ορίστηκε στα mid 80s και διυλίστηκε από την dance ψυχεδέλεια των 90s μέχρι σήμερα. Πρόσθεσε σε όλα αυτά τη θλιμμένη electronica και το κλειστοφοβικό, αγωνιώδες feeling των επίμονων ρυθμικών σχημάτων που γεννήθηκαν από το 'drum 'n bass' των Joy Division. This is The Knife... "Music Tonight / I just want your Music tonight..."
Oι ίδιοι ονομάζουν τη μουσική τους Εlectronic Emotional Pop. Υπεραπλουστευμένο πιστέυω. Το είδος ονομάζεται "Fucked-up, kitsch, bohemian blitz of high IQ/EQ" (το kitsch όπως το έχει ορίσει και αναλύσει ο Μ.Kundera).
'It's pop gone wrong, about people gone wrong.' - 'It's one step forward and one step back.'
Οι στίχοι μακριά από κάθε αφέλεια, υποθάλπουν κοινωνιολογία και ψυχανάλυση και αν αυτό δεν είναι κατανοητό με την ακρόαση τότε μην ανησυχείς, μπαίνει βαθιά μέσα σου μέσω ενός πιο υπογείου και διαβολικού Sigur Ros-effect. Tα φωνητικά φιλτράρονται από πάσης φύσεως 'little twists' (λυσσασμένα λαγουδάκια, αερικά, παιδιά φυλακισμένα σε σώματα γέρων, προβληματισμένοι και προβληματικοί everyday-people..) και οι συχνότητες μοιάζουν possessed ενώ γλιστράνε όμορφα σε slick πειραματισμούς.
Η ατμόσφαιρα έχει βαρύνει λίγο, αλλά το "Οne Hit" αν και εμμένει στη διχασμένη προσωπικότητα των vocals ανάβει τα neon-lights και ανεβάζει τον Smeagol (ή όποιο άλλο freak θέλεις) στη σκηνή του καμπαρέ. Και αν η έννοια "τσακισμένα λουλούδια" ήταν τραγούδι θα ήταν το "Still Light" με την αγνώριστη, κατατονική Karin σε ένα κλινικό, ζαλισμένο δωμάτιο να αναρωτιέται "Now where is everybody / Ιs It still light outside?"
Μετά βίας σταματάω εδώ συνειδητοποιώντας πως έχω πιάσει στο στόμα μου αρκετά από τα Θεία της Μουσικής δύο δεκαετιών και θα πέσει φωτιά να μας κάψει (aka δεν θα ξανα-έρθει κανένας από αυτους για συναυλία)! 'Ασε που αρχίζω να νιώθω σαν τον πιστό υπηρέτη Renfield του κόμη και της... κοντέσσας. Κοιτάζω πάλι τη φωτογραφία... Λίγο από βενετσιάνικο καρναβάλι, baroque πινγκουίνους, Βela Lugosi και Burton-ική Birdwoman. To "Silent Shout" το έχω αγαπήσει ήδη αλλά δεν είμαι και πολύ καλά, sane δηλαδή, νομίζω. Αν και εσύ δεν είσαι πολύ καλά, ξέρεις τι να κάνεις. Αν πάλι πιστεύεις πως είσαι μια χαρά φυσιολογικός άνθρωπος, δηλ. ακόμα παίζεις κρυφτό με την προσωπική σου παράνοια, άκουσε το όπως θα πήγαινες σινεμά για μία ευρέως αποδεκτή, υψηλής βαθμολογίας αν και σινεφίλ ταινία. 'Οπως και να'χει, η διαφορετικότητα οφείλει να αγκαλιάζεται και το εξαιρετικό να ξεχωρίζει. Ας προσευχηθούμε όλοι μαζί μια καλή εταιρειούλα να τους φέρει γρήγορα in a record store near us.
Rating: 9 / 10
Μαρία Καραγκούνη
No More Sweet Music" είναι ο τίτλος του τελευταίου studio album των Hooverphonic. 'Ενα close-up, περασμένο από ένα
"she's got the blues" φίλτρο, πορτραίτο της Geike Arnaert αποτελεί το εξώφυλλο του digipack. Στο εσωτερικό του έχει 2 δισκάκια. 11 τραγούδια περιέχει το ένα δισκάκι, καθένα από τα οποία μοιράζεται τίτλο, στίχους και κάποιες στοιχειώδεις μελωδικές γραμμές με το αριθμητικό αντίστοιχο από τα 11 τραγούδια στο άλλο δισκάκι. Θα μπορούσε να θεωρηθεί μια μορφή παραλλαγών και αυτή η περίπτωση... In a way... "
Τhe sophisticated pop" way...
Οι Hooverphonic επανέρχονται στις μπλε, εικαστικές τους διαθέσεις (μετά το παραστράτημα της κατακόκκινης "Jackie Cane"). Tι "
χρώμα" όμως δίνουν στη μουσική τους αυτή τη φορά? Ο Alex - the Great - Callier, ως mastermind, βρίσκεται σε πλήρη έμπνευση τόσο στη σύνθεση αλλά κυρίως όσον αφορά ενορχηστρώσεις και παραγωγή, φροντίζοντας να δώσει σε κάθε κομμάτι προσωπικότητα, μέσω ιδιαίτερων εισαγωγών από διάφορα φυσικά όργανα (τα κύμβαλα στο εναρκτήριο "
You Love Me To Death" ή το κινέζικο βιολί στο πλήρες ευφορίας "
We All Float" π.χ.), και βάθος με τα κουαρτέτα εγχόρδων και πνευστών και την απολύτως πραγματική, 35μελή Galaxy Orchestra. Και ομολογουμένως το αποτέλεσμα του συνδυασμού όλων αυτών με τα μπάσο του ίδιου, τις κιθάρες του R.Geerts, τα απαραίτητα ηλεκτρονικά στοιχεία και τη φωνή της Geike είναι μεγαλοπρεπές και γοητευτικό. Και αρκετά "
μπλε" σε περιπτώσεις. Το "
Music Box" θυμάται πάλι το trip-hop και θα μπορούσε να είναι highlight του εξαιρετικού "Roseland NYC live" των Portishead (blue-black) μαζί με το ονειρικό "
No More Sweet Music" που χτίζεται πάνω σε ένα θέμα από το "Lujon" του Ηenry Mancini (sky blue), ενώ δεν λείπουν οι αμιγώς pop στιγμές (electric blue). Tα πιο ραδιοφωνικά "
Dirty Lenses", με τα ιδιαίτερα αρπίσματα και το ρυθμικό πίανο, και "
Wake Up" με έξοχα πραγματικά έγχορδα και programming και εξίσου υπέροχα φωνητικα ξεχωρίζουν δημιουργώντας μια ευχάριστη, danceable μελαγχολία και αντιπροσωπεύουν επακριβώς τους Hooverphonic του σήμερα. Ανάμεσα τους παρεμβάλλεται το δίλεπτο "
Heartbeat"... Like a spotlight suddenly drops on a darkened corner and
what's left of Jackie sings in a "Bang Bang"- way
"We tried to feel a heartbeat but we failed..." Απίστευτα θεατρική στιγμή και εξαιρετική ερμηνεία. Η Geike, αν και κάποιος ίσως πιστέψει πως έχει χάσει μέρος της δυναμικής και των "Maaaaad About Youu" ξεσπασμάτων της, αναπόφευκτα ωριμάζει (στο "Blue Wonder Power Milk" ήταν μόλις 17 όταν και πρωτοτραγούδησε ), χειρίζεται άψογα τη φωνή της χαρίζοντας συγκροτημένο χαρακτήρα και συναίσθημα σε κάθε ξεχωριστή στιγμή και σιγά σιγά συμμετέχει όλο και περισσότερο στη δημιουργική διαδικασία, όπως στο σχεδόν καθαρτικό "Music Box" για παράδειγμα :
"One music doll stops rotating, breaking / her song lingers on / translating". Μπορείτε να φανταστείτε ιδανικότερο "ByeBye for now!" και κλείσιμο για όλα τα παραπάνω από το κουκλίστικο, μελωδικό λαλαλα της δεσποινίδας Arnaert και τον κατακλυσμό των βιολιών να αγγίζει τα όρια της χαρμολύπης ("
Ginger")?
Περιείχε μια εγγενή δυσκολία η παρουσίαση της συγκεκριμένης δουλειάς. μιας και δεν ανήκει στις περιπτώσεις cd + Remix cd... Είναι μάλλον siamese cd! Kαι νιώθω λίγο άσχημα που πρωταγωνίστησε το 1ο cd "More Sweet Music", μα παρόμοια επιλογή έγινε και προς "ιδίαν χρήσην". Τα έγχορδα με σκλάβωσαν και άφησα στο 2ο "No More Sweet Music" τον πιο χαλαρωτικό και ανέμελο ρόλο του background μα σε καμία περίπτωση υποτιμώντας το. Η δουλειά που έχει γίνει και εδώ από το συγκρότημα είναι εξίσου καλή, σε ενα διαφορετικό, πιο ηλεκτρονικό, πειραματικό αλλά και pop ύφος. Τα παιχνίδια με τις λούπες είναι πολλά και προσφέρουν μια περισσότερο drum 'n bass αίσθηση σε κάποια tracks ("We All Float", "Music Box"), λειτουργούν αφαιρετικά στον jazz χαρακτήρα του "
You Hurt Me (But I've Got So Much More To Give)" ή τον μετατρέπουν σε chill-out πειραματισμό ("
Tomorrow") ενώ το ανατολιτικο treatment του "You Love Me To Death" θυμίζει αρκετά Conjure One. Πολύ όμορφες και οι electropop μεταμορφώσεις των υπολοίπων, με αποκορύφωμα το
robot-ballade a la Daft Punk "Heartbeat". Επίσης οι κιθάρες έχουν πολύ πιο έντονη παρουσία και κάνουν κάποιες από τις εκτελέσεις προτιμότερες. Η ενορχήστρωση του "
My child" φαίνεται αρκετά πιο ταιριαστή με το πονεμένο και αυτοβιογραφικό θέμα μιας ατυχούς εγκυμοσύνης, τα γαλλικά του "Ginger" δίνουν εναν αέρα Gainsbourg, ακόμα και εκείνο το λιτό, μοναχικό πιάνο έχει τη χάρη του καμιά φορά. Simple things...
Ένα πράγμα που τσαντίζομαι πολύ να βλέπω, είναι ο χαρακτηρισμός "adult" σε μουσικά είδη. Δεν τον καταλαβαίνω αυτόν το διαχωρισμό. Κοίτα όμως που ταιράζει καμία φορά... Το "No More Sweet Music" είναι μια αρκετά καλή, συμπαγής και ενήλικη κυκλοφορία για τους Ηοοverphonic. Φεύγοντας από το story-telling/concept album κλίμα του "Jackie Cane", κρατώντας ωστόσο τις pop δομές και πλούσιες ενορχηστρώσεις που ανέπτυξαν στις προηγούμενες δουλειές τους ("Τhe Magnificent Tree"), με lookbacks στις ηλεκτρονικές trippy απαρχές και φόρο τιμής σε αγαπημένους μεγάλους συνθέτες. Επιπλέον, ο Callier πάει την ιδέα της τρίτης (πέρα από τη studio και τη live) εκδοχής και εκτέλεσης που θέλησε να παρουσιάσει στο (kind of)best of "Sit Down And Listen" λίγο παραπέρα, με αυτή τη διπλή έκδοση. Και μακάρι στο επερχόμενο live τους να συνοδεύονται από όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορχήστρα.
Το album κυκλοφορει και σε special edition. Και τα δύο cd είναι dual-sided (CD/DVD) σε PCM stereo, 5.1 Dolby and DTS Surround. Περιέχονται ακόμη τα videoclips των δυο singles, ένα μικρό documentary/συνέντευξη και κάποια επιπλέον remixes.