...για να λήξει ο γάμος μας, θα πρέπει κάποιος από τους δυο να πεθάνει...
Ομολογώ ότι ήταν απρόσμενα αποστομωτική η απάντηση της Alexei Perry για το αν η πορεία της σχέσης τους επηρεάζει το μέλλον των Handsome Furs και θέλοντας να πιστεύω ότι το μοιραίο δεν θα συμβεί πριν την ώρα του, το ντουέτο θα μας απασχολεί για πολλά χρόνια ακόμα. Για όσους δεν έχουν ακόμα ιδιαίτερη επαφή με τους Handsome Furs και την μουσική τους, να σας πω συνοπτικά ότι μας έρχονται από το Μόντρεαλ, έχουν κυκλοφορήσει 2 albums στην Sub Pop, το έταιρο μέλος τους, ο Dan Boeckner, είναι γνωστός μας ως κιθαρίστας και τραγουδιστής των Wolf Parade, ενώ μεθαύριο θα έχουμε την ευκαιρία να τους απολαύσουμε ζωντανά στο Plissken festival. Τα υπόλοιπα θα τα διαβάσετε παρακάτω, και οι 2 τους είναι ιδιαιτέρως αποκαλυπτικοί και ευχάριστοι, και αν μη τι άλλο, τιμή και δόξα στην Alexei που αναγνωρίζει ως το καλύτερο Καναδέζικο συγκρότημα όλων των εποχών τους Skinny Puppy! Θα έσκαγα αν δεν το σχολίαζα...
Η μουσική σας εξισορροπεί επιδράσεις από punk, indie-rock και synthpop. Ποιά είναι η σχέση σας με αυτά τα είδη?
Alexei: Θεωρώ πως όταν συμμετέχεις σε ένα γκρουπ είναι δύσκολο να έχεις πλήρη επίγνωση όλων των επιρροών που έχεις από τη μουσική κι έτσι πάντα αφήνω στους κριτικούς αυτή την πιο λεπτομερή περιγραφή του πώς ακριβώς ακούγεται ο ήχος μας. Ο Dan κι εγώ ακούγαμε πολύ Clash και The Damned όταν είμαστε οργισμένα νιάτα και εξακολουθούμε να ακούμε ως οργισμένοι ενήλικες, επίσης οι κασέτες που φτιάχναμε στο γυμνάσιο με Sonic Youth, Nirvana και Husker Du σίγουρα έχουν παίξει το ρόλο τους όπως πιστεύω ότι το ενδιαφέρον μας για την ηλεκτρονική μουσική από τους Kraftwerk μέχρι τους γνωστούς dance καλλιτέχνες ενίσχυσαν την ικανότητά μας δημιουργούμε διάφορους ρυθμούς.
Dan: Το μουσικό μου παρελθόν περνάει από τη metal που άκουγα στο γυμνάσιο, τις πρώτες wave indie rock μπάντες (Sonic Youth, Dinosaur Jr) μέχρι τη hardcore που άκουγα όταν ήμουν 20 χρονών. Παρ' όλ'αυτά όμως ενθουσιάστηκα με την ηλεκτρονική μουσική. Για παράδειγμα, στην κατάληψη στην οποία έμενα, μετά από πρόβα με το συγκρότημα, άκουγα κρυφά τους δίσκους του Aphex Twin.
Το εξώφυλλο του ‘'Face Control'' έχει έναν σχετικά τρομακτικό σκύλο απ' έξω. Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο νόημα πίσω από την επιλογή αυτής της εικόνας? Μήπως σχετίζεται με τα πειράματα του Pavlov σε αυτά τα ζώα?
Alexei: Αν προσέξεις την έκφραση του προσώπου του σκύλου, θα δεις ότι δεν είναι τόσο απειλητικός. Νομίζω ότι για την έκφραση αυτή έφταιγε το flash της μηχανής που ενοχλούσε τα μάτια του και το πολύ έντονα κόκκινο σκηνικό που δημιουργεί τελικά αυτή την αίσθηση τρόμου. Στα δικά μου μάτια, φαίνεται φιλικός. Νομίζω ότι σκιαγραφεί το συγκρότημα αυτή η εικόνα: είμαστε αρκετά ευπρόσιτοι άνθρωποι ενώ ταυτόχρονα έχουμε πολύ οργή για τη ζωή. Παρ' όλ' αυτά, η αλήθεια πίσω από την επιλογή αυτής της εικόνας είναι αρκετά πιο απλή. Ο Φινλανδός φωτογράφος Juoko Lehtola ( ο οποίος πέθανε μέσα στο 2010) έκανε όλη τη φωτογράφιση για το άλμπουμ και είμαστε παθιασμένοι υποστηρικτές του. Θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε όλες του τις φωτογραφίες για το άλμπουμ γιατί αισθανόμαστε ότι τα θέματα με τα οποία ασχολείται ως καλλιτέχνης σχετίζονται με αυτά που κι εμείς προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε μέσω της μουσικής μας, δηλαδή τα ναρκωτικά, ο θάνατος, άσχημα παιδικά χρόνια, κακές πολιτικές, βαρετή ζωή στην πόλη, οι δικές μας αυτοδημιούργητες φυλακές και η περιστασιακή ομορφιά και ευτυχία.
Αν έκανες face-control σε κάποιο club ποιους δε θα άφηνες να μπουν μέσα?
Alexei: Νομίζω ότι αυτός ο ρόλος μας άρεσε ακριβώς γιατί θα επιτρέπαμε σε όλους να μπουν μέσα στο club μας. Φτιάξαμε το ‘Face Control' έχοντας στο μυαλό μας ακριβώς την ειρωνεία του τίτλου σε σχέση με την πρόθεσή μας να αφήσουμε όλα τα παιδιά να μπουν στο club. Πάντα αισθάνομαι πολύ τυχερός με το κοινό που έρχεται στις συναυλίες μας γιατί φαίνεται να αποτελείται από τους ίδιους ανθρώπους που θα γνώριζα στο γυμνάσιο, αυτό με τρελαίνει. Μιλάω για τα ‘φρικιά' που με συμπαθούν, τους τύπους που με συμπαθούσαν γιατί είχα καλά ναρκωτικά, γι' αυτούς που έρχονταν στα party που έκανα στο σπίτι μου για να βάζουν μουσική, για τις κοπέλες που τους αρέσουν να βάζουν τα καλά τους παπούτσια, τις κοινότητες των gay and lesbian, τους γκοθάδες και τους πραγματικά μίζερους ανθρώπους που προσπαθούν να βγάλουν κάποια άκρη από τη ζωή και να μοιραστούν λίγη χαρά ακόμα και αν αυτό είναι φυγή.
Dan: Θα ήταν ένα ανοιχτό club από άποψη αρχών. Ή αλλιώς, ελεύθερη πρόσβαση θα είχε όποιος αφαιρούσε ένα ρούχο του. Για να υπάρχει ισορροπία.
Φαντάζομαι πως είστε ευχαριστημένοι με τη Sub Pop, αφού εκεί κάνατε όλα τα άλμπουμ σας με τους Wolf Parade και τους Handsome Furs. Αν υπήρχε μια άλλη προσφορά με μεγαλύτερη οικονομική αξία από κάποια μεγαλύτερη δισκογραφική εταιρεία θα σας δελέαζε αρκετά ώστε να εγκαταλείψετε τη Sub Pop?
Alexei: Λαμβάνοντας υπ' όψη ότι και οι δυο προερχόμαστε από την εργατική τάξη, δεν υποτιμώ τη δύναμη του χρήματος. Μόνο οι άνθρωποι που δε χρειάστηκε ποτέ να ανησυχήσουν για τα χρήματα, δεν ενδιαφέρονται γι'αυτά. Δεδομένων των παραπάνω, είμαστε πολύ τυχεροί που αγαπάμε πολύ αυτό που κάνουμε για να ζήσουμε και πράγματι αντιμετωπίζουμε το συγκρότημα πολύ σοβαρά, σαν να ήταν δουλειά. Η μόνη διαφορά έγκειται στο ότι δεν ξεκουραζόμαστε τα σαββατοκύριακα. Έτσι ενώ τα πολλά χρήματα θα ήταν δελεαστικά, δεν είμαι τόσο αφελής ώστε να αφήσω μια αιωρούμενη μπανάνα να με μετατρέψει σε ανυπόμονο χιμπατζή. Δε θεωρώ πως οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες πάνε τόσο καλά τελευταία επομένως δύσκολα θα με έπειθε ένα πολλά υποσχόμενο δόλωμα. Και ειλικρινά η Sub Pop είναι σαν οικογένεια για μας, ήρθαν στο γάμο μας και συνεχίζουν να έρχονται στις συναυλίες μας σε όλο τον κόσμο και ακόμα πιστεύω στη δουλειά που κάνει. Μου αρέσει να δουλεύω με ανθρώπους τους οποίους εμπιστεύομαι.
Dan: Συμφωνώ. Δεν πιστεύω ότι θα ερχόταν κανείς από τη Warner ή την Epic στο γάμο μας στο Montreal όπως έκανε ο Jon Poneman. Mεγαλώνοντας στον Καναδά βόρεια του Seattle, το μόνο που ήθελα, η μεγαλύτερη μουσική μου φιλοδοξία, ήταν να κυκλοφορήσω ένα 7'' στη Sub Pop.Ακόμα αισθάνομαι απίστευτα χαρούμενος που βρίσκομαι σ'αυτή την εταιρεία. Όσον αφορά το θέμα με τις μεγάλες δισκογραφικές, θεωρώ ότι ολόκληρο το μοντέλο ως επιχείρηση και αγορά, έχει καταρρεύσει. Πιστεύω ότι για 1-2 χρόνια ακόμα θα βλέπουμε τις μεγάλες δισκογραφικές να επενδύουν 250.000 $ σε ένα video clip διάρκειας 5' , εκατομμύρια σε ηχογραφήσεις, λιμουζίνες και ξενοδοχεία. Αυτό δεν είναι βιώσιμο. Δεν υπάρχει κάτι το οποίο θα μπορούσε μια μεγάλη δισκογραφική να προσφέρει σ' εμάς...όχι στο είδος της μουσικής που παίζουμε.
Dan, πιστεύω ότι είναι πραγματικά δύσκολο να επιλέξεις ανάμεσα στους Wolf Parade και τους Handsome Furs. Τι διαφοροποιεί το ένα γκρουπ από το άλλο και σε ποιο βαθμό αλληλοσυμπληρώνονται?
Dan: Οι Furs και οι Wolf Parade είναι τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους στο μυαλό μου σε βαθμό που δεν βλέπω κανενός είδους ανταγωνισμό μεταξύ τους. Το μόνο σημείο στο οποίο ίσως υπάρχει ίσως κάποιος ανταγωνισμός, είναι ο χρόνος, ο οποίος όμως μοιράζεται σχεδόν ισότιμα και στα δυο συγκροτήματα. Όσο περνάει ο καιρός, αισθάνομαι πως οι δυο μπάντες διαχωρίζονται μουσικά όλο και περισσότερο, πράγμα το οποίο είναι καλό. Σημαίνει πως και οι δυο ωριμάζουν. Οι ρυθμοί στους Furs έχουν πρακτικά τριπλασιαστεί σε ταχύτητα σε σχέση με την αρχή του γκρουπ ενώ τα ηλεκτρονικά στοιχεία γίνονται όλο και πιο περίεργα και εμφανή.
Δεν έχω ακούσει τίποτα από το παλιό σου συγκρότημα τους Atlas Strategic. Όντας θαυμαστής της δουλειάς των Wolf Parade και Handsome Furs, πιστεύεις ότι αξίζει τον κόπο να αναζητήσω το άλμπουμ που έκανες το 2000 ή ο ήχος είναι τελείως διαφορετικός?
Dan: Αν σου αρέσουν οι WP και οι HF, λογικά θα σου αρέσουν και οι Atlas. Είναι δύσκολο για'μένα να το σκεφτώ. Μοιάζει τόσο παλιά σα να πέρασε μια ολόκληρη ζωή. Υπάρχουν σίγουρα στοιχεία από τους Atlas στα πρώτα άλμπουμ των Wolf Parade. Ήταν η πρώτη μου post-hardcore μπάντα...Νομίζω ότι υπάρχουν κοινά και με τα πιο punk στοιχεία των συναυλιών των Handsome Furs.
Πέρυσι είχατε μια δίκη με τους New Order για το κομμάτι σου ‘All we want baby is everything'. Τι ακριβώς έγινε και ποια είναι η δική σας εκδοχή για την υπόθεση αυτή? Υπήρχε όντως κάποιου είδους αναφορά στο ‘Temptation' των New Order?
Alexei: Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα σειρά γεγονότων που έληξε σχετικά καλά για εμάς. Το δικό μας τραγούδι ήταν μια ωδή στο ‘Temptation' αλλά με τόσο αφαιρετικό τρόπο που δε φανταζόμασταν ότι θα υπήρχε πρόβλημα, επομένως εκπλαγήκαμε στην αρχή με την αντίδραση που δημιουργήθηκε. Παρ' όλ'αυτά μακροπρόθεσμα, καταλήξαμε να μάθουμε από τους ίδιους τους New Order ότι τους άρεσε η δουλειά μας. Και αυτό ήταν καλό.
Στο ‘Face Control' υπάρχει ένα τραγούδι που έχει ένα πολύ ενδιαφέρων τίτλο ‘Officer of Hearts'. Ποιό είναι το θέμα του κομματιού? Ποιός θα μπορούσε να γίνει ένας ‘αξιωματικός της καρδιάς' και ποια θα ήταν τα καθήκοντα του/ της ?
Αlexei: Το κομμάτι αυτό είναι για τον έρωτα σαν να παίρνεις μέρος σε πόλεμο. Ορισμένες φορές χρειάζεται να πολεμήσεις, άλλες φορές να παραμένεις στωικός ελπίζοντας ότι ο άλλος δε θα σου πετάξει χειροβομβίδα. Υπάρχει ταυτόχρονα κάτι μοιρολατρικό και τραγικό σε αυτό τον τίτλο. Θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε παραδίδεται/αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στην αγάπη. Τα καθήκοντα περιλαμβάνουν: στωικότητα, πολεμική όταν απαιτείται, γυάλισμα της στολής, αγορά τριαντάφυλλων, το να κάθεσαι έξω από το παράθυρο το βράδυ και να τραγουδάς.
Αν κάτι δεν πάει καλά στο γάμο σας (το απεύχομαι), αυτό θα σημάνει και το τέλος των Handsome Furs? Επίσης, όντας ένα παντρεμένο ζευγάρι είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν οι ερωτοχτυπημένοι θαυμαστές?
Alexei: Θεωρώντας ότι για να λήξει ο γάμος μας θα πρέπει κάποιος από τους δυο να πεθάνει, πιστεύω πως και το συγκρότημα θα σταματούσε να υφίσταται. Θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για ένα συγκρότημα που αποτελείται από δυο μέλη, να συνεχίσει χωρίς τον έναν από τους δυο. Όσον αφορά τους ερωτοχτυπημένους θαυμαστές, τίποτα δε θα με χαροποιούσε περισσότερο. Με κάνει περήφανη το να βλέπω το Dan περιτριγυρισμένο από όμορφα κορίτσια γιατί αυτό μου επιτρέπει να ανακαλύψω και πάλι τα χαρίσματα που με έκαναν να τον ερωτευτώ και να εξακολουθώ να τον ερωτεύομαι καθημερινά. Η σεξουαλικότητα είναι διεγερτική και δε θεωρώ την αγάπη δεδομένη. Θέλω να τη βλέπω να υλοποιείται.
Dan: Δε θα μπορούσα να απαντήσω καλύτερα....
Το image μοιάζει αρκετά σημαντικό για τους Handsome Furs. Μου βγάζει μια παράξενη μίξη punk αισθητικής και κομψότητας. Ποιος είναι υπεύθυνος για την εικόνα σας? Τρομερές φωτογραφιές, btw...
Alexei: Προσπαθούμε να δείχνουμε τους εαυτούς μας όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται - κάποιες φορές με μια δόση χιούμορ. Τρελαινόμαστε για αυταπάτες μεγαλοπρέπειας. Έχουμε όνειρα και μας αρέσει η λάμψη, αλλά η καρδιά μου παραμένει πιστή στην punk λιτότητα. Μου αρέσει να αρπάζω και να απολαμβάνω οτιδήποτε μπορεί να σου προσφέρει η ζωή, είτε είναι καλαίσθητο, είτε εξαιρετικά σκληρό. Τις τελευταίες φωτογραφίες τις τράβηξε ο καλός μου φίλος, Lian Maloney, που συνήθως είναι φωτογράφος πολεμικών ανταποκρίσεων. Είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους ανθρώπους που ξέρω, αιχμαλωτίζει την ουσία του καθένα. Είχαμε πάει σε εκείνο το παλιό πορνο-ξενοδοχείο ανατολικά του Μοντρεαλ και μείναμε για λίγες μέρες περνώτνας ωραία και κάνοντας ασωτείες. Ο Liam τα φωτογράφιζε όλα αυτά.
Φαίνεται ότι φροντίζετε πολύ όλα τα «προιόντα» σας. Εκείνο το video για το I'm Confused ήταν πραγματικά καλό. To κάνατε με τον Scott Coffey αν θυμάμαι καλά...
Alexei: Βάζουμε το χεράκι μας σε όλα τα στάδια της δημιουργίας - δουλεύουμε πολύ σκληρά για τα Videos, τα εξώφυλλα, ακόμα και για το merchandise με την βοήθεια κι άλλων ανθρώπων- και είμαστε αρκετά τυχεροί που έτυχε να γνωρίζουμε κάποιους εξωφρενικά ταλαντούχους καλλιτέχνες. Για το video του I'm Confused, ο Scott επικοινώνησε προσωπικά μαζί μου, μου έστειλε την σύνοψη του και στο τέλος της βδομάδας βρέθηκα να συντάσω και να διορθώνω το σενάριο του για μια ταινία, επειδή και οι δύο ερωτευτήκαμε, ο ένας το μυα λό του άλλου. Λατρεύω τις ιδέες του και σκοτώνεται στην δουλειά για πολύ λίγα χρήματα. Είμαστε πολύ κοντά εγκεφαλικά και ανυπομονώ να ξαναδουλέψω μαζί του!
Νιώσατε ποτέ ότι σπαταλάτε το ταλέντο σας για μια άδικη (σε ανταποδοτικότητα) τέχνη?
Alexei: Θεέ μου, άπειρες φορές. Και για τις δύο μου ασχολίες, το γράψιμο και την μουσική, αναρωτιέμαι ατελείωτα τους λόγους για τους οποίους το κάνω. Αλλά δεν θα μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο που θα προσέγγιζε την ευτυχία που μου δίνουν αυτές οι δύο δουλειές. Θα ήταν αδύνατο να υπολογίσω τον μόχθο (πνευματικό και πραγματικό) που καταβάλουμε σε σχέση με την ανταπόδωση και την προσοχή που τελικά παίρνουμε. Απλά ξέρω ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο που να θέλω να κάνω και από αυτή τη σκοπιά αξίζει τον κόπο. Νομίζω υπάρχουν 2 δρόμοι για να επιλέξεις την καριέρα σου: 1. Να κάνεις μια δουλειά για να φτιάξεις μια ευτυχισμένη ζωή ( σταθερότητα, ανέσεις, ελεύθερο χρόνο, κτλ) και 2. Να έχεις μια δουλειά που προσδιορίζει την ταυτότητα και προσωπικότητά σου, και να προσπαθείς μέσα από μίζερες καταστάσεις να βρεις μια άισθηση χαράς για τον πραγματικό σου εαυτό. Διάλεξα το δεύτερο και δεν θα το εγκαταλείψω ποτέ. Θα δουλεύω γι αυτό μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής μου.
Dan: Πραγματικά δεν έχω άλλες επιλογές. Καλώς ή κακώς, αυτό είναι που μπορώ να κάνω. Σιγουρα θα ήταν καλύτερα για μένα αν το πάθος μου ήταν το εμπόριο ή η μηχανολογία, ή ακόμα και ένα είδος μουσικής που θα ήταν πιο εύκολα αποδεκτό εμπορικά, αλλά γάμα το... Είμαι σχεδόν σίγουρος, ότι αν είχα πάθος με οτιδήποτε άλλο, αυτή τη στιγμη δεν θα οδηγούσα μέσα από το χιονισμένο Maribor της Σλοβενίας και δεν θα έβλεπα αυτό το υπέροχο τοπίο στον δρόμο για τη συναυλία μας στη Λιουμπλιάνα.
Στην Αθήνα θα παίξετε με μια ντουζίνα ακόμα συγκροτήματα, τα περισσότερα αρκετά καινούρια. Έχετε άποψη για το line-up του Plissken festival?
Alexei: Φαίνεται υπέροχο φεστιβάλ και μας το λένε αρκετοί άνθρωποι σε διαφορετικές πόλεις, προτείνοντάς μας συγκροτήματα που δεν πρέπει να χάσουμε! Είμαι ενθουσιασμένη, συν το γεγονός ότι είναι η πρώτη μας επίσκεψη στην Αθήνα και στην Ελλάδα γενικά. Ελπίζω να συναντήσουμε μερικούς fans και να κάνουμε καινούριους. Νομίζω ότι θα περάσουμε εξαιρετικά και πραγματικά ανυπομονώ..
Καλύτερο Καναδέζικο συγκρότημα όλων των εποχών?
Alexei: Οι Skinny Puppy! Επίσης μου αρέσει πολύ ο Neil Young και μεγάλωσα σιγοτραγουδώντας τραγούδια του Leonard Cohen. Αυτή τη στιγμή λατρεύω το νέο album των Crystal Castles.
Πώς είναι η ζωή στο Montreal? Υπάρχει κάποιο μέρος όπου θα ήθελες πολύ να ζήσεις?
Alexei: Υπάρχουν αρκετά μέρη όπου θα ήθελα να μένω μεταξύ των οποίων είναι το Πεκίνο, το Βουκουρέστι, το Ελσίνκι, το Βελιγράδι, η Γιαγκόν, η Νέα Υόρκη, η Wuhan στην Κίνα. Και αυτά είναι μόνο μερικά. Αλλά πάντα θα αγαπώ το Montreal γιατί εδώ μεγάλωσα και καθόμουν σ'αυτό εκεί το σημείο στο συγκεκριμένο φούρνο! Είναι μια πόλη με ιδιαίτερους χαρακτήρες τους οποίους αγαπώ πολύ, όπως οι Λιβανέζοι ιδιοκτήτες του μαγαζιού με τα ψιλικά, οι Ιταλοί που δουλεύουν στην καφετέρια, το Πολωνικό μαγαζί με τις διάφορες πίτες, οι γείτονές μας που συνέχεια μαγειρεύουν γίδα με κάρυ, ο Αιθίοπας μάστορας, ο Έλληνας σπιτονοικοκύρης, ο Κινέζος οργανωτής των πάρτυ μας και οι χιλιάδες εξαιρετικά ταλαντούχοι στη μουσική και στις τέχνες, φίλοι μας. Σπάνια βρισκόμαστε στο σπίτι μας, αλλά όποτε είμαστε, το κρεβάτι μας είναι γεμάτο από αγαπημένα βιβλία και από την κουζίνα έρχονται μυρωδιές από ένα κινέζικο πιπέρι και πιπεριές από τη Sichuan στην Κίνα. Το να είμαστε σπίτι μας είναι καλό αλλά είμαστε και τυχεροί που μπορούμε να ‘παίρνουμε το σπίτι' μαζί μας όπου πάμε.
Τί επιφυλάσσει το άμεσο μέλλον για τους Handsome Furs?
Alexei: Μετά από αυτή την περιοδεία θα πάμε στην Aruba για τα Χριστούγεννα να επισκεφτούμε τον πατέρα μου και θα είναι η πρώτη φορά που όλοι από την πλευρά της οικογένειάς μου που έχει ρίζες την Κούβα, θα μαζευτούν στο σπίτι του, έτσι προβλέπω ότι θα μεθύσουμε όλοι σε βαθμό γελοιοποίησης από το ρούμι. Και αμέσως μετά από αυτές τις σύντομες διακοπές θα μπούμε στο στούντιο να ηχογραφήσουμε τον επόμενο δίσκο.
Το μέλλον της μουσικής ως τέχνη?
Alexei: Με εντάσεις, κυκλοθυμικό και αβέβαιο, όπως πάντα άλλωστε. Πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για να δημιουργούν μουσική με τους καλύτερους τρόπους.
Το μέλλον της μουσικής βιομηχανίας?
Alexei: Και πάλι αβέβαιο όπως ήταν πάντα αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους: πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα προσπαθούν να πάρουν τον έλεγχο από τους καλλιτέχνες με όλους τους κακούς τρόπους.
Το μέλλον του κόσμου?
Alexei: Μοιάζει σα να έρχεται το τέλος, ορισμένες φορές. Όλα μοιάζουν να διαλύονται, οι άνθρωποι παλεύουν σε όλο τον κόσμο και μοιάζει δύσκολο το μέλλον πέραν όλης αυτής της κατάστασης. Όλα φαίνονται να είναι καταραμένα. Τουλάχιστον λίγοι από μας το αντιμετωπίζουν όλο αυτό μαζί ως ομάδα. Και παρ' ό,τι αισθανόμαστε εντελώς αβοήθητοι σε ό,τι αφορά το πώς έχουν τα πράγματα, το δικό μου ένστικτο της επιβίωσης πάντα αποδεικνύεται ισχυρό και παρόν.
Συνέντευξη: Κώστας Μπρέλλας - Άγγελος Κουκλάκης
intro text: Κ. Μπρέλλας
Πώς θα ήταν το ταξίδι αν όλοι οι σταθμοί έμοιαζαν μεταξύ τους; Όμορφα μελαγχολικά τοπία που εναλλάσσονται και φτιάχνουν δυνατές σκέψεις μα όχι τόσο συναρπαστικό σαν εμπειρία. Κάπως έτσι σκέφτηκαν οι I Like Trains και αποφάσισαν να αλλάξουν την κατεύθυνσή τους. Πάει καιρός από τότε που βουβαθήκαμε μπροστά στον βαρύ ηλεκτρισμό του Progress - Reform και του Elegies to Lessons Learnt. Η αλλαγή ήταν ζωτικής σημασίας για το συγκρότημα, όπως παραδέχεται ο David Martin και το συγκρότημα απ'το Leeds κυκλοφόρησε έναν απ'τους πιο ενδιαφέροντες δίσκους της χρονιάς. Μας μίλησε για τις διαφορές του He who saw the Deep και μας έκανε να ανυπομονούμε, αν και είναι πολύ νωρίς, να μάθουμε κι εμείς πώς θα ακούγονται στην επόμενη κυκλοφορία τους. Προέχει η εμφάνισή τους την Παρασκευή στο Gagarin, στη σιδηροτροχιά που ενώνει το σκοτεινό παρελθόν με το καταθλιπτικά μοιραίο μέλλον...
Το ‘I' στο όνομα σας μεγάλωσε. Η μουσική σας είναι κάπως διαφορετική όπως και τα θέματα των τραγουδιών σας. Τι προκάλεσε όλες αυτές τις αλλαγές; Είναι δυνατό για ένα συγκρότημα να πει «ας τα αλλάξουμε όλα» και να το κάνει, ή αυτό απλά έρχεται ασυναίσθητα και φυσικά; Είστε μουσικοί που δουλεύετε πολύ σε ό,τι κάνετε, οπότε πιστεύω ότι στην περίπτωσή σας τα είχατε σχεδιάσει όλα με λεπτομέρεια.
David Martin: Νομίζω ότι έπρεπε να αλλάξουμε, για να διατηρήσουν όλα το ενδιαφέρον τους, και για μας αλλά και για το κοινό μας. Αλλαγές έγιναν σε όλα τα επίπεδα: στο πώς γράφουμε το όνομα του group, στον ήχο μας, στο τι μας εμπνέει για να γράφουμε μουσική, στο artwork, στα πάντα. Θέλαμε να δούμε πόσο διαφορετικά πράγματα μπορούμε να φτιάξουμε στα πλαίσια πάντα ενός δίσκου των I Like Trains. Παρόλο που σκεφτόμαστε και την τελευταία λεπτομέρεια σε ο,τι κάνουμε, χαιρόμαστε που αφήσαμε τη μουσική να βγει από μέσα μας με φυσικότητα. Στην αρχή όλης αυτής της διαδικασίας δεν είχαμε ιδέα για το πώς θα ακούγεται το καινούργιο μας άλμπουμ. Ο καθένας είχε τις ιδέες του, και τις βάλαμε κάτω για να δούμε τι θα συμβεί. Μάλλον γι'αυτό μας πήρε τόσο καιρό.
Θα μπορούσε κάποιος να χρησιμοποιήσει το δρόμο απ'το Elegies to Lessons Learnt μέχρι το He who saw the Deep σαν επιχείρημα για να αποδείξει ότι το post rock είναι αρκετά περιορισμένο και ελάχιστα φιλόδοξο μουσικό είδος;
David Martin: Φαντάζομαι πως ναι, αλλά δε θέλω να μπλέξω σε κάτι τέτοιο. Νομίζω ότι και το ETLL και το HWSTD είναι φιλόδοξοι δίσκοι. Περιέχουν σπουδαία μουσική, και είναι και οι δύο αποτέλεσμα πολύ σκληρής δουλειάς.
Τι είδους ανταπόκριση λαμβάνετε από τον κόσμο όταν παίζετε τα νέα σας κομμάτια; Ανυπομονώ να δω πως ακούγονται δίπλα στις παλιότερες κυκλοφορίες σας. Θα μπορούσε κανείς να δει πολύ ενδιαφέρουσες συσχετίσεις μεταξύ τους, όσον αφορά τη μουσική αλλά και τους στίχους.
David Martin: Η ανταπόκριση ήταν πάρα πολύ καλή, ειδικά σε κάποια κομμάτια που δεν το περίμενα. Πιστεύω πως τα παλιά και τα καινούργια στέκονται μια χαρά μαζί. Παρόλο που διαφέρουν, υπάρχει σίγουρα σύνδεση, και μάλιστα ορισμένες φορές, πολύ εμφανής.
Άρα, αυτές του Elegies to Lessons Learnt είναι και οι τελευταίες ιστορίες που μεταμορφώθηκαν σε τραγούδια, ή υπάρχουν κι άλλες στο συρτάρι που περιμένουν απλά να συναντηθούν με νότες; Για τι τύπου ιστορίες δεν θα γράφατε ποτέ κομμάτια;
David Martin: Γενικά δε συνηθίζουμε να αφήνουμε πράγματα εκτός στις κυκλοφορίες μας. Έχουμε τα κομμάτια που θα μπουν σε ένα δίσκο και τα δουλεύουμε μέχρι να γίνουν όσο καλά θέλουμε. Στον τελευταίο μας δίσκο κοίταξα προς το μέλλον για να εμπνευστώ, και όχι στο παρελθόν. Έχω ήδη αρχίσει να σκέφτομαι για το τι θα γράψω στο επόμενο άλμπουμ μας. Θέλω να έχω επιλογές. Δε θέλω να πω για ποιο πράγμα δε θα έγραφα ποτέ, γιατί αυτό σημαίνει μια επιλογή για το μέλλον λιγότερη!
Το He who saw the Deep είναι πιο ρυθμικό, οι συνθέσεις είναι πιο κοντά στο new wave παρά το post rock, λείπουν εξάλλου τα γνωστά θορυβώδη ξεσπάσματα. Η μουσική του έχει περισσότερη ευθύτητα. Οι μουσικοί φαίνεται να έχουν πιο πολύ χώρο για να ελέγξουν και να εξερευνήσουν. Είναι κι αυτό μέρος της εξέλιξης της μουσικής σας; Πώς το είδατε να δουλεύει στην πράξη;
David Martin: Βρίσκω ενδιαφέρον το ότι ο κόσμος τείνει στο να χαρακτηρίζει τον ήχο μας πιο ευθύ. Κατά τη γνώμη μου, μουσικά και στιχουργικά αυτός ο δίσκος είναι ό,τι πιο σύνθετο έχουμε κάνει ως τώρα. Αναγνωρίζω βέβαια ότι είναι πιο προσιτός στον ακροατή, αλλά υπάρχουν πολλά επίπεδα που μπορεί να ανακαλύψει. Το να μάθει κανείς να γράφει μουσική είναι κι αυτό μια διαδικασία. Ποτέ δε μένω εντελώς ικανοποιημένος γιατί πάντα θα υπάρχουν κι άλλα κομμάτια για να γράψω, αλλά και διαφορετικοί τρόποι για να το καταφέρω αυτό.
Είμαι σίγουρος ότι έχετε ακούσει και διαβάσει πολλά σχόλια για το He who saw the Deep. Τι εντύπωση σας άφησε συνολικά η διαδικασία της δημιουργίας του; Θα την περιγράφατε αγχώδη, ανακουφιστική, σαν κάτι απολύτως απαραίτητο να γίνει, περιπετειώδη;...
David Martin: Ήταν όλα τα παραπάνω. Ένα απ'τα πρώτα πράγματα που προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε ήταν το να αφήσουμε στην άκρη τη χρήση πολλών reverb και delay στην κιθάρα. Ήταν σαν να μαθαίνουμε να παίζουμε ξανά από την αρχή. Θα έλεγα ότι αυτό μας άγχωσε, αλλά μας έσπρωξε και στο να δοκιμάσουμε διαφορετικά πράγματα. Φυσικά ήταν μια μεγάλη ανακούφιση όταν τελικά βγήκε ο δίσκος, και ξεκινήσαμε να κάνουμε πάλι συναυλίες. Πιστεύω ότι η αλλαγή ήταν ζωτικής σημασίας για το μέλλον του συγκροτήματος. Το να βάζεις τον εαυτό σου σε προκλήσεις, κάνει τη ζωή ενδιαφέρουσα.
Παλιότερα, ο ήχος ήταν πιο αφαιρετικός και οι στίχοι πιο ξεκάθαροι. Τώρα ο ήχος δείχνει πιο πειθαρχημένος ενώ οι στίχοι αρκετά πιο ελεύθεροι κατά κάποιο τρόπο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι I Like Trains πειραματίζονται με την έμπνευσή τους. Ποιο θα μπορούσε να είναι το επόμενο βήμα στη μουσική σας; Μπορείτε να προβλέψετε κάτι;
David Martin: Ενδιαφέρον. Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι. Δεν είμαι σίγουρος για το ποια θα μπορούσε να είναι η συνέχεια. Είναι λίγο τρομαχτικό αυτό αλλά και συναρπαστικό. Πραγματικά θα ήθελα να ξεκινήσω να γράφω κάτι καινούργιο πολύ σύντομα. Δεν μπορώ να περιμένω πάλι άλλα τρία χρόνια!
Σχετικά με τους στίχους, το να γράφει κανείς για μια περίεργη, θλιμμένη ιστορία του παρελθόντος είναι καταθλιπτικό, ίσως λίγο αστείο αλλά και ρομαντικό. Απ'την άλλη, το να εκφράζει κανείς με στίχους την απαισιοδοξία του για το μέλλον, έχει και κάτι το βίαιο. Τι σας τρομάζει περισσότερο σε όσα πρόκειται να έρθουν;
David Martin: Τα πάντα και τίποτα. Για μένα, το κύριο συναίσθημα που βγάζει ο δίσκος είναι αυτό της παραίτησης. Ότι η μοίρα μας είναι γραμμένη. Θεωρώ ότι αυτό είναι άλλωστε αλήθεια, οπότε πρέπει απλά να συνεχίσουμε ο,τι κάνουμε και να ευχαριστιόμαστε τη ζωή, χωρίς να αναστατώνουμε την επισφαλή ισορροπία της φύσης, αν αυτό είναι δυνατόν.
Πείτε μας μερικά πράγματα για το πώς αποφασίσατε να εφαρμόσετε την ιδέα του Pledge για να κυκλοφορήσετε το τελευταίο σας άλμπουμ;
David Martin: Όταν η Beggars Banquet χρεοκόπησε, βρεθήκαμε χωρίς εταιρία. Προσεγγίσαμε κάποιες για να κανονίσουμε την κυκλοφορία του, αλλά καταλάβαμε ότι δε θα είχαμε την υποστήριξη που θα θέλαμε. Μελετήσαμε την περίπτωση της αυτοχρηματοδοτούμενης Pledge και μας φάνηκε καλή ιδέα. Η ανταπόκριση που λάβαμε ήταν θετικότατη. Το είδαμε σαν ρίσκο, χωρίς να είμαστε ακριβώς σίγουρο για το πώς θα το πάρει το κοινό μας. Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι με το πώς εξελίχθηκε, και περήφανοι που ο δίσκος μας βρίσκεται στα δισκάδικα όλου του κόσμου εξαιτίας της σκληρής δουλειάς μας και της υποστήριξης των φαν μας.
Έχετε καθόλου αμφιβολίες για το ότι η σχέση σας με τους φίλους του συγκροτήματος γίνεται κάπως πιο υλιστική;
David Martin: Στην αρχή ναι. Δεν ξέρω πώς ακριβώς θα ένιωθα αν βρισκόμουν στη θέση τους, αλλά απ'τη μεριά μου νιώθω ακόμα πιο κοντά τους. Δεν θα τα καταφέρναμε ποτέ χωρίς αυτούς. Ελπίζω να μας εμπιστευτούν για να συνεχίσουμε να γράφουμε μουσική και να εξελίσσουμε τον ήχο μας.
(All I ever wanted to do, is play...scrubble with you). Ποιο αντικείμενο ή δραστηριότητα βρίσκετε πιο περίεργη να τη διαλέξει ένας φαν, στα πλαίσια των όρων του Pledge;
David Martin: Φυσικά την παρτίδα scrubble με τον Alistair.
Ποιο αγαπημένο σου συγκρότημα θα ήθελες να έχει ( ή να είχε) εφαρμόσει την ίδια ιδέα ώστε να μπορούσες να έχεις αποκτήσει:
Ένα ζευγάρι υπογεγραμμένες μπαγκέτες για drums: ο John Bonham (των Led Zeppelin). Δεν είμαι μεγάλος φαν τους αλλά αυτό θα ήταν το καλύτερο Χριστουγεννιάτικο δώρο για τον Simon!
Ένα δοξάρι: ο Jonsi των Sigur Ros. Δεν υπάρχουν πολλές επιλογές γι'αυτό!
Τη δυνατότητα για μαθήματα κιθάρας: Δεν είμαι σίγουρος, αλλά θα ήθελα πολύ να κάνω μια κουβέντα για μουσικό εξοπλισμό και να τζαμάρω με τους Jeniferever. Ή τους Radiohead!
Τι σας έμεινε συνολικά από τη εμπειρία με την Beggars Banquet;
David Martin: Αν βγάλεις κάποια χρήματα, επένδυσέ τα έξυπνα. Αγοράσαμε ένα βαν και ένα φορητό studio από την προκαταβολή της Beggars Banquet. Οι γυναίκες και τα ναρκωτικά θα πρέπει να περιμένουν προς το παρόν!
Ποια αλλαγή ήχου άλλου συγκροτήματος, είναι θεωρείτε πιο πετυχημένη;
David Martin: Υποθέτω ότι η προφανής είναι αυτή των Radiohead με το Kid A. Σπουδαίο συγκρότημα, τρομεροί δίσκοι και μια πολύ επιτυχημένη αλλαγή στυλ. Άνοιξε το δρόμο σε πολλά γκρουπ να σκεφτούν ότι αγοράζοντας ένα drum machine θα μπορούσε να είναι μια καλή αλλαγή, όμως οι Radiohead συγκεκριμένα το κατάφεραν πολύ καλά.
Μπορείτε να μας πείτε πώς σας φάνηκε ο τελευταίος δίσκος των Interpol; Είχαμε μια μικρή διαφωνία στο forum του περιοδικού μας...
David Martin: Με τίποτα! Δε συμμετέχω σε καμία διαφωνία γι'αυτό το θέμα!
Η μουσική σας είναι πολύ αγαπητή απ'το εναλλακτικό κοινό στην Ελλάδα. Τι εντυπώσεις σας έμειναν από τις συναυλίες σας εδώ; Σε μερικές συναυλίες άλλων συγκροτημάτων το ρίχνουμε λίγο στην κουβέντα από κάτω, αλλά στις δικές σας θυμάμαι ότι ο κόσμος παρακολουθούσε εντυπωσιασμένος και απόλυτα συγκεντρωμένος.
David Martin: Ήταν πάντα μεγάλη μας χαρά να παίζουμε στην Ελλάδα. Δεν ήξερα ότι το κοινό εκεί είναι δύσκολο, γιατί πάντα λέω στον κόσμο ότι στην Ελλάδα έχουμε κάνει μερικές από τις καλύτερες εμφανίσεις μας. Ο κόσμος είναι φιλικός και η ανταπόκριση πολύ καλή. Ανυπομονώ να έρθω. Το κοινό του Λονδίνου έχει τη φήμη ότι είναι δύσκολο, αλλά ποτέ δεν είχαμε προβλήματα στις συναυλίες μας εκεί!
Συνέντευξη: Βαγγέλης Γιαννακόπουλος
Μετάφραση - Κείμενο: Β. Γιαννακόπουλος
"Kurt Cobain had a smelly ugly wife..."
Και τι δεν έχει ακούσει η φουκαριάρα η Courtney Love τόσα χρόνια.. smelly όμως? Και πανω που πρόσφατα την έβλεπα σενιαρισμένη στο νέο της σπιτάκι.. το θέμα μας βέβαια δεν είναι αυτό, αλλά οι Killing Joke και o Jaz Coleman που δέχτηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις μας μερικές μέρες πριν τις 2 συναυλίες τους στην Ελλάδα. Μάλιστα έστειλε τις απαντήσεις του σε χειρόγραφα! Εμάς εδώ στο postwave, πρώτη φορά μας συμβαίνει κάτι τέτοιο και ομολογώ ότι ήταν εξαιρετικά διασκεδαστικό να προσπαθώ να μαντέψω τι είχε γράψει στις μουτζουρωμένες λέξεις και προτάσεις... Από κει και πέρα, ο τύπος δε μασάει τα λόγια του, δείχνει πολύ αφοσιωμένος στα πιστεύω του, θα πετάξει και τις κακιούλες του, αλλά εδώ βρήκαμε κάποιον που έχει πράγματα να πει και κάποια από αυτά τολμά να τα κάνει και πράξεις. Δηλώνει πάνω απ'όλα Μυστικιστής, και μας λέει για τις ζωντανές τελετουργίες των Killing Joke, την μετενσάρκωση, τα οικολογικά χωριά, την οικονομική δυναστεία των Rockefeller, τον Crowley, τους Metallica και πολλά ακόμα....
Το όνομα ‘Killing Joke', εμπεριέχει ένα κυνισμό ο οποίος γίνεται αντιληπτός κατευθείαν με το άκουσμά των λέξεων, ενώ είναι ένα έξυπνο όνομα με διαχρονικό νόημα. Στο παρελθόν έχετε αφήσει να εννοηθεί πως το όνομα του συγκροτήματος και τα θέματα στα οποία αναφέρονται οι στίχοι, είναι τρόποι να μεταδοθεί η ιδέα στο κοινό πως όλα γύρω μας είναι ένα ‘θανατηφόρο αστείο' (killing joke). Σήμερα δεδομένου ότι η κοινωνία έχει κυριολεκτικά μετατρέψει την έννοια της λέξης ‘killing' σε καθημερινή δραστηριότητα κρίνοντας και μόνο από τη συχνότητα διεξαγωγής πολέμων, ποια θα λέγατε πως είναι η αποστολή των Killing Joke?
Jaz Coleman: Σε ό,τι αφορά στους στόχους των Killing Joke, υπάρχουν δυο σημαντικές παράμετροι που αξίζει να αναφερθούν και δεν είναι άλλες από τη μουσική και την ιδεολογία/τρόπο ζωής. Όσον αφορά στη μουσική, είμαστε αντισυμβατικοί καθότι τα πιο αξιόλογα και σημαντικά κομμάτια που έχουμε γράψει ολοκληρώθηκαν κατά το δεύτερο μισό της καριέρας μας και πιστεύω πως αυτό οφείλεται στη δέσμευσή μας για πρωτοπορία στη μουσική. Επιπλέον η αμεσότητα παίζει επίσης σημαντικό ρόλο σε ό,τι αφορά τον πειραματισμό, έτσι όλα τα υπόλοιπα εκτός από δυο τραγούδια του ‘Absolute Dissent' είναι αποτελέσματα αυτοσχεδιασμού στο στούντιο. Πέρα απ' όλα τα παραπάνω, θα συνεχίσουμε, για όσο βρισκόμαστε σε αυτό τον κόσμο, να γράφουμε τραγούδια και να οργανώνουμε τις ζωντανές ‘τελετουργίες' των Killing Joke.
Δεδομένου ότι όλοι στο συγκρότημα είμαστε άνθρωποι με ισχυρή προσωπικότητα, βρίσκουμε κοινή επιρροή στην ιδέα της απόλυτης ελευθερίας μέσα σ'ένα κόσμο όπου οι αστικές ελευθερίες μειώνονται διαρκώς. Ουσιαστικά οι Killing Joke δουλεύουν ως μια ανεξάρτητη και σύγχρονη ομάδα.
Όταν έμαθα ότι το αυθεντικό σχήμα των Killing Joke θα ηχογραφούσε νέο δίσκο, φαντάστηκα ότι το αποτέλεσμα θα ήταν πιο κοντά στους πρώτους post-punk δίσκους σας. Όμως τελικά το Absolute Dissent μοιάζει περισσότερο σαν ταξίδι σε όλες τις περιόδους του συγκροτήματος. Π.χ. όταν το άκουγα σκεφτόμουν: αυτό θα μπορούσε να είναι στο πρώτο τους album, αυτό στο Night Time, το άλλο στο Hosannas, κ.ο.κ.... Αυτός ήταν ο σκοπός σας? Να μείνουν ευχαριστημένοι όλοι οι fans ή κάτι που απλά συνέβη?
Jaz Coleman: Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ δεν σχεδιάζουμε κάτι. Η μουσική βγαίνει έτσι λόγω της ασυνήθιστης χημείας των ψυχών μας. Έχω εγκαταλείψει εδώ και πολλά χρόνια την δημιουργία διαίσθησης για τον ήχο που θα έχει ένας δίσκος μας, μια και πάντα καταλήγει να είναι εντελώς διαφορετικός από τις προσδοκίες. Δεν λογαριάζουμε ποτέ την γνώμη των άλλων, μόνο τις δικές μας, και δεν μας αρέσει ο όρος fans, μια και είναι υποτιμητικός. Είμαστε σε μια φάση αυτοδιδαχής στους Killing Joke, γι αυτό και οι υποστηρικτές μας αναφέρονται ως Gatherers.
Το ‘Absolute Dissent' είναι η τελευταία μουσική δήλωση των Killing Joke μετά από 30 χρόνια. Σε ποιο ακριβώς ζήτημα υπάρχει διαφωνία (dissent) ?
Jaz Coleman: Όπως ανέφερα και προηγουμένως οι αστικές μας ελευθερίες περιορίζονται ταχύτατα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να προσέξει κανείς κάποιες από τις δηλώσεις του Rockefeller μέσω των οποίων μπορεί να συνειδητοποιήσει το πού επιδιώκουν να μας οδηγήσουν, οι ηγέτες του κόσμου. Ο David Rockefeller ισχυρίζεται πως μια ‘υπερφυσική ελίτ τραπεζιτών είναι πιο προτιμητέα από τα έθνη με πολιτικούς ακολούθους' ενώ ο Nicholas Rockefeller ισχυρίζεται πως ‘ κάθε άντρας, γυναίκα και παιδί στο μέλλον, θα έχει επάνω του μικροτσίπ, που θα δίνει τη δυνατότητα απόλυτου ελέγχου της ζωής του από το γραφείο ενός ουρανοξύστη'. Θυμηθείτε πως έχει εκτιμηθεί ότι μόνο αυτή η δυναστεία έχει στην κατοχή της το 52% του ομοσπονδιακού αποθέματος, γεγονός που βρίσκω άκρως ενοχλητικό ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς ότι αντιπροσωπεύουν απολυταρχικά καθεστώτα και υποστηρίζουν την επαναφορά της τάξης των ευγενών. Ο ρόλος που έπαιξε η πετρελαϊκή εταιρεία Rockerfeller Standard Oil στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο με αρρωσταίνει. Θεωρώ πως τα όρια της οικονομίας όπως τέθηκαν από τον Babeuf μετά τη Γαλλική Επανάσταση, έχουν μεγάλο αντίκτυπο και σημασία για τον 21ο αιώνα. Πολύ σύντομα θα αναγκαστεί ο κόσμος να αναγνωρίσει τους μετόχους των 100 μεγαλύτερων επιχειρήσεων σε μια σαρωτική κίνηση πολιτικής διαφάνειας. Επομένως το άλμπουμ μας ‘Absolute Dissent' ουσιαστικά πραγματεύεται την επανάσταση.
Τώρα που θα επισκεφτείτε την Ελλάδα, είναι ενδιαφέρον να ακούσουμε τη γνώμη σου γι'αυτή τη χώρα. Για παράδειγμα στη δεύτερη στροφή του τραγουδιού ‘European Super state' οι στίχοι λένε ‘...γιατί οι περήφανοι απόγονοι του Πλάτωνα εξοφλούν περισσότερα χρέη ως μέλη του ΝΑΤΟ ?'. Αυτός ο στίχος συνοψίζει μήπως τη γνώμη σου?
Jaz Coleman: Ναι απολύτως. Οι Killing Joke ήταν πάντα υποστηρικτές του ‘Ευρωπαϊκού ονείρου' με ορισμένες εξαιρέσεις όμως. Για να κατανοήσει κανείς τις συνέπειες της εμπλοκής του με την Αμερικάνικη Εξωτερική πολιτική, αρκεί να θυμηθεί τον παράνομο πόλεμο στο Ιράκ.Πρέπει επιπλέον να λάβουμε υπ' όψη μας ότι η Αμερική έχει βομβαρδίσει 56 χώρες μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για να μην αναφερθούμε τώρα στη Χιροσίμα...
Έχεις δηλώσει στο παρελθόν το εξής: ‘Για να αποκτήσει κανείς ανοσία στην ασθένεια, πρέπει να λαμβάνει ομοιοπαθητικές δόσεις αυτής της ασθένειας και αυτό κάνουμε στις συναυλίες των Killing Joke'. Φαντάζομαι πως όταν λες ‘ασθένεια' εννοείς όλ'αυτά που συμβαίνουν γύρω μας καθημερινά και τα οποία είναι δύσκολο να τα αποδεχτούμε. Ισχύει αυτό? Έχεις επίσης δηλώσει ότι ‘Τελικά είμαστε παγανιστές οι Killing Joke...και κάθε συναυλία είναι μια τελετουργία'. Πώς συνδυάζονται ταυτόχρονα αυτά τα δυο διαφορετικά και αντικρουόμενα στοιχεία στο συγκρότημα? Δηλαδή από τη μια πλευρά η παραίσθηση που σχετίζεται με την ομοιοπαθητική και ο παγανισμός? Υπάρχει η πρόθεση να συνδυαστούν αυτές οι δυο έννοιες?
Jaz Coleman: Δεν υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στις αρχές της ομοιοπαθητικής και στον παγανισμό. Τα φυσικά φάρμακα λαμβάνονται από τους καθαρούς μικροοργανισμούς που βρίσκονται στην εξοχή ενώ η λέξη ‘παγανισμός' προέρχεται από την ιταλική έκφραση ‘pagani' που σημαίνει ‘από την εξοχή'.
Πιστεύεις στην μετα-θάνατο ζωή? Είχες πει ότι, μετά από μια συναυλία στην Ιαπωνία, κατάλαβες ότι ο Paul Raven (**πρώην μπασίστας τους, πέθανε πριν 3 χρόνια) ήταν ήδη στην άλλη πλευρά πίνοντας μπύρες και περιμένοντας σας να του κάνετε παρέα.... Επίσης, ποια πιστεύεις ότι θα ήταν η αντίδρασή του αν μπορούσε να ακούσει το The Raven King από το καινούριο σας album?
Jaz Coleman: Διάβασε τον κβαντικό φυσικό Hugh Everett και τις θεωρίες του για παράλληλα σύμπαντα για να καταλάβεις από που κρατάει η σκούφια μου... Προσωπικά, έχω μετενσαρκωθεί πολλές φορές, οπότε θεωρώ ότι ο θάνατος είναι κάτι αντίστοιχο με την αλλαγή δέρματος που υφίστανται τα φίδια. Ίσως για μένα είναι πιο εύκολο ν'αφομοιώσω την ιδέα της μετενσάρκωσης, λόγω της Αγγλο-Ινδικής καταγωγής μου. Όσο για τον Raven, είμαι σίγουρος ότι θα ουρλιάζει από τα γέλια με τα δεύτερα φωνητικά του Youth στο συγκεκριμένο τραγούδι, αλλά ακόμα κι έτσι θα το λατρέψει!
Ποια ήταν η σχέση σου με τον Aleister Crowley? Θυμάμαι εσένα και τον Paul Ferguson να τον αναφέρετε συχνά ως φιλοσοφική πηγή έμπνευσης. Επίσης υπήρχε και εκείνο το απόσπασμα από βιβλίο του στο ένθετο του Brighter than 1000 suns... Τι πιστεύεις τώρα για αυτόν και τα έργα του?
Jaz Coleman: Πράγματι, ο Crowley ήταν χωρίς αμφιβολία σημαντική επιρροή. Βέβαια είναι σημαντικό να τονίσω ότι ο άνθρωπος ήταν ηθικά διεφθαρμένος και για να λέμε την αλήθεια, δεν θα τον ήθελες σε καμία περίπτωση να βάζει baby-oil στα παιδιά σου... Ωστόσο, είχε βαθειά ενόραση και οξυδέρκεια, και στην εποχή μας κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να το αποπέμπουμε εύκολα... Εγώ, πρώτα και πάνω απ'όλα, είμαι Μυστικιστής.
Διάβασα κάπου μια φράση που νομίζω ότι αντιπροσωπεύει το συγκρότημα και θα ήθελα το σχόλιο σου. «Η δύμαμη των Killing Joke έγκειται στο ότι όπως και να ηχούν, ηχούν σαν Killing Joke.» Μπορείς να βρεις κάποιο άλλο συγκρότημα από την post-punk εποχή για το οποίο θα μπορούσες να πεις το ίδιο χωρίς πολύ σκέψη?
Jaz Coleman: Το μόνο που μου έρχεται είναι οι Young Gods, αλλά αυτοί θεωρούνται industrial και φτιάχτηκαν αρκετά αργότερα. Οπότε υποθέτω πως είμαστε οι μόνοι.
Τελικά, κάνατε μήνυση στους Nirvana για το κλεμμένο ριφ του Come As You Are από το δικό σας τραγούδι του 1984, Eighties? Τι συνέβη τότε και πως έγινε και ο Dave Grohl έπαιξε drums στον δίσκο σας πριν 7 χρόνια?
Jaz Coleman: Όχι, δεν τους μηνύσαμε και ούτε μας ενδιαφέρει να το κάνουμε. Σχεδόν κάθε βδομάδα, όλο και κάποιος Αμερικάνος δικηγόρος εμφανίζεται που μας ρωτάει αν θέλουμε να βγάλουμε 40 εκατομμύρια δολάρια ο καθένας... Στην ουσία, πιστεύω ότι υπάρχει μια παράφορη πνευματική δύναμη γύρω μας, η οποία γίνεται αφιλόξενη όταν το θέμα είναι τα λεφτά. Σκότωσε τον Heath Ledger. Επικίνδυνα πράγματα - αναφέρομαι στο 11ο μονοπάτι της Θεικής τρέλας. Εμείς παίρνουμε προσεχτικά προφυλάξεις όταν βαδίζουμε σε αυτό - όλοι έχουμε καεί! Ο Dave έπαιξε στον δίσκο μας χωρίς αμοιβή, βγάλε ότι συμπέρασμα θες από αυτό.
Μπορείς να μου πεις, κοιτάζοντας όλη την δισκογραφία των Killing Joke : Αγαπημένο δίσκο, καλύτερη διασκευή σε τραγούδι σας και τραγούδι που εύχεσαι να μην είχατε γράψει ποτέ.
Jaz Coleman: Όλοι οι δίσκοι μας έχουν την αξία τους και τα λάθη τους. Αγαπημένη μου διασκευή είναι το Absolute Dissent από τον Jimmy των KLF. Μοιάζει να εικονογραφεί το Ροκφέλερ όνειρο ενός μικρο-τσιπαρισμένου πληθυσμού. Κάποτε που πιεστήκαμε να γράψουμε ένα radio-hit, από αντίδραση δώσαμε στην δισκογραφική μας εταιρεία ένα «joke - track» και αυτοί το κυκλοφόρησαν πραγματικά! Λέγεται Me or You.
Πως σου φαίνεται που πολλά υπερ-επιτυχημένα συγρκοτήματα, όπως οι Nine Inch Nails, Nirvana, Metallica, κτλ, σας αναφέρουν ως επιρροή? Νιώθεις ότι υπάρχει κάποια αδικία όσον αφορά τις πωλήσεις και την δημοτικότητα των Killing Joke ή νομίζεις ότι είχατε το μερίδιο που σας αναλογεί?
Jaz Coleman: Είμαι παραπάνω από χαρούμενος με αυτά που η Θεία Πρόνοια έχει προσφέρει σε μένα. Οι Metallica είναι ένα δυσλειτουργικό Metal συγκρότημα, τίποτα περισσότερο από έναν συνεταιρισμό. O Kurt Cobain από την άλλη, είχε μια δύσοσμη και άσχημη σύζυγο και το συγκρότημα δεν υπάρχει πια. Οι Killing Joke δεν έφτασαν στο peak της επιτυχίας τους πολύ σύντομα ή απότομα, και οι συνεργάτες μου είναι οι καλύτεροι φίλοι μου. Δεν είμαι υλιστής και δεν νιώθω καμία αδικία!
Σε ενδιαφέρουν και μάλιστα έχεις συμμετάσχει ενεργά σε διάφορα προγράμματα για την προστασία του περιβάλλοντος. Για να είμαστε ακριβείς, έχεις χρηματοδοτήσει τη δημιουργία ενός οικολογικού χωριού στον Ειρηνικό Ωκεανό. Είναι εξαιρετικό αυτό. Γνωρίζεις μήπως την ύπαρξη οργανισμών που επιδιώκουν να επεκτείνουν αυτή τη συνειδητοποίηση για το περιβάλλον στη μουσική βιομηχανία? Ένα από αυτά τα project ονομάζεται ‘Julie's bicycle'. Ποιά είναι η γνώμη σου για τέτοιες πρωτοβουλίες?
Jaz Coleman: Καλώ όποιον ενδιαφέρεται να συζητήσουμε για τα οικολογικά χωριά, στα soundcheck πριν τις συναυλίες στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Όχι δε γνωρίζω άλλες πρωτοβουλίες που να αφορούν την οικολογία, στη μουσική βιομηχανία και θα το ψάξω το ‘Julie's Bicycle'.
Μια και είναι η πρώτη σας φορά στην Ελλάδα ως συγκρότημα, θα θέλαμε να ακούσουμε κάτι σαν best-of στη συναυλία σας. Θα είναι έτσι ή θα παίξετε κατα βάση τον καινούριο σας δισκο?
Jaz Coleman: Τότε θα παίξουμε και καινούρια τραγούδια και best-of! Είτε το πιστεύεις, είτε όχι, οι Killing Joke έχουν μεγάλη σύνδεση με την Θεσσαλονίκη. Ήταν να παίξουμε εκεί από τις πρώτες μέρες, το 1979, αλλά τελικά δεν έγινε ποτέ!
Συνέντευξη: Κώστας Μπρέλλας - Nάντια Σαββοπούλου
intro text: Κ. Μπρέλλας
μετάφραση: Κ. Μπρέλλας - Ν. Σαββοπούλου
Στο ενδιάμεσο του πρόβας λίγο πριν την εμφάνισή του στο Flensburg της βόρειας Γερμανίας, η συνομιλία μου με τον Peter Heppner, τη μια από τις τρεις (στην ιστορία) ‘ψυχές' των Wolfsheim , ήταν μια κουβέντα με ευγενή χαρακτηριστικά η οποία παρ' όλη τη χρονική πίεση που ασκούσαν τα δεδομένα της στιγμής, δεν απέκτησε ούτε για ένα δευτερόλεπτο πιεστική διάθεση και δεν περιείχε την παραμικρή νύξη περιορισμού του χρόνου...Ο ευγενέστατος και καλοδιάθετος Peter Heppner, τον οποίο είχα την τύχη να δω ζωντανά με τους Wolfsheim στο παρελθόν και που σε μερικές μέρες θα εμφανιστεί ζωντανά για πρώτη φορά ως σόλο καλλιτέχνης στο Gagarin, ακούγεται αρκετά διπλωματικός στις απαντήσεις του σε ερωτήσεις που αφορούν πολύ συγκεκριμένα θέματα (προφανώς περιμένει να λήξουν τα δικαστήρια με τον Markus και μετά να αρχίσει το θάψιμο εκατέρωθεν...), ενώ τον διακρίνει ένα αίσθημα δικαίου ως επαγγελματία μουσικού, το οποίο δε συναντιέται εύκολα στις μέρες μας...
Η πρώτη μου ερώτηση έχει να κάνει με το προσωπικό σου άλμπουμ με τίτλο ‘Solo'. Κατά τη γνώμη μου, αυτή η δουλειά έχει αρκετά στοιχεία που μας παραπέμπουν σε τραγούδια των Wolfsheim, όμως ταυτόχρονα έχει και μοναδικά, ξεχωριστά στοιχεία. Να θεωρήσουμε πως το ‘Solo' αποτελεί ένδειξη των επερχόμενων άλμπουμ σου?
Peter Heppner: Αλήθεια? Θυμίζει Wolfsheim? Χμμ, η αλήθεια είναι πως δεν έχω την παραμικρή ιδέα για το πώς θα είναι οι επόμενες δουλειές μου, κυρίως γιατί, κάθε άλμπουμ ανεξάρτητα από το ποιοί είναι οι συντελεστές του ή σε ποιά μπάντα ανήκει, είναι κάτι σαν μια ‘φωτογραφία' του παρόντος και αντανακλά όλ' αυτά με τα οποία ασχολείται κανείς εκείνη τη στιγμή. Επίσης, βλέπω τα πράγματα διαφορετικά, για παράδειγμα, εσένα κάποια κομμάτια του άλμπουμ σου θυμίζουν τους Wolfsheim, ενώ εγώ θεωρώ πως τα τραγούδια δεν παραπέμπουν στους Wolfsheim, επομένως υπάρχουν διαφορετικές απόψεις για το ‘Solo' και έτσι κι εγώ δε μπορώ να πω αν οι επόμενες δουλειές θα είναι όπως περιμένει κανείς βάσει των όσων έχει εισπράξει από το άλμπουμ.
Το επόμενο άλμπουμ μου, το οποίο δουλεύω αυτόν τον καιρό, έχω την αίσθηση ότι θα είναι περισσότερο ακουστικό παρά ηλεκτρονικό. Αλλά πάλι αυτό, είναι απλά μια εκτίμηση της στιγμής.
Είπες πριν ότι κάθε άλμπουμ είναι αποτέλεσμα των όσων συμβαίνουν στη ζωή σου κάθε φορά. Αποτελεί λοιπόν η ζωή σου πηγή έμπνευσης ή έχεις κι άλλες επιρροές? Για παράδειγμα παρατήρησα πως σχεδόν σε όλα τα τραγούδια του ‘Solo', οι στίχοι είναι κατά κάποιο τρόπο προσωπικοί και φαίνεται να απευθύνονται σε συγκεκριμένους ανθρώπους. Ισχύει κάτι τέτοιο? Ένα από τα κομμάτια αυτά είναι το ‘I hate you', το οποίο είναι το πρώτο κομμάτι που μου δημιουργεί ταυτόχρονα τόσο έντονα συναισθήματα χαράς και θυμού ταυτόχρονα.
Peter Heppner: Ναι πράγματι, το ‘Solo' είναι πιο προσωπικό άλμπουμ σε σχέση με τα προηγούμενα, ίσως γιατί ήταν η πρώτη φορά που ήμουν ο αποκλειστικός υπεύθυνος για το περιεχόμενό του για το οποίο αποφάσισα μόνος μου. Είναι μια δουλειά που αφορά εμένα, δεν προέκυψε από κάποιου είδους συνεργασία. Βέβαια μια δουλειά απαιτεί σύμπραξη διάφορων ανθρώπων (μουσικοί, παραγωγοί κλπ) και δεν βγαίνει από έναν μόνο άνθρωπο, απλά τις πολύ κρίσιμες αποφάσεις για το ‘Solo' τις πήρα μόνος μου.
Ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια είναι το ‘Vorbei' στο οποίο παρατήρησα ότι οι μελωδίες από τα κρουστά, τα έγχορδα και τα πλήκτρα συνδυάζονται με πολύ ενδιαφέρον τρόπο με τη φωνή σου, η οποία είναι από μόνη της ένα ξεχωριστό μουσικό όργανο. Το αποτέλεσμα είναι, όλο το κομμάτι να έχει τρομερή ενέργεια και δυναμική....
Peter Heppner: Γνώρισα μια ομάδα μουσικών παραγωγών στη Γερμανία που ονομάζεται ‘Drei Jungs' (ή αλλιώς ‘Οι τρεις άντρες' ) οι οποίοι έχουν κάνει πολύ ωραίες δουλειές στην ηλεκτρονική μουσική και τους οποίους βρήκα πολύ ενδιαφέροντες. Αυτή η ομάδα έγραψε τη μουσική για το τραγούδι, το άκουσα, μου άρεσε πάρα πολύ, θεώρησα ότι ταιριάζει πολύ στο ‘Solo' και αποφάσισα να το εντάξω. Μου άρεσε πολύ ο ήχος του. Είναι ένα κομμάτι ηλεκτρονικό, στο οποίο κάνουν πολύ περίεργα πράγματα με τα ντραμς και μου άρεσε αυτό. Κάναμε τρία κομμάτια μαζί με αυτή την ομάδα για το άλμπουμ, το ‘Alleinesein', ‘Vorbei' και άλλο ένα το οποίο δε θυμάμαι αυτή τη στιγμή.
Στο τραγούδι 'Being me' είναι σαφές ότι το να μένει κανείς πιστός στα προσωπικά του ιδανικά είναι ίσως το πιο σημαντικό πράγμα για'σένα. Πώς αντανακλάται αυτό στη μουσική των άλμπουμ σου και συνολικά στην καριέρα σου? Έχει χρειαστεί να κάνεις συμβιβασμούς σε ζητήματα κρίσιμα για'σένα στη μουσική σου καριέρα?
Peter Heppner: Πάντα προσπαθώ να μην κάνω κανένα συμβιβασμό γιατί συνέχεια σκέφτομαι ‘αυτή είναι η μουσική μου, αυτός είναι ο προσωπικός μου τρόπος να εκφράζομαι' πράγμα το οποίο δεν συνάδει με οποιοδήποτε συμβιβασμό, γιατί πώς να κάνω συμβιβασμούς για κάτι που αφορά αποκλειστικά τον εαυτό μου? Πάντα με αυτόν τον τρόπο σκεφτόμουν για το κομμάτι της δουλειάς που έκανα εγώ και το οποίο, πάντα είχα τη επίγνωση, ότι ήταν ένα μέρος μόνο της συνολικής δουλειάς ενός άλμπουμ. Εγώ όμως ήμουν πάντα ο συνθέτης των στίχων. Μόνο σε ό,τι αφορούσε τους υπόλοιπους μουσικούς με τους οποίους συνεργαζόμουν χρειάστηκε να κάνω κάποιους συμβιβασμούς σε επιμέρους καλλιτεχνικά ζητήματα. Όμως σε ό,τι αφορά στους στίχους και τα νοήματα των τραγουδιών μου, εκεί δεν υπάρχει χώρος για συμβιβασμούς.
Ποιες είναι οι μουσικές επιρροές σου? Ποιος από τους αγαπημένους σου μουσικούς σε έχει επηρεάσει περισσότερο?
Peter Heppner: Αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο να το απαντήσω γιατί ακούω πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής, επομένως δε μπορώ να πω αν μ' έχει επηρεάσει ο Mozart, ο Beethoven , ο Jimi Hendrix ή κάποιος πιο σύγχρονος. Έχω ακούσει πάρα πολύ μουσική και πολύ εντατικά από τη δεκαετία του '80 και μετά, οπότε μιλάμε για πάνω από 30 χρόνια. Γι' αυτό δε μπορώ να αναφέρω ένα ή δύο ονόματα χωρίς να μιλήσω και για όλα τα υπόλοιπα που έπαιξαν ρόλο. Με έχουν εμπνεύσει πάρα πολλά και διαφορετικά πράγματα. Δύο μουσικούς των οποίων έχω παρακολουθήσει όλες τις δουλειές τους είναι ο Peter Murphy από τους Bauhaus και ο David Sylvian των ‘Japan'. Μου αρέσουν πολύ και οι δύο μουσικοί και ο τρόπος που εκφράζονται είναι ιδιαίτερος και ξεχωριστός, αλλά σίγουρα δε μπορώ να πω ότι αυτοί οι συγκεκριμένοι με έχουν επηρεάσει περισσότερο γιατί δεν το πιστεύω αυτό.
Ας μιλήσουμε λίγο για την επερχόμενη συναυλία σου στην Ελλάδα τον Οκτώβριο. Ήδη γνωρίζεις ότι είσαι πολύ δημοφιλής στο ελληνικό κοινό. Ανυπομονείς γι' αυτό το live?Τί θυμάσαι πιο έντονα από την τελευταία σου συναυλία στην Ελλάδα?
Peter Heppner: Α φυσικά, η τελευταία μου συναυλία στην Ελλάδα ήταν με τον Schiller. Ήταν ένα πολύ ωραίο live, είχαμε παίξει με τους Depeche Mode και ήταν σε ανοιχτό χώρο. Μου αρέσει πολύ η Ελλάδα και ειλικρινά ανυπομονώ να την επισκεφτώ ξανά . Δυστυχώς δε μπορώ να μείνω παραπάνω από μια μέρα ενώ θα ήθελα γιατί πιστεύω πως για μια επίσκεψη στην Ελλάδα πρέπει κανείς να αφιερώσει παραπάνω από μια, ημέρες.
Σε ό,τι αφορά τις συνεργασίες σου με άλλους μουσικούς όπως για παράδειγμα με το Schiller, τον Paul van Dyk, τους Goethes Erben, τους Umbra et Imago στο παρελθόν, το Joaquim Witt κλπ. Ποιά είναι η αγαπημένη σου και για ποιό λόγο?
Peter Heppner: (αυθόρμητο γέλιο) Αν υπήρχε αγαπημένη συνεργασία δε θα σας την έλεγα γιατί δε θα ήταν δίκαιο για τους υπόλοιπους μουσικούς. Είχα διαφορετικούς λόγους για τους οποίους έχω κάνει όλες αυτές τις διαφορετικές μεταξύ τους συνεργασίες στο παρελθόν και όλες είναι σημαντικές και αυτό έχει μεγαλύτερη αξία από το να αναφέρω ποιά από αυτές προτιμώ περισσότερο. Σε όλες έδωσα το 100% του εαυτού μου.
Ναι, συμφωνώ μαζί σου γιατί πιστεύω πως σε κάθε μια από αυτές τις συνεργασίες σου έδωσες και από ένα ξεχωριστό κομμάτι του εαυτού σου εκφραζόμενος με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά, πράγμα που τελικά τις διαφοροποιεί μεταξύ τους και τις κάνει μοναδικές. Επομένως πιστεύω ότι και το κοινό θα δυσκολευόταν να διαλέξει κάποια από τις δουλειές αυτές ως την πιο αγαπημένη του.
Peter Heppner: Ναι συμφωνώ σε αυτό. Είναι πολύ ωραίο να συνεργάζεται κανείς με άλλους μουσικούς γιατί μπορεί να κάνει πράγματα τα οποία δεν υλοποιούνται όντας σ' ένα συγκρότημα, γιατί με το συγκρότημα υπάρχει μια ιστορία και λόγω αυτής υπάρχουν απαιτήσεις οι οποίες πρέπει να ικανοποιηθούν. Συνεργαζόμενος με άλλους ανθρώπους, μπορεί ένας μουσικός να υλοποιήσει διαφορετικά πράγματα τα οποία δεν έχει ξανακάνει στο παρελθόν και έτσι να δοκιμάσει τον εαυτό του και να διευρύνει τους ορίζοντές του. Με αυτόν τον τρόπο μαθαίνει συνεχώς, πράγμα το οποίο είναι πολύ σημαντικό για την πρόοδο ενός καλλιτέχνη.
Η επόμενη ερώτηση έχει να κάνει με τη συνεργασία σου με τη Warner. Έχεις κάποια ξεχωριστή εμπειρία να μοιραστείς μαζί μας σε σύγκριση με την συνεργασία σου με τη Strange Ways?
Peter Heppner: Χμμ, είναι αρκετά δύσκολο να το απαντήσω αυτό γιατί η μουσική βιομηχανία έχει αλλάξει ασύλληπτα τα τελευταία 5-10 χρόνια και συνεχίζει να υφίσταται μεταβολές. Έτσι όποια προβλήματα έχει κανείς, είναι κοινά είτε βρίσκεται σε μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία είτε σε μια μικρότερη και ανεξάρτητη. Όλοι έχουμε τις ίδιες δυσκολίες και όλες οι καταστάσεις που προκύπτουν είναι πρωτόγνωρες για όλους, γι'αυτό δε μπορώ να επισημάνω κάτι το εξαιρετικό στη συνεργασία μου με τη Warner.
Σε ό,τι αφορά τη σχέση σου σήμερα με το Markus. Πώς θα τη χαρακτήριζες? Έχεις παρακολουθήσει τη δουλειά του τελευταία? Ποιο είναι κατά τη γνώμη σου το καλύτερο άλμπουμ των Wolfsheim?
Peter Heppner: (σιωπή και ακατάληπτοι ήχοι διάρκειας 1' παρ' όλ'αυτά...ευγενέστατη απάντηση)... Να το θέσω έτσι. Ουδέν σχόλιο για τη σχέση μου με το Markus και την παρούσα κατάσταση των Wolfsheim αυτή την περίοδο. Θα μπορούσα να πω ότι το τελευταίο άλμπουμ των Wolfsheim, το Casting Shadows, είναι το πιο αγαπημένο μου.
Κάπου διάβασα ότι έχεις μια κόρη. Είναι αλήθεια? Έχει έρθει σε καμία συναυλία σου? Θα έρθει στην Ελλάδα?
Peter Heppner: (γέλιο) Ναι είναι αλήθεια. Φυσικά και έχει έρθει και μάλιστα σε αρκετές συναυλίες μου. Φέτος ξεκίνησε το σχολείο καθότι είναι 6 χρονών και της αρέσουν πολύ τα τραγούδια μου τα οποία χορεύει και τραγουδάει. Ήδη με ρώτησε αν μπορώ να γράψω ένα κομμάτι για' κείνη γιατί θέλει να ανέβει στη σκηνή μαζί μου να τραγουδήσει. Δεν ξέρω αν είναι καλή ιδέα, ίσως να περιμένουμε λίγα χρόνια ακόμα. Η ίδια μάλιστα μου έχει πει ότι είναι πρόθυμη να περιμένει λίγο ακόμα μέχρι να γίνει 10 χρονών και μετά να τραγουδήσει μαζί μου. ( γέλιο εκατέρωθεν)
Η τελευταία μου ερώτηση έχει να κάνει με την πρόσφατη επιστροφή διάφορων ιστορικών synth pop συγκροτημάτων όπως οι OMD, οι Human League, οι Alphaville κ.α Ποιά είναι η γνώμη σου γι' αυτό?
Peter Heppner: Η αλήθεια είναι πως έχω πολύ συγκεκριμένη γνώμη για αυτά τα πράγματα γιατί ξέρω πως οι περισσότερες από αυτές τις επανενώσεις συγκροτημάτων, γίνονται γιατί αδυνατούν πλέον να πουλήσουν άλλους δίσκους. Στο παρελθόν έβγαλαν ορισμένα άλμπουμ που έκαναν πωλήσεις για κάποια χρόνια, από τις οποίες μπορούσαν να επιβιώσουν. Αυτό όμως πλέον δε συμβαίνει γιατί οι παλιοί δίσκοι δεν πωλούνται και αυτός είναι ο λόγος που η πλειοψηφία αυτών των συγκροτημάτων επανεμφανίζεται. Θεωρώ πως είναι θλιβερό όσον αφορά την αιτία για την οποία συμβαίνει αυτό, αλλά είναι κάτι θετικό και σίγουρα εξαιρετικό για το κοινό.
Ναι νομίζω πως συμφωνώ κι εγώ με τη δική σου οπτική κυρίως σε ό,τι αφορά την ηθική και αξιοπρέπεια που ίσως πρέπει να διέπει τέτοιες ιστορικές μπάντες μετά από τόσα χρόνια μουσικής καριέρας. Ευχαριστώ πάρα πολύ γι' αυτή τη συζήτηση ιδίως λίγη ώρα πριν τη συναυλία σου. Εύχομαι καλή επιτυχία στο live σου και ανυπομονούμε να σε δούμε στην Ελλάδα σύντομα.
Peter Heppner: Κι εγώ ευχαριστώ πολύ και ανυπομονώ να έρθω στην Ελλάδα.
Συνέντευξη: Nάντια Σαββοπούλου
contribution: Κώστας Μπρέλλας
«To Ark εκφράζει και την απογοήτευση για τον τρόπο που οι πολιτικοί ηγέτες μας έχουν προδώσει ως τώρα και συνεχίζουν...»
Η λέξη «προδοσία» έσκασε βαριά και ασήκωτη, είναι κάτι που όμως περιμένει κανείς από τον Brendan Perry. Όλα αυτά τα χρόνια, δεν έκρυψε τις οικολογικές και κοινωνικο-πολιτικές ανησυχίες του, ακόμα κι αν πολλές φορές πνίγονταν στα συναισθηματικά και ά-γλωσσα τραγούδια των Dead Can Dance. Στις 14 Ιουνίου θα τον δούμε ζωντανά στην 3η επίσκεψή του στην Αθήνα, αυτή τη φορά στο Gagarin χωρίς την Lisa, και βρήκαμε την ευκαιρία για συνέντευξη. Δυστυχώς ο χρόνος μας ήταν περιορισμένος και μόνο οι μισές ερωτήσεις μας βρήκαν απάντηση, (και όχι, δεν προλάβαμε να τον ρωτήσουμε για τις αντιδικίες του με τον Peter Murphy) όμως μας λέει αρκετά πράγματα για τη νέα του δουλειά, για το παρελθόν του με τους Dead Can Dance και την επανασύνδεσή τους που έρχεται σχετικά σύντομα. Ήταν 10 το βράδυ ώρα Αγγλίας και κάθε μας νευρικότητα ή δισταγμός διαλύθηκε με το που ακούσαμε αυτό το αναπάντεχα συγκινητικά φιλόξενο ‘helloo' από την άλλη πλευρά της γραμμής...στην Ιρλανδία. Σα να μιλούσαμε σε ένα φίλο, συνεχίζοντας κάποια παλιότερη κουβέντα...
Γεννήθηκες στο Λονδίνο στο Whitechapel και μετά ταξίδεψες σε πολλές χώρες όπου έζησες αρκετά χρόνια πριν γυρίσεις στην Ιρλανδία. Πόσο επηρέασαν όλες αυτές οι διαφορετικές κουλτούρες τη μουσική σου?
Brendan Perry: Όλοι αυτοί οι πολιτισμοί με επηρέασαν με ένα πολύ έντονο και ουσιαστικό τρόπο. Μεγάλωσα στο Λονδίνο αλλά η μητέρα μου κατάγεται από την Ιρλανδία κι έτσι κάθε καλοκαίρι ή Χριστούγεννα που επισκεπτόμουν εκεί την οικογένειά μου, είχα την εναλλαγή της πόλης με την εξοχή. Στη συνέχεια μεταναστεύσαμε στη Ν.Ζηλανδία, στην άλλη άκρη του κόσμου όπου απέκτησα μια διαφορετική εικόνα από την αποικιοκρατική πλευρά πράγμα το οποίο ήταν αρκετά διδακτικό για μένα με πολλούς τρόπους. Επίσης πολλοί φίλοι μου, οι οποίοι με εισήγαγαν σε μια διαφορετική επίσης κουλτούρα αυτή των χωρών του ειρηνικού ωκεανού, είναι από την Πολυνησία. Μετά έζησα στην Αυστραλία, όπου ήρθα σε επαφή με τους ιθαγενείς και την κουλτούρα τους. Επομένως, όλ' αυτά έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην κοσμοθεωρία μου.
Φέτος κυκλοφόρησε το νέο σου άλμπουμ το ‘Ark'.Τί πραγματεύεται αυτό το άλμπουμ? Ποιες είναι οι ιστορίες πίσω από τους στίχους των νέων κομματιών? Νιώθω ότι εκφράζουν ένα αίσθημα απογοήτευσης, είτε για την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, είτε για τη σύγχρονη πολιτική και τους εκφραστές της...
Brendan Perry: Ναι, το άλμπουμ εκφράζει ακόμα περισσότερα πράγματα όπως για παράδειγμα τη σκέψη ότι η παραγωγικότητα βοηθάει τον άνθρωπο, πράγμα για το οποίο ‘μιλάει' το κομμάτι ‘Crescent'. Θεωρώ πως το κυρίαρχο θέμα του άλμπουμ αφορά οικολογικά θέματα και το ζήτημα των στρατιωτικών μαχών, όπως επίσης και το ότι οι κουλτούρες της Ανατολής διαχωρίζονται από αυτές της Ευρώπης και της Δύσης με τέτοιο τρόπο που δεν αναζητούνται τα κοινά τους στοιχεία, γεγονός που είναι πολύ απογοητευτικό καθότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η μεγαλύτερη ελπίδα για το μέλλον. Τέλος, το άλμπουμ αυτό εκφράζει την απογοήτευση για τον τρόπο που οι πολιτικοί μας ηγέτες μας έχουν προδώσει ως τώρα και συνεχίζουν.
Το αγαπημένο μου κομμάτι από το ‘Ark' είναι το Wintersun. Βρίσκω τους στίχους, τη μουσική και όλη την ατμόσφαιρα που δημιουργεί πολύ αυθεντική και με μεγάλη επιρροή. Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ιστορία πίσω από τους στίχους?
Brendan Perry: Αυτό το κομμάτι είναι κατά ένα τρόπο, το πιο προσωπικό όλου του δίσκου. Γράφτηκε πολύ σύντομα, οι στίχοι προέκυψαν σχεδόν αυτόματα σε μια μέρα και κατά την πρώτη εκτέλεση του κομματιού και αφορούν το συναίσθημα της απομόνωσης από την κοινωνία και τους ανθρώπους γύρω σου καθώς και μια μυστήρια αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε άλλη διάσταση με τον υπόλοιπο κόσμο. Επίσης γίνεται μια αναφορά στην αίσθηση του ‘βάρους των χρόνων', στην ηλικία μου (μόλις έγινα 50 χρονών) όπου σκέφτομαι ‘αυτός είναι ο χειμώνας των χρόνων μου', σκέψη η οποία είναι αρκετά αυθεντική, το να παρομοιάζει κανείς τις διάφορες φάσεις της ζωής του με τις εποχές του έτους.
Η επόμενη ερώτηση αφορά στις επιρροές σου. Έχεις πει ο ίδιος πως οι Joy Division και ο Tim Buckley επηρέασαν πολύ τις διάφορες δουλειές σου. Υπήρξε χαρακτηριστικό στοιχείο που σε ώθησε προς αυτές τις προσωπικότητες και μουσικές δουλειές?
Brendan Perry: Ασχολήθηκα πολύ με την έντονη folk μουσική παραδοσιακή κουλτούρα, δουλεύοντας με μουσικά κομμάτια ενός μέρους της και παίζοντάς τα στις τοπικές pubs. Δεν μπορούσα να τραγουδήσω ή να ερμηνεύσω μουσικά οτιδήποτε, χωρίς να ν' αυτοσχεδιάσω προηγουμένως ή/και να έχω δίπλα μου άλλα μουσικά όργανα που να μπορώ εγώ ή άλλοι μουσικοί, να παίξουν. Έτσι ανέπτυσσα και τη φωνή μου. Χρησιμοποιούσα τα τραγούδια του Tim Buckley και τη μουσική του, ως πρότυπο για τη φωνή και τη μουσική μου και ως καταλύτη στην έμπνευσή μου. Ο Tim Buckley είχε ένα τεράστιο μουσικό εύρος...
Είχα την ευκαιρία να σε ακούσω στο 19ο Wave Gotik Treffen της Λειψίας. Πες μας κάποια πράγματα για το πώς ήταν η εμπειρία σου από αυτή τη συναυλία. Θα είναι μήπως παρόμοιο ή το ίδιο και το setlist της επερχόμενης συναυλίας σου στην Αθήνα?
Brendan Perry: Ναι, τα τραγούδια θα είναι τα ίδια. Η συναυλία στη Λειψία ήταν πολύ δύσκολη λόγω της ηφαιστειακής σκόνης καθότι έπρεπε να ταξιδέψουμε οδικώς από την Ιρλανδία και σταματήσαμε 3 φορές στο δρόμο λόγω αυτού του φαινομένου. Το ταξίδι αυτό ήταν εφιαλτικό καθότι κράτησε 15 ώρες και τελικά φτάσαμε στη Λειψία πολύ κουρασμένοι, μόλις 2 ώρες πριν τη συναυλία η οποία ήταν στις 1 το πρωΐ. Είμαστε σε tour τον τελευταίο ενάμισι μήνα και αυτό που συνέβη στη Λειψία με έκανε να νιώσω πολύ άσχημα για τους υπόλοιπους μουσικούς της μπάντας. Στη συναυλία της Αθήνας θα παίξουμε κομμάτια από το ‘Eye of the Hunter', κομμάτια των Piano Magic, τα μισά κομμάτια από το ‘Ark' όπως και τα μισά κομμάτια από το επόμενο άλμπουμ μου. Η συναυλία αυτή είναι κάτι σαν αφιέρωμα στο παρελθόν μου, μια συλλογή, είναι ταυτόχρονα παρελθόν, παρόν και μέλλον.
Το 2005 εσύ και η Lisa Gerrard δουλέψατε ξανά ως Dead Can Dance για μια τελευταία tour. Σε μια πρόσφατη συνέντευξή σου διάβασα πως σκοπεύετε να ξαναδουλέψετε μαζί με τη Lisa ως Dead Can Dance και να κάνετε διάφορες συναυλίες. Είναι αλήθεια αυτό? Θα μπορούσες να είσαι λίγο πιο συγκεκριμένος ως προς το πότε θα πρέπει να αναμένουμε αυτή τη νέα δουλειά?
Brendan Perry: Ναι, ισχύει αυτή η πληροφορία και έχουμε συζητήσει με τη Lisa επάνω σε αυτό το θέμα αλλά θα χρειαστεί ένα ή δυο χρόνια ακόμα πριν γίνει πραγματικότητα. Μια από τις ιδέες που είχαμε ήταν να δουλέψουμε με μικρή ορχήστρα μουσικής δωματίου και αυτόν τον καιρό γράφουμε κομμάτια γι' αυτή την ορχήστρα. Στη συνέχεια θα μπούμε στο studio για να ηχογραφήσουμε το άλμπουμ πολύ γρήγορα και να γίνει η παραγωγή.
Αν μπορούσες να γράψεις το τέλειο άλμπουμ και ήθελες την ιδανική γυναικεία φωνή να ερμηνεύει τα κομμάτια, θα έλεγες πως η Lisa Gerrard θα ήταν η επιλογή που θα έκανες?
Brendan Perry: (έντονο γέλιο) Ναι, νομίζω πως ναι. Θα ήταν και πάλι η Lisa Gerrard.
Έχεις κάποιο αγαπημένο album που ξεχωρίζεις από την δισκογραφία σου?
Brendan Perry: Νομίζω πως αυτό κατά τη δημιουργία του οποίου χάρηκα πιο πολύ ήταν το ‘Into the Labyrinth' με τους Dead Can Dance.
Το ‘Ark' κυκλοφόρησε από την Cooking Vinyl αν δεν κάνω λάθος. Ποια είναι η γνώμη σου για την παλιά σου εταιρεία, την 4AD, τώρα σε σχέση με το παρελθόν?
Brendan Perry: Καταρχάς αυτή τη στιγμή η 4AD δεν είναι η εταιρεία που ήταν παλιά όταν ο Ivo Russell ήταν η καρδιά και το μυαλό της εταιρείας. Αυτό που ένιωσα ήταν μια σταδιακή έλλειψη της αίσθησης της ‘οικογένειας'. Όταν έφυγα περνούσε ένας ολόκληρος χρόνος και δε λάμβανα ούτε ένα τηλεφώνημα από κανέναν, επομένως δεν ενδιέφερε κανέναν τι έκανα από ‘κει και πέρα. Τελικά χάρηκα που έληξε αυτή η συνεργασία αμοιβαία γιατί αυτό που χρειαζόμουν, ήταν ένα φρέσκο ξεκίνημα με μια νέα εταιρεία.
Σε ακούσαμε να τραγουδάς στο τελευταίο άλμπουμ των Piano Magic. Ο Glen Johnson είναι μεγάλος θαυμαστής σου. Εσένα ποια είναι η γνώμη σου για τους Piano Magic?
Brendan Perry: Μου αρέσουν πολύ οι Piano Magic. Έχουν μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα, αισθητική, εξυπνάδα σε συνδυασμό με μια post-punk ηθική και τη διάθεση για πειραματισμό μέσα σε ένα rock-pop πλαίσιο. Μου αρέσουν πολύ.
Οι συναυλίες των Dead Can Dance στο θέατρο Παλλάς το 1990 είναι κάτι σαν cult urban-myth για την Αθήνα και όσους έχουν μάθει γι αυτές και ακόμα περισσότερο για όσους τις παρακολούθησαν. Ποιες είναι οι δικές σου αναμνήσεις από τότε. Έχεις κάποια πολύ καλή ή/και πολύ δυσάρεστη ανάμνηση ?
Brendan Perry: Θυμάμαι το δήμαρχο της Αθήνας, να βγαίνει έξω παρέα με όμορφες θηλυκές υπάρξεις δίπλα του, και σκέφτηκα πως είναι κάτι σαν την τοπική μαφία. Κατά τα άλλα η συναυλία θυμάμαι πως ήταν καταπληκτική και είχαμε περάσει πολύ ωραία.
Συνέντευξη: Nάντια Σαββοπούλου
contribution: Κώστας Μπρέλλας
O Νίτσε ήταν δειλός και ψεύτης!
Ο Pall Jenkins μπορεί να βιαζόταν λίγο, η συνέντευξη έγινε άλλωστε τελευταία στιγμή, αλλά 2-3 θανατηφόρες ατάκες δεν μπορούσε να μη τις πετάξει... Μερικούς μήνες μόνο μετά την σόλο του εμφάνιση στην Αθήνα, επιστρέφει με τους The Black Heart Procession για 2 συναυλίες στο Rodeo (Παρασκευή 28 και Σάββατο 29 Μαίου - τρέχει ακόμα διαγωνισμός για προσκλήσεις) και απαντάει σε μερικές ερωτήσεις μας με τον γνωστό Καλιφορνέζικο σαρκασμό του. Εκτός κι αν πραγματικά εννοεί ότι θέλει να γράψει το σενάριο και να σκηνοθετήσει ταινία που θα παίζουν μόνο γυμνές εξωγήινες γυναίκες... "Mιλάει για γκόμενες που πλήγωσε, αλλά κυρίως για γκόμενες που τον πλήγωσαν, τον βασάνισαν, του διέλυσαν την ψυχή, του έκλεψαν την αγάπη.." διαβάζω στην κριτική του Π. Πουλάκη αναφορικά με το στιχουργικό περιεχόμενο του "Six", οπότε μπορεί και να θέλει να ψαχτεί και πέρα από τον δικό μας πλανήτη...
Πώς βλέπεις να εξελίσσεται ο ήχος σας στην πάροδο των χρόνων και ποιο είναι το αγαπημένο σου άλμπουμ των Black Heart Procession?
Pall Jenkins: Το να πειραματιζόμαστε - διατηρώντας τον ήχο μας - για να τον πάμε πιο μπροστά είναι η επιθυμία μας. Νομίζω πως το αγαπημένο μου άλμπουμ είναι το Amore del Tropico, λόγω της ποικιλομορφίας του.
Εκτός από τους BHP παίζεις και με τους Three Mile Pilot. Και στους δυο συνεργάζεσαι με τον Tobias Nathaniel. Με ποιον τρόπο διαφοροποιείται το στυλ και οι μουσικές αναζητήσεις της κάθε μια μπάντας?
Pall Jenkins: Στους Three Mile Pilot γράφω τους στίχους με τον Zach Smith, που έχει τους Pinback. Στους Black Heart Procession είμαστε ο Toby και εγώ.
Αφού ολοκλήρωσες το "Six", βρέθηκες προς αναζήτηση δισκογραφικής εταιρείας για να το κυκλοφορήσεις. Τι συνέβη με την προηγούμενη?
Pall Jenkins: Η παλιά μας δισκογραφική εταιρεία Touch and Go έπρεπε να περιοριστεί λόγω της οικονομίας και της κατάστασης της μουσικής βιομηχανίας και έχασε ένα σωρό μπάντες, όπως τους Coco Rosie, τους Calexico, τους Pinback, τους Black Heart..Έτσι βρήκαμε προσωρινά στέγη στην καινούρια. Είμαστε χαρούμενοι, αλλά εξακολουθούμε να είμαστε πολύ φίλοι με την Touch and Go.
Ο Νίτσε είχε πει ότι "in music the passions enjoy themselves". Σε ποιο βαθμό ισχύει αυτό για τους BHP?
Pall Jenkins: Δεν νομίζω πως ισχύει.. Το πάθος δημιουργεί μώλωπες και η απόλαυση μού δημιουργεί παράνοια. Γι'αυτό ο Νίτσε είναι δειλός και ψεύτης.
Σε μια παλιότερη συνέντευξη, απαντώντας σχετικά με τις πηγές της έμπνευσης σου, αστειεύτηκες απαντώντας πως «μερικές φορές καπνίζω ένα τσιγαριλίκι». Ένα από τα πιο downtempo τραγούδια του Six ονομάζεται Drugs. Ποια είναι η γνώμη σου για τα ναρκωτικά και την σχέση τους με την μουσική?
Pall Jenkins: Νομίζω πως τα ναρκωτικά είναι ένα εργαλείο ή μια θεραπεία. Ωστόσο μπορείς ακόμα και να τα απολαύσεις. Δεν κάνω σκληρά ναρκωτικά. Ούτε καπνίζω τόσο πολύ μαριχουάνα. Δεν είναι δα και τόσο μεγάλο θέμα.
Αν κυκλοφορούσες ένα άλμπουμ με διασκευές, ποια τραγούδια θα επιθυμούσες να συμπεριλάβεις?
Pall Jenkins: Το «you got lucky» από Tom Petty and the Heartbreakers , το «heart break hotel» του Εlvis και το «big balls» από AC/DC.
Μετά την κυκλοφορία του amore del tropico, προσέγγισες την «άλλη πλευρά», την πιο μυστήρια και κινηματογραφική. Θεωρώ την επιρροή του Nick Cave δεδομένη. Τι πιστεύεις για τον David Lynch? Υπάρχει κάποια ταινία του που θα ευχόσουν να έχεις γράψει το soundtrack της?
Pall Jenkins: Ναι, φυσικά, ο David Lynch είναι cool, ας το κάνουμε.
Με λίγα λόγια περιέγραψε το ιδανικό κινηματογραφικό σενάριο για ένα υποθετικό δικό σου soundtrack. Ποιος θα ήθελες να είναι ο σκηνοθέτης και με ποιους άλλους μουσικούς θα επέλεγες να συνεργαστείς ώστε να το επιτύχεις?
Pall Jenkins: Θα ήταν μια ταινία μυστηρίου, με φόνο, επιστημονικής φαντασίας, έξω στο διάστημα με γυμνούς εξωγήινους, μόνο γυναίκες στο καστ και, ναι, εγώ θα είμαι ο σκηνοθέτης και θα εξανάγκαζα όλες τις γυναίκες να κάνουν το ένα γύρισμα μετά το άλλο. H μουσική θα ήταν εξ ολοκλήρου βασισμένη σε συνθεσάιζερς, με παλιά Casio και ψαλμούς και θα την είχαν συνθέσει μη αποστραγγισμένα παιδιά, όχι μεγαλύτερα των 5 ετών. Δεν θα υπήρχαν συνεργάτες. Θα είχα τον πλήρη έλεγχο.
Στην Ελλάδα γίνατε ευρέως γνωστοί μέσω μια τηλεοπτικής σειράς εγκλημάτων, στην οποία η μουσική σας ήταν συχνά soundtrack. Νομίζεις πως αυτό ανταποκρίνεται στον χαρακτήρα του γκρουπ?
Pall Jenkins: Δεν το ήξερα αυτό. Θέλω τα λεφτά για αυτό.
Υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες που θαυμάζεις?
Pall Jenkins: Μου αρέσoυn πολύ οι MC Flow και οι Addiquit.
Για την οικονομική κρίση, που έχει επηρεάσει τον καθένα μας, σε όλο τον κόσμο, ειδικά τους ανθρώπους της Ευρώπης, τι πιστεύεις? Υπάρχει διέξοδος?
Pall Jenkins: Η οικονομία είναι πολύ χάλια και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως και στη μουσική επίσης. Είναι δύσκολο να ξέρω. Αυτό δεν είναι η δουλειά μου, αλλά νιώθω πως οι άνθρωποι αξίζουν περισσότερα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουμε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ως μουσικοί είναι πολύ κακό, γιατί δεν την αποκτούμε μέσω της κυβέρνησης ή της δουλειά μας, οπότε τα πληρώνουμε όλα μόνοι μας. Μακάρι να ήξερα την θεραπεία για όλα αυτά τα προβλήματα, αλλά γι'αυτό γράφω τραγούδια.
Πριν λίγους μήνες έδωσες μια συναυλία στην Ελλάδα χωρίς την μπάντα σου. Πόσο διαφορετικό θα είναι το setlist σε σχέση με την προηγούμενη φορά?
Pall Jenkins: Θα είναι πολύ διαφορετικό.
Ποια είναι τα πλάνα των BHP για το μέλλον?
Pall Jenkins: Μετά από αυτή την tour, θα έχουμε δυο μήνες χαλάρωσης, θα δουλέψουμε σε μερικά EPs και θα επιστρέψουμε τον Ιούλιο για φεστιβάλ.
Συνέντευξη: Γιώργος Λεονταρίτης - Παναγιώτης Πουλάκης - Κατερίνα Ρουχίτσα
I went into the whole hunting scene for fashion reasons..
Τι θα έκανες αν μια μέρα ο σύντροφος σου, με τον οποίο πιθανόν να μην τα πας καλά τελευταία, σου πρόσφερε το σημειωματάριο που έχει εδώ και καιρό για να σου δείξει τις πιο ενδόμυχες σκέψεις του, τις πιο επώδυνες ανησυχίες του, ένα κομμάτι της ψυχής του? Θα αρνιόσουν να το πάρεις? Θα καθυστερούσες να το δεχτείς? Πόσα ερωτήματα θα κυρίευαν το μυαλό σου μετά από αυτό? Η πρώτη επαφή με τους Get Well Soon είναι σα να βλέπεις μια εντελώς ταξιδιάρικη ταινία που δίνει μια άλλη διάσταση στο: "διασκέδαση, καθόλου σκοτούρες, sex, drugs και rock'n'roll". Αλλοτινές μελωδίες ευδαιμονίας, πόνου, δράσης, έρωτα.. Μπροστά στα μάτια σου σκηνές από ψυχαγωγικά πάρκα, το Σάλεμ, καταπράσινα δάση, σκοτεινά σοκάκια, έναν ερωτοχτυπημένο με την καρδιά του να ματώνει, αλλά να μην πειράζει, γιατί "θα γίνει καλά σύντομα". Όλα θα γίνουν καλά σύντομα. Αυτό ακούγεται τόσο συγκαταβατικά όμορφο και ιδανικό, που ίσως σχεδόν να σε απωθεί...Αλλά έτσι νομίζεις.
Και έρχεται η δεύτερη επαφή. Μαζί της και η επιθυμία να διαβάσεις την ιστορία που ο ίδιος ο Mr. Gropper αφηγείται, πολύ μακριά από τον μικρόκοσμο σου. Και δεν μένεις θεατής αυτή την φορά. Το κολάζ που σου έφτιαξε σε μεταφέρει εκεί για να το ζήσεις. Κρατάς το χέρι του Σενέκα μέχρι να καταλήξει στον θεαματικά μαρτυρικό θάνατο του, σε λένε Antoine και νιώθεις την ναυτία του υπαρξιακού φόβου, σκέφτεσαι πως το Vexations είναι όνομα και πράμα και πως ο Satie μάλλον θα γελά με την βλακεία μας. Γνώρισες από πρώτο χέρι τη μήνιν του Αχιλλέα. Έγινες και καπετάνιος, αλλά σε στοίχειωσε το φάντασμα του Marx και του Nietsche και άντε να ελευθερωθείς από δαύτους. Και εσύ τόσο καιρό καθόσουν και σκεφτόσουν μόνο πάρκα ψυχαγωγίας, το Σάλεμ, καταπράσινα δάση, σκοτεινά σοκάκια, έναν ερωτοχτυπημένο με την καρδιά του να ματώνει, αλλά να μην τον πειράζει, γιατί "θα γίνει καλά σύντομα". Μετάνιωσα που εξαιτίας μου αυτό το σημειωματάριο (που βρίσκεται μέσα στην limited-book edition του Vexations) δεν έφτασε έγκαιρα στα χέρια μου και αρκέστηκα σε απλές «φήμες» (aka press releases) για να στηρίξω την δική μου συνέντευξη-κολάζ. Θα μπορούσα να είχα λύσει άλλες τόσες απορίες. Μην κάνετε το ίδιο λάθος. Κι αν έχετε ακόμα αμφιβολίες για το αν αξίζει, η επόμενη επαφή με τους Get Well Soon στο Synch Festival, θα τις διώξει μακριά. My compliments to you, Mr. Gropper.
Get Well Soon in Athens on the 4th of June! Αυτή η πρόταση από μόνη της ακούγεται περίεργη. Οπότε τι να περιμένουμε από το «μικρό περιοδεύον τσίρκο» του κυρίου Gropper;
Konstantin Gropper: Πάντα είναι δύσκολο να πει κανείς. Θα φέρω έξι από τους φίλους μου και θα κάνουμε το καλύτερο δυνατόν για βγει μια καλή παράσταση. Θα υπάρχουν δυο τίγρεις αλμπίνο, ένας φλεγόμενος τροχός και σίγουρα όχι κλόουν.
Nausea. Και οι δυο γονείς σου είναι δάσκαλοι κλασικής μουσικής, για μην πούμε ότι ο πατέρας σου είναι βραβευμένος συνθέτης κλασικής μουσικής. Μετά από όσα σου έμαθαν, πώς αντέδρασαν όταν άκουσαν για πρώτη φορά τους Garden, την πρώτη σου μπάντα η οποία ήταν punk; Ένιωσες ποτέ μια υποβόσκουσα πίεση να γίνεις μουσικός;
Konstantin Gropper: Μόνο ο πατέρας μου είναι μουσικός. Αλλά υποθέτω πως δεν θα αποκαλούσε τον εαυτό του συνθέτη.. Ωστόσο, πράγματι πρόσφατα παρέλαβε κάποιο βραβείο για την σύνθεση ενός χορωδιακού κομματιού. Θα χαρεί να μάθει ότι η φήμη του έφτασε κιόλας στην Ελλάδα. Όταν οι γονείς μου πρωτάκουσαν την μουσική μου, δεν μπορούσαν να σχετιστούν με αυτήν. Ή με οποιαδήποτε ποπ μουσική.. Όμως συνέχισα να τους δίνω μουσική από άλλους καλλιτέχνες. Δεν νομίζω πως πραγματικά τους ακούνε, αλλά τώρα τους αρέσει πραγματικά αυτό που κάνω. Έρχονται σε πολλές συναυλίες. Ειδικά τελευταία που είχαμε προσκληθεί να παίξουμε σε κάποια φεστιβάλ και χώρους κλασικής μουσικής.
That Love. Μπορούμε με ευκολία να μαντέψουμε το soundtrack της παιδικής σου ηλικίας και να υποθέσουμε πως έχει επηρεάσει τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τη μουσική. Τι γίνεται με το soundtrack της εφηβείας σου και των χρόνων που ακολούθησαν; Πόσο πιθανό είναι για τους Get Well Soon να μας παρουσιάσουν ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο στο μέλλον;
Konstantin Gropper: Α, είχα διαφορετικές φάσεις. Μετά το punk υπήρξε η πολύ σύντομη περίοδος του dark wave, μετά πίσω στο indie-rock και μετά στην ηλεκτρονική μουσική. Οπωσδήποτε θα υπάρξουν εντελώς διαφορετικοί ήχοι, αλλά δεν είμαι σίγουρος για το αν θα είναι υπό το όνομα Get Well Soon. Φυσικά προσπαθώ να κρατήσω τα πράγματα ενδιαφέροντα και για μένα. Θεωρώ τους GWS ένα πολύ ανοικτό «όχημα» για όλα τα διαφορετικά είδη στυλ. Αυτή είναι και η ιδέα με την οποία ξεκίνησα. Επίσης, πιστεύω πως οι ακροατές των GWS είναι ανοιχτοί σε πειραματισμούς.
Prelude. Ξαφνικά εισέβαλες στις ζωές μας και μας παρηγόρησες τραγουδώντας "Ξεκουραστείτε, αποκαμωμένα κεφάλια, θα γίνετε καλά σύντομα". Πώς είσαι τόσο σίγουρος; Ποια ήταν η διάγνωση; Βρήκες την θεραπεία;
Konstantin Gropper: Δεν είμαι σίγουρος. Μάλλον είναι περισσότερο κάτι σαν ευχή παρά υπόσχεση. Αλλά φαντάζομαι πως επέλεξα το όνομα GWS για την μουσική μου, επειδή με κάνει να αισθάνομαι καλύτερα. Οπότε υπάρχει λίγο από θεραπεία - αναρωτιέμαι ο Robert Smith τι να απαντούσε - λίγη από εκείνη την εγωιστική, αλλά στο ρομαντικό μου μυαλό θα ήθελα να σκέφτομαι πως η μουσική μου μπορεί να "βοηθήσει" και άλλους. Όμως το μήνυμα μου σίγουρα δεν είναι πως "όλα θα πάνε καλά". Μακάρι να ήταν, αλλά δεν θα μπορούσα να βγω εκεί έξω και να πω ψέματα στους ανθρώπους. Αυτό το αφήνω στην reggae. Η διάγνωση είναι απλά μια κατάσταση πραγμάτων η οποία πρέπει να γίνει καλύτερη. Και αυτές τις μέρες με το ζόρι είναι κάτι "ΟΚ".
Vexations. Τόσες πολλές αναφορές στο δεύτερο άλμπουμ σου: Melville, Όμηρος, Seneca, Marx και ακόμα περισσότεροι... Έχω την αίσθηση πως υπάρχει μια κάποιου τύπου σταδιακή δυσκολία στα επιπέδα των κυκλοφοριών σου (τουλάχιστον από απόψεως στίχων). Για να είμαστε έτοιμοι για το τρίτο Level, θα πρέπει να ακούσουμε το "Vexations" 840 φορές, όπως υποτίθεται πρέπει να κάνουμε με το ομώνυμο κομμάτι μουσικής του Satie;
Konstantin Gropper: Θεέ μου, όχι! Ελπίζω όχι! Δεν είναι ότι ήθελα να είναι δύσκολο. Και δεν είναι. Ήταν απλώς ένα δικού μου είδους concept, το να χρησιμοποιήσω πολύ υλικό άλλων συγγραφέων και μετά κατά κάποιον τρόπο να εξηγήσω τον δικό μου τρόπο δουλειάς. Ήταν ένα πείραμα. Λένε πως η τέχνη δεν είναι πρωτότυπη, δεν είναι αυθεντική σε αυτές τις μεταμοντέρνες, post-wave ημέρες. Επέλεξα τους συγκεκριμένους συγγραφείς και τις αναφορές επειδή νόμιζα πως έχουν ενδιαφέρον. Αλλά ποτέ δεν θα έλεγα πως οι ακροατές πρέπει να τους πραγματευτούν. Είναι κάτι σαν προσφορά και ελπίζω πως το άλμπουμ λειτουργεί και χωρίς όλα αυτά. Τώρα πλέον μπορώ να πω πως ίσως το πείραμα πήγε λάθος. Γιατί πολλοί άνθρωποι βλέπουν όλα αυτά τα ονόματα και τις αναφορές σαν εμπόδιο. Ίσως την επόμενη φορά να υπάρχει ανάγκη για περισσότερα μυστικά.
Witches! Witches! Rest now in the Fire. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ πως υπάρχουν άνθρωποι "που θέλουν να καείς στην κόλαση εξαιτίας του μαγικού ξορκιού σου". Σε θυμάμαι χαρακτηριστικά να δηλώνεις πως "οι άνθρωποι παραπονιούνται όλο και περισσότερο για τέτοιου είδους θέματα παρά για το να μην υπάρχουν καθόλου. Κανένας δεν παραπονιέται για τους στίχους των Black Eyed Peas". Πού σε οδηγεί αυτό το συμπέρασμα;
Konstantin Gropper: Αυτός ο στίχος από το "Witches", όπως και όλο το τραγούδι, είναι φυσικά ειρωνικός. Δεν φαίνεται οι άνθρωποι να πιάνουν την αίσθηση του χιούμορ μου. Με παίρνουν πολύ στα σοβαρά. Αλλά η άλλη δήλωση μου είναι για αυτό που είπα πριν. Αυτά τα πιο σοβαρά θέματα και οι στίχοι, είτε είναι ειρωνικοί είτε όχι, μοιάζουν μάλλον αποτρεπτικά σε κάποιους παρά ενδιαφέροντα. Τουλάχιστον σε ένα ποπ πλαίσιο. Κάποιοι άνθρωποι πιστεύουν πως η ποπ πρέπει να είναι διασκέδαση, καθόλου σκοτούρες, sex, drugs and rock'n'roll και σε όλα τα άλλα βάζουν την ταμπέλα υποκριτικές αηδίες. Αλλά είναι ΟΚ. Απλά δεν είναι ο τρόπος που εγώ το βλέπω και φαντάζομαι πως υπάρχουν αρκετοί άλλοι που δεν το βλέπουν έτσι. Το ελπίζω τουλάχιστον.
A Voice in the Louvre. Έχεις σπουδάσει Φιλοσοφία μεταξύ άλλων. Ποιον γνωστό φιλόσοφο θεωρείς το λιγότερο ενδιαφέροντα για να μελετήσει κάποιος?
Konstantin Gropper: Δεν θα μπορούσα να πω. Υποθέτω πως όλοι τους είναι σχετικοί με τον δικό τους τρόπο, αφού δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Δεν υπάρχει απάντηση, και αυτό είναι βασικά το πρώτο πράγμα που μαθαίνεις στις σπουδές σου (μετά το οποίο εγώ σταμάτησα). Σίγουρα υπάρχουν κάποιοι που είναι πιο διασκεδαστικοί να τους μελετάς από άλλους. Και αυτός είναι ο λόγος που στην πραγματικότητα το έκανα. Ο Καντ σίγουρα δεν είναι διασκεδαστικός να τον διαβάζεις. Ή να τον καταλάβεις. Μα γι' αυτό είναι σπουδαίο να είσαι καλλιτέχνης, πιο πολύ από επιστήμονας. Δεν χρειάζεται να καταλάβεις, απλά βγάζεις τα δικά σου συμπεράσματα. Δεν θα ήταν καθόλου λάθος να πω πως η πρωτοτυπία των στίχων μου έγκειται στην παρερμηνεία των μνημονευόμενων συγγραφέων.
Seneca's Silence. Υπάρχει χώρος για κάποιο σοφό, ή έστω φιλόσοφο, στους μοντέρνους καιρούς;
Konstantin Gropper: Υπάρχουν φιλόσοφοι. Αλλά φαντάζομαι πως έχασαν την συνάφεια τους με τους ανθρώπους. Είναι στη φύση της εξέλιξης να γινόμαστε ολοένα και περισσότερο πολύπλοκοι. Αυτό ισχύει και στην φιλοσοφία, όπως και στην τέχνη, την οικονομία και την επιστήμη. Η σύγχρονη φιλοσοφική συζήτηση είναι τόσο έξω στο διάστημα και τόσο μακριά από την πραγματικότητα όσο και η μοντέρνα φυσική ή μια εύλογη εξήγηση της οικονομικής κρίσης. Κανείς δεν καταλαβαίνει για τι πράγμα μιλάνε. Και δεν νομίζω ότι αυτό συμβαίνει επειδή δεν το θέλουν. Το να απλοποιήσεις το πρόβλημα θα σήμαινε να το διαστρεβλώσεις.
Born Slippy Nuxx. Πιστεύεις πως είμαστε στα πρόθυρα ενός νέου Διαφωτισμού; Τι θα μπορούσε να είναι τόσο ισχυρό ώστε να σκουντήξει, έστω, την γεννημένη κοιμισμένη [sic] κοινωνία μας;
Konstantin Gropper: Λίγο καιρό πριν υπήρχε αυτή η τάση να υποτιμηθεί ο πρώτος Διαφωτισμός. Κατά κάποιον τρόπο αυτό κάνει ο Πάπας. Όμως τώρα έχουμε πραγματικά προβλήματα. Ο κόσμος πρόκειται να αλλάξει. Και όχι λόγω των φιλοσόφων, αλλά λόγω των αναρίθμητων λαθών που έκανε η ανθρωπότητα. Αυτό μπορεί να είναι και καλό πράγμα. Μοιάζει λίγο αναισθησία να το λέει κανείς αυτό τώρα, αλλά νομίζω πως το χειρότερο πράγμα που μπορεί να προέλθει από αυτήν την κρίση είναι να μην αλλάξει τίποτα. Πρέπει να υπάρξουν αλλαγές. Και έχω το μεγαλύτερο σεβασμό για τον ελληνικό λαό που πραγματικά βγαίνει εκεί έξω και διαμαρτύρεται για όλες αυτές τις μαλακίες - βεβαίως, ιδανικά χωρίς βία. Στην Γερμανία όλοι φοβούνται να παραπονεθούν. Αυτό είναι κοιμισμένη κοινωνία.
People Magazine Front Cover. Είσαι ενήμερος για τις "πειραγμένες" φωτογραφίες της Αφροδίτης της Μήλου στο εξώφυλλο του γερμανικού περιοδικού "Focus"; Ειδικά η δεύτερη απεικόνιση της Αφροδίτης μου θύμισε λίγο τον τίτλο του τραγουδιού σου "Πούλησα τα χέρια μου για φαγητό, γι'αυτό σας παρακαλώ ταΐστε με". Είναι OK να ακρωτηριάζουμε την τέχνη για να περάσουμε το μήνυμα μας;
Konstantin Gropper: Καλά, το τραγούδι δεν είναι για την οικονομία, αλλά φαντάζομαι πως μπορείς να κάνεις αυτή την σύνδεση. Σχετικά με το "Focus": αυτή είναι άλλη μια σπουδαία γερμανική "αρετή" - να κατηγορείς τους άλλους. Νιώθω πολύ ντροπιασμένος γι'αυτό. Το μόνο που μπορώ να πω είναι πως οι πιο χαζοί άνθρωποι και περιοδικά είναι συνήθως και οι πιο θορυβώδεις. Αν είναι OK να ακρωτηριάζουμε την τέχνη; Θα μπορούσε. Όχι σε αυτήν την περίπτωση. Αυτό είναι απλά χαζό. Μια Ένωση είναι μια «δούναι και λαβείν» πράξη. Φυσικά στους ανθρώπους ποτέ δεν άρεσε το κομμάτι «δούναι». Αλλά η όλη ιδέα ήταν η δημιουργία ισορροπίας. Τι σκεφτόντουσαν? Ότι αυτό είναι πολιτικό θέμα. Μα είναι ένα οικονομικό θέμα! Και η Oικονομία δεν έχει σχέση με την ισορροπία. Αφορά το κέρδος. Μέχρι και εγώ το καταλαβαίνω αυτό. Οπότε πρέπει είτε οι Πολιτικοί να ανακτήσουν και πάλι την εξουσία από την Oικονομία είτε να σταματήσουν να παραπονιούνται. Και μια από τις πιο λομπίστικες εφημερίδες πρέπει οπωσδήποτε να βγάλει το σκασμό γι'αυτό.
Angry Young Man. Η Ιλιάδα του Ομήρου ξεκινά με τη λέξη "μῆνιν"(=σφοδρό αίσθημα οργής). Ας πούμε ότι είσαι ο Όμηρος. Θα ενέμεινες στην ίδια επιλογή λέξεως αν ήξερες πως θα ήταν η πρώτη της Ευρωπαϊκής Ιστορίας;
Konstantin Gropper: Εγώ προσωπικά πιθανότατα όχι - γι'αυτό οι άνθρωποι δεν θα γνωρίζουν το όνομα μου σε 3000 χρόνια από τώρα. Γιατί ο Όμηρος είχε δίκιο: η μήνις είναι μια από τις κύριες δυνάμεις που άλλαξαν την ιστορία. Δεν νομίζω, πάντως, πως φταίει αυτός. Ο συναισθηματισμός και η πολιτική πρέπει να είναι ξεχωριστά πράγματα, αλλά φυσικά ποτέ δεν μπορούν να είναι. Σύμφωνα με τον Όμηρο αυτή η μήνις προκάλεσε μεγάλο πόνο. Αλλά εγώ θα έλεγα πως αυτή η μήνις προκάλεσε και πολύ καλό.
5 Steps / 7 Swords. Πέντε βήματα στο μοντέλο της Kübler-Ross: 1. Άρνηση, 2. Θυμός, 3. Διαπραγμάτευση, 4. Κατάθλιψη, 5. Αποδοχή. Και μετά τι? Φεύγει η οδύνη μακριά?
Konstantin Gropper: Δεν ξέρω, αλήθεια. Ούτε είμαι βέβαιος πως έχει δίκιο. Πάντα πίστευα πως αυτό ήταν για το να πεθαίνεις, όχι για το να παρίστασαι σε κάποιον θάνατο. Οπότε, μετά τι? Πεθαίνεις. Αλλά όπως είπα, μπορεί να κάνω λάθος.
Red Nose Day. Σύμφωνα με τα λεγόμενα σου, ο Μόμπι-Ντικ του Μέλβιλ σε ενέπνευσε για το "A Burial at Sea". Σου φέρνει στο μυαλό κάποιον συγκεκριμένα ο χαρακτήρας του Καπετάνιου Άχαμπ;
Konstantin Gropper: Αν πιστεύεις πως έχεις έναν σκοπό και μια αποστολή στην ζωή σου και αποτύχεις να τους εκπληρώσεις, κανείς δεν νοιάζεται γι'αυτό. Αυτό σημαίνει πως έκανες λάθος. Τα περισσότερα παραδείγματα δεν είναι τόσο γνωστά, επειδή, εκτός και αν κάποιος γράψει βιβλίο για σένα, κανείς δεν θα μάθει για την "αποστολή" σου. Δυστυχώς φαντάζομαι πως υπάρχουν αμέτρητες ανείπωτες ιστορίες γι'αυτό. Είναι το ρίσκο που ο καθένας παίρνει. Αυτό μάλλον σημαίνει: μην παίρνεις τον εαυτό σου και αυτό που κάνεις πολύ στα σοβαρά.
We are Cannibal Corpse. Ποιες πιστεύεις πως είναι οι σκέψεις κάποιου που googlάρει την φράση "Cannibal Corpse" και καταλήγει να ακούει Get Well Soon? Υποθέτω πως γνωρίζεις την death metal μπάντα..
Αφού διάβασα κάποιους στίχους των Cannibal Corpse, με συνάρπασαν και προσπάθησα να γράψω ένα τραγούδι από την δική τους οπτική γωνία. Λέγεται "We Are Cannibal Corpse" και προσπαθεί να κατανοήσει το κίνητρο για να γράφει κανείς τέτοιου είδους στίχους. Αλλά αυτό το τραγούδι δεν είναι σε κανένα άλμπουμ. Δεν ήξερα πως υπάρχει συσχετισμός στο google. Αλλά ακόμα πιο ενδιαφέρον: αυτός ο "κάποιος" κατέληξε στο να του αρέσουν οι GWS; Θα ήθελα να ξέρω αν υπάρχει κοινή αγορά-στόχος μεταξύ των GWS και των Cannibal Corpse. Αν ναι, οπωσδήποτε θα προκύψει και κάτι άλλο.
If this hat is missing, I have gone hunting. Το καπέλο σου πράγματι έλειπε! Τελικά τι κυνηγούσες;
Konstantin Gropper: Προσπάθησα να κυνηγήσω. Αλλά τελικά λυπόμουν το ελάφι πάρα πολύ, συν ότι ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσα να το πυροβολήσω, αφού είμαι πολύ κακός με τα όπλα. Αλλά κράτησα το καπέλο. Για να είμαι ειλικρινής, συμμετείχα στην όλη σκηνή κυνηγιού για λόγους μόδας.
Ticktack! Goes my automatic heart. Τι κάνει μια αυτοματοποιημένη καρδιά με επτά σπαθιά να σταματά να χτυπά?
Konstantin Gropper: Από την στιγμή που χτυπά, μπορείς να την σταματήσεις με το να καρφώσεις μέσα της επτά σπαθιά. Νομίζω πως αν θέλεις να την σταματήσεις, αυτός είναι ένας πολύ κομψός τρόπος για να το κάνεις. Λίγο θεατρικός, αλλά για κάτι τέτοιο που θα συμβεί μια και μόνο φορά σε όλη σου τη ζωή, επιτρέπεται να το κάνεις.
We are ghosts. Αν ήσουν φάντασμα, σε ποιον θα έκανες μπου?
Konstantin Gropper: Εξαρτάται από το τι θα στοίχειωνα. Μου αρέσουν τα κάστρα και τα ξενοδοχεία. Αν είναι κάτι κατώτερο από αυτό, θα κάνω μπου σαν ελβετική αγελάδα.
Werner Herzog gets shot. Πυροβολήθηκε! Πώς στο καλό μένει τόσο στωικά ήρεμος?
Konstantin Gropper: Το ξέρω! Καταπληκτικό, έτσι?! Δεν έχω ιδέα πώς το κάνει, αλλά έγραψα το τραγούδι για να δείξω τον σεβασμό μου σε αυτό.
We are still. Συμπλήρωσε το κενό: Τέχνη είναι... (τάδε έφη..)
Konstantin Gropper: Είτε να παραπονιέσαι για το τι είναι λάθος στον κόσμο είτε να δημιουργείς έναν καλύτερο. Είναι επίσης διασκέδαση.
Συνέντευξη: Eva Me.
Μετάφραση - Κείμενο: Eva Me.
Με τα γυναικεία συγκροτήματα, ειδικά αυτά με το sexy & naughty concept, δεν μπορώ να πω ότι έχω και μεγάλη σχέση. Νομίζω το τελευταίο που μπορώ να θυμηθώ ότι συμπάθησα ήταν οι Bananarama, κι αυτές επειδή συνεργάστηκαν με τους Fun Boy Three και είχαν έντονο post-punk background. Η περίπτωση των Client είναι διαφορετική, αλλά έχει και αρκετά κοινά στοιχεία. Αρχικά, έγιναν αμέσως γνωστές σαν η πρώτη μπάντα που υπέγραψε στην εταιρεία του Andy Fletcher των Depeche Mode, είχαν ένα κάποιο μουσικό background, η μία ως μέλος των Frazier Chorus και γυναίκα του μεγάλου Alan McGee της Creation records και η άλλη ως τραγουδίστρια των Dubstar. Από κει και πέρα αρχίζουν οι χαώδης διαφορές, με βασικότερη την αποδοχή στην ίδια τους την πατρίδα. Οι Άγγλοι δεν ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την περίπτωση τους και οι Client βρήκαν πιο φιλόξενη την Γερμανία για την sleazy κοριτσίστικη electropop τους. Οι συναυλίες τους δυστυχώς μολις αναβλήθηκαν λόγω των πρόσφατων γεγονότων, αλλά ο tec-goblin τους είχε κάνει μερικές γρήγορες ερωτήσεις...
Ας ξεκινήσουμε από το προφανές: οι περισσότεροι που διαβάζουν αυτή τη συνέντευξη σας γνωρίζουν. Παρ'όλα αυτά, θα θέλατε να παρουσιάσετε τους εαυτούς σας, με λίγα λόγια, για τους υπόλοιπους?
Client: Client - an electronic girl band - pop on top, heavy on the bottom...
Τώρα αυτό είναι λίγο πιο περίπλοκο αλλά είναι εύκολο να μπερδευτείς με το ποιος είναι ποιος στο γκρουπ. Οι Client Α και Β φαίνονται ως ο πυρήνας με την πάροδο των χρόνων αλλά ποιοι είναι οι υπόλοιποι Clients που έχουν δουλέψει μαζί σας και τι έκανε ο καθένας?
Client: Οι Α και Β είναι ακόμα ο πυρήνας αλλά φέρνουμε και άλλους Clients ώστε να πραγματοποιήσουμε τα Kraftwerk-ικά μας όνειρα.
Οι περισσότεροι από εμάς σας γνωρίσαμε με το Price Of Love. Αλλά είναι ένα πιο πρόσφατο κομμάτι το οποίο παίζω συχνά: το Blackheart. Ποια η ιστορία πίσω από αυτό το κομμάτι, το οποίο είναι εμφανώς πιο «ανεβαστικό/χαρούμενο» και ακούγεται περισσότερο ηλεκτρονικό σε σχέση με τα υπόλοιπα από το τελευταίο άλμπουμ?
Client: Το Blackheart ήταν ένα ξέφρενο κομμάτι που γράψαμε πολύ γρήγορα... θέλαμε να αποτελεί την άμεση σύνδεση με το άλμπουμ Client ... βρώμικο και ωμό.
Η τελευταία μουσική σας δουλειά είναι μια ακουστική ηχογράφηση. Μια ωδή στις επιρροές σας από Joy Division? Πώς ήταν η εμπειρία?
Client: Ναι η Client Β αποφάσισε να κάνει ένα ακουστικό σόου στηριζόμενο σε όλες τις επιρροές της και στη βόρεια καταγωγή της.
Σχεδόν πάντα μιλάτε σε μια προσωπική, μικρή κλίμακα στα τραγούδια σας. Σκέφτεστε κατά καιρούς να ανεβάσετε την κλίμακα, να γίνετε περισσότερο πολιτικοποιημένες? Ίσως σε στιγμές όπως τώρα που έχετε και εκλογές στη χώρα σας?
Client: Δεν νομίζω ότι η πολιτική και η μουσική συνδυάζονται πολύ... θέλουμε να θίγουμε επίμαχα/αμφιλεγόμενα θέματα όπως η πορνεία και η εξάρτηση από συνταγογραφημένα φάρμακα αλλά δεν θα επιδοκιμάζαμε ένα πολιτικό κόμμα καθ' αυτό..
Ξεκινήσατε την καριέρα σας ως Client στη δισκογραφική εταιρία του Andy Fletcher των Depeche Mode. Ποιος ήταν ο λόγος που έληξε η συνεργασία σας?
Client: Ο Andy ήταν 100% απασχολημένος με τους Depeche Mode και ήταν μια φιλικά αμοιβαία απόφαση για όλους μας να φύγουμε.
Κρίνοντας από κάποιες καταχωρήσεις σας στο myspace, φαίνεστε πολύ ευχαριστημένες με την μετάβαση σας σε μια ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία. Δουλεύει/ Κινείται η μουσική βιομηχανία? Είναι διαφορετικά τώρα που έχετε περισσότερες επαφές με Γερμανία? Τι γίνεται σχετικά με την ηλεκτρονική διανομή?
Client: Πάντα νιώθαμε πως η Mute κυριαρχούνταν από προϋπολογισμούς και πλάνα μάρκετινγκ - στη Μεγάλη Βρετανία η εταιρία δεν ξόδεψε για εμάς ούτε δεκάρα και μόνο στη Γερμανία και στην Κεντρική Ευρώπη μας στήριξε.
Ποια είναι τα σχέδια σας για το μέλλον? Έχει περάσει καιρός από το Command, τι να περιμένουμε?
Client: Αυτή τη στιγμή μοντάρουμε ένα Live DVD που θα κυκλοφορήσει από την Out Of Line το φθινόπωρο.
Έχετε συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως οι Tim Burgess, Pete Doherty, Martin Gore, Douglas McCarthy, κ.α. Είναι κάποιος άλλος που σκοπεύετε ή επιθυμείτε να συνεργαστείτε στο επόμενο σας άλμπουμ?
Client: Θα ήθελα πολύ να ξαναδουλέψω με τους Libertines ή με την Helen από τους Ladytron.
Μιλώντας για σχέδια προσφάτως ξεκινήσατε να παρουσιάζετε δουλειά σας στο σχέδιο μόδας. Πώς πάει αυτό το εγχείρημα?
Client: Ναι πολύ, πολύ δύσκολη και σκληρή δουλειά να το στήσουμε αλλά ρίξτε μια ματιά στο Clientlondon.com
Θυμάμαι ότι περιγράφατε τους εαυτούς σας ως «άτακτες» όταν σας είχα γνωρίσει στη Ζυρίχη πριν από 4 χρόνια. Αλλά μου αφήσατε μια εικόνα που έτεινε περισσότερο προς τη γλυκύτητα και τη χάρη - ειδικά με κάποια πολύ ευγενικά πράγματα που κάνατε (όπως εκείνη την αφίσα). Άρα, πραγματικά τώρα, πόση από αυτή την «άτακτη διάθεση» είναι αληθινή και πόση είναι μια κατασκευασμένη εικόνα? Πάει μαζί με την ευγένεια σας?
Client: Ήμασταν πάντα πολύ άτακτες ... μια μέρα θα σου πούμε τα πράγματα που έχουμε κάνει!
Τι να περιμένει από εσάς το ελληνικό κοινό? Θυμάμαι κόσμο που θαύμαζε εσάς και τη μουσική σας στη Ζυρίχη αλλά το άλλο support γκρουπ στη συναυλία των Covenant, οι Rotersand, είχαν καταφέρει να εισπράξουν περισσότερη ενέργεια από το κοινό. Και αν η ενέργεια δεν είναι αυτό που αναμένεται από τα πιο ήρεμα κομμάτια σας, τι άλλα κόλπα έχετε στο πλάνο σας?
Client: Απλά μια έντονη ηλεκτρονική φασαριόζικη εμπειρία με kinky κοστούμια!
Συνέντευξη: Tec Goblin
Το μόνο πράγμα που με συνδέει με τη μακρινή Αυστραλία είναι οι τρομερές μουσικές συμμορίες του Nick Cave, οι αξεπέραστοι The Go-Betweens και οι Triffids. Α, και κάτι συγγενείς, που ανήκουν σχεδόν στη σφαίρα του φανταστικού πλέον. Για το Nick Cave δε χρειάζεται να λέμε και πολλά, δε μας άφησε ποτέ να τον παραμερίσουμε, τα τελευταία χρόνια ειδικά δε λέει να ηρεμήσει. Η σχέση μου με τους δεύτερους, το συγκρότημα των Robert Forster και Grant McLennan, ξεκινά με το αναζωογονητικό Liberty Belle and the Black Diamond Express, κορυφώνεται στον ξέφρενο ρομαντισμό του 16 Lovers Lane και καταλήγει στο συναισθηματικά φορτισμένο Oceans Apart. Και οι Triffids; Αυτοί διαφέρουν... Κράτησαν περισσότερα μυστικά, «τρόμαξαν» πολλούς με το ταλέντο τους, έψαξαν περισσότερες μουσικές κατευθύνσεις, εμφανίστηκαν πιο αποφασισμένοι απ'όλους να φτάσουν όσο πιο μακριά γινόταν, αλλά τελικά λύγισαν και χάθηκαν σε μια αθόρυβη ροκ τραγικότητα που επισφράγισε ο θάνατος του τραγουδιστή τους Dave McComb το 1999...
Η μουσική τους κουβαλάει κάτι από τις ιδιαιτερότητες της περίεργης και αρκετά άγνωστης σε μας πατρίδας τους, τα ασυμμάζευτα τοπία και τη σκληρότητα της φυσικής ομορφιάς της. Πολλοί καλλιτέχνες ασχολήθηκαν με το να αποδώσουν την απεραντοσύνη αυτών των ακίνητων εικόνων, τους ατέλειωτους ερημικούς δρόμους που μπορεί να οδηγούν και στο πουθενά. Κανένας άλλος δεν απέδωσε καλύτερα τη θέση που πραγματικά μπορεί να κατέχουν όλα αυτά στην καρδιά μερικών απλών νέων που κυνηγάνε το όνειρό τους, κοιτώντας στα μάτια τα διαφορετικά πρόσωπα μιας μεγάλης πόλης και των ανθρώπων της. Υπάρχει καλύτερη εξήγηση για το πώς και η μουσική τους ακούγεται το ίδιο μαγευτική και σήμερα;
Οι εναπομείναντες Triffids, αποφάσισαν να ενώσουν ξανά τη σπουδαία αυτή παρέα, με σκοπό να τιμήσουν μαζί με παλιούς και νέους φίλους το μοναδικό Dave McComb. Στην Αθήνα, που άλλοτε τους φέρθηκε φιλόξενα και άλλοτε τους πήρε με τις πέτρες, θα πραγματοποιήσουν μια απ'αυτές τις ξεχωριστές συναυλίες. Αυτή η αφορμή, και οι επανακυκλοφορίες των δίσκων τους από τη Domino, με έκαναν να ψάχνω πάλι ο,τιδήποτε σχετίζεται με το συγκρότημα, να ξαναμπλέκομαι στη συγκίνηση της ποιητικής μουσικής τους. Με ευγένεια απάντησαν στις ερωτήσεις μας, μίλησαν για τις πρόσφατες εμφανίσεις τους και μας ταξίδεψαν στην ομορφότερη περίοδο της ζωής τους. The years of the Triffids.
«Ποτέ δε νιώσαμε Αυστραλοί - ίσως αυτό είναι το μυστικό μας».
Ο,τι και να λένε, η ιστορία ξεκίνησε στην πιο απομονωμένη μεγαλούπολη του κόσμου, το Perth της Αυστραλίας, όπου με διάφορες αλλαγές στη σύνθεσή τους, γράφουν ασταμάτητα νέα κομμάτια. Το μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του John Wyndham "The Day Of The Triffids" και τα αιμοβόρα φυτά - δολοφόνοι του, ήταν η έμπνευση για το όνομα, με το οποίο ηχογραφούν το πρώτο τους single το 1981. Το τέλος της ηχογράφησης του πρώτου τους άλμπουμ στη Hot Records το 1983, "Treeless Plain", τους βρίσκει με τη βασική τους σύνθεση στην οποία ο David McComb τραγουδά και παίζει κιθάρα, ο αδερφός του Robert Mc Comb στην κιθάρα και το χαρακτηριστικό του βιολί, ο Martyn Casey που όταν όλα τελειώσουν θα πλαισιώσει τους θρυλικούς Bad Seeds, ο Alsy McDonald στα ντραμς και η Jill Birt στα πλήκτρα, με την τελευταία να ερμηνεύει μερικά απ'τα πιο μαγικά κομμάτια της μπάντας. Το ιδιαίτερο ταλέντο του Dave, και οι ικανότητες των υπολοίπων, πλημμυρίζουν τις δυναμικές μελωδίες του "Treeless Plain". Τα αριστουργήματα Hell of a Summer, Red Pony, και η ελεύθερη διαφορετικότητα των κομματιών φανερώνουν μουσικούς που ψάχνουν τη μουσική με το δικό τους τρόπο, χωρίς να προσκολλώνται σε μουσικά ρεύματα. Ο αστικός ήχος των Velvet Underground μπερδεμένος με τη rock του Bob Dylan, μα κανένας τέτοιου είδους συνδυασμός δεν εξαντλεί μια περιγραφή των κομματιών. Το αυστραλέζικο blues του My Baby Thinks She's A Train (ακούστε την κιθάρα!), δένει με την αυθεντική κιθαριστική country-pop στο στυλ των Go-Betweens στο Nothing can take your place, τα ακούσματα και οι ιδέες τους ξεχύνονται σαν εντυπωσιακές νεανικές παρορμήσεις.
«Οι Triffids ήταν μια παρέα ανόμοιων ανθρώπων, που ενδιαφέρονταν για όλα τα είδη της μουσικής. Ο Dave είχε απίστευτες γνώσεις γύρω από τις πολύπλοκες ιδιαιτερότητες κάθε είδους και τις χρησιμοποιούσε στα κομμάτια του με τρόπο που ήταν δύσκολο να τις καταλάβεις. Ένα country rock τραγούδι με δύο μόνο νότες, μπορούσε να αποτελέσει έμπνευση για μια επική, πολύπλευρη μπαλάντα. Κάποια μέρη από το Stolen Property εμπνεύστηκαν απ'ευθείας από το You Sure Hank Done it This Way (country rock επιτυχία) του Waylon Jenning. Οι Triffids προχώρησαν ως μουσικοί από μόνοι τους από την αρχή, απ'το 1978, αλλά κυρίως αφού εδραιώθηκε το βασικό μας σχήμα και παίξαμε πάρα πολλά live μαζί, χτίσαμε μια συλλογική διαίσθηση ως μουσικοί ενός συγκροτήματος».
Τα live ήταν τα σίγουρα χαρτιά των Triffids. Γεμάτες ενέργεια εμφανίσεις, με συχνές και διαφορετικές διασκευές, και τον Dave να παίζει ακούραστα τον πρωταγωνιστικό ρόλο του με τρομερή ενέργεια. Το 12'' mini album Raining Pleasure, περιέχει μια απ'τις σημαντικότερες κληρονομιές των Triffids στη μουσική, το ομώνυμο κομμάτι. Η Jill τραγουδάει - απαγγέλει το ποίημα του Dave, σε έναν ατελείωτο λυρισμό που μετατρέπει τον όμορφο τίτλο του, σε μια απρόσμενη πραγματικότητα. Στο ep, συνυπάρχει με το θυμωμένο Property is Condemned, τη στοιχειωμένη μπαλάντα του St James Infirmary και άλλα.
"Australia still needed America or England to tell them what was good", εξηγεί ο Nick Cave, και η μετακόμιση συγκροτημάτων από τη χώρα της Ωκεανίας στην Ευρώπη και την Αμερική, ήταν κατά κάποιο τρόπο επιβεβλημένη. Τον Αύγουστο του 1984, με πολλή αυτοπεποίθηση και πολύ λιγότερα χρήματα, οι Triffids βρίσκονται στο Λονδίνο για το μεγάλο βήμα - το συμβόλαιο με μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία. Το Raining Pleasure mini lp κυκλοφορεί από τη Rough Trade και εξασφαλίζει, μαζί με τις όλο και καλύτερες ζωντανές εμφανίσεις τους, τις καλύτερες και μοναδικές συστάσεις τους. Δίνουν στον εαυτό τους περιθώριο να το παλέψουν μέχρι τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους, αλλιώς...
«Ήμασταν ξεροκέφαλοι και αποφασισμένοι να φτάσουμε στην κορυφή, να γίνουμε αναμφισβήτητα μια από τις καλύτερες μπάντες του κόσμου. Τίποτα το υπεροπτικό, αλλά σίγουρα μια πολύ δυνατή επιθυμία. Αν δεν μας παρουσιάζονταν οι ευκαιρίες που θέλαμε την πρώτη φορά (αν δηλαδή δεν ήμασταν όσο τυχεροί ήμασταν), θα είχαμε γυρίσει πίσω ή μπορεί και να είχαμε πάει οπουδήποτε αλλού. Στην Αυστραλία πάντως έπαιζε μόνο το "pub rock" τότε».
Όχι μόνο έμειναν, αλλά το NME - μουσικό ευαγγέλιο της εποχής, βάφτισε τη νέα χρονιά, το 1985, ως «Η χρονιά των Triffids». Και ήταν πράγματι, μιας και ο μεγάλος δίσκος που έλειπε για να εδραιώσει την επιτυχία τους, ήρθε ένα χρόνο αφού πάτησαν το πόδι τους στην Αγγλία. Η κυκλοφορία του οριακού ep Field of Glass το 1985, εκτός από το ότι περιείχε τα σπουδαιότερα post punk κομμάτια που έγραψαν ποτέ (Field of Glass και Bright Lights Big City), έφερε και τον ‘Evil' Graham Lee στη βασική (και τελική) σύνθεση της μπάντας. Η κιθάρα του, με τον βαθύ, ατμοσφαιρικό ήχο της, ήταν μια άψογη προσθήκη που έκανε τον ήχο τους ακόμα πιο συναισθηματικό και τις εμφανίσεις τους πιο ηλεκτρισμένες και σκοτεινές.
Τον Αύγουστο του 1985, η χρονιά των Triffids, φανέρωσε επιτέλους το πολυπόθητο μεγάλο δίσκο τους. Το "Born Sandy Devotional" ήταν η κορύφωση της δημιουργικότητας και του ταλέντου του γκρουπ.
«Αναρωτιέμαι πώς θα ακουγόταν ο δίσκος, αν είχε γίνει σε μια μεγάλη δισκογραφική, όπως είχαμε σχεδιάσει, ή αν είχε γραφτεί στο Σιδνεϋ, ή στη Στοκχόλμη. Υποπτεύομαι ότι θα προέκυπτε ένα παρόμοιο άλμπουμ, γιατί αυτά τα κομμάτια ήταν προϊόν μιας εποχής απόλυτης αφοσίωσης όλων μας, ειδικά του Dave. Είχε την ιδέα να γράψει έναν concept δίσκο, όχι απλά μια συλλογή ασύνδετων μεταξύ τους τραγουδιών. Το κύριο θέμα ήταν ο έρωτας χωρίς ανταπόκριση, και πράγματι αυτό υπήρχε γύρω μας σε μεγάλο βαθμό εκείνες τις μέρες. Η φιλοσοφία που είχε περάσει ο Dave στο συγκρότημα ήταν ότι η ηχογράφηση στο studio δεν ήταν για να προσεγγίζουμε τον ήχο που είχαμε στα live... αλλά μια ευκαιρία να κάνουμε κάτι το εντελώς διαφορετικό. Είχε γράψει αυτά τα καταπληκτικά κομμάτια, κι έπρεπε όλοι μας να δημιουργήσουμε τα μουσικά τοπία που θα περιλάμβαναν τις συναισθηματικές εικόνες που είχε φτιάξει. Δεν υπήρχε συνειδητή προσπάθεια να θυμίζουμε κάτι από την Αυστραλία, παρά μόνο η επιθυμία να παίξουμε τα κομμάτια όσο όμορφα τους άξιζε».
Στην καρδιά του Λονδίνου, έγραψαν κομμάτια με έντονο το άρωμα της πατρίδας τους, φιλτραρισμένο απ'τις εντελώς καινούργιες εμπειρίες που με ταχύτητα ζούσαν εκείνα τα χρόνια. Το Wide Open Road φέρνει αβίαστα στο μυαλό μια τέτοια εικόνα, την απεραντοσύνη ενός νέου αισιόδοξου ξεκινήματος. Απ'το εναρκτήριο Seabirds φαίνεται με πόση τέχνη και αγάπη έχουν συμπυκνωθεί όλα όσα ενώνουν και συγκινούν αυτήν την παρέα. Ουσιαστική η παραγωγή του Gil Norton, που μόλις είχε ολοκληρώσει την παραγωγή του εξαιρετικού Ocean Rain των Echo and the Bunnymen.
«O Gil και εμείς, διαπιστώναμε παράλληλα ότι είναι τόσο πολύ σημαντική υπόθεση να δουλεύεις σκληρά για να βγάζεις σπουδαία άλμπουμ, όσο το να περνάς καλά και να γελάς πολύ στην πορεία».
Η συνεργασία των φωνητικών του Dave με το μπάσο του Casey ακούγεται εντυπωσιακή, παρόλο που μιλάμε για pop μουσική οι ενορχηστρώσεις δεν ήταν απλές, τα κομμάτια δεν κράταγαν μια σταθερή συγκεκριμένη φόρμα, οι μουσικοί δεν επιδίδονταν σε μεγάλα σόλο ή πρόχειρα reef, και φυσικά δεν υπάρχει καμιά λέξη τυχαία, έτσι απλά για να ακούγεται. Η pedal steel κιθάρα του Graham Lee κάνει θαύματα σε κομμάτια όπως στο Wide Open Road και το Estuary Bed, συνεισφέροντας στην πανοραμική φαντασίωση των εικόνων που με θαυμαστό τρόπο περιγράφουν οι στίχοι. Η οργή στη φωνή του Dave στο Lonely Stretch και το κλασσικό βιολί στο σοβαρό Tarrilup Bridge της Jill, επιβεβαιώνει ότι η μουσική του Born Sandy Devotional δεν υπακούει σε κανέναν εμπορικό κανόνα, καμιά προσταγή ήχου από την εποχή, παρά μόνο στη βαθιά επιθυμία των μουσικών να δημιουργήσουν κάτι εξαιρετικό. Η ελευθερία στον ήχο των τραγουδιών, ήταν πλέον το χαρακτηριστικό γνώρισμα των κυκλοφοριών των Triffids.
«Αυτός είναι πιθανότατα ο λόγος, που δεν κάναμε μεγάλη επιτυχία εκείνη την εποχή και παράλληλα που η μουσική μας άντεξε τόσο καλά στο χρόνο. Ο καθένας κάνει ο,τι θέλει, δεν είναι ανάγκη να ακούγεσαι όπως όλοι οι άλλοι. Δεν είναι καθόλου εύκολο να ακολουθάς το δικό σου δρόμο. Η αυθεντικότητα όμως είναι αυτό που πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο σε ο,τιδήποτε κάνεις».
Οι στίχοι ξεφεύγουν από οποιαδήποτε τυπικότητα, είναι ποιήματα του Dave που μιλάνε για πληγές αγάπης και προδοσίας, εικόνες που χαράσσονται στο μυαλό και μένουν εκεί για να τις λατρεύεις ή να τις καταριέσαι.
«Ο Dave έγραφε και ξαναέγραφε ορισμένους στίχους μέχρι να γίνουν τέλειοι. Αν δεν είναι τέλειοι οι στίχοι
"She said what's the matter now lover boy has the cat run off with your tongue
Are you drinking to get maudlin or are you drinking to get numb?"
απ'το Seabirds, δεν ξέρω ποιοι μπορεί να είναι. Ο αγαπημένος του ποιητής ήταν ο Rilke, νομίζω».
Στο δίσκο όπου τέτοιοι στίχοι και μουσική αλληλοσυμπληρώνονται με τον καλύτερο τρόπο που μπόρεσαν να το κάνουν ποτέ οι Triffids, υπάρχουν κι άλλοι που δεν μπορείς παρά να τους χαρακτηρίσεις τέλειους. Δεν ξέρεις τι απ'τα δύο σε καλεί περισσότερο να επιστρατεύσεις τη φαντασία σου. "No foreign pair of dark sunglasses will ever shield you from the light that pierces your eyelids" (Seabirds).
Ένας δίσκος - ύμνος για τις χαρές της ζωής που οφείλονται στις αντιξοότητες της αγάπης σε εχθρικό περιβάλλον...κι όλα αυτά τα οραματίστηκε, τα έγραψε και τα τραγούδησε σε ξέφρενες ερμηνείες ένας άνθρωπος σε ηλικία 23 ετών!
"As I got to know him better, I realised that his abilities extended far beyond the norm. He actually did have the capacity to telepath messages through the vast unknown, if songs can be telepathy." Η αναγνώριση από τον Nick Cave, με τον οποίο βρέθηκαν να περνάνε αρκετές μεθυσμένες ώρες μαζί.
«Ο Dave ήταν σίγουρα ένα τεράστιο ταλέντο, αλλά εκτός απ'αυτό δούλευε περισσότερο απ'ότι μπορεί να φανταστεί κανείς για να τελειοποιήσει τα τραγούδια, τα ποιήματα και τα λογοτεχνικά του έργα. Είχε αξιοζήλευτη συνοχή και επιμονή. Μιλάμε για μια ιδιοφυία αλλά και για έναν πραγματικό άνθρωπο, που νοιαζόταν για τους φίλους του, θυμόταν τα γενέθλιά τους, έστελνε ευχετήριες κάρτες, αγόραζε λουλούδια, λάτρευε τα σκυλιά... Εκτιμούσε Γερμανούς και Ρώσους ποιητές και θεατρικούς συγγραφείς, αλλά του άρεσε να βλέπει Bryant Gumbel και Katie Couric (διάσημη αμερικάνικη πολιτική εκπομπή) αργά τη νύχτα».
Το επιθυμητό συμβόλαιο με τη μεγάλη δισκογραφική δεν είχε ακόμα έρθει, αλλά ήταν πια θέμα χρόνου να πραγματοποιηθεί. Περιμένοντας να κυκλοφορήσει το Born Sandy Devotional, το οποίο μέχρι τον Ιούνιο του 1986 είχε κολλήσει κάπου στη γραφειοκρατία, επέστρεψαν στην Αυστραλία ηχογραφώντας τον τρίτο τους δίσκο, το "In the Pines" (ή the "Woolshed Tapes", που παραπέμπει όχι μόνο χιουμοριστικά στο Basement tapes του Bob Dylan). Κλείστηκαν σε μια μεγάλη φάρμα νοτιοανατολικά του Perth, που ανήκε στην οικογένεια του Mc Comb, και σε απόλυτα παρεΐστικο κλίμα, έγραψαν τον πιο country folk δίσκο τους. Χωρίς απαιτήσεις από την ποιότητα του ήχου, με αμέτρητο χρόνο να σκεφτούν και να ξεχάσουν μεθώντας, προέκυψαν μερικά πολύ όμορφα κομμάτια, όπως το ομώνυμο μελοδραματικό βαλς του In the Pines, το πανέξυπνο Just Might Fade Away, και άλλα που μου πήρε αρκετό καιρό να τα αγαπήσω, σε σχέση με το προηγούμενο αριστούργημά τους. Η διασκευή του ξέγνοιαστου Once a Day, σε κάνει να χαμογελάς με τη χαρούμενη ατμόσφαιρα που φαντάζεσαι ότι θα επικρατούσε. Η απομονωμένη ύπαιθρος και τα φυσικά φαινόμενα βέβαια φανερώνουν άλλο πρόσωπο τη νύχτα, και ο δίσκος έχει πολλές περίεργες και απειλητικές στιγμές. "I burned my hand in Kathy's flame, pulled it out and stuck it in again", το πιο εθιστικό κομμάτι του "In the Pines", αφιερωμένο σε κάποια μοιραία Kathy.
«Διασκεδάζαμε με το να πέφτουμε και να τραβιόμαστε μεταξύ μας με κλαδιά από κισσούς στη δεξαμενή νερού, κατά τη διάρκεια του Beefheart-ικού Just Might Fade Away. Γενικά, την περισσότερη ώρα δεν ήμασταν πιωμένοι, αν και αυτό δεν ίσχυε απ'όταν άρχιζε να βραδιάζει. Στεκόμασταν κάτω από τον απέραντο ουρανό και ο κομήτης Halley ήταν εκεί και μας οδηγούσε όχι μόνο στην επόμενη μπύρα, αλλά και στο επόμενο κομμάτι. Ο Alsy ήταν και είναι θεότρελος τύπος, πιο τρελός απ'όλους μας, αλλά δυστυχώς πλέον περνά τη ζωή του σε μια αίθουσα δικαστηρίων ως δικηγόρος για υποθέσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Τελικά, αν οι ήχοι της φύσης τους ενέπνευσαν να δημιουργήσουν έναν τόσο καλό δίσκο, όσο τους γοήτευε και η πιεστικότερη ατμόσφαιρα μιας μεγάλης υπερκινητικής πόλης, τότε τι γεωγραφικά σύνορα θα μπορούσαν ποτέ να τους περιορίσουν; Το υπέροχο One Soul Less On Your Fiery List ενώνει το "Born Sadly Devotional" με το "In the Pines" και το επερχόμενο "Calenture". Η αναγνώριση επιτέλους ήρθε, μαζί και το συμβόλαιο με την Island. Οι συναυλίες άρχισαν να πυκνώνουν, με μεγαλύτερη επιτυχία σε Σκανδιναβικές χώρες, στο Βέλγιο, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Το "Calenture" κυκλοφόρησε το 1987, και περιείχε την πιο μεγάλη επιτυχία τους, το επικό και γλυκόπικρο Bury Me Deep In Love. Είναι η πιο ρομαντική τους συνθηκολόγηση στον έρωτα, με υπερβολή και αγωνία. Με ήχο που αρχίζει να θυμίζει αυτόν της εποχής, συγκροτήματα όπως οι U2 και οι Simple Minds, χωρίς την αιχμηρή διαφορετικότητα του "Born Sandy Devotional" και τον αυθορμητισμό του "In the Pines", προϊόν υπερβολικής παραγωγής, μα με πολλές λυρικές δυνατές στιγμές, δεν πήγε καλά εμπορικά και έκοψε τα φτερά των μελών για τη διεθνή καταξίωση. Τα A Trick Of The Light, Jerdacuttup Man, και Save What You Can βέβαια, δεν μπορεί να μη βρίσκονται σε οποιαδήποτε αναφορά σε μεγάλες στιγμές του συγκροτήματος.
Παρόμοια η μοίρα του κύκνειου άσματος του γκρουπ, "The Black Swan" του 1989, που έκανε τον ήχο τους ακόμα πιο απρόσωπο, με περισσότερες σύγχρονες επιρροές, μα κι ένα αξιόλογο pop αποτέλεσμα που όμως απογοήτευσε τους φαν. Η μουσική κοινότητα είχε ήδη αρχίσει να στρέφει αλλού την προσοχή της, και έτσι οι Triffids αποφάσισαν να τα παρατήσουν, να αφήσουν την τρέλα των προηγούμενων χρόνων στο παρελθόν, και να περάσουν στην ιστορία σαν ένα ακόμα γκρουπ που κατάφερε τόσα πολλά και θα μπορούσε να είχε φτάσει ακόμα πιο μακριά.
«Η αξία μας εκτιμήθηκε από τα σωστά άτομα, και γενικά από αρκετό κόσμο. Όχι όμως απ'όσους χρειαζόταν για να μπορούμε να διατηρηθούμε. Ξαναλέω ότι είναι δύσκολο να υποθέσουμε τι θα είχε συμβεί αν κάναμε μια παγκόσμια επιτυχία. Μπορεί να ήταν η αρχή του τέλους, θα μας παρείχε κάποιες μικρές πολυτέλειες για να συνεχίσουμε ως μπάντα κι άλλα χρόνια, ή θα καταλήγαμε να γεμίζουμε τακτικά ολόκληρα γήπεδα σε όλο τον κόσμο. Αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά μια ωραία ονειροπόληση».
Το 1990, μετά την κυκλοφορία του live δίσκου τους "Stockholm", τα μέλη των Triffids ακολούθησαν τους χωριστούς δρόμους τους. Ο Martin Casey συνέχισε να ασχολείται με τη μουσική, και μαζί με τον Dave κυκλοφόρησαν δύο δίσκους με τους Blackeyed Susans, ενώ ο σπουδαίος τραγουδοποιός κυκλοφόρησε και το προσωπικό "Love of Will". Η τελευταία του προσπάθεια έγινε με το συγκρότημα των Red Ponies.
Το 1999 η καρδιά του Dave Mc Comb δεν άντεξε. Εθισμένος στην ηρωίνη και το αλκοόλ, και με προβλήματα που ταλαιπωρούσαν την καρδιά για χρόνια, έχασε τη ζωή του μετά από ένα φαινομενικά ακίνδυνο αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
«Έχει περάσει πια αρκετός καιρός από τον θάνατο του Dave και μπορούμε πλέον να αντιμετωπίσουμε το γεγονός χωρίς να μας καταθλίβει τόσο πολύ. Θέλουμε να τιμήσουμε τη μνήμη του, να μείνει ζωντανή στο χρόνο».
Η μουσική των Triffids συνεχίζει να απασχολεί και να κερδίζει φίλους. Η Domino προχώρησε σε επανακυκλοφορίες των δίσκων, καθώς και των ep (τα τελευταία στην τρομερή συλλογή Beautiful Waste and other songs), ενώ οι εναπομείναντες Triffids ξανασυναντήθηκαν και αποφάσισαν να μας κάνουν ένα μεγάλο δώρο.
«Η μουσική μας είναι πολύ καλή για να μείνει στο ράφι. Κατά το 2004, οι συμφωνίες με τους τότε ιδιοκτήτες των δικαιωμάτων των Triffids έληξαν, και ψάξαμε να βρούμε τρόπο να βγάλουμε τους δίσκους μας απ'την εμπορική αφάνεια. Μια ευτυχής σειρά συγκυριών μας έφερε στη Domino και κοντά στον John Dryer συγκεκριμένα. Είμαστε τυχεροί να βρισκόμαστε στην ίδια δισκογραφική στέγη με τους Arctic Monkeys, μεταξύ άλλων. Η Domino ήθελε ο,τι κι εμείς - να παρουσιάσουμε τους δίσκους μας με τον τρόπο που τους αξίζει, «απλόχερα», και με πολλή προσοχή στις λεπτομέρειες. Πιστεύω ότι κερδίζουμε νέους φίλους και ανανεώνουμε το ενδιαφέρον για τη μουσική μας, ακριβώς εξαιτίας της διαχρονικής ποιότητας των αυθεντικών ηχογραφήσεων των κομματιών μας».
«Παίξαμε στο Φεστιβάλ του Σύδνεϋ το 2008, στο Perth το 2009, στο Hammer Hall της Μελβούρνης την ίδια χρονιά, και παίξαμε κάποιες φορές support σε συναυλίες του Leonard Cohen. Κάθε φορά νιώθαμε μια τεράστια συναισθηματική ανταπόκριση, από άτομα που βρίσκονταν είτε μπροστά είτε πίσω απ'τη σκηνή. Κι έτσι έπρεπε να είναι. Ο κόσμος θα πρέπει να θυμάται τον Dave, να χαίρεται τα κομμάτια και να εύχεται να ήταν κι αυτός εκεί μαζί του. Παίξαμε σχεδόν κατά τύχη στο Hasselt του Βελγίου το 2006 σε μια έκθεση με αφίσες και φωτογραφίες των Triffids. Καταλάβαμε τότε ότι ο καλύτερος τρόπος να θυμόμαστε τον Dave είναι να παίζουμε τη μουσική του. Γι'αυτό και δεν πρόκειται για επανένωση, δεν κάνουμε περιοδεία, δεν ηχογραφούμε τίποτα καινούργιο. Απλά βρισκόμαστε όλοι μαζί μια δυο φορές το χρόνο για να τιμάμε και να θυμόμαστε τον Dave, μαζί με τους φίλους μας σε όλο τον κόσμο. Μετά επιστρέφουμε στις ζωές μας».
Στην Ελλάδα, η συναισθηματική μουσική τους, βρήκε καρδιές για να συγκινήσει. Το 1987 επισκέφτηκαν την Αθήνα, αποτελώντας το πρώτο ξένο συγκρότημα που εγκαινίαζε το θρυλικό Ρόδον. Την επόμενη χρονιά στο Πεδίο του Αρεως, βρέθηκαν να τρέχουν να σωθούν απ'τα μπουκάλια και να φυγαδεύονται με δυσκολία, όταν εξαγριώθηκαν όλοι όσοι περίμεναν να δουν τους PIL στη συνέχεια. PIL δεν είδαν βέβαια, οπότε πήραν ο,τι μπορούσαν απ'τη σκηνή και έφυγαν ευχαριστημένοι, μιας και δε νομίζω να καίγονταν να δουν (ή αν γνώριζαν καν) το συγκρότημα του John Lydon, παρά μόνο να προσπαθήσουν να τoν φτύσουν στα μούτρα. Punk's not dead!...
«Είχαμε περάσει υπέροχα στη συναυλία μας στο Ρόδον, απολαύσαμε την ελληνική φιλοξενία και το γούστο σας. Οργανώσαμε βραδιά ταλέντων στην αίθουσα τύπου του ξενοδοχείου και κυριολεκτικά εκπλαγήκαμε! Ωραίες στιγμές. Το 1988...χμμ...ήταν άλλη υπόθεση, αλλά η φιλοξενία παρέμεινε, υπήρχε κόσμος που μας βοήθησε και μας φρόντισε. Δε νιώθουμε καθόλου άσχημα για ο,τι συνέβη. Αλλά θέλουμε εκείνη την Telecaster μας πίσω!»
Θα είναι ένα μεγάλο σε διάρκεια show, τουλάχιστον 3 ωρών. «Μερικοί απ'τους αγαπημένους τραγουδιστές του Dave και άλλοι που ποτέ δε γνώρισε, θα τραγουδήσουν τα κομμάτια του. Υπάρχει μια συγκεκριμένη δομή, αλλά όλα περιστρέφονται γύρω από τη μουσική μας. Θα υπάρχουν μερικοί πολύ διάσημοι, μα εκείνη την ώρα δε θα είναι σταρ, αλλά τραγούδια». Οι Triffids θα είναι εκεί, η μουσική τους εκεί, άρα σίγουρα και ο Dave, να συμπληρώνει μια παρέα μουσικών που δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει τα όνειρά της όπως είχε φανταστεί, αλλά μπόρεσε να ζήσει πράγματα που ως τότε σίγουρα δεν είχε ονειρευτεί. Είτε κερδίσουν είτε όχι τη δημοσιότητα που δεν απέκτησαν 20 χρόνια πριν, η μουσική τους είναι το πιο σπουδαίο επίτευγμά τους, με τη διαχρονική αξία που έχουν όλα αυτά που τους ενέπνευσαν και αυτά που νιώθει όποιος τους πλησιάσει.
It's a wide open road
And now you can go any place
That you ever wanted to go
Συνέντευξη: Βαγγέλης Γιαννακόπουλος
Μετάφραση - Κείμενο: Β. Γιαννακόπουλος
«Νομίζω πως μπορείς να είσαι γαλήνιος για πολύ καιρό, αλλά το να είσαι ευτυχισμένος, είναι σπανιότερο».
Δεν είναι λόγια του ίδιου του Glen Johnson, αλλά αν καταλάβαμε καλά τον αντιπροσωπεύουν απόλυτα, γι αυτό και τα ηχογράφησε. Δεν τον λες και οπτιμιστή, όμως διαθέτει αρκετό χιούμορ και αυτοσαρκασμό για να σε μπρερδέψει. Σε λίγες μέρες οι Piano Magic θα είναι και πάλι στην Ελλάδα για 2 συναυλίες, οπότε αδράξαμε την ευκαιρία και μιλήσαμε ξανά με τον Glen Johnson, μετά από αρκετό καιρό. Πως ήταν η συνεργασία του με τον Brendan Perry και τον Peter Ulrich των Dead Can Dance, ποια η σχέση του πλέον με την 4AD, η γνώμη του για τους Editors, τα διάφορα projects, οι εμμονές του και οι περίπλοκες λεπτομέρειες της άχαρης ζωής του... Διαβάστε την απολαυστική συνέντευξη με την "ψυχή" των Piano Magic παρακάτω και μη χάσετε την ακόμα πιο συναρπαστική συνέχεια στις 20 Μαρτίου στο Fuzz...
Πώς θα περιέγραφες την εικόνα όπου τα μέλη των Piano Magic γράφουν μουσική, μοιράζονται ιδέες, συζητάνε για το παρελθόν, με τους Brendan Perry και Peter Ulrich; Ήσασταν σαν μια παρέα από άτομα με παρόμοιες ανησυχίες, σαν «δάσκαλους» και «μαθητευόμενους», σαν μουσικά είδωλα και φαν; Ποιες ήταν οι σκέψεις και τα συναισθήματά σου, όταν για πρώτη φορά συνειδητοποίησες ότι πρόκειται να φτιάξεις ένα δίσκο με αυτούς τους μουσικούς;
Glen Johnson: Κοίτα, αρχικά πρέπει να ξέρεις ότι ήμουν τρελός με τη 4AD στα 80's. Κυριολεκτικά στηνόμουν έξω απ'το δισκάδικο της περιοχής κάθε Δευτέρα πρωί περιμένοντας να ανοίξει, για να πάρω ο,τιδήποτε είχε κυκλοφορήσει απ'τη 4AD εκείνη τη μέρα. Είχα εμμονή με τη μουσική, το artwork και όλη αυτή την αιθέρια ρομαντική αισθητική της εταιρείας, την οποία ο Ivo Watts-Russell και Vaughan Oliver είχαν τόσο προσεκτικά υφάνει. Έγραφα επίσης ένα fanzine για τους φαν της 4AD στα τέλη της δεκαετίας του '80, κατάφερα μάλιστα να πάρω μια δίωρη συνέντευξη από τον Ivo. Παράλληλα έπαιρνα συνέχεια το λεωφορείο για το Λονδίνο ώστε να δω όσο το δυνατόν περισσότερες συναυλίες από συγκροτήματα της 4AD - ειδικά τους Dead Can Dance που για μένα βρίσκονταν κάπου έξω από τον κόσμο της υπάρχουσας γνωστής μουσικής. Ο κόσμος την αποκαλούσε goth ή indie ή alternative, αλλά για μένα δεν είχε σχέση με ο,τιδήποτε άλλο συνέβαινε τότε στη μουσική (ακόμα και τώρα). Υπήρχαν σε ένα διαφορετικό, πιο πνευματικό πλαίσιο.
Πέρυσι, όταν συνάντησα για πρώτη φορά τον Peter Ulrich, η εμμονή μου για τη 4AD, που βρισκόταν σε λήθαργο, ξαφνικά ξαναζωντάνεψε μέσα μου. Μου διηγήθηκε όλες εκείνες τις υπέροχες ιστορίες για τα χρυσά χρόνια της 4AD και μέσα απ'αυτές τις συζητήσεις με έπεισε ότι δεν ήταν και τόσο παράλογο να ζητήσω απ'τον Brendan να τραγουδήσει σε έναν δίσκο των Piano Magic - κάτι που, ειλικρινά, μέχρι εκείνη τη στιγμή ούτε καν το ονειρευόμουν. Συνεπώς, το να τους έχω και τους δύο να συμμετέχουν σε έναν δίσκο των Piano Magic ήταν μάλλον κάτι απίστευτο. Έπρεπε να τσιμπιέμαι συνέχεια. Αλλά συμμετείχαν ενεργά σ'αυτό. Τους άρεσε η μουσική μας, τα κομμάτια μας. Δεν ένιωθαν το δέος που ένιωθα εγώ.
Οι γνωστοί ευσεβείς πόθοι. Με ποιους μουσικούς από παλιό συγκρότημα της 4AD θα ήθελες να συνεργαστείς στο μέλλον; Να ποντάρω στον Robin Guthrie ή τον Peter Murphy;
Glen Johnson: Δεν ήμουν ποτέ μεγάλος φαν των Bauhaus αλλά ο Jerome και ο Franck από τους Piano Magic, είναι. Δεν ήμουν ποτέ "goth", παρ'όλο που μ'άρεσε αυτή η μουσική. Δεν ντυνόμουν μ'αυτό το στυλ. Ο Franck σίγουρα ντυνόταν έτσι...ακόμα και τώρα.
Έχουμε συνεργαστεί με τον Simon Raymonde βεβαίως. Πολλές φορές έχω σκεφτεί να κάνω κάτι με τον Robin στην παραγωγή. Έχω σκεφτεί να καλέσω και τον Gordon Sharp (Cindytalk) να τραγουδήσει. Ζήτησα κάποτε από τον Dominic Appleton (Breathless) να κάνει φωνητικά αλλά δεν απάντησε. Έχουμε επίσης συζητήσει με τον John Fryer το να μας κάνει παραγωγή κάποια φορά. Κάποτε ζήτησα κι από την Elizabeth Fraser να τραγουδήσει. Αλλά ναι, ο Gordon θα ήταν τέλειος.
Η φωνή της Angele είναι μοναδική, λεπτεπίλεπτη. Μερικές φορές ακούγεται να τραγουδά ακριβώς στο όριο μιας ώριμης και μιας πιο κοριτσίστικης φωνής, κάτι που ταιριάζει απόλυτα με την ειρωνία ή τις αντιθέσεις μερικών στίχων. Να πω επίσης ότι ο δίσκος των Klima ήταν πανέμορφος. Πώς αποφασίζετε για το ποια κομμάτια θα τραγουδήσει η Angele;
Glen Johnson: Γενικά μπορώ να γράψω εύκολα για εκείνη, γιατί την ξέρω πολύ καλά. Γνωριζόμαστε 10 χρόνια τώρα. Πράγματι, η φωνή της έχει κάτι το ακαθόριστο που προσδίδει στους Piano Magic το χαρακτηρισμο της «ακαθόριστης μπάντας». Σύντομα κυκλοφορεί νέος δίσκος από τους Klima και σκοπεύω να τραγουδά περισσότερο στο μέλλον στους δίσκους των Piano Magic, περισσότερο από μένα.
Το "Institutionalized" ανάγκασε αρκετούς ανθρώπους να βάλουν μπαταρίες σε κάποιο παλιό σκονισμένο walkman. Ήταν κάτι σαν τιμή σε ένα παλιό και έμπιστο μουσικό μέσο; Cassette, είναι η γαλλική λέξη για το «μικρό κουτί», και κάπως έτσι θέλω να σκέφτομαι τον τρόπο που διανέμεται και κυκλοφορεί η μουσική σας.
Glen Johnson: Τείνουμε να σκεφτόμαστε τους φαν μας ως φίλους. Δεν υπάρχει κάποιος σπουδαίος διαχωρισμός μεταξύ του συγκροτήματος και του ακροατηρίου μας όπως γίνεται στα περισσότερα γκρουπ. Όπως ξέρετε, όταν τελειώσουμε κάποια συναυλία μας, παίρνουμε μια ανάσα για λίγο και μετά βγαίνουμε έξω να μιλήσουμε με όλους. Για μας αυτό είναι από τα σπουδαιότερα πράγματα του να είσαι σε μια μπάντα - το να διαπιστώνεις από πρώτο χέρι την επίδραση της μουσικής μας στον κόσμο. Δε συμφωνώ με τα συγκροτήματα που παίζουν και μετά πηγαίνουν κατευθείαν στο πούλμαν για το πολυτελές ξενοδοχείο τους. Είναι σαν να θεωρούν τους εαυτούς τους θεότητες υπεράνω ανθρώπινης επαφής. Φυσικά όταν πια δεν θα είναι πλέον διάσημοι, θα ψάχνουν απελπισμένα να μιλήσουν με κάποιον για το που πήγαν οι παλιές καλές μέρες.
Ποια είναι η γλυκιά ηλικιωμένη γυναίκα που μιλά στην αρχή του "Not Fair"; Πάντα σκεφτόμουν ότι πρέπει να κρύβεται μια ωραία ιστορία πίσω απ'αυτή τη μικρή μα συγκινητική συμμετοχή.
Glen Johnson: Είναι η συγγραφέας Jean Rhys. Έγραψε το Wide Sargasso Sea και άλλα αξιόλογα βιβλία. Άκουσα αυτό το απόσπασμα στο ραδιόφωνο μια μέρα και σκέφτηκα πόσο όμορφο ήταν αυτό που έλεγε, «Νομίζω πως μπορείς να είσαι γαλήνιος για πολύ καιρό, αλλά το να είσαι ευτυχισμένος, είναι σπανιότερο». Σοφά λόγια.
Ποιο είναι το πιο συγκλονιστικό πράγμα που θυμάσαι από τις συναυλίες των Dead Can Dance;
Glen Johsnon: Παρακολούθησα μία το 2005, οπότε δε μου είναι δύσκολο να το φέρω στο μυαλό μου. Οι φωνές ήταν απλά εξωπραγματικές. Αυτό είναι που πραγματικά σε συνεπαίρνει. Όλα αυτά τα σύγχρονα συγκροτήματα που παίζουν τα τραγουδάκια τους μέσα απ'το autotune και ξαφνικά ακούς τον Brendan και τη Lisa και πραγματικά τους ντροπιάζουν. Τα κρουστά, επίσης, σε υπνωτίζουν, ειδικά για μια μπάντα όπως οι Piano Magic που τα μέλη της ενδιαφέρονται πολύ για τα κρουστά, το ρυθμό και την παραδοσιακή ενορχήστρωση. Κι ο Brendan είναι άριστος στα τύμπανα. Δεν παίζει 4/4.
Σκέφτεσαι ποτέ πώς θα τελειώσουν όλα; Θυμάμαι να διαβάζω τις ανακοινώσεις του μουσικού τύπου αρκετά χρόνια πριν, για τον Harold Budd και τις δραματικές δηλώσεις του για το οριστικό τέλος στην ενασχόλησή του με τη μουσική. Έμοιαζε φοβισμένος και απογοητευμένος. Τελικά, συνέχισε...
Glen Johnson: Και χαίρομαι που το έκανε! Είμαι πολύ μεγάλος φαν. Συμμερίζομαι απόλυτα την ανησυχία του. Περισσότερο απ'όσο θα ήθελα, είναι η αλήθεια. Νιώθεις ότι κάνεις κάτι ιδιαίτερο μα κανείς δε σ'ακούει. Ή τουλάχιστον δε σ'ακούνε αρκετοί. Δεν έχει να κάνει με χρήματα ή δόξα. Αλλά με το να συγκινείς τον κόσμο. Συνεχώς σκέφτομαι: «αγγίζει κάποιον αυτό το πράγμα;». Κι όπως ανέφερα πριν, γι'αυτό ακριβώς έχει τόση σημασία να συναντάς αυτούς τους ανθρώπους μετά τη συναυλία κλπ, και να ακούς τι πραγματικά νιώθουν. Ακόμα κι αν σε μισούν.
Το "Details Not Recorded" έχει έναν αργό, τρομαχτικό ρυθμό. Απ'το εξώφυλλο του δίσκου μέχρι τα λίγα, προσεκτικά ηλεκτρονικά εφφέ, αποτελεί ένα σπουδαίο έργο της τέχνης της μελαγχολίας και του μινιμαλισμού. Πόση είναι η απόσταση μεταξύ αυτής και μιας τυπικής (υπάρχει κάτι τέτοιο;) κυκλοφορίας των Piano Magic; Μπορείς να φανταστείς τι αλλαγές θα είχαν γίνει σ'αυτό το άλμπουμ αν τελικά κατέληγε να βγει από όλο το συγκρότημα;
Glen Johnson: Είναι όπως είπες, σαν ένα μικρό κουτί. Οι Piano Magic κοιτάζουν σε πιο ανοιχτούς ορίζοντες, πιστεύω. Το Details Not Recorded ηχογραφήθηκε κυρίως εδώ, στο διαμέρισμά μου, με το παράθυρο ανοιχτό. Μπορεί κανείς να ακούσει τα πουλιά στον κήπο, τα τριξίματα στο πάτωμα και το βραστήρα να δουλεύει στην κουζίνα. Ακούγονται οι περίπλοκες λεπτομέρειες της άχαρης ζωής μου! Αλλά με τους Piano Magic τα πράγματα αποστειρώνονται περισσότερο από τη διαδικασία του studio. Κι αυτό μόνο και μόνο γιατί δεν μπορούμε να ηχογραφήσουμε αυτά τα τεράστια, ισχυρά ντραμς στο σπίτι μου. Οι γείτονές μου θα διαμαρτύρονταν έντονα για τη φασαρία από τις κιθάρες.
Το "Ovations" με εξέπληξε με διάφορους τρόπους, πριν τελικά το αγαπήσω. Διαγράφονται εικόνες απ'τα τοπία της Ανατολής, ο ήχος είναι σκοτεινός και επιβλητικός, ποτισμένος ακόμα και από θρησκευτική κατάνυξη. Κατά τη γνώμη μου, οι επιρροές από τον ήχο της 4ad που συναντούσε κανείς στα παλιότερα album σας, είναι πλέον πολύ πιο ορατές σ'αυτά. Είχατε πάντα στο μυαλό σας να γράψετε τέτοια κομμάτια, ή η συνεργασία με τον Brendan Perry και τον Peter Ulrich έδωσε αυτήν την κατεύθυνση;
Glen Johnson: Για να είμαι ειλικρινής, ξεκινήσαμε σ'αυτήν την ελαφριά DCD κατεύθυνση πριν ακόμα το ψάξουμε και ζητήσουμε από τον Brendan και τον Perry να συνεργαστούν. Τραγούδησα εγώ το " I never loved this city" και το "The Nightmare goes on" και οι υπόλοιποι απ'το συγκρότημα ήθελαν να είναι έτσι και στο δίσκο. Αλλά μετά αρχίσαμε να φανταζόμαστε καθαρό και έντονο ήχο από σαντούρι στο March of the Atheists και οι μόνοι που ξέραμε να παίζουν αυτό το όργανο ήταν στους Dead Can Dance. Έτσι το ένα έφερε το άλλο.
Μας κεντρίζουν το ενδιαφέρον όλο και περισσότερο, τα ανατολίτικα κρουστά και ο ρυθμός του flamenco, αλλά αυτό είναι κάτι που μπορεί να δει κανείς και στο Artists' Rifles του 2000. Συγκεντρώναμε τα όργανα και τελικά φτάσαμε στην κατάλληλη συγκυρία για όλα αυτά.
Στην προηγούμενη συνέντευξη που κάναμε πριν 4 χρόνια, είχες πει: « Εύχομαι πραγματικά να βρούμε απήχηση σε μεγαλύτερο κοινό. Η ταμπέλα "cult" είναι καλή για λίγο καιρό, αλλά δε σου ξεπληρώνει το νοίκι. Ξέρω γιατί δε φτάσαμε ποτέ το μέγεθος των Radiohead, των Sigur Ros ή των Godspeed για παράδειγμα- δεν ήμασταν πραγματικά ποτέ τόσο καλοί!» Το πιστεύεις ακόμα αυτό; Ποια είναι η μεγάλη διαφορά στον ήχο των Piano Magic σε σχέση ας πούμε με τους Editors, που έχει κάνει τους τελευταίους τόσο δημοφιλείς;
Glen Johnson: Λοιπόν, ξεκάθαρα οι Editors έχουν μια τεράστια οικονομική μηχανή πίσω τους που τους επιτρέπει διάφορες πολυτέλειες, όπως μεγάλα studio και διάσημους παραγωγούς. Είναι επίσης νέοι, μοδάτοι, εμφανίσιμοι, έχουν marketing μεγάλης αξίας να τους υποστηρίζει, μια μεγάλη δισκογραφική να πληρώνει για τα ρούχα τους, εντυπωσιακά video στο ΜΤV κλπ. Δεν τους επιτίθεμαι, προφανώς κάνουν κάτι σωστό για να είναι τόσο δημοφιλείς. Αλλά οι Piano Magic δεν είναι στην ίδια κατηγορία, οικονομικά ή ηχητικά. Εμείς κάνουμε κάτι πολύ διαφορετικό, πιο ριζοσπαστικό, πιο αυθόρμητο, λιγότερο "pop", με λιγότερα χρήματα. Αν ρωτάς γιατί δεν είμαστε μεγάλη μπάντα όπως οι White Lies ή οι Editors, θα απαντήσω ότι δεν είμαστε μέρος ενός μεγάλου μηχανισμού. Δεν είμαστε μέλος της συμβατικής μουσικής βιομηχανίας. Δε διοχετεύονται μεγάλα χρηματικά ποσά για τη βελτίωσή μας. Δε θέλουμε να γράφουμε "pop" μουσική, να λειαίνουμε τις τραχιές πλευρές της μουσικής μας. Και γι'αυτό, δε θα παίξουμε ποτέ στη «μεγάλη κατηγορία».
Σύμφωνα με την ετήσια ψηφοφορία των αναγνωστών μας, το ντεμπούτο των White Lies ήταν η καλύτερη κυκλοφορία για το 2009, με το Ovations να καταλήγει στην 22η θέση, που δεν είναι καθόλου κακή. Ποιο άλμπουμ ξεχώρισες απ'το 2009;
Glen Johnson: Ή της Fever Ray ή του Bill Callahan ή των We Fell To Earth ή των PJ Harvey/John Parish.
Ποιο είναι το αγαπημένο σου εξώφυλλο από τις κυκλοφορίες των Piano Magic - Textile Ranch - Future Conditional - Klima - G. Johnson ; (lp και ep φυσικά).
Glen Johnson: Δε μου το έχει ξαναρωτήσει ποτέ κανείς αυτό και δυσκολεύομαι να απαντήσω. Μ'αρέσουν πολλά πάντως. Φυσικά και θα μ'αρεσαν...
Ποιο θεωρείς το απόλυτο Piano Magic κομμάτι;
Glen Johnson: Το "Ι Have Moved Into The Shadow" ή το "Comets". Και τα δύο κάτι μου κάνουν. Ξέρω ότι ίσως δεν είναι και πολύ επαγγελματικό, ακόμα και το να λες ότι τα κομμάτια σου είναι καλά, αλλά αυτά τα δύο με ανατριχιάζουν παρόλο που δεν τα έγραψα μόνος μου.
Σας έχω δει live στην Ελλάδα, και κάθε φορά, όλοι, φαίνεστε αρκετά ήρεμοι και σίγουροι όταν παίζετε. Δεν αγχώνεστε ποτέ στη σκηνή; Τι θα σας έκανε να νιώσετε έτσι;
Glen Johnson: Παλιότερα αγχωνόμουν υπερβολικά, αλλά τώρα έχω τόση αδρεναλίνη, που απογοητεύομαι. Όπως θα σας διαβεβαίωνε κάθε μουσικός, ο χρόνος μεταξύ του soundcheck και της έναρξης της συναυλίας είναι συχνά εφιάλτης. Είναι μια άχαρη περίοδος βαρεμάρας, απογοήτευσης, πανικού και κατανάλωσης. Απλά καίγεσαι να παίξεις και παρ'όλα αυτά έχεις ακόμα ώρες να περάσεις σε ένα μικρό άθλιο δωμάτιο.
Σίγουροι και ήρεμοι στη σκηνή; Είμαστε έτσι όταν όλα πηγαίνουν καλά. Και όλα πηγαίνουν καλά όταν το κοινό είναι ενθουσιώδες. Αγχώνομαι όταν ο κόσμος είναι ήσυχος! Εκτός αν του ζητήσω να κάνει ησυχία...
Την πρώτη φορά παίξατε με τους Legendary Pink Dots, στην Αθήνα. Συνάντησες τον Edward Ka-Spel τότε; Αν ναι, τι πιστεύεις γι'αυτόν; Είναι περίεργος και ιδιοφυής όσο η μουσική του; Έχεις κανέναν δίσκο των Legendary Pink Dots;
Glen Johnson: Δυστυχώς, δε μιλήσαμε αρκετά ώστε να βάλω κάποιο συμπέρασμα. Ήταν πολύ καλός μαζί μου. Όχι, δεν έχω κάποιον δίσκο τους. Έχουν σαξόφωνο. Δεν τα πάω καλά με το σαξόφωνο.
Τι συνέβη με τον τελευταίο κημπορντίστα (Cedric Pin) των Piano Magic; Θυμάμαι ότι αστειευόσουν γι'αυτό στην τελευταία σας συναυλία εδώ. Ποιος παίζει πλήκτρα τώρα στο σχήμα;
Glen Johnson: Η Angele. Άλλωστε, αυτό είναι και το πρώτο όργανο που έμαθε. Δυστυχώς ο Cedric έπρεπε να γυρίσει πίσω στη Γαλλία, αλλά γράφω έναν ακόμα δίσκο των Future Conditional μαζί του. Ανταλλάζουμε μουσικά αρχεία αυτή τη στιγμή, και μόλις τελειώσουν οι συναυλίες στην Αθήνα, θα αφιερώσω αρκετό χρόνο στο project των Future Conditional.
Ποια όργανα θα ήθελες να «κλέψεις» από τη συλλογή του Peter Ulrich και να τα χρησιμοποιήσεις σε επόμενους δίσκους;
Glen Johnson: Όλα!
Ποιος είναι πραγματικά τελειομανής; Εσύ, ο Brendan, ή ο Peter;
Glen Johnson: Στην πραγματικότητα κανένας μας. Ο Peter και ο Brendan ήταν πολύ χαλαροί στις ηχογραφήσεις. Συμμετείχαν στη μουσική χωρίς να δίνουν πολλή σημασία στη λεπτομέρεια. Κι εγώ είμαι πολύ ανυπόμονος για να είμαι τελειομανής. Θέλω αποτελέσματα με την πρώτη- κάτι που δε συμβαδίζει με τους υπόλοιπος Piano Magic. Αυτοί ευχαρίστως θα ξόδευαν χρόνια για να τελειοποιήσουν το κομμάτια τους.
4η φορά στην Ελλάδα. Ποια συναυλία σου έχει μείνει περισσότερο απ'όλες όσες έχετε παίξει εδώ;
Glen Johnson: Αυτές που πρόκειται να παίξουμε θα είναι οι πιο αξέχαστες. Δεν θα έχουμε παίξει ποτέ καλύτερα. Αυτή τη φορά εξαρτάται μόνο απ'το κοινό αν θα διοχετεύσει τον ηλεκτρισμό του.
Η διασκευή στο Advent των DCD που παίξατε την τελευταία φορά στην Αθήνα ήταν υπέροχη! Θα υπάρχουν διασκευές στο επερχόμενο σετ;
Glen Johnson: To "Advent" πάλι; Χα! Όχι, δεν ξέρω. Έχουμε αρκετά κομμάτια για να γεμίσουμε δύο ώρες αν χρειαστεί. Παρ'όλο που έχω την ενέργεια για να το κάνω αυτό, δεν ξέρω. Έχω αρχίσει να γερνάω γι'αυτές τις συναυλιακές ανοησίες. Μάλλον ήρθε η ώρα να κάνουμε μια από Mark Hollis...
Συνέντευξη: Βαγγέλης Γιαννακόπουλος - Κώστας Μπρέλλας
Pages