Nick Cave & the Bad Seeds - Dig!!! Lazarus Dig!!!
01. Dig, Lazarus, Dig !!! 02. Today's Lesson 03. Moonland 04. Night of
the Lotus Eaters 05. Albert goes West 06. We call upon the Author 07. Hold on to
Yourself 08. Lie down Here (& Be My Girl) 09. Jesus of the Moon 10. Midnight
Man 11. More News from Nowhere
29 February 2008 / Mute records
more news from somewhere – an
introduction
Έχουν
περάσει εικοσιτέσσερα χρόνια από τότε που ο κύριος Nick Cave και οι Bad seeds
αποφάσισαν να κατακερματίσουν την έννοια της rock μουσικής ( και όχι μόνο), όπου
με το θράσος της νεότητας – την avant gard διάθεση των Birthday Party – σε
συνδυασμό με την βοήθεια της παραμορφωτικής επίδρασης των χημικών που
πλημμύριζαν το κορμί και το μυαλο τους και μπόλικη απόγνωση, κυκλοφόρησαν το
From her to eternity.
Ένας δίσκος
θρυμματισμένος, σκοτεινός και μινιμαλιστικός όπως τα Blues που παραμόνευαν σε
κάθε γωνιά του μυαλού τους.
Το From her
to eternity ήταν κατά την προσωπική μου γνώμη ένας δίσκος μοναδικός για τη
δεκαετία του ' 80 , όχι γιατί δεν υπήρχαν και άλλοι δίσκοι που ήταν
αριστουργήματα, αλλά γιατί ήταν όπως ένα τούβλο που ρίχνεις σε μια βιτρίνα που
αντικατοπτρίζει το είδωλο σου με σκοπό να το θρυμματίσεις.
Από
τότε κάθε επόμενο βήμα του Nick Cave
και των Bad Seeds ήταν και μια
προσπάθεια να επανακολληθούν τα θραύσματα της μουσικού κόσμου που είχε
καταστραφεί.
Έτσι λοιπόν
μετά από δυόμισι δεκαετίες, με εναπομείναντα από τους αρχικούς Bad Seeds μόνο
τον Mick Harvey, με την νεότητα να έχει αποχαιρετίσει οριστικά τον Cave και τους υπόλοιπους μουσικούς,
κυκλοφορεί ο δέκατος τέταρτος δίσκος τους, το Dig Lazarus dig.Μετά από το
αρκετά πετυχημένο (και με πολύ καλές κριτικές) διπλό άλμπουμ Abattoir blues/The
Lyre of Orpheus,όπου μουσικά προσπάθησαν να συμπεριλάβουν όλη την μυθολογία του Rock and roll, σε
σημείο που θα μπορούσες να πιστέψεις ότι μετά από αυτό το έργο θα μπορούσε να
μπεί μια τελεία στη ζωή των Bad seeds.(Ειδικά με την δημιουργία των Grinderman,
την ούτως η άλλως απασχόληση των άλλων μουσικών σε διάφορα σχήματα, και την
απορρόφηση των Cave και Εllis στην δημιουργία κινηματογραφικών soundtrack)....
The record
.... βέβαια
στη ζωή εκτός από δυσάρεστες διαψεύσεις
υπάρχουν και ευχάριστες.
Μία από
αυτές είναι ότι η ζωή των Bad Seeds συνεχίζεται και η δεύτερη η κυκλοφορία του
Dig Lazarus dig.
Τουλάχιστον
για μένα που μεγάλωσα με τους δίσκους τους όλα αυτά τα χρόνια, είναι συγκινητικό να βλέπεις όλα αυτά τα κουρασμένα παλικάρια να έχουν
τόση διάθεση και κέφι για την μουσική (απαλλαγμένα από οποιοδήποτε άγχος
για επιτυχία η για προβολή στο lifestyle), που φτάνουν να βάζουν πολλούς από
τους νεότερους κάτω.
Μα το Θεό
όλα τα τραγούδια σε αυτόν το δίσκο δεν είναι απλά καλά, αλλά εξαιρετικά.
Από το
εισαγωγικό, χιουμοριστικό Dig Lazarus dig – που προηγήθηκε του άλμπουμ ως
σινγκλ – μέχρι το More news from nowhere ο δίσκος κυλάει όπως το δροσερό νεράκι
για τον διψασμένο.
Ενδιάμεσα
βρίσκουμε τα Today's lesson και Albert goes West που μάλλον θα έπρεπε να
διδάσκονται με τον τίτλο πως μπορούμε να ακουγόμαστε ζωντανοί στο στούντιο
παρακάμπτοντας την κλινική τελειότητα του παραγωγού, το Moonland ένα τραγούδι
που απλά εκστασιάζεσαι με την ανάπτυξη της μουσικής σε συνδυασμό με τα
ηχοχρώματα του Nick Cave – που όσο μεγαλώνει τόσο καλύτερη γίνεται, εκφράζοντας
τέλεια τα συναισθήματα του - , το Night of the Lotus Eaters (το πιο πειραματικό
τραγούδι του δίσκου) με το μουσικό μοτίβο να επαναλαμβάνεται δημιουργώντας σου
μια σκοτεινή ψυχεδελική αίσθηση θυμίζοντας έντονα το ύφος του Proposition, το
We call upon the author με την αυτοσαρκαστική διάθεση στους στίχους και τους
διάφορους δημιουργικούς ήχους που παρεμβάλλονται ( ο Blixa μπορεί να αποχώρησε
από το αστρόπλοιο Βad Seeds αλλά η διάθεση για πειραματισμό υπάρχει), το Hold
on to yourself που μοιάζει εκπληκτικά με το As I sat sadly by herside (από το
Shall we part), μια μικρή κλεψιά στον ίδιο τους τον εαυτό αλλά εντάξει μία
επανάληψη συγχωρείται ούτως ή άλλως, το Lie down here(and be my girl), ένα
ερωτικό κομμάτι από αυτά που έκαναν τον Nick αντικείμενο λατρείας για τις
γυναίκες, το Jesus on the moon έντονα επιρρεασμένο στην μελωδία από τον Leonard
Choen (οι αγάπες δεν ξεχνιούνται) φιλτραρισμένο φυσικά μέσα από την μουσική
πολυπλοκότητα των Bad Seeds, συγκινητικά όμορφο, επιβεβαιώνοντας ότι ο Nick
Cave είναι ο μεγαλύτερος στιχουργός της γενιάς του (οι λογοτεχνικές καταβολές
δύσκολα κρύβονται) και το Midnight man με την σταδιακή κορύφωση της δύναμης που
διαθέτει θα είναι από τα τραγούδια που σίγουρα θα μας ταρακουνήσουν στις
συναυλίες τους τον Ιούνιο.
The epilogue
Προσωπικά
δεν περίμενα ότι μερικοί πενηντάρηδες θα κυκλοφορούσαν έναν από τους καλύτερους
δίσκους της χρονιάς που διανύουμε.
Η αίσθηση
που σου αφήνει το Dig Lazarus dig, είναι ότι τελικά όσο και αν το πιέζεις για
να γράψεις καλή μουσική, αυτό πρέπει τελικά να προέρχεται αβίαστα από μέσα σου,
και σας ομολογώ ότι μετά από άπειρες ακροάσεις αυτού του δίσκου ο Nick Cave και
οι Bad Seeds είναι ένα απύθμενο πηγάδι καλής μουσικής γεμάτης φρεσκάδας.Θα
πρέπει να μπείτε στον κόπο να τον ακούσετε πολλές φορές και προσεκτικά για να
σας αποκαλυφθεί, αλλά όταν γίνει αυτό σας υπόσχομαι ότι ο δίσκος θα κολλήσει
στο μυαλό σας και ίσως βρει και κάποια θεση στην ψυχή σας μαζί με τα άλλα
άλμουμ των Bad Seeds.
Rating: 7,7 / 10
Κώστας Λιμνιάτης
Nick Cave & the Bad Seeds - Dig!!! Lazarus Dig!!! video
Burial - Untrue
1. Untitled / 2. Archangel / 3. Near Dark / 4. Ghost Hardware / 5. Endorphin / 6. Etched Headplate / 7. In McDonalds / 8. Untrue / 9. Shell Of Light / 10. Dog Shelter / 11. Homeless / 12. UK / 13. Raver
HYPERDUB / 05 NOVEMBER 2007
Ο William Bevan εμφανίστηκε στο
μουσικό προσκήνιο ως Burial με το 12΄΄ South London Boroughs. Από τότε η διάθεσή
του ήταν να συμπλεύσει με το hype της εποχής που άκουγε
στο όνομα dubstep.
Και όταν αναφερόμαστε σε αυτόν τον σχετικά νεοσύστατο μουσικό όρο, ουσιαστικά
μιλάμε για μία αναβίωση της trip hop σκηνής του Bristol
με
κάποια garage στοιχεία της
Βρετανικής σχολής και πολύ dub...
Έτσι η Hyperdub (της οποίας
ιδιοκτήτης είναι ο Kode9) μαζί με τον
καλλιτέχνη, δημιούργησαν ένα μυστήριο με την ανωνυμία του τελευταίου, με το να
μην δίνει ζωντανές μουσικές παραστάσεις, ούτε καν ως dj.
Η έξυπνη αυτή πολιτική οδήγησε στην αναγνώριση του project
από
κοινό και μουσικό τύπο με το πρώτο κιόλας album,
ενώ η κυκλοφορία που ακολούθησε είχε ανακηρυχθεί album
της
χρονιάς χωρίς να έχει διανεμηθεί ακόμη. Με ή χωρίς ενστάσεις το Untrue είναι μία πολύ
αξιόλογη δουλεία, αφήνοντας κατά μέρος τις όποιες στρατηγικές ακολούθησε η
εταιρία και ο μουσικός τύπος στην προώθησή του.
Προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουμε τον
δημιουργό πίσω από το μουσικό μυστήριο των Burial,
θα μπορέσουμε να διακρίνουμε έναν πρώην –νυν- «raver»,
όπου πίσω στα 90’s έτρεχε στα περίχωρα του Λονδίνου για
να τον βρει το ξημέρωμα ύστερα από ένα ολονύκτιο rave
party ή σε κάποια αποθήκη στην νότια πλευρά του Λονδίνου. Από
εκείνη την περίοδο η αποκόμιση για την μετέπειτα πορεία του project
του ήταν
τα φωνητικά που ηχογραφούσε, τα οποία τα συνδύασε με άρτιο τρόπο στις trip
hop αποδράσεις. Φτάνουμε στα τέλη της
προηγούμενης δεκαετίας, όπου μέσα σε εκείνον τον μουσικό ορυμαγδό που
επικρατούσε στο Λονδίνο, όντας σε ένα μεταβατικό στάδιο μετά την πτώση της
σκηνής του Bristol, γνωρίζει τον ήχο του Justin Broadrick
ως Techno Animal και του Mick Harris ως Scorn, κυρίως όμως ο
πρώτος τον επηρεάζει πιο άμεσα λόγω των hip hop καταβολών του. Ενώ
την ίδια περίπου περίοδο σημαντικό ρόλο παίζουν και μουσικοί της drum n’ bass σκηνής όπως ο Photek, ειδικά με το Modus Operandi. Φτάνουμε έτσι λοιπόν επαγωγικά στον ήχο των
Burial και ειδικότερα στο Untrue.
Ασφαλώς αυτό που αποπνέει από το album,
είναι ένας στοχαστικός νατουραλισμός, μια ουσιαστική έκφραση του καλλιτέχνη στο
τι αντιπροσωπεύει το Untrue.
Σεβόμενος όχι μόνο τις μουσικές καταβολές του, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό,
έναν εαυτό που δεν είναι όψιμος σε αυτό που πράττει, αλλά η ζύμωση που έχει
προηγηθεί στην διαμόρφωση του μουσικού χαρακτήρα, πιστοποιούν ότι το Untrue είναι ένα αγαστό
καλλιτέχνημα. Η ατμόσφαιρα και η διάθεση που πηγάζετε ακούγοντας το album
στην
ολότητά του είναι συγκλονιστική, ενώ η σωστή χρησιμοποίηση των φωνητικών, τόσο
ανδρικών όσο και γυναικείων, κάνουν την ακρόαση του κάτι παραπάνω από ένα
ευχάριστο μουσικό διάλειμμα. Μόνο μία μελωδία από το In McDonalds μπορεί να σε αιχμαλωτίσει, όπως και το ίδιο
συμβαίνει με το Archangel κάνοντας σε να
αναρωτιέσαι εάν πρέπει να αρχίσεις να κινείς το κορμί σου στο ρυθμό που σε
παρασέρνει ή να μείνεις ακίνητος σωματικά αναδιπλώνοντας το πνεύμα σου…
Μπορεί τον William Bevan να μην τον γνωρίζουν
ως μουσικό πάνω από πέντε άτομα –εξαιρουμένου της οικογένειας του, όπως ο ίδιος
υποστηρίζει- αλλά είμαι πεπεισμένος ότι με κυκλοφορίες όπως αυτή του Untrue, θα γίνει γνωστή η
μουσική των Burial
σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα –ελέω και του promotion
που τον στηρίζει.
Νίκος Τσίνος
Hot Chip - Made in the Dark
01.Out At The Pictures, 02.Shake A
Fist, 03.Ready For The floor, 04.Bendable Poseable, 05.We're Looking For A Lot Of Love, 06.Touch Too Much, 07.Made In
The Dark, 08.One Pure Thought, 09.Hold On, 10.Wrestlers, 11.Don't Dance,
12.Whistle For Will, 13.In The Privacy Of Our Love
5 February 2008 / DFA
Ωραία περίπτωση συγκροτήματος οι Hot Chip... Μετρώντας ήδη
μία οκταετία ζωής, κατάφεραν με το ντεμπούτο άλμπουμ τους “Coming On Strong”
του 2004 να προσελκύσουν το ενδιαφέρον της μουσικής βιομηχανίας και ένα
πολυπόθητο συμβόλαιο με την DFA στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η συνέχεια
λίγο-πολύ γνωστή. Το “The Warning” του 2006 αποθεώθηκε -δικαιολογημένα- από το
σύνολο σχεδόν των κριτικών, τους έβαλε στις περισσότερες λίστες με τα καλύτερα
της χρονιάς και άνοιξε διάπλατα τις λεωφόρους της επιτυχίας. Οι Βρετανοί
μουσικοκριτικοί βρήκαν το συγκρότημα που για νιοστή φορά θα σώσει το
ηλεκτρονικό γόητρο του νησιού, η καθολική αποδοχή των LCD Soundsystem (στους
οποίους, ειρήσθω εν παρόδω, συμμετέχει το μέλος Αl Doyle) αποτελεί το ιδανικό όχημα για την κούρσα της επιτυχίας και το
τρίτο άλμπουμ “Made In The Dark” καταφθάνει γεμάτο όνειρα και προσδοκίες. Σαν
παραμύθι...
Και όπως κάθε
παραμύθι που σέβεται τον εαυτό του, ξεκινάει καλά. Το πρώτο κομμάτι Out At
The Pictures ξεκινάει ακριβώς από το σημείο που τελείωσε το The Warning.
Ένα γρήγορο, χορευτικό, αρκούντως εθιστικό κομμάτι που δεν αργεί να βάλει τον
ακροατή στο παιχνίδι, προμηνύοντας μία (τουλάχιστον) απολαυστική επόμενη ώρα. Η
αίσθηση αρχίζει να χαλάει στην πορεία. Το Shake A Fist (ομολογουμένως
παράξενη επιλογή για πρώτο single) ξεκινάει με ρυθμούς τεμπέλικους εως...
ανατολίτικους για να καταλήξει σε ένα θορυβώδες, αυτοσχεδιαστικό ηλεκτρονικό
όργιο, το οποίο όμως πιο πολύ γεννάει την αίσθηση ότι απλά... παίρνεις μάτι τις
δυνατότητες της μπάντας στο στούντιο παρά ότι συμμετέχεις σε ένα ολοκληρωμένο
μουσικό έργο. Το δεύτερο single Ready For The Floor επιτείνει αυτή την
αίσθηση της ανισότητας, ένα άνευρο και ανούσιο κομμάτι που αναλώνεται σε φτηνά
pop τεχνάσματα και γλυκανάλατες ασκήσεις διπλών φωνητικών. Γίνεται πλέον σαφές
ότι η ακρόαση έχει εν πολλοίς χάσει τον απολαυστικό χαρακτήρα της και λαμβάνει
τον χαρακτήρα της παρακολούθησης ενός αγώνα πάλης των αντικρουόμενων όψεων της
μπάντας μεταξύ τους.
Τα τραγούδια που ακολουθούν σε σπάνιες περιπτώσεις ξεφεύγουν
από τον απλό χαρακτηρισμό ως “συμπαθητικά”. Διαθέτουν μεν αρχή μέση και τέλος
και ρυθμολογία που περνάει τη βάση, αλλά επιδίδονται συχνότατα σε άσκοπες
φωνητικές απόπειρες που κουράζουν και μπερδεύουν. Εκεί κρύβεται εν πολλοίς και
ένα από τα μεγαλύτερα αγκάθια του “Made in the dark” : στα άνευρα και
αποπροσανατολισμένα φωνητικά του. Εξαιρετικά για τις ήπιες μπαλάντες τους
(ειδικά το ομώνυμο Made In The Dark είναι ένα γλυκό, τρυφερό κομμάτι που
γεννάει την έντονη αίσθηση ότι κάπως έτσι θα ήθελαν να είναι ολόκληρος ο δίσκος
τους), δένονται σαν άγκυρα στα περισσότερα από τα άλλα τραγούδια, εμποδίζοντάς
τα να απογειωθούν. Δεν λείπουν οι ωραίες στιγμές, φυσικά. Το Hold On
είναι ένας εξάλεπτος δυναμίτης που αποδεικνύει πόσο καλό κάνει η παρέα με τον
κύριο Μurphy των LCD, ενώ τόσο το Touch Too Much όσο και το One Pure
Thought φανερώνουν ότι εύκολα μπορούν να στήσουν ένα ωραίο τραγούδι και
είναι κρίμα που η πορεία του δίσκου τους προδίδει. Τους προδίδει γιατί στην προσπάθειά τους να παντρέψουν ένταση και
μελωδία, ρυθμό και δυναμικότητα ξέχασαν ότι το σύνολο δεν ισούται πάντα με το
άθροισμα των επιμέρους τμημάτων, ότι η έλλειψη συνοχής και προσανατολισμού
απογυμνώνει συναισθηματικά την προσπάθειά τους, ότι η αμηχανία είναι εμφανής σε
περισσότερα σημεία απ' όσα θα έπρεπε και ότι οι καλές στιγμές δεν μπορούν να
απαλύνουν την αίσθηση ότι το άλμπουμ μπορούσε να είναι πολύ καλύτερο.
Λένε ότι αν μία γυναίκα πει για έναν άνδρα “είναι καλό
παιδί”, τότε όχι μόνο ερωτικά δεν τον βλέπει, αλλά μπορεί κιόλας να τον θεωρεί
νερόβραστο. Σίγουρα ο απλουστευμένος αυτός αφορισμός δεν έχει 100% ισχύ στους
Hot Chip, έλα όμως που έρχεται με αυξημένη συχνότητα το συναίσθημα εκείνο που
δε σε αφήνει να τους λατρέψεις και δεν ξέρεις και το γιατί, από πάνω... Ίσως
και να σε στενοχωρεί κιόλας αυτό. Δεν είναι προβλέψιμη η μουσική τους, κάθε
άλλο. Οι εναλλαγές και οι διακυμάνσεις είναι παρούσες, τα συναισθήματα δεν
απουσιάζουν και τελείως, ενώ η προσπάθεια είναι εμφανής σε κάθε κομμάτι, στίχο
και νότα τους. Προβλέψιμο καταλήγει να είναι το συναίσθημα που σου αφήνουν, η
αίσθηση ότι αυτό που άκουσες δεν πρόκειται να σου λείψει, ότι το κουμπί του
repeat δε θα πατηθεί, ότι έχεις μία ομάδα που μπορεί να παίξει φουλ επίθεση και
κλείνεται στην άμυνα, σε ένα παιχνίδι που (έπρεπε να) είναι δικό της. Κατέληξαν
έτσι σε έναν δίσκο clean-cut και πολιτικά ορθότατο, πλην όμως άνισο και
κατώτερο σε γενικές γραμμές από το “Warning”. Για να μην παρεξηγηθούμε, ο
δίσκος δεν είναι κακός και οι Hot Chip δεν παύουν αν είναι συγκρότημα του
οποίου κάθε κυκλοφορία αξίζει την προσοχή, γιατί είναι γνωστή η αξία και η
δυναμική τους. Το ότι οι δυνατότητές τους δεν βρήκαν την τέλεια διέξοδο στο
“Made In The Dark” δεν σημαίνει κιόλας ότι είναι ανύπαρκτες. Είπαμε, είναι καλά
παιδιά, δε μπορείς να τους κρατήσεις και κακία...
Rating: 6,5 / 10
Κωνσταντίνος Γούλας
Hot Chip - ready for the floor video
The Magnetic Fields - Distortion
Three-Way / California Girls / Old Fools / Xavier Says / Mr. Mistletoe / Please Stop Dancing / Drive On, Driver / Too Drunk To Dream / Till the Bitter End / I'll Dream Alone / The Nun's Litany / Zombie Boy / Courtesans
25 January 2008 / Nonesuch records
Φαντάζομαι
ότι υπάρχει ένα μεγάλο σύνολο ανθρώπων που άργησαν να έρθουν σε επαφή με τον
ιδιαίτερο κόσμο του Stephin Merritt και των Magnetic Fields. Κι όταν αυτό έγινε, κατά το 1999,
έγινε με ένα θαυμάσιο τριπλό δίσκο το "69 Lovesongs". Τόσα πολλά και τόσο όμορφα
κομμάτια μαζεμένα δεν είναι συνηθισμένο πράγμα στη δισκογραφία. Η αλήθεια είναι
ότι όταν θες να μιλήσεις για τον έρωτα, τις αθεράπευτες, γλυκές και
δακρύβρεχτες επιδράσεις του, λες πολλά. Άντε να τα πεις όμως τόσο καλά. Κι εκεί
που πήγαινες να χαθείς στη μελαγχολία αυτού του συνόλου, σε ξύπναγαν οι
ειρωνικές ματιές και τα καθόλου κρυφά κοροϊδευτικά γελάκια που πετάγονταν διαρκώς
στους στίχους. Ενδεχομένως να μας δούλευε λίγο ο κύριος Merritt όπως νομίζω ότι πάντα κάνει, αλλά
ειδικά στη συγκεκριμένη κυκλοφορία δεν άφηνες τίποτα να σου το χαλάσει. Το 69 Lovesongs είναι ταυτόχρονα η τυφλή υπακοή και
η αμφισβήτηση σε κάθε έκφανση της παντοδυναμίας των συναισθημάτων. Ο ύμνος του
αντι-ερωτικού και η σημαία του ονειροπαρμένου, σε ένα, ή μάλλον σε τρία, με αμφότερους
να αναγνωρίζουν και τις δύο εκδοχές. Και είναι τόσο άμεσο που απλά το αγαπάς.
Από εκείνο
το σωτήριον έτος λοιπόν μέχρι και σήμερα, οι πολλοί καινούργιοι φίλοι των Magnetic Fields, αφού σάρωσαν την προηγούμενη
αξιοσέβαστα μεγάλη δισκογραφία τους και κράτησαν ότι μπορούσαν να σηκώσουν
από τη γενική συναισθηματική ανισορροπία της μουσικής τους, περίμεναν την
επόμενη κίνηση. Μην ξεχνάτε ότι τα 90’s τελείωναν και όλοι έφτιαχναν αγωνιωδώς αποσκευές για τη νέα
δεκαετία, με τους αμέτρητους ειδικούς να προβλέπουν ότι από δω και πέρα στο
μαγαζί, μια καλογυαλισμένη βιτρίνα με φτηνές απομιμήσεις παλιών ακριβών έργων
τέχνης θα κρύβει τα άδεια ράφια του εσωτερικού. Οι ματιές προς τις κινήσεις του
Stephin
Merritt
μειώνονταν όσο οι
δουλειές του με τους Gothic Archies, τους 6ths και τους Future Bible Heroes έμεναν στην αφάνεια. Το “i” του 2005 ήταν, λένε (οι ακόμα πιο
αμέτρητοι ειδικοί), τυπικό καλό Magnetic Fields άλμπουμ. Μεταξύ μας, κυρίως οι τύψεις
και η συμπάθεια προκαλούν συνήθως αυτό το σχόλιο.
Και για να έρθουμε
στο θέμα μας, όταν πλέον το άγχος για τη μουσική ταυτότητα των 00’s έγινε «δε βαριέσαι», ο Merritt και το συγκρότημά του ξαναβρήκαν την
αφάνεια που χρειάζονται για να εμπνευστούν, και το 69 Lovesongs έγινε για τα καλά παρελθόν, η αφορμή
βρέθηκε και κυκλοφόρησε το Distortion. Αλλά πολύ distortion. Και όχι με κάποιο σαρκαστικό /
μεταφορικό / merritt – ικό τρόπο, αλλά με την κυριολεκτική σημασία που μας
εξήγησαν οι Jesus and Mary Chain του Psychocandy. Παραμόρφωση όχι σε τίποτα
διαταραγμένες χαοτικές κιθάρες, αλλά στην κιθάρα, το ακορντεόν, το πιάνο, τα
ντραμς, ακόμα και στη φωνή. Καλό έτσι; Ηλεκτρική ομίχλη, μέσα στην
οποία αναγνωρίζει κανείς εύκολα το γνώριμο ύφος των Magnetic Fields, θα ακούγονταν δηλαδή μια χαρά εάν
βρίσκονταν σε κάποιο άλλο δίσκο τους, θα ήταν ωραίες στιγμές μάλιστα. Ίσως
μάλιστα να έφτιαχναν και ένα τυπικό καλό Magnetic Fields άλμπουμ…
Ο Stephin Merrit ανήκει στην κατηγορία των «ιδιοφυών»
μουσικών, μια έννοια που τώρα που το σκέφτομαι, ήρθε αρκετά πιο μετά από τον Syd Barret, ή τον Peter Hammil. Η έννοια που έχω προσδώσει
προσωπικά σ’αυτή τη βαρύγδουπη ονομασία είναι ότι πρόκειται για μουσικούς που
σε μπερδεύουν με τον τρόπο του ο καθένας, κάνοντάς το να φαίνεται το πιο απλό
πράγμα στον κόσμο. Ο συγκεκριμένος το καταφέρνει κυρίως με στίχους, και αυτή τη
φορά με όλη την ηχητική ιδέα του Distortion. Για παράδειγμα το Please stop dancing in my head, είναι μια έξυπνη εναλλαγή στίχων μεταξύ
Merritt
και Shirley Simms, πάνω
σε μια πολύ όμορφη μελωδία. Ο θόρυβος που ντύνει κάθε ήχο αλλάζει τα πάντα, το
feedback στην κιθάρα
οργιάζει, ενώ τα τύμπανα σε πάνε στις θαυματουργές παρεμβάσεις του Martin Hannett. Η γλυκιά ζαλάδα που μένει στο
κεφάλι σου μετά την ακρόαση του Psychocandy επέστρεψε σε εξίσου καλή εκδοχή,
από έναν μουσικό που θα φανταζόταν κανείς ότι έδειχνε αποστροφή για καθετί που
χάλαγε τον φυσικό ήχο των οργάνων και τη μίνιμαλ αίσθηση ενός μελαγχολικού
κομματιού.
Ο κόσμος
των Magnetic Fields είναι εδώ. Το Old Fools, μια μελαγχολική μπαλάντα που όπως
πάντα δεν ξέρεις πώς ακριβώς να την πάρεις. “Old rules
take a backseat to
new romancing”, Old fools, new lovers, αλλά ο Stephin είναι σίγουρα ο τελευταίος που θα τη δει Morrissey. Ελπίζω δηλαδή. Το California Girls, κάνει ουσιαστικά την αρχή μετά το instrumental με τον πονηρό τίτλο Three Ways, και είναι απ’τα αγαπημένα μου.
Σημαντική προσφορά στο δίσκο η φωνή της Shirley Simms, με τρομερά ταιριαστό τρόπο στο να
τραγουδάει με το ύφος κάθε κομματιού. Ο Merritt βγάζει το άχτι του, η μελωδία σου
κολλάει αμέσως, και… distortion.
“ i gotta get too
drunk to dream because dreaming only makes me blue”, αφού πρώτα έχει γίνει μια περιεκτικότατη σύγκριση μεταξύ sober και shit-faced. Η pop των 60’s αφού δέχτηκε ένα ισχυρό ηλεκτροσόκ,
έγινε το όχημα για να εκφραστεί μέσα απ’το Too drunk to dream άλλη μια
στιχουργικά ευρηματικότατη σύνθεση. Το Till the bitter end είναι η πιο ενδιαφέρουσα ερμηνεία της Simms, η οποία γίνεται ο θηλυκός Merritt ως προς τη θεατρικότητα και την
τραγικότητα της διήγησης, ερωτική εξομολόγηση που απαντάται στην μεγαλειώδη
απογοήτευση του I’ll dream alone.
Πολλές
ωραίες ιδέες, πολλές διαφορές στο ύφος, διαφορετικά συναισθήματα και πανέξυπνοι
στίχοι. Ο θόρυβος είτε είναι το πείραμα, είτε η φάρσα, είτε η δοκιμασμένη –από
άλλους- συνταγή, φτιάχνει τελικά μια ωραία αντίθεση με την καθαρότητα των φωνών
και των μελωδιών. Σκουραίνει κι άλλο τα χρώματα του Drive on, Driver, τονίζει
τη glam αίσθηση
του Zombie Boy, και δίνει χαρακτήρα σε ένα δίσκο
που πρόκειται σίγουρα να κερδίσει πολλούς και διαφορετικούς.
Οι Magnetic Fields δε βάζουν σφραγίδα σε εποχές, αλλά
διαβολικά παίζουν με το χαρακτήρα της καθεμιάς. Στο Distortion έφτιαξαν κομμάτια που ανήκουν και
δεν ανήκουν στη μουσική τους, με ήχο αναγνωρίσιμο σε όλους τους φαν τους και
ταυτόχρονα πιο μακρινό από κάθε άλλη δουλειά τους. Ακόμα και 13 Lovesongs να έψαχνε κάποιος στο Distortion θα τα έβρισκε. Τα πράγματα είναι
τόσο απλά, βαθειά και απόλυτα μουσικά. Οι Magnetic Fields είναι το μπέρδεμα που σου αφήνει μια
πρώτη εντύπωση, οι κουβέντες που τα μπλέκουν ακόμα περισσότερο και το αυθόρμητο
γέλιο όταν ανακαλύπτεις ότι τελικά ήταν τόσο απλό. Έχετε πολλές ουσιαστικότερες
και πιο αληθινές προτάσεις για την εποχή μας;
Rating: 7,7 / 10
Βαγγέλης Γιαννακόπουλος
comments & discussion
V/A - Konkrete - Compilation CD vol.1
1. Subheim - Howl
/ 2. Fabrics - All Rights Reversed
/ 3. Flaque - Black Shadows In the Fog
/ 4. Psytech - Finding Yeesha (rmx by Subheim)/
5. Mobthrow - Deathstep
/ 6. Ytrium - Zeitlicht
/ 7. Desperation & Fugue - Half Of The Truth
/ 8. Detritus - Lead Balloons
/ 9. Throttler & Track Killer - Against The Machines
/ 10. Xsoz - Please Wait
/ 11. Ah Cama-Sotz - Depth Charge
Spectraliquid - December 2007
Όταν πριν ένα χρόνο ανακοινώθηκε πως θα ερχόταν στην Αθήνα ο Ah
Cama-Sotz, είχα σχεδόν
κατουρηθεί απ’ τη χαρά μου. Κόλλημα χρόνων. Είναι ένας από τους Masters.
Σε εκείνο το live γνώρισα τον Κώστα (Subheim)
και νομίζω το ίδιο βράδυ, και τον Άγγελο (Mobthrow)
από την νέα ομάδα «Spectraliquid» που είχε αναλάβει
την διοργάνωση. «Πιτσιρίκια», είπα μέσα μου. Έχω συνηθίσει να βλέπω τα
πιτσιρίκια να παρασύρονται από τον συρμό της εκάστοτε εποχής και αυτή η
διαφοροποίηση μου άρεσε. Χάρηκα διπλά. Μία για τη φοβερή βραδιά και μία για
τους νέους φίλους.
Οι
μήνες πέρασαν, γνώρισα και την Κάτια (Katja) που κοίτα να
δεις!... είναι γειτονάκι μου. Κάποια στιγμή (δεν θυμάμαι αν μου το είπαν τα
παιδιά ή κάποιος άλλος) έμαθα πως σκέφτονται να κυκλοφορήσουν μια συλλογή. Με
τις συλλογές να πω την αμαρτία μου, είμαι επιφυλακτική. Έχουν καταστρέψει κόσμο
και κοσμάκη αλλά από την άλλη υπήρχε αυτή η ανάγκη να επικοινωνήσουν τα όνειρα
τους. Κάπου εδώ πρέπει να πω ότι πέρα από την διοργάνωση events,
τα παιδιά είχαν οραματιστεί και την δημιουργία ενός label.
Έτσι χρειαζόντουσαν ένα ας μου επιτραπεί ο όρος, sampler.
Κάτι να οριοθετήσει τις επιλογές τους.
Τα
κομμάτια συγκεντρώθηκαν, «δέθηκαν», έγιναν συλλογή. Η συλλογή βαφτίστηκε Konkrete, μπήκε σε digipack
συσκευασία και η κυκλοφορία της ανακοινώθηκε στα τέλη του Δεκέμβρη που μας
πέρασε. Στα χέρια μου την πήρα μέσα Γενάρη του τρέχοντος, σε μια συνάντηση
αστραπή με τον Άγγελο μέσα στο Bios. Μόλις είχαμε βγει
από Spyweirdos και Murcof,
κρυώναμε αλλά χοροπηδούσαμε από χαρά. Mε τα χέρια γεμάτα CD
και το μυαλό γεμάτο εικόνες και ήχους, πήρα την Nancy αγκαζέ και βγήκαμε
για ταξί. Πού πηγαίναμε; Δεν θυμάμαι.
Λοιπόν
αυτή η συλλογή έχει 11 κομμάτια. Το πρώτο το υπογράφει ο Subheim, το τελευταίο το
υπογράφει ο Ah Cama-Sotz.
H Katja κάνει
φωνητικά στο κομμάτι του Subheim
αλλά και στο όγδοο, του Detritus
που είναι ένα από τα αγαπημένα μου. Το άλλο αγαπημένο μου είναι το πέμπτο κατά
σειρά, του Mobthrow.
Όμως τι σημασία έχουν οι δικές μου, υποκειμενικές προτιμήσεις σε ένα σύνολο
κομματιών που όχι μόνο είναι δυνατά και αυτόνομα αλλά και υπέροχα δεμένα μεταξύ
τους; Γιατί τι νόημα ύπαρξης έχει μια συλλογή αν δεν μπορείς να την ακούσεις
από την αρχή έως το τέλος με την ίδια αγάπη; Πρέπει η ροή να είναι ομαλή, η
ενέργεια του ενός ήχου να μεταφέρεται στον επόμενο και το μυαλό σου να μπορεί
να μένει πάνω στο ίδιο κύμα. Σε αυτό που σε σήκωσε πάνω του, που σε ωθεί και
παίζει μαζί σου και που θα σε βγάλει στην ακτή. Και αυτό η Konkrete το έχει. Και με το παραπάνω.
Καλύπτει
όμως ξεκάθαρα και το δεύτερο ζητούμενο του label.
Δείχνει τους χώρους που θέλει να κινηθεί η «Spectraliquid».
Dark Ambient, IDM,
Technoid, Triphop, Experimental Noise, D'n'B
από ονόματα κατά βάση «άγνωστα» αλλά με δυνατή υποστήριξη από περισσότερο
«γνωστά» (Flaque, Detritus, Ah Cama-Sotz).
Και τελικά αυτό είναι το ενθαρρυντικό στοιχείο της υπόθεσης. Για αυτό η Konkrete δεν είναι κατά την
άποψη μου, απλά μια ακόμη κυκλοφορία αλλά μια άριστη κυκλοφορία! Νέοι
καλλιτέχνες σε αρμονική συνεργασία με τους παλιούς και με ξεκάθαρα οράματα που
μπορούν να τα μοιραστούν μαζί σου δίχως παραμορφώσεις, δίχως κακοποίηση του
ήχου αλλά με καθαρή ροή ενέργειας και κυρίως με εκλεπτυσμένη αισθητική.
Κλείνω με μια εικόνα και μια ευχή. I bow in prayer before the Muse. May she always stay by your side.
Rating: 8,5 / 10
Λυδία Οικονόμου
http://www.spectraliquid.com - http://www.myspace.com/spectraliquid
http://myspace.com/subheim
http://myspace.com/fabricsgr
http://myspace.com/flaque - http://www.flaque.de
http://myspace.com/mobthrow
http://myspace.com/detritusdave
http://www.endogenous.co.uk
http://myspace.com/djthrottler
http://myspace.com/datrackkiller
http://myspace.com/xsoz
http://myspace.com/ahcamasotzbatsandcats - http://www.ahcama-sotz.com
http://myspace.com/katjaspectraliquid
comments & discussion
Ηooverphonic - The President Of The LSD Golf Club
01. Stranger/ 02. 50 Watt/ 03. Expedition Impossible/
04. Circles/ 05. Gentle Storm/ 06. The Eclipse Song/ 07. Billie/ 08. Black
Marble Tiles/ 09. Strictly Out Of Phase/ 10. Bohemian Laughter
Pias / EMI - December 2007
Έτος 2008 και εγώ βλέπω ενα πολυ ωραίο γραφιστικά εξώφυλλο,των
Ηooverphonic.
Αστροναύτες σ’ενα mix
από rollercoaster,
ασπρόμαυρο όμως και κάπως βρώμικο. Χμμμ...σκέφτομαι...μαλλον ταξιδιάρικο θα
είναι. Παρακάτω το μάτι μου πέφτει στον τίτλο του album “The President Of
The
LSD
Golf
Club” και απορώ! Επειδή
λειτουργώ και κάπως ετεροχρονισμένα γενικά, μετα απο 2’ αρχίζω να γελάω
ασταμάτητα γιατί μου φάινεται τόσο ευφάνταστος τίτλος! Και σκέφτομαι παππούδες ντυμένους
στη τρίχα, με τα καρώ πουλοβεράκια τους, χαμογελαστούς απο το trip του LSD να κεντράρουν σε πλάνο με slow motion και τελικά ο προορισμός του
μπαλακίου... να ‘ναι στο καμπαναριό!
Οι Hooverphonic μέσα σ’ αυτο το
σκηνοθετικό μου παραλήρημα βρίσκονται σε ένα γυάλινο κουτί, στη μέση του
ηλιόλουστου καταπράσινου golf field και φτιάχνουν το soundtrack αυτού του
τριπαρισμένου τουρνουά.
“Strangers”
για έναρξη, δένει πολύ με το ηλιόλουστο golf field, γλυκιά και γνώριμη η φωνή της Geike
Arnaert, ήχος με βασικό
πάτημα στη trip
hop, πιανάκι,
κιθάρες ολα extended
και φωνή που δεν αποκόβεται, αλλα ενσωματώνεται πλήρως...όχι κακό
σκέφτομαι...Ακολουθεί το “50 watt”
που προσωπικά ξεχωρίζω για την ώρα, για τα πιο αισθησιακά φωνητικά που
ουσιαστικά απαγγέλουν. Αρκετά funky, με πάει πίσω σε πολυ γνώριμους pop/ indie ήχους. Δεν εντυπωσιάζομαι ακόμα
όμως. “Expedition Impossible”, δυναμική κιθάρα, κάτι απο Doors, ψυχεδελικά keyboards, κιθάρες… εδώ μου
έρχεται στο μυαλό το rollercoaster του εξώφυλλού τους και αισθάνομαι πως
ο συνήθης ύποπτος δημιουργός Allex
Callier έπιασε απο τον λαιμό
την κακομοίρα την Geike και της είπε «εμεις
θα παίζουμε βρώμικα, εσύ πρέπει να τραγουδήσεις όσο πιο γλυκά μπορείς μήπως και
το σώσουμε λίγο». Συνεχίζοντας να το ακούω δεν βρίσκω λόγο να αναφέρω τα
επόμενα κομμάτια, τα βλέπετε και πιο πάνω στο tracklist εξάλλου.Περνάω μέσα
απο ήχους trip
hop, shoegaze, funk, λίγο electronica, ψυχεδέλεια 60’s…όλα αυτά..αναπαραγωγή
προηγούμενων χιλιοειπωμένων. Σούμα δηλαδή. Σκέφτομαι πως γίνεται να είναι τόσο chill out στο σύνολο και να έχω
πονοκέφαλο?
Το “Gentle
Storm”
ίσως να ήταν πράγματι το μόνο που άξιζε για single όπως επίσης credits δίνω στο “Bohemian
Laughter”, closing track του album, λόγω του οτι είναι πιο
σκοτεινό, προκλητικό και δηλώνω την αμέριστη μου συμπαράσταση στην Geike που νιώθω ανάμεσα στους στίχους του να
λεει «Μπορει να μου βγάλατε το λάδι μόνο και μόνο για την προβολή των μουσικών
σας επιρροών και δεξιοτήτων, μπορεί και να πάρω πόδι στον επόμενο δισκο, αλλα αυτο το τραγούδι το
χάρηκα πολυ!!! »
Γενική εικόνα : Γυάλινο σπίτι..μέσα στο golf field με τους χαρούμενους παππούδες
και τον πρόεδρο τους (μαλλον είναι και οι μόνοι πραγματικά ευτυχισμένοι της
υπόθεσης) οι Hooverphonic κλεισμένοι σερί
μερόνυχτα, να τζαμάρουν με τις κιθάρες τους και το μπασο τους, απειλούμενη η Geike
Arnaert να τραγουδάει καθε
φορά που ο Callier και ο Raymond
Geerts τελειώνουν κάποια
σύνθεση, μα είτε μαγειρεύει είτε κρατάει το σεσουάρ της και φυσικά να μην είναι
ευχαριστημένοι γι’ αυτό μπαίνουν σχεδόν πάντα απο πίσω της με backing vocals. (Αυτό μου άρεσε..δεν μπορώ να πώ).
Τελικά μπορεί να είναι στη σφαίρα της φαντασίας μου όλη αυτή
η ποπ ίντριγκα, αλλα δυστυχώς δεν μου φαίνεται δεμένο. Εκείνοι ευθύνονται για
το σενάριό μου. Κρατάω λοιπόν αυτην την υπέροχη είκόνα στο γήπεδο του golf και το “The
President Of
The
LSD
Golf
Club”
ως μουσικό χαλί για τις δουλειές του σπιτιού που παραμέρισα.
Rating: 6 / 10
Κατερίνα Ρουχίτσα
Steve Jansen - Slope
GRIP / SLEEPYARD / CANCELLED PIECES /
DECEMBER TRAIN / SOW THE SALT / GAP OF CLOUD / PLAYGROUND
MARTYRS/ A WAY OF DISAPPEARING / BALLAD OF A DEADMAN /
CONVERSATION OVER / LIFE MOVES ON / PLAYGROUND MARTYRS
[reprise]
Samadhisound / December 2007
To όνομα Steve Jansen μπορεί να μην λέει κάτι σε αρκετούς και θα το παραδεχτώ… Ημουν
και γώ μια από αυτούς. Μαζί με το δισκάκι όμως, έσκασε και η απαραίτητη
πληροφορία και το μυστήριο λύθηκε: Ο Steve Jansen είναι ο αδερφός του David Sylvian, συνιδρυτής και drummer των θρυλικών Japan! Η μουσική του καριέρα δηλαδή, ξεκίνησε πριν
από 30 περίπου χρόνια και ενώ το όνομα του ίσως να μην είναι τόσο γνωστό, η
δουλειά του είναι εξαιρετική και παραπάνω από οικεία.
Τον
χαρακτηρίζουν ως τον σιωπηλό και ιδιαίτερα δημιουργικό συνεργάτη του Sylvian, και κάνοντας ένα μικρό research στους δίσκους του Sylvian και στο internet διαπίστωσα ότι όντως είναι ένας
ιδιαίτερα χαρισματικός μουσικός, αφού εκτός από drummer / percussionist παίζει και πειραματίζεται με πάρα
πολλά ακόμα μουσικά όργανα.
Πέρα από
τους Japan και τα μετέπειτα projects τους (Rain Tree Crow, Nine Horses), έχει συνεργαστεί με μια πλειάδα μουσικών δισκογραφικά (No-Man, Annie Lennox, Perry Blake, Mandalay, etc)
αλλά και συνοδεύοντας τους σε live εμφανίσεις. Αξιοσημείωτες είναι οι συνεργασίες του
με τους Ryuichi Sakamoto και Yukihiro Takahashi (των Yellow Magic Orchestra) και έχει κυκλοφορήσει αρκετούς
ορχηστρικούς δίσκους μαζί με τον Richard Barbieri, τον κιμπορντίστα των Japan.
Παρ’ολο λοιπόν που είναι τόσα χρόνια κάπου εκεί γύρω ο Jansen, το Slope είναι ουσιαστικά το ντεμπούτο του σόλο άλμπουμ και το κυκλοφόρησε τώρα παρουσιάζοντας έναν τέλειο συνδυασμό εφευρετικών ρυθμών, περίπλοκου programming και ζεστών συγκινητικών ερμηνειών από τους Tim Elsenburg
(Sweet Billy Pilgrim),
Thomas Feiner, Anja Garbarek,
Nina Kinert, David Sylvian,
Theo Travis και Joan Wasser
(Joan As Policewoman).
Μελωδίες και ηλεκτρονικές σταγόνες όλων των μεγεθών
πέφτουν πάνω σε ρυθμούς φτιαγμένους με μια ιδιαίτερη μαεστρία, χροιές φωνών τις οποίες ακούς και νοιώθεις να
σου ζεσταίνουν το αυτί.
Οι
συνθέσεις είναι σφιχτά δεμένες μεταξύ τους έχοντας δημιουργήσει ένα μοναδικό
τοπίο γεμάτο μελαγχολία, μυστήριο, σκοτάδι, ευαισθησία, ακόμα και ρομαντισμό,
το οποίο νιώθεις ότι έχεις εξερευνήσει σπιθαμή προς σπιθαμή μόλις το άλμπουμ
τελειώνει, αλλά παρ’ όλα αυτά θέλεις να ξαναγυρίσεις εκεί, ξανά και ξανά.
Το πρώτο
μέρος που συναντάς στο ηχητικό τοπίο που ονομάζεται Slope, είναι το Grip. Ένα minimal ηλεκτρονικό track με κάποια jazz στοιχεία τοποθετημένα διακριτικά
πάνω στα χαμηλά ρυθμικά patterns. Το Grip είναι εντυπωσιακά σύγχρονο και σε σημεία
πρωτοποριακό, και αυτό όχι μόνο λόγω ενορχήστρωσης αλλά και λόγω του τρόπου με
τον οποίο είναι δομημένη η παραγωγή.
Το Sleepyard που ακολουθεί, είναι ακόμα πιο
ονειρικό και σ’ αυτό βοηθάει η φωνή του Tim Elsenburg που είναι σαν να σέρνει νωχελικά
τους στίχους, δίπλα στους γυαλιστερούς ήχους ενός Rhodes ηλεκτρικού πιάνου. Εδώ, όπως και σε
άλλα σημεία του άλμπουμ, υπάρχουν κοινά σημεία με τις solo δουλείες του David Sylvian, όχι μιμητικά, αλλά με μια αίσθηση
που δείχνει ότι οι δυο τους αντιλαμβάνονται την μουσική δημιουργία με έναν
παρόμοιο τρόπο.
Το Cancelled pieces είναι ένα από τα ομορφότερα μέρη που
ανακαλύπτεις ταξιδεύοντας στα μέρη του slope. Πλούσιο από ιδιαίτερες αρμονίες,
προσεκτικά χτισμένους ρυθμούς σε μια περίπλοκη electronica με αυθεντικό χαρακτήρα, και την
ιδιαίτερη φωνή της Αnja Garbarek η οποία ταιριάζει απόλυτα στο
κομμάτι και η ερμηνεία της του δίνει ακόμα πιο ασυνήθιστο χαρακτήρα.
Το
ορχηστρικό December Train, με τα διακριτικά percussions που αναδύονται σιγά σιγά στην
επιφάνεια θα μπορούσε να είναι το χαρακτηριστικό θέμα μιας ταινίας.
Με τη φωνή
του Thomas Feiner να παλεύει με τον ίδιο της τον αέρα και με μια θεατρικότητα
που ανατριχιάζει, το αργόσυρτο και επιβλητικό Sow the Salt αποτελεί άλλη μια εξαιρετική στιγμή
του album, ενώ τα Gap of Cloud, A way of disappearing και Conversation over είναι ακόμα τρία ιδιαίτερα
κινηματογραφικά ορχηστρικά κομμάτια που συνοψίζουν όλο αυτό που αποτελεί τη
μουσική σκέψη του Jansen.
Playground Martyrs. Το κομμάτι που συνυπογράφουν ο Steve Jansen με τον David Sylvian. Η φωνή του Sylvian απλά αγκαλιάζει την αισθαντική και
ευαίσθητη μελώδια που παίζει το πιάνο. Το συγκεκριμένο κομμάτι υπάρχει και σαν reprise και είναι αυτό που κλείνει το slope. Εκεί είναι τραγουδισμένο από την Nina Kinert και παρ’ όλο που μιλάμε για reprise ενός κομματιού τραγουδισμενου από
μια φωνή σαν αυτή του Sylvian, δεν είναι σε καμία περίπτωση
κατώτερο, αλλά διαφορετικό και το ίδιο δυνατό.
Το Ballad of a Deadman είναι επίσης γραμμένο από τα δυο αδέρφια.
Εδώ μαζί με τον Sylvian τραγουδάει και η Joan Wasser. Ρυθμός σχεδόν ανέκφραστος που
σέρνεται, κιθάρες και ατμόσφαιρα που νομίζεις ότι δραπέτευσαν από κάποιο δίσκο
του Johnny Cash…
Ένας
συνθέτης με πηγαίο ταλέντο, ένας μάγος του ρυθμού με τον δικό του ιδιαίτερο
τρόπο, αποφεύγοντας κλισέ τεχνάσματα, σε ένα πολυεπίπεδο ηχητικό κόσμο με
διάφορους φιλοξενούμενους που προσθέτουν εξτρα μαγεία.
Μετά από
πολλά χρόνια πορείας, ο σιωπηλός και χαμηλών τόνων Steve Jansen, ήρθε να μας μιλήσει με τον τρόπο
που ξέρει καλύτερα, με την μουσική του.
Listen to
Slope: microsite
Rating: 8 / 10
Ελένη Τζαβάρα
AUDIOBOOK 4
songs within the borders
Postwave.gr -14 March 2008
some notes...
Φτάσαμε αισίως στην τέταρτη. Το feedback που παίρνουμε για τα Audiobooks είναι πραγματικά εντυπωσιακό και μας δίνει ενέργεια να συνεχίζουμε και να προσπαθούμε κάθε φορά για το καλύτερο. Στο
Audiobook 4 , τη νέα συλλεκτική συλλογή του postwave.gr αφιερωμένη στην ελληνική alternative σκηνή, η επιλογή των τραγουδιών καθώς και το layout και η αισθητική του cd ακολουθεί των concept των προηγούμενων audiobooks, συνδυάζοντας ακυκλοφόρητα tracks γνώριμων συγκροτημάτων με νέα αλλά επίσης αξιόλογα ονόματα.
Το χρώμα που επιλέχτηκε για να ντύσει το artwork αυτή τη φορά είναι το κυπαρισσί, ή βαθύ πράσινο αν θέλετε, περιέχει 15 πολύ όμορφα τραγούδια και βγαίνει σε
150 αριθμημένα cd και θα έχει χειροποίητη digipack συσκευασία με υφασμάτινη επένδυση και μεταξωτυπία.
Οσοι έχουν τις προηγούμενες συλλογές στα χέρια τους θα ξέρουν πως ότι γίνεται στα audiobook γίνεται με πολύ μεράκι και προσοχή, χωρίς να υπολογίζουμε το κόστος και με ιδιαίτερο σεβασμό στον κόπο των καλλιτεχνών που συμμετέχουν. Στον player πιο κάτω υπάρχει και audio snippet-mix με αποσπάσματα από όλα τα τραγούδια για να πάρετε μια πρώτη γεύση.
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε για άλλη μια φορά όλα τα συγκροτήματα που ανταποκρίθηκαν, το
Artracks Recording Studio για το mastering και όσους αναμίχθηκαν ώστε να έχει συνέχεια η προσπάθειά μας.
Tέλος, όσα συγκροτήματα επιθυμούν να συμμετέχουν σε κάποιο από τα επόμενα cd της σειράς Audiobook μπορούν να μας στείλουν mail στο
info@postwave.gr και θα επικοινωνήσουμε μαζί τους.
IMPORTANT
Το Αudiobook 4 θα δωθεί δωρεάν στο παρτυ του postwave.gr που θα γίνει στο Underworld (Παρασκευή 14 Μαρτίου 2008) σε 150 αριθμημένα αντίτυπα και σε πολυτελή digipack συσκευασία με υφασμάτινη επένδυση και μεταξωτυπία. Θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.
The tracklist
<YOUR HAND IN MINE - desert flags
Τους ακούσαμε για πρώτη φορά στη συναυλία του Max Richter και μας κίνησαν το ενδιαφέρον. Οι Your Hand In Mine παντρεύουν την κλασσική μουσική και τη μελωδία με την avant garde και τον πειραματισμό και το "desert flags" είναι το ιδανικό τραγούδι για να ξεκινήσει η διαδρομή μας στο Audiobook 4 με τον πιο γλυκό και όμορφο τρόπο.
B-SIDES - Queen
Είναι από την Πάτρα, παίζουν συναισθηματικά φoρτισμέμη indie-pop, αλλά πάνω απ' όλα γράφουν πολύ καλά τραγούδια που μας έχουν λείψει τα τελευταία χρόνια. Το έντονα μελαγχολικό "queen" είναι ένα διαμαντάκι με δυναμικές εναλλαγές, έμφαση στις διφωνίες και αυτές τις υπέροχες τρομπέτες...
THE MODEL SPY - DNA
Aν γράψω κιθαριστική ποπ προφανώς δεν θα καταλάβετε και πολλά... Οι Model Spy είναι από την Αθήνα και σκεφτείται τον λυρισμό του Terry Hall ή του Lloyd Cole να φλερτάρει με τα κιθαριστικά ριφάκια των Smiths και να φτιάχνει διαχρονικής ποπ ομορφιάς τραγούδια, τύπου Lightning Seeds. Κατανοητό ε?
MARY'S FLOWER SUPERHEAD - no second chances
Σε αρκετά πιο ρυθμικό ύφος από τα παραπάνω, οι MFS μας έρχονται από τη Θεσσαλονίκη, έχουν τρομερό rhythm section και είναι από τα πιο hot νέα συγκροτήματα. Ο ήχος τους είναι κάπου ανάμεσα σε Faint και Klaxons και αρκετοί πιθανόν να πήρατε ένα δείγμα της ενέργειας που βγάζουν πριν την περυσινή συναυλία των Placebo.
FALL IN PARTS - ablaze my life
Άλλη μία από τις καλύτερες νέες μπάντες αυτή τη στιγμή, με ιδιαίτερα θεατρικές ερμηνείες και πολύ καλές συνθέσεις. Στο "ablaze my life" οι κιθάρες των Fall In Parts αγριεύουν κάπως και φέρνουν στο μυαλό τους Muse, ενώ η φωνή της Ολυμπίας ακούγεται εδώ περισσότερο επιθετική παρά "σκανταλιάρικη"...
DELIGHTFUL - Christine
Το "Christine" είναι ένα από τα τραγούδια του πρώτου album που ετοιμάζουν οι Delightful με παραγωγούς τους Bolten και Polak από τους Mecano. Κλασικό ποιοτικό dark wave, θυμίζει έντονα τα ανάλογα group των 80s, που ακούγεται όμως ολόφρεσκο χάρη στον ενθουσιασμό των παιδιών και την εξαιρετική παραγωγή.
NOTTE - my thorazine
Είχαμε τραγούδι τους και στο Audiobook 2, τους είδαμε και στη σκηνή πριν ένα χρόνο σε πάρτι του Postwave και μείναμε με τις καλύτερες αναμνήσεις. Εδώ σε ένα από τα καινούρια τους τραγούδια που δείχνει μια ελαφριά αλλαγή κατεύθυνσης και σε πιο κιθαριστικούς ήχους. Προσέχτε το τέλος του, είναι όλα τα λεφτά!
ASTRALON feat. ZINOVIA - frozen
Ένα κλασικό τραγούδι, μία από τις καλύτερες ηλεκτρονικές μπάντες της Αθήνας και μια καταπληκτική φωνή. Φυσικά μιλάμε για το Frozen της Madonna, με τους Astralon να του αλλάζουν τα φώτα και να το μετατρέπουν σε electro-idm anthem. Στα φωνητικά η Ζinovia, που αρκετοί θα την θυμάστε κάποτε και στους Decode.
BLUEWORKS feat. DE:TECH - blood brothers
Μια εναλλακτική, ηλεκτρονική προσευχή σε όποιον φέρει την ευθύνη για το πώς διαμορφώνονται οι εμμονές και τα απωθημένα μας: Από το πουθενά, μια ομάδα μικρών μελαγχολικών τραγουδιών αποκτούν το όνομα BlueWorks και αναλαμβάνουν να μιλήσουν για την αστική επι-κοινωνία. Στα φωνητικά ο de:tech.
MARSHEAUX - empire state human
Πολύ γνωστές μας, δεν χρειάζεται να κάνουμε περιγραφή νομίζω. Οι Marsheaux τα πάνε περίφημα και στο εξωτερικό πλέον, το album τους μπήκε και στα Γερμανικά charts, mini tour με τις Client και θα παίξουν και στο Treffen. Εδώ για πρώτη φορά σε cd η περίφημη διασκευή τους στο τρομερό "empire state human" των Human League.
GUGGI & AIMA feat. XYdead - my mommie loves me
Kρίνοντας από την ερμηνεία του XYdead (i.e. Αρης Σιαφάς ex-Matisse, Hometaping), μάλλον πρόκειται για κάποια εμμονή ή κακό όνειρο. Μπορεί να κάνω και λάθος, το τραγούδι όμως των Guggi και Aima (επίσης Ηοmetaping) στροβιλίζεται εφιαλτικά σε ένα σκοτεινό ηλεκτρονικό tempo με μπόλικα blips και avant-garde νοοτροπία.
BERLIN BRIDES - failure to wank
Girl Power! Με επιρροές από συγκροτήματα όπως οι Chicks On Speed και οι CSS,το "failure to wank" είναι ένα πολύ καλό introduction στον pop-punk / electro ήχο των Berlin Brides, που είναι αρκετά δραστήριες αυτόν τον καιρό και όλο σε κάποιο Αθηναικό stage μπορεί να τις πετύχετε. Ψάχτε το, αξίζει τον κόπο.
THE ALEPH - bless me
Ένα ακόμα πολύ ενδιαφέρον καινούριο συγκρότημα από τη Θεσσαλονίκη, με alternative και post punk επιρροές. Το bless me είναι μια σκοτεινή δυνατή σύνθεση με κυκλοθυμική ερμηνεία, όπου η τραγουδίστρια των Aleph ακούγεται σαν μια πιο indie νεαρή Siouxsie Sioux, ή σαν πιο gothic Kim Gordon αν θέλετε...
2L8 - tree made furniture
Ότι και να πούμε για τους 2L8 θα είναι λίγο. Από τις αγαπημένες μας μπάντες και δεν το έχουμε κρύψει. Περιμένοντας με ανυπομονησία τη καινούρια τους δουλειά, το τραγούδι που βρίσκουμε στο audiobook έμεινε τελευταία στιγμή έξω από τον προηγούμενό τους δίσκο και το ακούτε για πρώτη φορά και αποκλειστικά εδώ!
REFLECTION - I don't know why
Πολύ κοντά σε συγκροτήματα όπως οι Ulver ή στις πρώτες δουλειές των Piano Magic, οι Reflection κλείνουν ιδανικά την 4η συλλογή μας. Προσωπικά, η μελαγχολική ατμόσφαιρα και τα φωνητικά στο συγκεκριμένο τραγούδι μου έφεραν αβασάνιστα στο μυαλό τους Cocteau Twins.
Κώστας Μπρέλλας
postwave.gr
Related links:
Spyweirdos - Ten Numbers (CD/DVD)
First / Second / Third / Fourth / Fifth /
Sixth /
Seventh /
Eighth /
Ninth/ Tenth
12 January 2008
/ Creative Space
Αχνή
εικόνα, ένα ταβάνι. Ανοίγω το ένα μου μάτι και μια σκιά μοναχά ξεχωρίζω. Ακούω
μια σταγόνα μέσα μου. Ένας ήχος με χτυπάει μονότονα. Κάνω υπομονή. Είναι ακόμα
εδώ. Ένας. Με χτυπάει και φεύγει. Ξαναέρχεται και είναι ακόμα ένας.
Δύο.
Δυο πύργοι μέσα μου. Τους βλέπω. Πέτρες. Γκρι, σκληρά υλικά. Ήχος. Με πνίγει.
Τρεις.
Οι πόρτες κλειδώνουν. Τρεις κλειδωμένες πόρτες. Είμαι πίσω από όλα αυτά. Ακούω
την πράξη. Κλειδώνω τις πόρτες. Εδώ μέσα θα μείνω. Πίσω από την κλειδαριά.
Κουβαλάω
τέσσερις. Τέσσερις αλυσίδες. Τις σέρνω. Πού να πας με αλυσίδες στα πόδια; Στα
χέρια. Φτάνουν μόνο μπροστά μου. Τέσσερις αλυσίδες. Γύρω από μένα. Μπροστά μου.
Μία,
δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε. Μου φράζουν το δρόμο πέντε βέργες. Γελώ και τις
δείχνω. Πέντε βέργες.
Το
πιάνο, οι νότες. Χτυπάνε πάνω στους έξι τοίχους. Έξι.
Ποιος
έστησε γύρω μου αυτές τις παγίδες; Στα πόδια μου ανάμεσα έχω παγίδες εφτά. Το
άγχος με πνίγει. Καταραμένες, είστε στ’ αλήθεια εφτά.
Όταν
απλώνω τα χέρια, αγγίζω ανθρώπους. Οχτώ ανθρώπους. Οχτώ κακούς ανθρώπους. Οχτώ
ξωτικά. Ακούω τα βήματα και κάτι που σπάει. Χαμηλόφωνα, γύρω μου, λένε ηλίθια,
μικρά μυστικά. Οχτώ σώματα γύρω μου βαδίζουν. Οχτώ σιχαμένα μυστικά.
Αν
ανοίξω τα μάτια, βλέπω μόνο σκοτάδι. Οι εννέα μου λάμπες έχουν από καιρό τώρα
σβήσει. Οι εννέα ψυχές μου ταξιδεύουν μονάχες. Στροβιλίζονται. Σε κομμάτια
μικρά.
Δέκα.
Δέκα προσπάθειες ισορροπίας. Δέκα εικόνες. Δέκα δονήσεις. Δέκα επίπεδα. Δέκα γιατρειές. Έλα να μιλήσουμε για δέκα μελαγχολικά
κομμάτια….
Είδα
τον Σπύρο Πολυχρονόπουλο, τον Spyweirdos δηλαδή, να
παρουσιάζει την νέα του δουλειά «Ten Numbers»
στο Bios της οδού Πειραιώς. Πριν λίγες βδομάδες, την
ημέρα της πρώτης κυκλοφορίας του. Παίζοντας με audio
cubes (έχουν την λογική των reactables).
Μικρούς, πολύχρωμους κύβους που η μεταξύ τους αλληλεπίδραση σχηματίζει ήχους.
Διακόσια τουλάχιστον ζευγάρια μάτια ήταν κολλημένα στα χέρια του και στις καλά
μελετημένες κινήσεις τους που πέρα από ήχους προκαλούσαν και απανωτές αλλαγές
χρωμάτων στα audio cubes. Απανωτά επιφωνήματα
ευχαρίστησης στο κοινό του. Πνιγμένα, καλά πνιγμένα βέβαια γιατί το
τελετουργικό της ambient απαγορεύει τις
βάρβαρες διακοπές που αποσυντονίζουν κοινό και καλλιτέχνη από το ταξίδι.
Η
μουσική στο «Ten Numbers» είναι αφαιρετική. Υπάρχει πιάνο, βιολί και
νομίζω και τσέλο αλλά υπάρχει κυρίως η απουσία του πλεονάζοντα ήχου. Ακούς
καλύτερα έτσι. Ακούς μέσα σου. Η
συναισθηματική φόρτιση είναι έντονη στην μουσική του Σπύρου και νοιώθω πως έχει
μεγαλώσει. Πέντε χρόνια μετά το ντεμπούτο του με το «Fairytale» είναι ωριμότερος και πιο μεστός.
Θα
δανειστώ τον όρο Coincidentia Oppositorum * για να περιγράψω τα συναισθήματα που
μου γεννά το «Ten Numbers». Υπάρχει μια
συνέργεια ανάμεσα στα φωτεινότερα και τα σκοτεινότερα των συναισθημάτων μας.
Μια παράλληλη πορεία, μια εσκεμμένη σύμπλευση. Μια ένωση του μαύρου και του
λευκού. Της χαράς και της λύπης. Του ναι και του όχι. Του δυνατού και του
αδύνατου. Του όμορφου και του τραγικά αποκρουστικού. Και όλα αυτά ενώνονται για
να υφάνουν τα ανθρώπινα συναισθήματα, τις δικές μας σκέψεις. Φέρνουν την ποθητή
ισορροπία.
Η
αίσθηση αυτή που μου δημιουργούν οι ήχοι του Spyweirdos,
ενδυναμώνεται και από την εξαιρετική δουλειά που έχει κάνει ο Άρης Μιχαλόπουλος
στην οπτικοποίηση. Το νέο άλμπουμ των δέκα κομματιών, συνοδεύεται από ένα DVD
με video
εμπνευσμένα
από τα αντίστοιχα κομμάτια. Την ημέρα της παρουσίασης του «Ten
Numbers», ο Μιχαλόπουλος καθόταν δίπλα στον Spyweirdos και
γινόταν παράλληλη προβολή σε δύο επιφάνειες (πανί και τοίχος). Το αποτέλεσμα
ήταν στ’ αλήθεια μαγευτικό και χάρη στο video
υλικό
που συμπεριλαμβάνεται στην πολύ προσεγμένη, λευκή συσκευασία του «Ten
Numbers», οι εικόνες αναπαράγονται και σπρώχνουν την
μουσική ένα βήμα πιο πέρα. Με μέτρο όμως. Δίχως το μυαλό να αποσπάται.
Άφησα
για το τέλος την παρουσία του μεγάλου κατ’ εμέ, Murcof.
Μεξικανός αν δεν κάνω λάθος ο Fernando
Corona, έχει κάνει το post production του
«Ten Numbers» που κυκλοφορεί από
την ελληνική και αρκετά δραστήρια Creative Space
Records. Ο Murcof είναι παγκόσμια
γνωστός καλλιτέχνης της ηλεκτρονικής σκηνής και άνοιξε την βραδιά της
παρουσίασης του «Ten Numbers»
παίζοντας κομμάτια από το δικό του άλμπουμ «Cosmos»
που κυκλοφορεί κάτω από το label της Leaf.
Rating: 8,5 / 10
Λυδία Οικονόμου
Ακούστε
και δείτε το Fourth. Μελαγχολικές χορεύτριες. Μικρά βήματα. Μεγάλα όνειρα.
Απίθανο ταξίδι….
* Η
ιδέα που ξεκίνησε από την «Εναντιοδρομία». Την σύλληψη δηλαδή του Ηράκλειτου
για την αέναη πάλη των αντιθέτων. Πέρασε στον Γερμανό καρδινάλιο Nicholas of
Cusa που μίλησε για την σύμπτωση/ταύτιση των αντιθέτων και έφτασε μέχρι και τον
Carl Jung που θεωρούσε την
ατομική υπόσταση ως «coincidentia
oppositorum». Ένα συγκερασμό του συνειδητού και του ασυνείδητου.
www.spyweirdos.com
www.myspace.com/spyweirdos
www.creativespace.gr
http://www.murcof.com
http://www.myspace.com/murcof
http://www.theleaflabel.com
comments & discussion
The Wombats - A Guide To Love, Loss And Desperation
1. Tales Of Girls Boys And Marsupials / 2. Kill The Director / 3. Listen / 4. Lost In The Post
/ 5. Party In A Forest / 6. School Uniforms / 7. Here Comes The Anxiety / 8. Let's Dance To Joy Division
/ 9. Backfire At The Disco / 10. Little Miss Pipedream / 11. Dr. Suzanne Mattox PHD/ 12. Patricia The Stripper
/ 13. My First Wedding
Warner
/ 5 November 2007
Νομίζω
πως έχουμε να κάνουμε με έναν από τους πιο εύπεπτους δίσκους της χρονιάς.Και
γι'αυτό ακρίβώς το γουστάρω αυτό το δισκάκι. Γιατί σου αραδειάζει απλόχερα και in
your face ότι έχει να δώσει, οτιδήποτε και αν είναι αυτό. Δεν προκαλεί ούτε περιττές σκέψεις, ούτε περίσιες
συγκινήσεις και για κανένα λόγο δε θα συγκλονίσει το μουσικό σου σύμπαν. Είναι
όμως αυθόρμητο και ειλικρινές όσο ένας έφηβος που προσπαθεί να ενηλικιωθει και
να απογαλακτισθεί σε ένα μόνο βράδυ και την κάνει απ'το σπίτι με όσα ρούχα
πρόλαβε να μαζέψει.
Στην
περίπτωση λοιπόν που αδειάσετε για κανα 40λεπτο από δουλειά ή διάβασμα ρίξτε
μια αυτιά στο τρίο από το Liverpool που μόνο να σας
ανεβάσει μπορεί. Ευρηματικά στιχάκια, left to
right κιθαριστικές μελωδίες, αισιόδοξος αέρας και όσα ακόμα
υλικά συνιστά ένας περπατημένος pop μουσικός
τσελεμεντές, βρίσκονται όλα εδώ. Και όταν στις υποσημειώσεις προσθέσουμε την catchy
as hell ''lets dance to joy division''
στιχοπροτροπή,
πείτε μου εσείς αν η συνταγή μπορεί να αποτύχει…Οι πιο δύσπιστοι θα πουν πως οι
Βρετανοί καπηλεύονται ένα όνομα ιερό στο βωμό άλλης
μιας εφήμερης επιτυχίας ''ασελγώντας στο πρόσωπο του Ian
και του
υπόλοιπου τάγματος'' (σκληροπυρηνικός blogger).
Εγώ θα έλεγα να χαλαρώσουμε λίγο και να απολαύσουμε το κάθε τι γι'αυτό που
είναι. Οι Wombats δεν ήρθαν να αλλάξουν τον κόσμο.Οι Joy
Division τον άλλαξαν. Μουσικά τουλάχιστον. Συνεπώς οι
όποιες συγκρίσεις είναι ανεπίτρεπτες και δίχως νόημα.
Κατά
τη γνώμη μου πρόκειται για μια μπάντα ευφυή, με αίσθηση του χιούμορ αλλά και καλαίσθητες
μουσικές επιρροές και καταβολές που μάλλον έχει λιώσει στο πικαπ της όλα τα
πρωτόλεια διαμάντια της Γηραιάς Αλβιόνας
με ιδιαίτερη προτίμηση στα σκαθάρια. Θα μου πείτε αρκεί αυτό? Αν θες απλά να
χορέψεις, να ξεχαστείς ή να τραγουδήσεις παράφωνα στο μπάνιο φτάνει νομίζω.Τα
''kill the director'',
''moving to new
york'' και ''backfire at
the disco'' θα σε βοηθήσουν
να πράξεις τα παραπάνω. Αλλά πόση ώρα θα τραγουδάς μόνος σου στο μπάνιο? Κάποια
στιγμή θα βαρεθείς και θα πατήσεις το mute. Kάπως
έτσι είναι και με τους Wombats. Το ''A guide to love loss n' desperation'' δεν είναι κακό album
αλλά δεν είναι και για πολλά. Οι Wombats είναι κάτι μάλλον
σαν την οικογένεια Fratelli. Θα τους ακούσουμε
μία, θα τους χορτάσουμε δύο, θα περάσει η μπογιά τους τρια και μετά άντε γεια! Εγώ
πάντως μέχρι να περάσει
η μπογιά τους θα τη δανειστώ για λίγο να βάψω την καθημερινότητα μου με τις
χαβαλεδιάρικες μελώδιες τους και όταν βαρεθώ θα δω πάλι το Βridget
jones για να συμμεριστώ την ψύχωση μια μπάντας που δείχνει να
έχει δυνατότητες για πιασάρικη χορευτική pop
και
πασχίζει να ξεπεταχτεί απ'το πρώτο κιόλας album.
Rating: 7 / 10
Δημήτρης Συνοδινός
The Wombats - Let's Dance to Joy Division video
comments & discussion
Pages